Το Bay Psalm Book που τυπώθηκε το 1640 στο Κέμπριτζ της Μασαχουσέτης, είναι ένα από τα σπανιότερα βιβλία στον κόσμο και ανάμεσα στα καλύτερα σωζόμενα αντίγραφα των αρχικών 1.700 που τυπώθηκαν.
Η τιμή πώλησής του δε, κατέρριψε το μέχρι τότε ρεκόρ των 11,5 εκατ. δολαρίων που είχαν καταβληθεί σε δημοπρασία βιβλίων το 2010 για το «Πουλιά της Αμερικής», του Τζον Τζέιμς Οντιμπόν.
Γράφει η Νίκη Παπάζογλου
Αν και στις μέρες μας τα βιβλία που τυπώνονται είναι αμέτρητα, ποικίλης ύλης και γραμμένα σε όλες σχεδόν τις ομιλούμενες γλώσσες του κόσμου, μέχρι και τον 15ο αιώνα τα εγχειρίδια που κατέγραφαν την ιστορία της ανθρώπινης σκέψης δεν είχαν τη σημερινή μορφή. Γράφονταν στο χέρι από καλλιγράφους και αντιγραφείς με αποτέλεσμα να είναι σπάνια, ακριβά και κατά συνέπεια προσιτά σε μια μικρή μερίδα του αναγνωστικού κοινού. Με την εμφάνιση της τυπογραφίας η διάδοση των ιδεών γεννά ταυτόχρονα και την ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο και το τυπωμένο βιβλίο δίνει το έναυσμα για την αφύπνιση ψυχών και συνειδήσεων.
Οι απαρχές της τέχνης της αναπαραγωγής κειμένων με τη χρήση κινητών συμβόλων δεν πρωτοεντοπίζονται στην Ευρώπη αλλά στην Κίνα, το 1041 μ.Χ.. Η εφεύρεση των πρώτων κινητών στοιχείων αποδίδεται στον Πι Σενγκ ο οποίος αρχικά χρησιμοποίησε ως πρώτη ύλη τον πηλό και στην συνέχεια το ξύλο και το μέταλλο. Παρά την ανακάλυψη όμως των στοιχείων αυτών, η εφεύρεση του δεν γενικεύεται στην χώρα, ενδεχομένως λόγω του σύνθετου κινεζικού αλφαβήτου.
Ενώ και στην Ευρώπη είχαν ήδη κατασκευαστεί κινητά τυπογραφικά στοιχεία από τον Ολλανδό Λαυρέντιο Κοστέρ, στη συλλογική μνήμη των Ευρωπαίων, πατέρας της τυπογραφίας θεωρείται ο Γουτεμβέργιος, αφού σε εκείνον οφείλεται η σύλληψη της συνολικής ιδέας της τυπογραφικής μεθόδου. Έτσι το 1454 στο Μάιντς της Γερμανίας ο Γουτεμβέργιος τυπώνει το πρώτο χρονολογημένο έντυπο, ένα απόσπασμα της Δευτέρας Παρουσίας.
Ένα χρόνο αργότερα τυπώνεται από τον ίδιο σε 180 αντίτυπα και το πρώτο ολοκληρωμένο βιβλίο. Πρόκειται για την Βίβλο, το πρώτο βιβλίο μαζικής παραγωγής στα λατινικά που θεωρείται από πολλούς το αρτιότερο βιβλίο που τυπώθηκε ποτέ.
Κι ενώ το πρώτο ευρωπαϊκό βιβλίο είχε σκοπό να διδάξει το λόγο του Κυρίου στους πιστούς , το πρώτο εγχειρίδιο που εκδόθηκε ολοκληρωτικά στην ελληνική γλώσσα ανοίγει τον δρόμο της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας. Η πρώτη χρονολογημένη ελληνική έκδοση καταγράφεται σχεδόν είκοσι χρόνια μετά και είναι μια Γραμματική του Κωνσταντίνου Λάσκαρη. Με τίτλο «Επιτομή των οκτώ του λόγου μερών», το πρώτο ελληνικό βιβλίο, τυπώνεται στο Μιλάνο, τον Ιανουάριο του 1476, στο τυπογραφείο του Ιταλού τυπογράφου Διονύσιου Παραβιτσίνι. Τον σχεδιασμό των ελληνικών τυπογραφικών στοιχείων και την επιμέλεια της εκτύπωσης αναλαμβάνει ο τυπογράφος Δημήτριος Δαμιλάς, γνωστός ως Δημήτριος ο Κρής ή Δημήτριος ο Μεδιολανεύς, ο οποίος γράφει και τον πρόλογο του βιβλίου.
Ως πρωτοπόρος της ελληνικής τυπογραφίας στην Ευρώπη, ο Δημήτριος Δαμιλάς, αποτέλεσε ουσιαστικά και τον πρώτο εκδότη στις αρχές της Ιταλικής Αναγέννησης. Αρχικά στο Μιλάνο και αργότερα στη Φλωρεντία και στη Ρώμη, ο Δαμιλάς γίνεται περιζήτητος χάρη στην ποιότητα της εργασίας του, με αποκορύφωμα τον διορισμό του ως πρώτου επίσημου αντιγραφέα ελληνικών κωδίκων της Βιβλιοθήκης του Βατικανού από το πάπα Πίο Γ’.
Αφορμή για την σύνταξη του πρώτου ελληνικού βιβλίου, αποτέλεσε η πεποίθηση του συγγραφέα του πως η δυτική διανόηση έπρεπε να βασιστεί στις ιδέες των αρχαιοελληνικών κειμένων πράγμα το οποίο θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Έτσι ο Κωνσταντίνος Λάσκαρης με το που εγκαθίσταται από την Κωνσταντινούπολη στο Μιλάνο διδάσκει ελληνικά και διορίζεται δάσκαλος της θυγατέρας του Δούκα Φραντζέσκο Σφόρτσα, Ιππολύτης, για χάρη της οποίας συντάσσει τη γραμματική.
Μετά την ελληνική γραμματική, η τυπογραφική δραστηριότητα των Ελλήνων της διασποράς συνεχίζεται με σημαντικές ελληνικές εκδόσεις και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις όπως η Βιέννη, η Λειψία, η Βουδαπέστη, το Λονδίνο, το Παρίσι καθώς και οι Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και οι Κάτω Χώρες. Βέβαια στον ελλαδικό χώρο η εξέλιξη της τυπογραφίας καθυστερεί πολύ, καθώς η τουρκική κυριαρχία δεν δίνει περιθώρια ανάπτυξης μίας εφεύρεσης που θα συνέβαλε αποφασιστικά στην εξάπλωση των ιδεών και στην άνοδο του πολιτιστικού επιπέδου των υποταγμένων λαών.