Τα κλάματα, τα μνημόσυνα, η λύπη και η μαύρη ενδυμασία των συγγενών, είναι δεσμά που δεν αφήνουν την ψυχή να πετάξει ελεύθερα προς την ουράνια ευδαιμονία..
“Όταν η ψυχή του ανθρώπου εγκαταλείπει το σώμα με τον θάνατο, πρέπει να φύγει από τη γήινη ατμόσφαιρα, για να μην μολυνθεί από τις αναθυμιάσεις της αρνητικότητας που εκπέμπει ο πλανήτης σας. Την παραλαμβάνει η συνοδός οντότητα, η οποία έχει αποστολή να κατευθύνει τις κινήσεις της και να την οδηγήσει με ασφάλεια στον προορισμό της. Για να μην φορτιστεί με την αρνητική ενέργεια της Γαίας, την οδηγεί μέσα από το φως της Κυανής Φλογός, ώστε να καταστεί απρόσβλητη από κάθε αρνητική μόλυνση.
Το Πορφυρούν Πυρ, είναι αυτό που συντηρεί τη ζωή και το Ιόχρουν Πυρ ενισχύει το ενεργειακό φως της ψυχής μετά τον θάνατο. Όταν η ψυχή αποχωρίζεται το σώμα, πυροδοτείται ο ενεργειακός στρόβιλος της από το Ιώδες Πυρ. Διευκολύνεται η αναχώρησή της με τον εντοπισμό των διαύλων φυγής, τους οποίους πρέπει να ακολουθήσει για να συνεχίσει το ουράνιο ταξίδι της.
Οι φωτεινοί ουράνιοι δίαυλοι που χρησιμοποιούν οι ψυχές μετά τον θάνατό τους, είναι αυτοί που συνδέουν τη Γαία με τους αστερισμούς του Σειρίου, Ωρίωνα και Κάνωπος. Είναι πάμφωτοι σαν θάλασσα φωτός, η οποία δημιουργεί ανάλαφρα αισθήματα χαράς, ευδαιμονίας, ευτυχίας και αγαλλίασης στις ψυχές που τους διατρέχουν. Η ψυχή στα αρχικά στάδια και μέχρι να τελειώσει τις διαδικασίες κρίσεως του Ωρίωνα, είναι ενδεδυμένη το ένδυμα που αγαπούσε όταν ζούσε στον υλικό κόσμο της Γαίας.
Στο διάστημα αυτό των 40 ημερών δεν θέλει να πιστέψει ότι πέθανε το υλικό σώμα. Οι κινήσεις της περιορίζονται κυρίως μεταξύ της οικίας της, στα μέρη όπου έζησε ευχάριστες καταστάσεις και του μνήματος. Όταν βλέπει τα αγαπημένα της πρόσωπα να λυπούνται για τον χαμό της απορεί με τη λύπη τους. Η θλίψη αυτή ταράζει την ψυχή. Την αφυπνίζει από τον λαμπρό κόσμο που ζει και σκιάζει τα φωτεινά όνειρα της. Τη δονεί δυσάρεστα και καταλαμβάνεται από δυσφορία. Υποχρεώνεται να θυμηθεί τη γήινη ζωή της και να συνειδητοποιήσει την κατάσταση του θανάτου της και πολλές φορές της γεννιέται η επιθυμία της επιστροφής. [Το νερό της Λήθης το πίνει μετά τις 40 ημέρες].
Οι συγγενείς πρέπει να θυμούνται τον νεκρό και να του αποστέλλουν νοητικά μηνύματα αγάπης που υποβοηθούν τη γαλήνια διαμονή στα φωτεινά πεδία. Έτσι εξαλείφεται από την ψυχή η θλίψη και ο πόνος. Τα κλάματα, τα μνημόσυνα, η λύπη και η μαύρη ενδυμασία των συγγενών, είναι δεσμά που δεν αφήνουν την ψυχή να πετάξει ελεύθερα προς την ουράνια ευδαιμονία. Τα μαύρα ρούχα απωθούν την ψυχή του νεκρού και δεν της επιτρέπουν να επικοινωνήσει με τα αγαπημένα της πρόσωπα και φοβάται να τα πλησιάσει. Αντίθετα τα λευκά ρούχα υποβοηθούν την επικοινωνία της ψυχής με τους οικείους της. Η ταφή στενοχωρεί την ψυχή του νεκρού και αισθάνεται δυσφορία όταν παρακολουθεί μέσα στο μνήμα το νεκρό σώμα να αποσυντίθεται.
Με τα μνημόσυνα καλείται η ψυχή πάνω από το μνήμα και την υποχρεώνουν να συμμετάσχει στη λύπη των ζωντανών για τον θάνατό της, δημιουργώντας έτσι ανεπιθύμητες καταστάσεις που δεν την αφήνουν να ηρεμήσει και να γαληνέψει.
Η αποτέφρωση των νεκρών επισπεύδει την απομάκρυνση της ψυχής και την απαλλάσσει από το δυσάρεστο θέαμα της σήψης του σώματος όταν το παρακολουθεί νεκρό μέσα στο μνήμα. Υποβοηθά την ψυχή στην εξάλειψη των επιθυμιών της για επιστροφή στην επίγεια ζωή και αυτό επισπεύδει το ουράνιο ταξίδι της.
Το σκόρπισμα της στάχτης σε μέρος που αγαπούσε η ψυχή, την υποχρεώνει να το πάρει απόφαση ότι πρέπει να φύγει, αφού δεν υπάρχει ο τάφος με το νεκρό σώμα για να τρομάζει το ξύπνημα της.”
Μηνύματα Ολυμπίων
“Η Υπέρτατη Μύηση”, Γ. Καλογεράκη
Use Facebook to Comment on this Post