Για την αλλαγή του άρθρου 32 αρκεί η πλειοψηφία 151 βουλευτών.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και επίτιμος αντιπρόεδρος Συμβουλίου της Επικρατίας Πέτρος Ι. Παραράς και ο καθηγητής Νομικής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πενπιστήμιο Αθηνών γράφουν στην«Κ» για την πλειοψηφία στην εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Ρεαλιστική λύση οι 151
Πέτρος Ι. Παραράς*
Η ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 32 του Συντάγματος για την απεμπλοκή της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας (ΠτΔ) από την προβλεπόμενη διάλυση της Βουλής σε περίπτωση μη εκλογής του είχε ήδη ωριμάσει στα επιτελεία των κομμάτων, με την τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να προτείνει, στην αιτιολογική έκθεσή της, επαναλαμβανόμενες ψηφοφορίες επί εξάμηνο, εντέλει δε προσφυγή, σε περίπτωση αδυναμίας εκλογής, στο εκλογικό σώμα, για την οριστική λύση. Η διαδικασία αυτή είναι περίπλοκη και, στο τελευταίο στάδιο, αντίθετη και με τη θεμελιώδη και μη αναθεωρήσιμη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 Συντ.
Με τις σκέψεις αυτές, και ενόψει του ότι η αρχική τοποθέτηση της Νέας Δημοκρατίας ήταν να μην ψηφίσει καμία διάταξη από τις προτεινόμενες από την τότε κυβέρνηση για αναθεώρηση, υποστήριξα την άποψη, ως εισηγητής σε ημερίδα που είχε διοργανώσει η Ενωση Ελλήνων Συνταγματολόγων (10.12. 2018), με την παρουσία τότε και εκπροσώπων των κομμάτων της Βουλής, ότι η Νέα Δημοκρατία πρέπει να υπερψηφίσει την αναθεώρηση τουλάχιστον της διάταξης του άρθρου 32 παρ. 4 Σ., δεσμευόμενη μόνον ως προς την κατεύθυνση (της μη διάλυσης της Βουλής), όχι όμως και ως προς το περιεχόμενο της αναθεωρητέας αυτής διάταξης. Είχα δε προτείνει, για την εκλογή ΠτΔ, να αρκούν, απλουστεύοντας τα πράγματα, τρεις διαδοχικές πλειοψηφίες 200, 180 και 151 βουλευτών. Η άποψη δε αυτή έγινε δεκτή από τον βουλευτή Κ. Τασούλα, τότε εισηγητή της Ν.Δ. στην αναθεωρητική επιτροπή, κατά την τελευταία συνεδρίαση αυτής (30.1.2019, βλ. και σχετικό ρεπορτάζ της Αριστοτελίας Πελώνη στην «Καθημερινή», 1.2.2019).
Ετσι, η Νέα Δημοκρατία θα αναθεωρήσει, όπως όλα δείχνουν, την επίμαχη διάταξη του άρθρου 32 Σ., σύμφωνα με την προταθείσα λύση, αρκούν δε γι’ αυτό οι 158 ψήφοι που διαθέτει στη Βουλή, αφού η προτεινόμενη από την προηγούμενη Βουλή αναθεώρηση για το συγκεκριμένο άρθρο είχε συγκεντρώσει περισσότερες από 180 ψήφους.
