Τα «κίτρινα» γιλέκα είναι η πιο πρόσφατη εκδήλωση του λαϊκού θυµού που εξαπλώνεται στη δυτική Ευρώπη, καθώς το βιοτικό επίπεδο στο οποίο είχε συνηθίσει η µεσαία τάξη κλονίζεται. (AP Photo/Thibault Camus)
ΕΤΙΚΕΤΕΣ: Η Ελλάδα και ο κόσμος το 2019
Τα «κίτρινα γιλέκα» οδήγησαν πολλούς να σκεφτούν ότι οι Γάλλοι αντιδρούν πολύ περισσότερο δυναμικά από τους Έλληνες. Κατέβηκαν στους δρόμους για μια μικρή αύξηση στην τιμή της βενζίνης, όταν οι Έλληνες ανέχονται βαθιές μειώσεις των αποδοχών τους και συνεχή αύξηση της φορολογίας. Η άποψη αυτή αγνοεί τον ετεροχρονισμό ανάμεσα στη δυτικοευρωπαϊκή και την ελληνική κοινωνία.
Η Γαλλία αντιδρά σήμερα όπως η Ελλάδα πριν από δέκα χρόνια. Τον Δεκέμβριο του 2008, η «γενιά των 700 ευρώ» έκαψε την Αθήνα. Τον Δεκέμβριο του 2018 οι «εργαζόμενοι των 1.200 ευρώ» έκαψαν το Παρίσι. Παραλλήλως, ενώ η σκεπτόμενη Αγγλία συνειδητοποιεί τώρα τις συνέπειες του Brexit, ο αγγλικός πληθυσμός εξακολουθεί να θεωρεί την Ευρώπη υπεύθυνη για την πτώση του βιοτικού επιπέδου και τα προβλήματα ταυτότητας. Η Γερμανία αφήνει σταδιακά την εποχή της Μέρκελ, με άγνωστες εξελίξεις. Ανατολικά, ο λαϊκισμός και η άκρα δεξιά κερδίζουν έδαφος. Οι χαμένες ψευδαισθήσεις προκάλεσαν την κρίση η οποία επί μία δεκαετία συνταράσσει την Ελλάδα. Σήμερα αγγίζει την Ευρώπη.
Οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες επέβαλλαν την ηγεμονία τους δεκαετίας σηματοδοτεί ίσως μια περισσότερο πραγματιστική αντιμετώπιση. Ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού φαίνεται να έχει κατανοήσει ότι οι κινητοποιήσεις και οι βίαιες διαμαρτυρίες δεν επιλύουν προβλήματα τα αίτια των οποίων βρίσκονται εκτός του ελέγχου της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας και των εντόπιων παραγόντων.
Κατά το απερχόμενο έτος 2018, κλονίστηκε και μία άλλη κατηγορία ελληνικών ψευδαισθήσεων: τα εθνικά θέματα. Η συμφωνία στις Πρέσπες έδειξε ότι τίποτε δεν παραμένει αμετακίνητο. Το ελληνικό θέσφατο ως προς το όνομα της Μακεδονίας κατέπεσε, παρά την ανάλωση τεράστιας ποσότητας από διπλωματικό κεφάλαιο επί τρεις σχεδόν δεκαετίες. Όπως στον οικονομικό, έτσι και στον διπλωματικό τομέα, οι Έλληνες συνειδητοποιούν ότι οι πρόσφατες δεκαετίες δεν σήμαναν το «τέλος της Ιστορίας», αλλά μια παρενθετική νησίδα ευημερίας και ασφαλείας μέσα στο τραγικό ιστορικό πέλαγος. Μπορούμε, επομένως, να ελπίζουμε ότι το 2019 θα εγκαινιάσει μια περίοδο με περισσότερο ρεαλισμό, το τέλος της μακροχρόνιας νάρκωσης η οποία μας δηλητηρίασε πνευματικά και κοινωνικά.
Αντιθέτως, στη δυτική Ευρώπη η διαδικασία αφύπνισης έχει μόλις αρχίσει: Brexit, ιταλική κρίση, ξενοφοβία, «κίτρινα γιλέκα», επερχόμενες απρόβλεπτες Ευρωεκλογές, αυξανόμενος λαϊκισμός και εθνικισμός. Ο ευρωπαϊκός ορίζοντας σκοτεινιάζει. Ο λαϊκός θυμός εντείνεται, καθώς ο κόσμος δυσκολεύεται να κατανοήσει, ακόμη λιγότερο να αποδεχθεί, ότι θα αναγκαστεί να θυσιάσει ένα μεγάλο μέρος της καταναλωτικής του άνεσης και της εδαφικής του ταυτότητας. Η υπερθέρμανση του πλανήτη επιβάλλει εξοικονόμηση της ενέργειας, άρα ακριβότερα καύσιμα. Ο παγκόσμιος οικονομικός ανταγωνισμός αναγκαστικά συνεπάγεται χαμηλότερες αμοιβές και εντατικοποίηση της εργασίας. Οι δημογραφικές ανισορροπίες δημιουργούν μεταναστευτικές πιέσεις, επομένως δύσκολη συνοίκηση με «Άλλους» σε χώρους οι οποίοι θεωρούνται «δικοί μας». Στο εγγύς μέλλον, οι κρίσεις από την κατάρρευση των ανθεκτικών και πολλαπλών ψευδαισθήσεων θα συγκλονίσουν την Ευρώπη πολύ περισσότερο από όσο έως πρόσφατα την Ελλάδα.
Η Ευρώπη περιέρχεται σε μια επικίνδυνη ζώνη. Η Ελλάδα, αντιθέτως, μπορεί να αρχίσει να ανανήφει. Μπορεί να προετοιμαστεί, ώστε να αντιμετωπίσει τις επερχόμενες καταιγίδες. Θα τη βοηθήσει ο διπλός ετεροχρονισμός της ως προς την Ευρώπη: το σχετικά πρόσφατο παρελθόν της υπανάπτυξης και το πρώιμο της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Θα επιβεβαιωθεί και πάλι η διάγνωση του Μαρκ Μαζάουερ ότι η Ελλάδα ανέκαθεν ήταν πρωτοπόρος των ευρωπαϊκών εξελίξεων. Ό,τι πρόκειται να συμβεί σε ευρωπαϊκή κλίμακα έχει δοκιμαστεί προηγουμένως, σε εργαστηριακές συνθήκες, στη χώρα μας. Η µετάβαση από το 2018 στο 2019 θα έχει, από ό,τι φαίνεται, διαφορετικό πρόσημο στην Ελλάδα στην Ευρώπη.
*Ο Γιώργος Πρεβελάκης είναι καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόννη (Paris I)
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr