Θα περίμενε κανείς, λοιπόν, να τύχει καλύτερης αντιμετώπισης από τον κόσμο. Τουλάχιστον από τους επαγγελματίες παραγωγούς που στο πρόσωπό της θεωρητικά βρήκαν έναν σύμμαχο στην προσπάθειά τους να έχουν καλύτερες σοδειές και κατά συνέπεια μεγαλύτερα κέρδη. Κι όμως, η Monsanto έφτασε στο σημείο να αποτελεί για πάρα πολύ κόσμο την προσωποποίηση του κακού πάνω στη Γη.
Και δυστυχώς για αυτήν, για πολλούς διαφορετικούς λόγους.
Μόλις χθες αμερικανικό δικαστήριο δικαίωσε ένα ζευγάρι από την Καλιφόρνια το οποίο είχε καταθέσει αγωγή εναντίον της, με αφορμή την εμφάνιση καρκίνου . Η αποζημίωση έφτασε τα 55 εκατομμύρια δολάρια, ενώ άλλα 2 δις επιδικάστηκαν με τιμωρητικό χαρακτήρα για την εταιρεία, η οποία από την πλευρά της συνεχίζει να επιμένει ότι το ζιζανιοκτόνο Roundup δεν ευθύνεται για την εμφάνιση όγκων. Φυσικά θα εφεσιβάλει την απόφαση, την ώρα που εναντίον της εκκρεμούν χιλιάδες άλλες αντίστοιχες υποθέσεις.
Υπάρχει πάντα η περίπτωση δικαίωσης για την Monsanto. Ίσως αποδειχθεί ότι τα πράγματα είναι έτσι όπως τα λένε οι υποστηρικτές της και ο καρκίνος να οφείλεται σε διάφορους άλλους, άσχετους με αυτήν παράγοντες. Επιστήμονες, άλλωστε, δεν είμαστε εμείς. Όμως, η κοινή γνώμη έτσι κι αλλιώς έχει προεξοφλήσει την ενοχή της, κυρίως λόγω του «αμαρτωλού» παρελθόντος της.
Ήταν η ίδια εταιρεία που αποτέλεσε τον βασικό κατασκευαστή του «πορτοκαλί παράγοντα», του αποφυλλωτικού που χρησιμοποίησε ο στρατός των ΗΠΑ στο Βιετνάμ, παίρνοντας αυτήν την κωδική ονομασία από το χρώμα στις ρίγες των βαρελιών στα οποία μεταφερόταν. Στόχος των Αμερικανών ήταν η αποψίλωση της ζούγκλας που έκρυβε τους Βιετκόνγκ. Εκείνο που εξαφανίστηκε -εκτός από τα δέντρα- ήταν και ο πληθυσμός. Υπολογίζεται ότι η άκρως τοξική ουσία 2,3,7,8-τετραχλωροδιβενζοδιοξίνη, που ανιχνεύθηκε στο προϊόν, ευθύνεται για τον θάνατο ή τον ακρωτηριασμό 400.000 ανθρώπων και την γέννηση μισού εκατομμυρίου παιδιών με δυσμορφίες…
Αντίστοιχα το όνομά της το συναντά κανείς μεταξύ των κύριων διακινητών φαρμάκων όπως το DDT, το οποίο ακόμη και δεκαετίες μετά την απαγόρευσή του, συνεχίζει να εμπλέκεται σε «εγκλήματα» και να μολύνει, παρά τις αρχικές τοποθετήσεις για την υποτιθέμενη ασφάλειά του.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 η Monsanto αποφάσισε να περάσει από τον κόσμο της καταστροφής σε εκείνον της δημιουργίας. Εξαγοράζοντας μικρές εταιρείες σπόρων και επενδύοντας στην γενετική έρευνα, δεν άργησε να μετατραπεί σε έναν γίγαντα που σταδιακά συνέθλιψε τον ανταγωνισμό και αφού κυριάρχησε στην Αμερική, πέρασε τον Ατλαντικό και ό,τι άλλο εμπόδιο βρήκε μπροστά της προκειμένου να κατακτήσει τον κόσμο.
Οι περιβαλλοντικά ευαίσθητοι, έχοντας υπόψη τους και το… βιογραφικό της, αντέδρασαν στις πρώτες γενιές μεταλλαγμένης σόγιας. Οι υπόλοιποι τους αντιμετώπισαν με σκεπτικισμό, θεωρώντας τους γραφικούς που στέκονταν εμπόδιο στην εξέλιξη. Οι νέοι σπόροι μπορούσαν να αντέξουν στις άσχημες καιρικές συνθήκες, προσβάλλονταν πολύ λιγότερο από ασθένειες. Τι ζητούσαν λοιπόν αυτοί οι τύποι που διαμαρτύρονταν;
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ολόκληρη η Ευρώπη έτρεμε από το ξέσπασμα της νόσου των τρελών αγελάδων. Τα προϊόντα της Monsanto είχαν λάβει την έγκριση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως ασφαλή για το κοινό, όμως το debate άναψε για τα καλά. Μέχρι του σημείου που ακόμη και ο πρίγκιπας της Αγγλίας, Κάρολος (γνωστός υποστηρικτής και παραγωγός οργανικών προϊόντων) να αρθρογραφήσει επί του θέματος, τονίζοντας από την πλευρά του ότι σε τέτοια θέματα ανήκουν στην αποκλειστική ευθύνη του Θεού και μόνο.
