ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
H γνώση, ιδίως η κατοχυρωμένη και βιομηχανικά αξιοποιήσιμη γνώση, είναι το οικονομικό κεφάλαιο του παρόντος. Η Ελλάδα παράγει σημαντική τέτοια γνώση. Δυστυχώς, στο ζήτημα της κατοχύρωσής της παραμένει ουραγός, με συνέπεια την απώλεια σημαντικών οικονομικών –και όχι μόνον– ωφελημάτων. Δεκάδες νεοφυείς ελληνικές επιχειρήσεις επιλέγουν να κατοχυρώσουν τις εφευρέσεις τους στο εξωτερικό αντί της Ελλάδας, ενώ χιλιάδες αλλοδαπά διπλώματα ευρεσιτεχνίας δεν προωθούνται για επέκταση στην Ελλάδα.
Με βάση τα τελευταία δημοσιευμένα στατιστικά στοιχεία που αφορούν το έτος 2015, κατατίθενται ετησίως περίπου 600 αιτήσεις για ελληνικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας, αριθμός που είναι εξαιρετικά μικρός, ενώ μόνον περίπου 100 από αυτά καταφέρνουν να αποκτήσουν κάποια διεθνή «καριέρα». Από τα περίπου 3.000 διπλώματα ευρεσιτεχνίας που ετησίως κατοχυρώνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στο Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων (ΕΡΟ), περίπου μόνο το 5% προωθείται για κατοχύρωση στην Ελλάδα και καταβάλλει τα αναλογούντα τέλη στον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ) που είναι αρμόδιος για την κατοχύρωση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στη χώρα μας.
Πού οφείλεται η κατάσταση αυτή; Σε τρεις κυρίως παράγοντες: Πρώτον, στην «κακή ποιότητα» των ελληνικών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, αποτέλεσμα εν πολλοίς της υποστελέχωσης και της ελλιπούς μηχανοργάνωσης του ΟΒΙ. Δεύτερον, στο γεγονός πως, παρά το ότι τούτο προβλέπεται ήδη από το ν. 4512/2018, η χώρα μας δεν έχει ακόμη ενεργοποιήσει τον θεσμό των πιστοποιημένων συμβούλων ευρεσιτεχνίας (patent attorneys) ο οποίος ισχύει σχεδόν σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Τρίτον, στο ότι η Ελλάδα επιμένει ακόμη στην κοστοβόρο αξίωση της μετάφρασης των αλλοδαπών διπλωμάτων στην ελληνική προκειμένου αυτά να κατοχυρωθούν στη χώρα μας, αξίωση που έχει καταργηθεί στις περισσότερες χώρες του κόσμου.
Το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (κοινώς γνωστό ως «πατέντα») είναι ένας ισχυρός τίτλος βιομηχανικής ιδιοκτησίας που παρέχει στον δικαιούχο εφευρέτη αποκλειστικά δικαιώματα αξιοποίησης ενός καινοτόμου προϊόντος ή μιας μεθόδου, όπως π.χ. μιας μηχανολογικής καινοτομίας, μιας χημικής σύνθεσης, μιας συσκευής ή ενός φαρμάκου.
Το δίπλωμα καταχωρίζεται στον εφευρέτη μετά μια πολύπλοκη διαδικασία, στην οποία ο εξεταστής (του Εθνικού ή Διεθνούς Γραφείου Δ.Ε.) αποφασίζει ότι η εφεύρεση πληροί τρεις προϋποθέσεις: είναι νέα (novelty), παρουσιάζει εφευρετικό βήμα (inventive step) και είναι επιδεκτική βιομηχανικής εφαρμογής (industrial applicability).
Η διαδικασία κατοχύρωσης ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας είναι πολύπλοκη, διότι απαιτεί να περιγραφεί ορθά η εφεύρεση και να διατυπωθούν οι αξιώσεις του εφευρέτη με πολύ συγκεκριμένο και ακριβή τρόπο, εν συνεχεία να υποστηριχθεί η σχετική αίτηση μέχρι την τελική αποδοχή της.
Καθώς οι εφευρέσεις μπορεί να αναφέρονται σε διαφορετικό επιστημονικό πεδίο κάθε φορά, η ετοιμασία και υποστήριξη ενός φακέλου απαιτεί εξειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις. Παρά το γεγονός ότι η υποστήριξη δικηγόρου είναι χρήσιμη, αυτή συνήθως δεν επαρκεί. Για τον λόγο αυτό οι περισσότερες έννομες τάξεις επιτρέπουν σε επιστημονικά εξειδικευμένους συμβούλους (patent attorneys), δηλαδή σε άτομα που γνωρίζουν το σχετικό θεσμικό πλαίσιο αλλά κατέχουν παράλληλα και την απαραίτητη επιστημονική γνώση, να εκπροσωπούν τους εφευρέτες στη διαδικασία κατάθεσης και υποστήριξης των αιτήσεών τους.
Η κατοχύρωση εφευρέσεως μέσω διπλώματος ευρεσιτεχνίας προϋποθέτει, πράγματι, ότι η αρμόδια για την απονομή του διπλώματος υπηρεσία διαθέτει εξεταστές που είναι σε θέση να προβαίνουν σε ουσιαστική διερεύνηση της παγκόσμιας στάθμης της τεχνικής και να κρίνουν με ασφάλεια ότι η εφεύρεση είναι όντως νέα και παρουσιάζει το απαραίτητο εφευρετικό βήμα. Αν η διερεύνηση αυτή είναι πλημμελής, το τυχόν απονεμόμενο δίπλωμα θα πάσχει και δεν θα προσφέρει ουσιαστικό πλεονέκτημα στον δικαιούχο του. Ο ρόλος τόσο του εξεταστή όσο και του patent attorney είναι εν προκειμένω κρίσιμος.
Οι μεγάλες βιομηχανικές χώρες, ήδη δε και η Κίνα (μετά δεκαετίες υπόθαλψης της αθέμιτης αντιγραφής και «κατοχύρωσης» αλλοδαπών εφευρέσεων), έχουν αντιληφθεί τούτο και είναι σε θέση να παρέχουν «ισχυρά» διπλώματα ευρεσιτεχνίας.
Δυστυχώς, για τους λόγους που προαναφέραμε, και παρά το πολλά υποσχόμενο ξεκίνημά της, η αρμόδια ελληνική αρχή, ο ΟΒΙ, έχει μείνει πίσω, με αποτέλεσμα να απονεμόμενα από αυτόν διπλώματα να είναι «χαμηλής ποιότητας», αφού αυτά απονέμονται σε όλους τους αιτούντες μετά μια εντελώς τυπική διαδικασία εξέτασης της πληρότητας των διαφόρων δικαιολογητικών και μια βασική έρευνα των πλησιέστερων προς την αίτηση εγγράφων χωρίς σε βάθος εξέταση της ουσίας.
Αν επιθυμούμε να τονώσουμε την εφευρετική δραστηριότητα στη χώρα μας, αν θέλουμε να ενισχύσουμε την καινοτομία αλλά και να μη συνεχίσουμε να χάνουμε πόρους που μπορούν να οδηγήσουν στην αναβάθμιση του ΟΒΙ, θα πρέπει η χώρα μας να ενεργοποιήσει άμεσα τον θεσμό των patent attorneys, να φροντίσει για την αναβάθμιση της ηλεκτρονικής υποδομής του ΟΒΙ και τη στελέχωσή του, να μεριμνήσει για την κατάργηση των εμποδίων που θέτει η υποχρεωτική (και άχρηστη) μετάφραση των αλλοδαπών διπλωμάτων προκειμένου αυτά να καταχωριστούν στην Ελλάδα και, τέλος, να φροντίσει για κατάλληλη καθοδήγηση και την παροχή κινήτρων στους Ελληνες ερευνητές και πανεπιστημιακούς ώστε αυτοί να σπεύδουν να κατοχυρώνουν τις εφευρέσεις τους έγκαιρα και πριν αυτές δημοσιευθούν και απολέσουν το στοιχείο του «νέου» που απαιτεί ο νόμος.
* Ο δρ Δημήτρης Κουζέλης (info@kouzelispartners.com) είναι σύμβουλος σε θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας με εξειδίκευση στις πατέντες, πρώην διευθυντής στο European Patent Office. O κ. Ξενοφών Παπαρρηγόπουλος είναι δικηγόρος-εταίρος στην εταιρεία δικηγόρων ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ ΒΕΚΡΗΣ.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr