Στο ερώτημα γιατί πεθαίνουμε, παραθέτουμε μια ασυνήθιστη απάντηση στο παρόν άρθρο. Καθώς επίσης, διερευνούμε και τις…
τρόπον τινά λύσεις, δηλαδή κάποιου είδους θεραπεία του θνήσκειν. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, ως γνωστό, η πιθανότητα να γίνουμε αθάνατοι στο μέλλον, δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Ενδεχομένως πάντως θα απαιτείται να συντρέχουν εξαιρετικά μοναδικές προϋποθέσεις, οι οποίες θα φτάνουν ίσως και στο σημείο να αποκλειστούμε εντελώς από το φυσικό μας περιβάλλον.
Αλλά ας ξεκινήσουμε πρώτα με την διερεύνηση του αρχικού ερωτήματος: Γιατί πεθαίνουμε…
Πεθαίνουμε είτε λόγω δυσλειτουργίας των ζωτικών μας μηχανισμών (εξαιτίας βλάβης κάποιου ή κάποιων οργάνων), είτε λόγω κανιβαλισμού των κυττάρων μας (καρκίνος, νεοπλασίες διάφορες), είτε λόγω μαρασμού όλων των οργάνων μας συνολικά. Στην τελευταία μάλιστα περίπτωση, ζούμε τα πιο πολλά χρόνια. Προς το τέλος, όλα κρέμονται σε μια κλωστή έτοιμη ανά πάσα στιγμή να σπάσει. Και όλα λειτουργούν ελάχιστα, αλλά πάντως λειτουργούν. Μια μηχανή που αργοσβήνει· να τι είμαστε τότε…
Η δυσλειτουργία των ζωτικών οργάνων οφείλεται συχνά σε εξωγενείς παράγοντες, για τους οποίους δεν λογιζόμαστε ως εντελώς άμοιροι ευθυνών: Ένας τραυματισμός από ατύχημα, μια ζώνη που επί χρόνια μάς σφίγγει, ένα επιβλαβές είδος τροφής που υπερκαταναλώνουμε, μεγάλες ποσότητες αλατιού που συσσωρεύονται στις αρτηρίες μας, το κάπνισμα που μάς μαυρίζει τους πνεύμονες, το κόκκινο πιπέρι και τα πολλά μπαχαρικά που μάς βλάπτουν τα νεφρά, το συκώτι, η πρόσληψη μολυσματικών μικροοργανισμών, μα και χίλια-δυο άλλα…
Οι νεοπλασίες μπορεί να οφείλονται στην κακή ψυχολογία, το άγχος, τις ενοχές. Ένας πάσχων από ενοχές ληστής, για παράδειγμα, μπορεί να πληρώσει τη δυσαρμονία της ψυχής και του σώματός του με έναν καρκίνο κάποτε. Το ίδιο το κύτταρό του τον τιμωρεί. Στην ουσία αυτοτιμωρείται με τη θέλησή του, επειδή βίασε – έτσι αισθάνεται – την πραγματική του φύση. Ένας αφορισμένος ενδέχεται να νοσήσει σοβαρά λίγο καιρό ύστερα απ’ τον αφορισμό του… Κάποιος που νομίζει ότι τού έκαναν μάγια, επίσης. Ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματική οντότητα.
Όταν όμως όλα σαπίζουν πάνω του σιγά-σιγά, τότε επέρχεται ο φυσιολογικός, ο δια γήρατος θάνατος και τούτο το παρατηρούμε σε όλη τη χλωρίδα και την πανίδα της Γης. Ταυτόχρονα, το παρατηρούμε – σε βραδύτερο ρυθμό – στην ίδια τη Γη, στον ίδιο τον πλανήτη μας, που κι αυτός γεννήθηκε, ζει και κάποια στιγμή θα πεθάνει. Ο γειτονικός μας Άρης αποτελεί ένα μνημειώδες παράδειγμα για το τι μέλλει στο απώτατο μέλλον να συμβεί στη Γη. Συνεπώς, τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για να αποφύγουμε αυτό το μαρασμό; Αυτό το σάπισμα της οντότητάς μας, του φθαρτού και φθαρμένου σώματός μας;
Ας το δούμε επιμερίζοντας δύο μόνο από τις πάμπολλες χαρακτηριστικές ενότητες: Η πρώτη έχει να κάνει με τα μαλλιά μας. Τα μαλλιά μας, γίνονται γκρίζα… Μα, γιατί; Ασφαλώς επειδή δεν υπάρχει κάτι το ζωτικό πλέον στις ρίζες τους. Η ουσία που τα κρατά δροσερά και μαύρα, φθίνει και λιγοστεύει. Τα μαλλιά συνεπώς γκριζάρουν και ασπρίζουν. Χάνουν τη δρόσο και την ευλυγισία τους. Θα έχετε προσέξει ότι οι γκρίζες τρίχες δεν ακολουθούν την καμπυλότητα των μαύρων τριχών, αλλά «πετάνε» και ξεχωρίζουν. Είναι και πιο φυρές…
Η δεύτερη ενότητα αφορά τη χλωρίδα. Ένα βλαστάρι φυτού, κάποτε σαπίζει. Αργεί να γίνει αυτό, όμως γίνεται. Χάνει σιγά-σιγά τη δροσιά του, μεγαλώνει και πεθαίνει. Και δεν μιλάμε για βλαστάρι που αποκόπηκε από το ζωογόνο του χώμα. Μιλάμε για κάτι που «κάνει τον κύκλο του» και πεθαίνει χωρίς την ανθρώπινη παρέμβαση. Στη θέση του θα ξεπηδήσουν οι παραφυάδες-παιδιά του ή θα φυτρώσουν οι σπόροι του. Δεν θα είναι το ίδιο. Το συγκεκριμένο βλαστάρι ποτέ ξανά δεν θα βλαστήσει. Φύρανε, στράγγισε, ολοκλήρωσε τη ζωή του.
Τώρα, οι περισσότεροι γνωρίζουμε ότι, για να δημιουργηθεί ένας ζωντανός οργανισμός, δύο δυνάμεις ενώνονται σε μία. Το άρρεν και το θήλυ. Μόνο που εδώ δεν τα λαμβάνουμε ως άτομα – άντρας και γυναίκα – αλλά ως συστατικά. Τα δύο αυτά, λοιπόν, συστατικά δημιούργησαν τον κόσμο και τον δημιούργησαν εξαιτίας της συνεχούς πάλης μεταξύ τους, εξαιτίας του συνεχούς τους ανταγωνισμού. Ο αιώνιος ανταγωνισμός μεταξύ τους, κινεί το ενδιαφέρον τους για να ζήσουν, και άρα για να ζήσουμε εμείς, τα έμβια όντα της Γης.
Ιδού και η εξήγηση, γιατί ερωτευόμαστε. Διότι φθίνουμε και εναγωνίως – υποσυνείδητα φυσικά – επιζητούμε υποκατάστατα της φθοράς μας. Η ερωτική έλξη δεν είναι άλλο, παρά η ανάγκη μας για επιμήκυνση της ζωής. Η ανάγκη μας για αθανασία. Και ο έρωτας, το σεξ, μάς παρέχει μια ψευδαίσθηση αθανασίας. Οι ομοφυλόφιλοι ξεγελιούνται, αλλά μήπως κι οι υπόλοιποι δεν ξεγελιούνται; Ο έρωτας, σε όλες του δυστυχώς τις εκφάνσεις, ουδόλως είναι το ελιξίριο της νεότητας ή το φάρμακο κατά της φθοράς.
Οι ερευνητές θα πρέπει να επικεντρώσουν τις έρευνές τους στα δύο προαναφερθέντα στοιχεία, το άρρεν και το θήλυ. Με κάποιο τρόπο θα πρέπει να τα εντοπίσουν μέσα στους έμβιους οργανισμούς, διότι από τη γέννηση και μετά, εξακολουθούν να συνυπάρχουν στα ολοένα φθειρόμενα σώματά μας. Και εξακολουθούν να ανταγωνίζονται το ένα τ’ άλλο. Όταν παύει ο ανταγωνισμός αυτός και έρχεται η αδράνεια, τότε παραδινόμαστε στον θάνατο. Τότε λιγοστεύει έως χάνεται η επιθυμία για ερωτική συνεύρεση. Τότε λέμε:
«Ας με πάρει ο Θεός να ξεκουραστώ»…
Όχι όμως ένας θεός, μα δύο είναι οι θεοί που μας παίρνουν… Το άρρεν και το θήλυ… Θα τα ανακαλύψουμε ποτέ; Θα τα δούμε κάποτε με κάποιο μικροσκόπιο; Θα μπορέσουμε να εννοήσουμε την υφή τους; Ή θα αρχίσουμε να στέλνουμε τους ανθρώπους στο διάστημα, εκεί όπου σε συνθήκες αβαρείς, με ελεγχόμενο αέρα και ορούς διάφορους, θα τους βοηθάμε να ζήσουν διακόσια, τριακόσια ή χίλια χρόνια; Πετυχαίνοντας εκ νέου την, μια φορά κι έναν καιρό, από αρχαία συγγράμματα μαρτυρούμενη ανθρώπινη μακροζωία, η οποία μάς ήταν χαρισμένη σε μια πολύ πιο ακμαία και πολύ πιο δροσερή μάνα Γη μας;
Use Facebook to Comment on this Post