Στην ημερίδα, πάντως, εκείνη διατυπώθηκε και η σκέψη ότι για την εκλογή του ΠτΔ θα πρέπει να υπάρξουν ευρύτερες πλειοψηφίες, ώστε, τελικά, η εκλογή αυτή να μην επαφίεται μόνον στο πλειοψηφούν κόμμα. Ομως, και η ως άνω ρύθμιση που τώρα προτείνεται εκκινεί από την απαίτηση εξασφάλισης της ευρύτερης πλειοψηφίας των 200 βουλευτών. Αν αυτή δεν επιτευχθεί ούτε και κατά τη δεύτερη ψηφοφορία που αρκούν 180, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν καταβλήθηκε προσπάθεια για ευρύτερη συναίνεση. Αν τα άλλα κόμματα, κυρίως από αντιπολιτευτική διάθεση, δεν συντάσσονται με την πρόταση της κυβέρνησης, η απόλυτη πλειοψηφία των 151 βουλευτών είναι μονόδρομος. Αλλωστε, οι αποψιλωμένες αρμοδιότητες του ΠτΔ συνηγορούν υπέρ της απλουστευμένης απόλυτης πλειοψηφίας, αφού, ούτως ή άλλως, μεταξύ των 300 βουλευτών θα πρέπει να σχηματισθεί η όποια πλειοψηφία. Δεν διανοούμαι δε, στην προκειμένη περίπτωση, κάθε μορφή συναλλαγής για την εξασφάλιση κάποιας αυξημένης πλειοψηφίας, ενώ η ονομαστική (φανερή) ψηφοφορία για την εκλογή του ΠτΔ αποτρέπει κάθε ενδεχόμενη τάση απόκλισης από τη δοθείσα κομματική γραμμή.
Εν πάση περιπτώσει, η εκλογή του ΠτΔ μόνον από την απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής δεν σημαίνει ότι αυτός παύει να είναι, όπως πρέπει, υπερκομματικός, επειδή τον εξέλεξε μόνον η κυβερνητική πλειοψηφία. Κατά το παρελθόν δεν έχουν διαπιστωθεί περιπτώσεις άμεσης στήριξης και σύμπλευσης του ΠτΔ με την πλειοψηφία που τον ανέδειξε, κάθε άλλο. Αντιθέτως, είναι πρόσφατη η περίπτωση όπου ο ΠτΔ, ασκώντας ελεγκτική αρμοδιότητα, αντιτάχθηκε στην ολοκλήρωση αντισυνταγματικής πρότασης της κυβέρνησης που τον είχε προτείνει. Τελικά, η εκλογή του ΠτΔ κατά το τελευταίο στάδιο μόνον από την κυβερνητική πλειοψηφία, με την ως άνω προτεινόμενη απλή και ταχεία ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας, παρίσταται ως η μόνη ρεαλιστική και εκλογικευμένη λύση.
* Ο κ. Πέτρος Ι. Παραράς είναι καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, επίτιμος αντιπρόεδρος Συμβουλίου της Επικρατείας.
Αναγκαία η αυξημένη πλειοψηφία
Σπύρος Βλαχόπουλος**
Το θέμα που φαίνεται ότι θα κυριαρχήσει στη δεύτερη φάση της διαδικασίας αναθεώρησης του Συντάγματος, είναι αυτό του τρόπου εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας (ΠτΔ). Η προηγούμενη Βουλή αποφάσισε την αναθεώρηση του άρθρου 32 και έτσι η νέα Βουλή θα καθορίσει τον νέο τρόπο εκλογής του Προέδρου. Σημειωτέον ότι για την αλλαγή του άρθρου 32 αρκεί η πλειοψηφία 151 βουλευτών.
Ενα είναι πάντως το σίγουρο, στο οποίο συγκλίνουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου: Πλέον, η Βουλή δεν θα διαλύεται προώρως λόγω μη εκλογής ΠτΔ. Πρόκειται αναμφισβήτητα για μια θετική εξέλιξη. Ο συντακτικός νομοθέτης το 1975 θέσπισε την «απειλή» της πρόωρης διάλυσης της Βουλής ως μέσο πίεσης στις πολιτικές δυνάμεις για να συμφωνήσουν σε έναν κοινά αποδεκτό Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ωστόσο στην πορεία του χρόνου και η ρύθμιση αυτή «εργαλειοποιήθηκε» ως ένας τρόπος πρόωρης προσφυγής στις κάλπες.
Ποια πρέπει να είναι η νέα συνταγματική ρύθμιση για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας; Μήπως θα πρέπει να εκλέγεται άμεσα από τον λαό; Η λύση αυτή θα πρέπει να απορριφθεί τόσο γιατί θα εμπλέξει τον θεσμό του Προέδρου σε έναν προεκλογικό αγώνα με κομματικά χαρακτηριστικά, όσο και γιατί θα δημιουργήσει τον κίνδυνο μιας δυαρχίας όπου ο ΠτΔ θα μπορεί να προτάσσει έναντι του πρωθυπουργού το λαϊκό του χρίσμα.
