Πριν εφευρεθεί η αναισθησία στα μέσα της δεκαετίας του 1800, οι χειρουργοί έπρεπε να ολοκληρώνουν τις επεμβάσεις τους χωρίς να έχουν στη διάθεσή τους τίποτα που να μειώνει τον πόνο στον ασθενή, εκτός από το όπιο, ή το αλκοόλ. Αυτά μπορεί να φέρνουν ένα μούδιασμα στον ασθενή, αλλά δεν μπλοκάρουν τον πόνο.
Από τότε, η ιατρική έχει προοδεύσει πάρα πολύ και με κατάλληλους συνδυασμούς φαρμάκων η αναισθησία μειώνει τον πόνο, χαλαρώνει τους μυς και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ρίχνει τον ασθενή σε μια βαθιά κατάσταση ύπνωσης, που εκτός από προστασία στον πόνο, παρέχει και προσωρινή αμνησία στην επώδυνη διαδικασία της χειρουργικής επέμβασης.
Σήμερα, υπάρχουν δύο κύριοι τύποι φαρμάκων για αναισθησία: εκείνα που βγάζουν όλο το σώμα “νοκ-άουτ” (γενική αναισθησία) και εκείνα που απλά μουδιάζουν το σώμα σε τοπικό επίπεδο (τοπική αναισθησία).
Τα τοπικά αναισθητικά μπλοκάρουν τα νεύρα που συνδέουν ένα συγκεκριμένο μέρος του σώματος με τον εγκέφαλο, εμποδίζοντας τα νεύρα από το να στείλουν σήματα πόνου στον εγκέφαλο. Τέτοια φάρμακα είναι η νοβοκαΐνη (την χρησιμοποιούν συχνά οι οδοντίατροι σε επεμβάσεις στα δόντια και τα ούλα) και τα επισκληρίδια (χρησιμοποιούνται συνήθως για τον -σχετικά- ανώδυνο τοκετό).
Για τις σοβαρές χειρουργικές επεμβάσεις που απαιτούν ο ασθενής να είναι εντελώς ακίνητος, οι γιατροί επιλέγουν τη γενική αναισθησία. Με αυτήν τη μέθοδο ο ασθενής χάνει τις αισθήσεις του, δεν έχει αντίληψη ή μνήμη της χειρουργικής επέμβασης, αλλά φυσικά ο πόνος από αυτήν θα είναι εμφανής από τη στιγμή που θα ξυπνήσει. Η γενική αναισθησία περιορίζει επίσης τις φυσιολογικές αντιδράσεις του οργανισμού σε χειρουργικές τομές, διατηρώντας την πίεση του αίματος και τον καρδιακό ρυθμό σε κανονικά επίπεδα και εμποδίζοντας την απελευθέρωση ορμονών του στρες.
Τα πρώτα φάρμακα για γενικής αναισθησία ήταν ο αιθέρας και το χλωροφόρμιο. Όμως, υπάρχει μια λεπτή γραμμή για το πόσο από αυτά τα φάρμακα απαιτείται για τη χειρουργική επέμβαση και το πόσο μπορεί να αποβεί θανατηφόρα δοσολογία. Αυτά τα φάρμακα συχνά χορηγούνταν με ένα εμποτισμένο πανί στην μύτη του ασθενούς, κάτι που καθιστούσε δύσκολο τον έλεγχο της δόσης.
Σήμερα, τα πιο κοινά σύγχρονα φάρμακα για γενική αναισθησία είναι μείγματα εισπνεύσιμων αερίων, τα οποία περιλαμβάνουν υποξείδιο του αζώτου (γνωστό και ως αέριο γέλιου) και διάφορα παράγωγα τους αιθέρα, όπως ισοφλουράνιο, σεβοφλουράνιο και δεσφλουράνιο. Εξειδικευμένοι αναισθησιολόγοι ελέγχουν την δοσολογία των φαρμάκων μέσω μηχανημάτων που μετρούν το συγκεκριμένο ποσό που απαιτείται για να διατηρήσει τον ασθενή αναίσθητο για τη χειρουργική επέμβαση, αλλά όχι… για πάντα. Επιπλέον, επειδή τα φάρμακα αυτά παρεμβαίνουν με την αναπνοή, οι ασθενείς συχνά διασωληνώνονται και η αναπνοή τους υποστηρίζεται με μηχανικό αναπνευστήρα.
Παρά την αναγκαιότητά τους στη σύγχρονη ιατρική, οι επιστήμονες δεν είναι βέβαιοι για το πώς ακριβώς λειτουργούν τα αναισθητικά. Η καλύτερη θεωρία προς το παρόν λέει ότι διαλύουν μέρους του λίπους που υπάρχει στα κύτταρα του εγκεφάλου, αλλάζοντας έτσι τη δραστηριότητα των κυττάρων αυτών. Όμως, οι ακριβείς μηχανισμοί παραμένουν άγνωστοι.
Use Facebook to Comment on this Post