Κι ενώ η εταιρεία προσέγγισε εντελώς λανθασμένα το πρόβλημα, βγάζοντας προς τα έξω το πρόσωπο ενός αδίστακτου αλαζόνα και στρέφοντας το κοινό εναντίον της (ανεξάρτητα από το εάν όντως είχε ευθύνη ή ανάμιξη στο διατροφικό σκάνδαλο) ήρθαν τα επόμενα νέα που οδήγησαν σε ακόμη μεγαλύτερη δαιμονοποίηση.
Η Monsanto έπαιζε πλέον με τους σύγχρονους τρόπους παιχνιδιού, που επιβάλλουν τα πατενταρισμένα προϊόντα. Ακόμη κι όταν μιλάμε για σπόρους σόγιας, καλαμποκιού ή σιτηρών, που αποτελούν κύριες διατροφικές πηγές για την ανθρωπότητα. Οι πατενταρισμένοι σπόροι σταδιακά κυριάρχησαν και η εταιρεία υποβοηθήθηκε από το νέο περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης. Σε διάφορες αγορές, όπως για παράδειγμα αυτή της Ινδίας ή της Βραζιλίας οι παραδοσιακοί «παίκτες» είτε εξαγοράστηκαν είτε περιθωριοποιήθηκαν, δίνοντας στην Monsanto τον απόλυτο έλεγχο. Οι νόμοι του ελεύθερου εμπορίου την έβαλαν σε κάθε γωνιά του πλανήτη και στη συνέχεια οι πατέντες της κράτησαν για πάντα δέσμιους τους αγρότες.
Οι σπόροι είχαν μερικά χαρακτηριστικά που μετέτρεψαν την ευλογία σε κατάρα. Τα φυτά ήταν μεν ανθεκτικά, αλλά στείρα. Πράγμα που σήμαινε πως ο αγρότης δεν μπορούσε να κρατήσει ένα μέρος της σοδειάς για την επόμενη χρονιά. Έπρεπε να επιστρέψει στην ίδια εταιρεία και να αγοράσει ξανά και ξανά τα δικά της προϊόντα. Και στο ερώτημα «γιατί να μην πάει σε κάποια άλλη;» η απάντηση είναι «επειδή αυτό ήταν αδύνατο».
Το έδαφος που είχε φιλοξενήσει σπόρους της γινόταν μην δεκτικό σε άλλου τύπου σπόρους. Μετατρεπόταν σε ένα αφιλόξενο μέρος για οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό που εκείνη είχε να πουλήσει. Και οι πατέντες της δεν σταμάτησαν στην σόγια, το σιτάρι, το καλαμπόκι. Ακολούθησε το βαμβάκι, ποικιλίες πιπεριού, το μπρόκολο, λάχανο, ακόμη και το σιτάρι με χαμηλή περιεκτικότητα σε γλουτένη. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις αντίδρασης από τους τοπικούς αγρότες απάντησε με μηνύσεις, έχοντας πλέον και την νομοθεσία με το μέρος της.
Κι ενώ οι κυβερνήσεις και οι διάφοροι οργανισμοί δημιουργούν σε τέτοιου τύπου μονοπωλιακές καταστάσεις να ανθίζουν (η ίδια η Monsanto υποστηρίζει ότι οι πατέντες της δεν κάνουν τίποτα παράνομο ή τουλάχιστον τίποτα χειρότερο από ότι ας πούμε η Microsoft με την αποκλειστική διάθεση των windows, με ό,τι αυτό συνεπάγεται), οι φωνές όσων εναντιώνονται σε αυτήν την νέα πραγματικότητα πληθαίνουν. Ακόμη κι έτσι, όμως, συνήθως δεν ακούγονται…
Πλέον η Monsanto έχει εξαγοραστεί από την BAYER. Το μέγεθος του νέου γίγαντα είναι πελώριο. Η δύναμη και η επιρροή του επίσης. Για ελάτε κι εσείς λίγο στην θέση των πολιτικών… Ελάχιστοι θα ήταν διατεθειμένοι να κάνουν κάτι που θα δυσαρεστούσε κάτι τόσο δυνατό, ακόμη κι αν γνώριζαν ότι θέτουν έτσι την δημόσια υγεία σε σοβαρό ρίσκο.