ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Το κέρδος μέσα από πράξεις ευεργετικές για την κοινωνία και τους ανθρώπους θα φαινόταν μέχρι προσφάτως σαν ουτοπία οραματιστών με βαθύτατο έλλειμμα ρεαλισμού. Και δύσκολα μπορεί κανείς να φανταστεί τις τράπεζες, που ασφαλώς κινούνται με γνώμονα το κέρδος, να προσφέρουν κίνητρα για να ενθαρρύνουν δράσεις κοινωνικά επωφελείς. Στη διάρκεια του περασμένου έτους, όμως, σημειώθηκε μια τομή στον κόσμο του χρήματος: οκταπλασιάσθηκαν τα δάνεια που χορήγησαν οι τράπεζες σε επιχειρήσεις, τα οποία συνδέονταν υπό τη μία ή την άλλη έννοια με στόχους επωφελείς για την κοινωνία ή για το περιβάλλον. Ανάμεσά τους δάνεια των οποίων η χορήγηση, το ύψος του επιτοκίου ή άλλοι όροι αποπληρωμής εξαρτώνται, για παράδειγμα, με τους στόχους που θα επιτύχει μια εταιρεία σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών ρύπων ή την αξιοποίηση χρήσιμων τροφίμων που διαφορετικά θα κατέληγαν σε χωματερές. Σύμφωνα με στοιχεία της υπηρεσίας NEF του Bloomberg, το είδος αυτό δανείων έφτασε πέρυσι στα 36,4 δισ. δολάρια. Και όλα δείχνουν πως σύντομα πρόκειται αυτό το είδος δανεισμού να αποβεί προς όφελος των τραπεζών.
Σχετικό ρεπορτάζ του Bloomberg αναφέρεται μάλιστα στην περίπτωση της βρετανικής εταιρείας στέγασης London & Quadrant, που ζήτησε προ μηνών δάνειο ύψους 132 εκατ. δολ. από την BNP Paribas. Δέχθηκε τότε μια ασυνήθιστα γενναιόδωρη προσφορά από την επενδυτική τράπεζα που της πρότεινε έκπτωση στο επιτόκιο αποπληρωμής του δανείου, αν η London & Quadrant βοηθήσει 600 ανέργους να βρουν εργασία μέσα σε ένα χρόνο. Εκτοτε έχουν παρέλθει οκτώ μήνες και η L&Q έχει επιτύχει τον στόχο κατά το 75% και σύντομα θα μπορεί να έχει πρόσβαση στην πίστωση που έχει ζητήσει. Οπως επισημαίνει το Bloomberg, μέχρι προσφάτως οι τράπεζες δεν είχαν πραγματικά εμπλακεί στην κοινωνικά υπεύθυνη χρηματοδότηση, εκτός από κάποιες περιθωριακές πρωτοβουλίες.
Antoine Antoniol/Bloomberg News
Η «υπεύθυνη τραπεζική» ή «βιώσιμη χρηματοδότηση», όπως συχνά αποκαλείται αυτό το είδος δανεισμού, ήταν κυρίως συμβολικής φύσης. Για περισσότερο από μία δεκαετία οι τράπεζες αναλάμβαναν την έκδοση των λεγόμενων «πράσινων ομολόγων» με τα οποία αντλούσαν κεφάλαια οι εταιρείες για να χρηματοδοτήσουν περιβαλλοντικά έργα.
Ακόμη και το περασμένο έτος οι εκδόσεις πράσινων ομολόγων έφτασαν μόλις τα 182 δισ. δολάρια, ποσό που ωχριά αν συγκριθεί με το σύνολο των παγκόσμιων εκδόσεων ομολόγων συνολικής αξίας 6 τρισ. δολαρίων το περασμένο έτος. Η νέα κατηγορία των κοινωνικά ευαίσθητων δανείων, όμως, που σημείωσαν θεαματική αύξηση το 2018, ίσως αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα που θα αλλάξει το τοπίο του δανεισμού. Είναι, ωστόσο, σαφές ότι σημειώνεται μια αλλαγή στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Ο χρηματοπιστωτικός τομέας συμμετέχει πλέον σε μια τάση που αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια και ευνοεί τις επενδύσεις με κοινωνικό και περιβαλλοντικό πρόσημο. Την τάση στηρίζει, άλλωστε, από το 2015 η πρωτοβουλία των Ηνωμένων Εθνών για τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs), που καλεί χώρες και κάθε είδους βιομηχανίες ανά τον κόσμο να χρηματοδοτήσουν τέτοιου είδους πολιτικές και δράσεις. Την τελευταία δεκαετία οι λεγόμενες υπεύθυνες και βιώσιμες επενδύσεις με κοινωνικό αντίκτυπο έχουν αυξηθεί σημαντικά, ενώ γνωρίζουν πρωτοφανή αποδοχή από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική βιομηχανία.
Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Συμμαχίας για τις Βιώσιμες Επενδύσεις (GSIA), μέσα μόνον σε μία διετία –από το 2012 έως το 2014– οι επενδύσεις αυτού του είδους σημείωσαν αύξηση κατά 61% φτάνοντας από τα 13,3 τρισ. δολ. στα 21,4 τρισ. δολ. Στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, οι κοινωνικά ευαίσθητες επενδύσεις αυξήθηκαν περαιτέρω αλλά με χαμηλότερο ρυθμό και, σύμφωνα με την GSIA, υπερβαίνουν σήμερα τα 23 τρισ. δολάρια.
Υψηλές επιδόσεις από τις εταιρείες με περιβαλλοντικές ευαισθησίες
Shutterstock
Οι τράπεζες χορηγούν όλο και περισσότερη «βιώσιμη χρηματοδότηση», όπως συνήθως αποκαλεί ο χρηματοπιστωτικός τομέας τα δάνεια με κοινωνικά ή περιβαλλοντικά κριτήρια. Η στροφή τους αυτή αναμένεται να αποβεί προς όφελος και των ίδιων των τραπεζών. Σύμφωνα με τον Καζετάν Ζιζ, στέλεχος του προγράμματος «βιώσιμης χρηματοδότησης» σε σχετικό τμήμα του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, «αν συνεχιστεί η τάση για δανεισμό με κοινωνικά κριτήρια, θα αποτελέσει την επόμενη μεγάλη επενδυτική ευκαιρία που θα πρέπει να εκμεταλλευτούν οι τράπεζες».
Πηγές του χρηματοπιστωτικού τομέα εκτιμούν πως, μέσα σε λίγα χρόνια, όσες τράπεζες έχουν στο δανειακό τους χαρτοφυλάκιο συμβόλαια αυτού του είδους θα βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση. Θα έχουν τη δυνατότητα να προσελκύσουν επενδυτές με περιβαλλοντικές και κοινωνικές ευαισθησίες αλλά και να μειώσουν το κόστος των δανείων που θα χορηγούν.
Κι αυτό, γιατί τα δάνεια με κοινωνικά ή περιβαλλοντικά κριτήρια χορηγούνται συνήθως σε εταιρείες με μεγάλη κερδοφορία και εξακριβωμένα φερέγγυες, που αποπληρώνουν τα δάνειά τους. Ενδεικτικές περιπτώσεις η L&Q, εταιρεία που κατασκευάζει και ενοικιάζει φθηνές κατοικίες στο Λονδίνο, και έχει βαθμολογία τριών Α από τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s.
Κάτι ανάλογο ισχύει για τον βελγικό κολοσσό των χημικών Solvay SA, τη γαλλική εταιρεία τροφίμων και γλυκών Danone SA, την εταιρεία διαχείρισης ξενοδοχείων Accor SA και την εταιρεία ύδρευσης και διαχείρισης υδάτων Thames Water Ltd. Σύμφωνα με τη Σεσίλ Μοατρί, διευθύντρια του τομέα «βιώσιμης χρηματοδότησης» στην επενδυτική τράπεζα ΒΝΡ Paribas, «στις επαφές με τους πελάτες εντάσσονται όλο και περισσότερο τα θέματα της βιώσιμης ανάπτυξης».
Σημειωτέον ότι πέρυσι η ΒΝΡ Paribas συνήψε τουλάχιστον 10 συμφωνίες χρηματοδότησης με κριτήρια κοινωνικά ή περιβαλλοντικά. Ασφαλώς η στροφή του χρηματοπιστωτικού τομέα δεν είναι θεαματική.
Ο δανεισμός με κοινωνικά ή περιβαλλοντικά κριτήρια εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει μια πολύ μικρή μερίδα του συνολικού δανεισμού.
Ανέρχεται μόλις στο 7% των δανείων ύψους 507 δισ. δολαρίων που χορηγήθηκαν σε επιχειρήσεις το περασμένο έτος συνολικά σε όλη την Ευρώπη. Στις ΗΠΑ αντιπροσωπεύει ένα ακόμη μικρότερο ποσοστό του 1,2 τρισ. δολαρίων, στα οποία ανήλθαν πέρυσι τα δάνεια προς επιχειρήσεις. Ακόμη και στην αμερικανική αγορά ξεχωρίζουν, πάντως, ορισμένες πολύ μεγάλες συμφωνίες του είδους, όπως το δάνειο με κοινωνικά κριτήρια που πήρε τον Ιανουάριο η εταιρεία ανέγερσης αποθηκευτικών χώρων Prologis. Υπάρχουν, πάντως, εμπόδια που αποτρέπουν την περαιτέρω επέκταση του δανεισμού με κοινωνικά κριτήρια. Το κυριότερο είναι η απουσία κοινά αποδεκτών κριτηρίων με τα οποία θα αξιολογείται πόσο κοινωνικά υπεύθυνη είναι μια εταιρεία. Ορισμένα δάνεια είναι συνδεδεμένα με αριθμητικά μετρήσιμους στόχους όπως η μείωση των εκπομπών ρύπων, ενώ άλλα βασίζονται σε έναν συνδυασμό από εκτιμήσεις πολλών φορέων. Μένει να αποδειχθεί κατά πόσον η νέα τάση θα είναι βιώσιμη ή απλώς μια παροδική μόδα.
Από τη μείωση των ρύπων εξαρτώνται οι αμοιβές των υψηλόβαθμων στελεχών της Shell
Η στροφή του τραπεζικού τομέα στον δανεισμό με κοινωνικά κριτήρια συνάδει με την τάση που έχει αναπτυχθεί τελευταία μεταξύ επενδυτών: τις επενδύσεις με ευαισθησία για το περιβάλλον.
Μεγάλες επιχειρήσεις και βιομηχανικοί κολοσσοί υφίστανται πιέσεις από τους επενδυτές και πιστωτές τους, οι οποίοι προκειμένου να τους δανείσουν τους καλούν να δεσμευθούν ότι θα μειώσουν τις εκπομπές καυσαερίων και απαιτούν μάλιστα συγκεκριμένους και δεσμευτικούς στόχους.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Shell, η οποία το περασμένο έτος υπέστη συστηματικές πιέσεις από επενδυτές, μεταξύ των οποίων η Εκκλησία της Αγγλίας και η ολλανδική επενδυτική Robeco. Ο ενεργειακός κολοσσός δεσμεύθηκε όχι μόνον να μειώσει τις εκπομπές καυσαερίων αλλά έθεσε συγκεκριμένους στόχους για το τρέχον έτος. Ανακοίνωσε, άλλωστε, ότι εφεξής οι αμοιβές των υψηλόβαθμων στελεχών της θα εξαρτώνται από το πόσο θα έχουν επιτύχει τους στόχους.
Κάτι ανάλογο έχει συμβεί με τη δανική ναυτιλιακή μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων Moller Maersk, που έχει δεσμευθεί να μηδενίσει τις εκπομπές ρύπων μέχρι το 2050.
Πρόκειται για στόχο ιδιαίτερα φιλόδοξο, δεδομένου ότι η Maersk επιβαρύνει δυσανάλογα το περιβάλλον. Ο λόγος είναι ότι τα εμπορικά χρησιμοποιούν ως καύσιμο ένα υποπροϊόν του αργού, φθηνότερο αλλά πολύ πιο ρυπογόνο από το πετρέλαιο και από τη βενζίνη, και ευθύνονται για το περίπου 3% των εκπομπών καυσαερίων παγκοσμίως.
