“Παρότι αυτή η 18χρονη ασθενής, IdaBauer, ήταν στο άνθος της νιότης της, ήρθε σε εμένα γιατί υπέφερε από ξεσπάσματα βήχα ενώ εμφάνιζε και βουβά επεισόδια αφασίας. Είχε αναπτύξει κατάθλιψη και εμφάνιζε τάσεις απόσυρσης, μέχρι και αυτοκτονίας” έγραφε το 1905 ο Σίγκμουντ Φρόιντ.
Κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίας, κι ενώ ο “πατέρας” της ψυχανάλυσης προσπαθούσε να βοηθήσει τη νεαρή ασθενή του, να αποκαλύψει την πηγή της αρρώστιας της, ο Φρόιντ παρατήρησε ότι η Bauer έπαιζε με μια μικρή τσάντα.
Ερμηνεύοντας την πράξη της αυτή ως έκφραση καταπιεσμένης επιθυμίας, ο Φρόιντ κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: “Κανένας θνητός δε μπορεί να κρατήσει μυστικό. Αν τα χείλη του παραμένουν σφραγισμένα και σιωπηλά, αρχίζει να ‘μιλά’ με τις άκρες των δαχτύλων του: η προδοσία ξεχειλίζει από κάθε του πόρο”.
Σύγχρονες έρευνες υποστηρίζουν την ιδέα ότι ένα μυστικό, κάτι απόρρητο, μπορεί να είναι η πηγή μιας ψυχικής ή σωματικής δυσφορίας.
Το να κρατήσει κανείς ένα μυστικό –γράφει η Sarah Yager στο The Atlantic- απαιτεί συνεχή προσπάθεια.
Σε μια πρόσφατη μελέτη, ερευνητές παρατήρησαν, ότι από όσους συμμετέχοντες ζητήθηκε να αποκρύψουν το σεξουαλικό τους προσανατολισμό κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης, εκείνοι εμφάνισαν τις χειρότερες επιδόσεις σε δοκιμασίες χωροταξικής ικανότητας, αντέδρασαν με αγένεια στην κριτική και εγκατέλειψαν νωρίτερα μια δοκιμασία αντοχής.
Όσο πιο μεγάλο και “σοβαρό” είναι ένα μυστικό, τόσο πιο δύσκολο είναι να το κρατήσει κρυφό κανείς.
Μία άλλη μελέτη, διαπίστωσε ότι τα άτομα που κλήθηκαν να ανακαλέσουν στη μνήμη τους ένα σοβαρό μυστικό, αντιλαμβάνονταν ως πιο απότομους τους λόφους και πιο μεγάλες τις αποστάσεις, συγκριτικά με εκείνους που τους ζητήθηκε να θυμηθούν ένα ασήμαντο μυστικό.
Όταν ερευνητές ζήτησαν από τους εθελοντές να τους βοηθήσουν να μετακινήσουν μερικά βιβλία από το εργαστήριό τους, εκείνοι που είχαν ανακαλέσει στη μνήμη τους ένα “σοβαρό μυστικό” σήκωσαν λιγότερες στοίβες.
Όλη αυτή η διανοητική άσκηση, μπορεί πραγματικά να προκαλέσει “κατάρρευση” ενός οργανισμού: έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει κάποια σύνδεση μεταξύ της διατήρησης ενός συναισθηματικά φορτισμένου μυστικού και ορισμένων παθήσεων, που κυμαίνονται από το κοινό κρυολόγημα μέχρι χρόνιες παθήσεις.
Έχουν γίνει αρκετές έρευνες που υποστηρίζουν ότι το γράψιμο γύρω από μια τραυματική εμπειρία μπορεί να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα, καθώς επίσης και ότι οι έφηβοι που εμπιστεύονται σε έναν γονέα ή κάποιο στενό τους φίλο ένα μυστικό, αναφέρουν λιγότερες σωματικές ενοχλήσεις και εμφανίζουν λιγότερο παραβατική συμπεριφορά, αισθήματα μοναξιάς και κατάθλιψης, από εκείνους που κρατούν τα μυστικά για τον εαυτό τους.
Ένας λόγος για τον οποίο είναι δύσκολο να κρατήσει κανείς ένα μυστικό, είναι ότι τα μυστικά, όπως και οι ανεπιθύμητες σκέψεις, τείνουν να καταλαμβάνουν περισσότερο χώρο στον εγκέφαλο του ατόμου, όσο αυτός προσπαθεί να μην τα σκέφτεται.
Όμως, δεν είναι όλοι το ίδιο επιρρεπείς σε αυτόν τον αυτοκαταστροφικό κύκλο.
Οι ερευνητές έχουν αναγνωρίσει/εντοπίσει μια μικρή κατηγορία ατόμων, που τους ονομάζουν “καταστολείς”, και οι οποίοι βιώνουν λιγότερο παρεμβατικές σκέψεις γύρω από τις ευαίσθητες πληροφορίες που καταπιέζουν/απωθούν/καταστέλλουν: αυτή η μικτή “ελίτ” μπορεί να κρατήσει ένα μυστικό τόσο καλά… που καταφέρνουν τελικά να το αποκρύψουν μέχρι και από τον ίδιο τους τον εαυτό.
Use Facebook to Comment on this Post