Μια άλλη σκέψη θα ήταν η ανάδειξη του Προέδρου της Δημοκρατίας από ένα διευρυμένο εκλεκτορικό σώμα. Το κύριο μειονέκτημα της λύσης αυτής έγκειται στο ότι δεν υπάρχει συμφωνία στο ποιοι θα συμμετέχουν στο εκλεκτορικό σώμα. Προτάθηκε λ.χ. να συμμετέχουν εκπρόσωποι των ΟΤΑ. Είναι όμως ορθό να συμμετέχουν στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας πρόσωπα που εξελέγησαν από τους πολίτες με τελείως διαφορετικά κριτήρια για την επίλυση των τοπικών τους προβλημάτων;
Φαίνεται να κερδίζει έδαφος η σκέψη, να καταργηθεί η απαίτηση της αυξημένης πλειοψηφίας και να εκλέγεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας με την ψήφο μόνον 151 βουλευτών. Ωστόσο, μια τέτοια ρύθμιση θα προκαλούσε περισσότερα προβλήματα από αυτά που θα επέλυε.
Κυρίως θα εγκαθιδρύσει τη δυνατότητα εκλογής ενός Προέδρου της Δημοκρατίας που θα στηρίζεται στις ψήφους ενός και μόνον κόμματος, αυτού της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας. Συνάδει αυτό με τον ρόλο του ΠτΔ ως υπερκομματικού ρυθμιστή του πολιτεύματος που θα πρέπει να διαθέτει τη μεγαλύτερη δυνατή πολιτική νομιμοποίηση; Η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι αρνητική. Ο «αρχηγός του Κράτους» συμβολίζει την ενότητα του λαού και των πολιτικών δυνάμεων και αυτό θα πρέπει να αντανακλάται στον τρόπο εκλογής του. Επομένως, η θεσμοθέτηση της εκλογής ΠτΔ μόνο με 151 βουλευτές θα αποτελούσε αρνητική εξέλιξη για το πολίτευμά μας. Εξάλλου, όταν καλούμαστε να επιλύσουμε πολιτειακά ζητήματα, θα πρέπει να σκεφτόμαστε με το βλέμμα στο μέλλον και όχι με βάση την τρέχουσα πολιτική συγκυρία.
Υπάρχει δε ένας «χρυσός κανόνας» θεσμικής συμπεριφοράς για την εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία: Θα πρέπει να αναρωτιέται εάν αυτό που προτίθεται να πράξει θα ήθελε να συμβεί, ακόμη και εάν δεν ήταν κυβερνητική πλειοψηφία αλλά αντιπολίτευση. Η προσέγγιση αυτή επιβάλλεται ακόμη περισσότερο για το Σύνταγμα, στο πλαίσιο του οποίου θα λειτουργήσουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις χωρίς να μπορεί να τροποποιηθεί εκ νέου για περίπου μια δεκαετία.
Συμπερασματικά: Η συνταγματική αναθεώρηση θα πρέπει να αποσυνδέσει την εκλογή του ΠτΔ από τις πρόωρες εκλογές και να διατηρήσει την αναγκαιότητα αυξημένης πλειοψηφίας, τουλάχιστον 180 βουλευτών. Για την περίπτωση που δεν επιτυγχάνεται η πλειοψηφία αυτή, θα πρέπει να προβλεφθεί, όπως έχει ήδη προταθεί στη συνταγματική θεωρία, η προσωρινή παράταση του υπηρετούντος ΠτΔ έως ότου τα κόμματα αναγκαστούν να συμφωνήσουν σε έναν υπερκομματικό ΠτΔ.
** Ο κ. Σπύρος Βλαχόπουλος είναι καθηγητής Νομικής Σχολής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Έντυπηkathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post