ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Με ποιά σύνθεση θα συνεδριάσει η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων το απόγευμα της Δευτέρας (5μμ), για να επεξεργαστεί τη Συμφωνία των Πρεσπών, που με την μοφή νομοσχεδίου – κυρωτικού διεθνούς συμφωνίας κατατέθηκε σήμερα το πρωί στη Βουλή, προκαλώντας νέα αναταραχή στο πολιτικό σκηνικό και τα επιτελεία κυρίως των μικρότερων κομμάτων;
Θα υπάρξει, όπως συμβαίνει σε όλες τι περιπτώσεις ως τώρα κατά την άσκηση του νομοθετικού έργου, διαδικασία ψήφισης της Συμφωνίας στην Επιτροπή, ή θα επιλεγεί το σενάριο της «συμβουλευτικής ψήφου», δηλαδή της απλής έκφρασης γνώμης, και το νομοσχέδιο θα τεθεί προς έγκριση μόνο από την Ολομέλεια; Πόσες συνεδριάσεις θα γίνουν στην Επιτροπή και πόσες στην Ολομέλεια; Πόσο θα κοστίσει σε ευρώ η εφαρμογή της Συμφωνίας, αν εγκριθεί και σε βάθος χρόνου;
Αυτά είναι ορισμένα από τα ερωτήματα που τίθενται και τα οποία σε ένα μέρος τους απασχολούν με πυρετώδη τρόπο τα πολιτικά παρασκήνια, εξαιτίας και των σύνθετων εξελίξεων και ανακατατάξεων σε κόμματα και κοινοβουλευτικές ομάδες την τελευταία περίοδο.
Ο κατ’ αρχήν σχεδιασμός της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ προβλέπει ολοκλήρωση του συνόλου της διαδικασίας ως το τέλος της εβδομάδας που αρχίζει μεθαύριο Δευτέρα.
Αυτό πιθανολογείται πως μπορεί να εκφραστεί με διήμερη συνεδρίαση στην Επιτροπή (Δευτέρα και Τρίτη) και διήμερη ή και τριήμερη (Τετάρτη-Πέμπτη και αν χρειαστεί και Παρασκευή) στην Ολομέλεια. Ο σχεδιασμός αυτός, ωστόσο, μπορεί να ανατραπεί εντελώς, στην περίπτωση κατά την οποία ενεργοποιηθούν «ακραία» σενάρια εκ μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δηλαδή αν κριθεί σκόπιμο και αναγκαίο να κατατεθεί πρόταση μομφής. Μετά και την πρόσφατη επιτυχία του πρωθυπουργού να κερδίσει την μάχη της παροχής ψήφου εμπιστοσύνης, μια τέτοια ενέργεια από πλευράς της ΝΔ μοιάζει «υπερβολική».
Ωστόσο, η ιδέα δεν πηγάζει από θέση αμφισβήτησης της ετερόκλητης πλειοψηφίας (145 ΣΥΡΙΖΑ συν έξι ανεξάρτητοι), αλλά από τη βούληση να δοθεί επαρκέστατος χρόνος για αναλυτική συζήτηση επί του κρίσιμου ζητήματος στο Κοινοβούλιο, στην περίπτωση κατά την οποία κριθεί από τους «γαλάζιους» πως ο κυβερνητικός σχεδιασμός οδηγεί σε διαδικασίες ασφυκτικές χρονικά.
Ως γνωστόν, σε περίπτωση κατάθεσης πρότασης δυσπιστίας προς την κυβέρνηση, βάσει Κανονισμού, σταματούν όλες οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες – άρα εν προκειμένω και η επεξεργασία της Συμφωνίας των Πρεσπών, ειδικά στην Ολομέλεια- και η «τριήμερη συζήτηση» επί της συγκεκριμένης προτάσεως, θα αφιερωθεί ακριβώς στην αναλυτική συζήτηση της επίμαχης Συμφωνίας. Κάτι τέτοιο, εάν ασφαλώς συμβεί, σημαίνει πως το όριο της ερχόμενης Παρασκευής που έχει τεθεί από την κυβέρνηση για την έγκρισή της, δεν φαίνεται πως θα μπορέσει να ισχύσει.
Τα πρώτα σχέδια
Τα πρώτα σαφή δείγματα για τις προθέσεις όλων των πλευρών, αναμένονται τυπικώς έως το μεσημέρι της Δευτέρας, στην επικείμενη Διάσκεψη των Προέδρων.
Ως τότε θα διαφανεί και η βούληση της κυβέρνησης για άλλες, πλην της χροικής διάρκειας, κρίσιμες παραμέτρους, όπως το ποιοί θα μετέχουν στην Επιτροπή Εξωτερικών και τί θα γίνει με την καθοριστική ψηφοφορία. Υπενθυμίζεται ότι μετά την ανεξαρτητοποίηση του Σπ. Δανέλλη, το Ποτάμι έμεινε χωρίς εκπροσώπηση. Αρχικώς στην επίσημη ιστοσελίδα της Βουλής, ο κ. Δανέλλης εμφανιζόταν ως ανεξάρτητος.
Σήμερα δεν εμφανιζόταν ούτε ο κ. Δανέλλης – ο οποίος ήθελε να παραμείνει μέλος ως ανεξάρτητος, ούτε όμως και κάποιος βουλευτής του Ποταμιού. Παράλληλα κάποιοι κάνουν λόγο και για άλλη αλλαγή, αυτή τη φορά στους ΑΝΕΛ, καθώς πληροφορίες έφεραν τον κ. Π.Καμμένο να σκέφτεται να αντικαταστήσει ο ίδιος τον βουλευτή του Κ.Κατσίκη.
Στο πλαίσιο αυτό, με ενδιαφέρον αναμένονται και οι επιλογές του κ. Ν. Βούτση ως προς το εάν θα προχωρήσει και σε άλλες κινήσεις (αύξηση συνολικού αριθμού μελών της Επιτροπής με περισσότερους βουλευτές ΣΥΡΙΖΑ) ώστε να διασφαλίζεται «καθαρή» πλειοψηφία υπέρ της Συμφωνίας.
Τόσο το θέμα της σύνθεσης της Επιτροπής, όσο και το εύρος της δικαιοδοσίας της (ως προς το καθοριστικό ή όχι, δηλαδή, της εκεί ψηφοφορίας) έχουν ήδη προκαλέσει μεγάλες εντάσεις στις σχέσεις κυβέρνησης-αντιπολίτευσης. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι σήμερα και στο βαθμό που δεν αλλάξουν οι εύθραυστες ισορροπίες των κομματικών συσχετισμών δείχνει να προκρίνει το σενάριο –που δεν εφαρμόζεται ως τώρα στην νομοθετική διαδικασία, και- το οποίο «θέλει» να μην είναι η ψήφος στην αρμόδια Επιτροπή καθοριστικής σημασίας αναφορικά με το αν εισαχθεί ή όχι το νομοθέτημα στην Ολομέλεια, επιδιώκοντας να αποφύγει μια αχρείαστη «πολιτική ήττα» σε ένα ενδεχόμενο να μην επιτευχθεί πλειοψηφία στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων. Στον αντίποδα η αντιπολίτευση εγείρει ζήτημα «κανονικότητας» και πάγιας τακτικής, ώστε να κερδίσει τις εντυπώσεις σε περίπτωση στραβοπατήματος του ΣΥΡΙΖΑ.
Το κόστος
Στο περιθώριο όλων αυτών των διεργασιών και των ζυμώσεων, ανακύπτουν και άλλα ζητήματα, όπως αυτά που διαφαίνονται μέσα από την ανάγνωση της Εκθεσης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους: μπορεί να έχουν απροσδιόριστες ακόμα οικονομικές συνέπειες κατά την εφαρμογή της Συμφωνίας, αλλά μέσω αυτού παραπλεύρως επανέρχονται και ζητήματα ουσίας.
Συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για δαπάνες που δεν μπορούν να προϋπολογιστούν, αφού «εξαρτώνται από πραγματικά γεγονότα», που σήμρα δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστούν, και τα οποία, πέραν της φυσιολογικής για τέτοιες εξελίξεις, «αναβάθμιση του
Γραφείου Συνδέσμου Σκοπίων, σε Πρεσβεία πλέον, αφορούν μεταξύ άλλων:
1) Τη συμμετοχή εκπροσώπων της ελληνικής πλευράς σε πολυμερείς συναντήσεις οι οποίες θα «επιλύουν ζητήματα που πηγάζουν από τις εμπορικές ονομασίες, τα εμπορικά σήματα και τις επωνυμίες».
2) Τη συμμετοχή Ελλήνων «στην Κοινή Διοεπιστημονική Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων σε ισοτρικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά ζητήματα».
3) «Ενδεχόμενη δαπάνη από την κάλυψη των εξόδων επίλυσης τυχόν αναφυόμενων διαφορών κατά την εφαρμογή της κυρούμενης συμφωνίας, με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο, το ύψος της οποίας εξαρτάται από πραγματικά γεγονότα».
Ολα, «αγκάθια», σύμφωνα με τους επικριτές της Συμφωνίας.
Πηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post