Εξάλλου, στα τέλη Νοεμβρίου του 2017 οκτώ ενεργειακοί κολοσσοί, Exxon Mobil, Shell, BP, Eni, Repsol, Statoil, Total και Wintershall, υποσχέθηκαν να μειώσουν τις εκπομπές ρύπων στις μονάδες φυσικού αερίου ανά τον κόσμο. Ολα αυτά συμβαίνουν υπό την πίεση των επενδυτών που από το 2011 και μετά, τείνουν όλο και συχνότερα να εξαρτούν τις επενδύσεις τους από περιβαλλοντικούς στόχους. Από τον Απρίλιο του 2011 έχει μάλιστα ανακοινωθεί το «σχέδιο δημοσιοποίησης των επιπέδων άνθρακα» (Carbon Disclosure Project) ή CDP, πρωτοβουλία 34 θεσμικών επενδυτών με περιουσιακά στοιχεία ύψους άνω των 7,6 τρισ. δολ. ανάμεσα στους οποίους οι Aviva Investors, CCLA Investment Management και Scottish Widows Investment Partnership. Οταν παρουσίασε την εν λόγω πρωτοβουλία ιδρυτικό στέλεχος της Aviva Investors προέβλεψε πως το «κόστος των εκπομπών καυσαερίων θα συνεκτιμάται εφεξής στον υπολογισμό της κερδοφορίας τους».
Εκτοτε οι επενδυτές ζητούν από μεγάλες επιχειρήσεις να θέσουν σε εφαρμογή σχέδια μείωσης των εκπομπών ρύπων. Ενίοτε ορίζουν μάλιστα οι ίδιοι τους συγκεκριμένους στόχους της μείωσης. Πέρυσι δημιουργήθηκε με τη στήριξη θεσμικών επενδυτών, όπως η SAP αλλά και βιομηχανιών όπως η Danone και η Schneider Electric, το αμοιβαίο κεφάλαιο Livelihoods Carbon Fund που σχεδιάζει επενδύσεις ύψους 118 εκατ. δολ. με απώτερο στόχο τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 25 εκατ. τόνους σε χρονοδιάγραμμα 20 ετών.
Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται οι επενδύσεις πολλών συνταξιοδοτικών ταμείων με το βρετανικό Hackney που αποφάσισε προ μηνών να αναδιαρθρώσει το χαρτοφυλάκιό του. Πρόκειται, έτσι, να τοποθετήσει το 10% των κεφαλαίων του σε ένα νέο ταμείο, το MSCI Low Carbon Target Fund, που έχει στόχο την ελαχιστοποίηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Εδώ και τρία χρόνια, άλλωστε, το δεύτερο σε μέγεθος συνταξιοδοτικό ταμείο της Ολλανδίας, το PFZW, έχει αρχίσει να αποεπενδύει από εταιρείες με σχετικά μεγάλες εκπομπές ρύπων και ήδη πλησιάζει τον στόχο που έχει θέσει για το 2020.
Θέσεις εργασίας
Η επενδυτική τράπεζα BNP Paribas προσφέρθηκε προ οκτώ μηνών να χορηγήσει δάνειο με μειωμένο επιτόκιο στην εταιρεία L&Q που κατασκευάζει και ενοικιάζει οικονομικά προσιτές κατοικίες στο Λονδίνο, υπό έναν όρο: ότι μέσα σε διάστημα ενός έτους θα βοηθήσει 600 ανέργους από τους ενοίκους των κατοικιών της να βρουν δουλειά. Μέχρι στιγμής η L&Q έχει επιτύχει τον στόχο κατά 75%.
Επενδυτική ευκαιρία
Σχολιάζοντας τη στροφή των τραπεζών στον δανεισμό προς επιχειρήσεις με κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια, ο Καζετάν Ζιζ, στέλεχος του προγράμματος βιώσιμης ανάπτυξης σχετικού ινστιτούτου του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, μιλάει για την «επόμενη μεγάλη επενδυτική ευκαιρία» και καλεί τις τράπεζες να εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες που θα παρουσιαστούν.
(AP Photo/Adrian Wyld, CP)
Πραγματική στήριξη
Θα μπορούσε να αποτελέσει σύνθημα μιας εκστρατείας υπέρ των δανείων και των επενδύσεων με κοινωνικό και περιβαλλοντικό πρόσημο η φράση του Μπιλ Γκέιτς, που έχει διοχετεύσει δισ. δολ. για τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων: Κάνουμε το μέλλον βιώσιμο όταν επενδύουμε στους φτωχούς, όχι όταν επιμένουμε να εξακολουθήσουν να υποφέρουν.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr