Ο Αμερικανός οικονομολόγος ξεμπροστιάζει τον Μάριο Ντράγκι επισημαίνοντας καθαρά πώς στόχος της απόφασης αυτής ήταν να αυξήσει το κόστος δανεισμού της Ελλάδας και να πιέσει την κυβέρνηση της χώρας να υποκύψει στους εκβιασμούς των Γερμανών και των Βρυξελλών να δεχθεί ένα νέο μνημόνιο.
«Η ΕΚΤ θα πρέπει να ντρέπεται για την τελευταία της επίθεση κατά της ελληνικής δημοκρατίας. Και δεν πρέπει να τους επιτραπεί να την μασκαρέψουν σε κάτι άλλο από αυτό που είναι», σημειώνει ο Μάρκ Βάϊσμπροτ. Και δεν είναι ο μόνος. Πολλοί Αμερικανοί και Ευρωπαίοι οικονομολόγοι έχουν αντιδράσει στην απόφαση της ΕΚΤ.
Άρθρα και δημοσιεύματα κάνουν τον γύρο του διαδικτύου και πυροδοτούν ένα κλίμα αλληλεγγύης στον «πολιορκημένο» ελληνικό λαό με σύνθημα «και οι ζωές των Ελλήνων έχουν αξία».
Ο διευθυντής του Κέντρου Έρευνας, Οικονομίας και Πολιτικής των ΗΠΑ, αναφέρει πώς την Τετάρτη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ανακοίνωσε ότι δεν πρόκειται του λοιπού να δέχεται ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση. Μολονότι η Ελλάδα διατηρούσε ακόμη την δυνατότητα προσφυγής σε άλλον, έκτακτο δανεισμό, από την Κεντρική Τράπεζα, η άμεση επίδραση της ανακοίνωσης ήταν να αυξήσει το κόστος δανεισμού για την Ελλάδα, να συμπιέσει τις τράπεζες και να αυξήσει την χρηματοπιστωτική αστάθεια στο εσωτερικό της χώρας.
«Θα πρέπει να είμαστε σαφείς ως προς το τι σημαίνει αυτό. Η κίνηση της ΕΚΤ ήταν τελείως αχρείαστη και έγινε εβδομάδες νωρίτερα από την ημερομηνία για την λήψη αποφάσεως. Μοιάζει πάρα πολύ με εσκεμμένη απόπειρα να υπονομεύσει τη νέα κυβέρνηση. Επιχειρούν να εξαναγκάσουν την κυβέρνηση να εγκαταλείψει τις υποσχέσεις της προς το ελληνικό εκλογικό σώμα και να ακολουθήσει το πρόγραμμα του ΔΝΤ, το οποίο είχαν προσυπογράψει οι προκάτοχοί της», επισημαίνει.
«Η σαφήνεια εδώ είναι σημαντική επειδή οι ευρωπαϊκές αρχές, ή η τρόϊκα όπως συνηθίζεται να αποκαλούνται, βύθισαν την Ευρωζώνη σε τουλάχιστον δύο επιπλέον χρόνια περιττής ύφεσης που άρχισε το 2011, επειδή έπαιζαν ένα παρόμοιο παιχνίδι του «ποιός θα λυγίσει πρώτος».
Συνεχίζει ο Μάρκ Βάϊσμπροτ λέγοντας πως όσον αφορά την ίδια την ΕΚΤ, αυτή εσκεμμένα και κατ’ επανάληψη σε αυτή τη περίοδο άφησε την Ευρωζώνη να φθάσει στο χείλος της χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης. Το ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές μπόρεσαν να ανεβάσουν τα επιτόκια των δεκαετών κρατικών ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας σε ανυπόφορα ύψη, της τάξεως του 7% δεν οφείλεται στην ικανότητα των αγορών να προκαλέσουν την κατάρρευση του Ευρώ.
«Οφείλεται στο γεγονός ότι η ΕΚΤ εσκεμμένα επέτρεψε σε αυτούς τούς παίκτες της αγοράς να προκαλέσουν μια υπαρξιακή κρίση για το ευρώ, προκειμένου να εξαναγκάσει σε υποχωρήσεις τις κυβερνήσεις Ισπανίας, Ιταλίας, Ελλάδος, Πορτογαλίας, και Ιρλανδίας».
Όπως αναφέρει ο Μάρκ Βάϊσμπροτ αυτές οι υποχωρήσεις δεν αφορούσαν απλώς την εξόφληση χρέους αλλά επίσης «διαρθρωτικές αλλαγές» που επιδίωκαν να αναμορφώσουν το κοινωνικό κράτος στις ασθενέστερες χώρες, περιλαμβάνοντας την συρρίκνωση του κράτους, την περικοπή των δαπανών για την προστασία της υγείας, για τις συντάξεις και τα επιδόματα ανεργίας και την αλλαγή των εργατικών νόμων που ευνοούσαν τους εργαζομένους.
Οι ευρωπαϊκές αρχές ήσαν διατειθειμένες να εκτεθούν σε σοβαρούς κινδύνους για να επιβάλουν βίαια αυτές τις αλλαγές και – όπως αναγνωρίζεται τώρα ευρύτατα από τους περισσότερους οικονομολόγους- οι μακροοικονομικές πολιτικές τους παρέτειναν επί χρόνια ακόμη την περιττή ύφεση και την μαζική ανεργία (τώρα στο 11,5 %, περισσότερο του διπλάσιου από το ποσοστό στις ΗΠΑ).
«Αν κατανοήσουμε αυτή την πρόσφατη ιστορία, μπορούμε να δούμε καθαρά τι κάνουν στη Ελλάδα ακριβώς σήμερα. Η μόνη διαφορά είναι ότι, από τότε που η ΕΚΤ ανέστρεψε την πορεία της και δεσμεύθηκε, τον Ιούλιο του 2012, για την επιβίωση του ευρώ, τα πλήγματα που καταφέρουν στην ελληνική οικονομία είναι περισσότερο εστιασμένα. Τα επιτόκια των ισπανικών και ιταλικών ομολόγων αυξήθηκαν λίγο μετά την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ αλλά εξακολουθούν να είναι πολύ χαμηλά -1,58 % για την Ιταλία και 1,47 % για την Ισπανία.
Η ΕΚΤ θα μπορούσε να σταθεροποιήσει και τα ελληνικά ομόλογα, τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα, αλλά αντί γι’ αυτό επέλεξε αυτή τη βδομάδα να πάει στο αντίθετο άκρο -και εννοώ άκρο- να υποκινήσει πανικό απόσυρσης καταθέσεων, να βουλιάξει το χρηματιστήριο και να ανεβάσει το κόστος δανεισμού της Ελλάδος.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, υπό τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και τον υπουργό των Οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη παίζει έξυπνα. Απάντησαν στην επίθεση της ΕΚΤ χωρίς εχθρότητα ή καταγγελίες. Δεν πρόκειται αυτοβούλως να εγκαταλείψουν το ευρώ ή να το υπαινιχθούν καν ως ενδεχόμενο.
Οι ευρωπαϊκές αρχές μετέφεραν μαζικές ποσότητες χρέους από άφρονες ιδιωτικούς δανειστές στις κυβερνήσεις της Ε.Ε. ( συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας) και ταυτόχρονα αύξησαν το φορτίο χρέους της Ελλάδος από 115 τοις εκατό σε περισσότερο τους 170 τοις εκατό του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος, συρικνώνοντας την ελληνικήν οικονομία σε βαθμό ανάλογο με το χειρότερο σημείο της Μεγάλης αμερικανικής Οικονομικής Κρίσης.
Οι περισσότεροι Ευρωπαίοι, συμπεριλαμβανομένων των Γερμανών, εάν καταλάβαιναν τι πραγματικά έχει συμβεί, δεν θα κατηγορούσαν τον ελληνικό λαό για το αποτέλεσμα ενός χρέους που ειναι αδύνατο να εξοφληθεί.
Η τρόϊκα θα πρέπει να είναι ευχαριστημένη με ό,τι έχει ήδη «επιτύχει». Το ελληνικό κράτος έχει ήδη γίνει ισχνότερο κατά το 19% της εργατική δύναμής του. Έξι χρόνια κρίσης και 25 τοις εκατό πτώση του βιοτικού επιπέδου (στην πραγματικότητα πολύ μεγαλύτερη αν μετρηθεί και η μείωση των εισαγωγών) θα απέτρεπε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα από το να φθάσει ποτέ στην τρομακτική δυστυχία να είναι αναγκασμένη να δανεισθεί από τους τιμωρούς της τρόϊκας. Η οικονομική προσαρμογή έχει συντελεσθεί: η χώρα παρουσιάζει ένα πρωτογενές πλεόνασμα και ενεργητικό ισοζύγιο πληρωμών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υποχώρησε από την αρχική του απαίτηση για περικοπή του χρέους και διατυπώνει λογικές προτάσεις να τους δοθούν τα οικονομικά περιθώρια να αναρρώσουν – δηλαδή ένα πρωτογενές πλεόνασμα 1-2%, αντί για 4-5, του μνημονίου της τρόϊκα. Μετά από έξι χρόνια οικονομικής κρίσης, δεν ζητούν πολλά.
Και καταλήγει ο Μάρκ Βάϊσμπροτ λέγοντας πώς “ούτε είναι υπερβολή η ακύρωση μερικών από τις χειρότερες κακοπραγίες, όπως οι περικοπές των κατώτατων μισθών. Η ΕΚΤ θα πρέπει να ντρέπεται για την τελευταία της επίθεση κατά της ελληνικής δημοκρατίας. Και δεν πρέπει να τους επιτραπεί να την μασκαρέψουν σε κάτι άλλο από αυτό που είναι”.