Οι ωκεανοί του πλανήτη γίνονται όξινοι με ραγδαίο ρυθμό, ταχύτερο από οποιαδήποτε άλλη φορά κατά τα τελευταία 300 εκατ. χρόνια, σύμφωνα με νέες εκτιμήσεις των επιστημόνων, οι οποίοι υπολογίζουν ότι.. η οξίνιση θα έχει αυξηθεί κατά 170% έως το 2100 εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Η αιτία γι’ αυτή την ανησυχητική εξέλιξη – που μπορεί να οδηγήσει σε εξαφάνιση περίπου το 30% των θαλασσίων ειδών (όπως των κοραλλιών) έως το τέλος του τρέχοντος αιώνα – αποδίδεται κυρίως στο αυξημένο -λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη- διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, το οποίο, στη συνέχεια, απορροφάται από τους ωκεανούς, με τελικό αποτέλεσμα την οξίνισή τους.
Η σχετική μεγάλη διεθνής επιστημονική μελέτη, από τους κορυφαίους επιστήμονες σε αυτό τον τομέα, θα παρουσιαστεί την επόμενη εβδομάδα στις κυβερνήσεις της Γης, στη διεθνή συνδιάσκεψη για το κλίμα στην Πολωνία (18 Νοεμβρίου), σύμφωνα με το BBC. Το 2012, 540 ειδικοί στην οξίνιση των ωκεανών, προερχόμενοι από 37 χώρες, αποφάσισαν να συντονίσουν τις έρευνές τους, με επικεφαλής το Πρόγραμμα Διεθνούς Βιόσφαιρας-Γεώσφαιρας, και τώρα έχουν πλέον ετοιμάσει την «ετυμηγορία» τους για την κατάσταση των ωκεανών, με βάση τα πιο πρσφατα δεδομένα που έχουν συλλέξει σχετικά με την οξίνιση.
Το κεντρικό συμπέρασμα είναι ότι, «με πολύ υψηλό βαθμό βεβαιότητας», η ολοένα αυξανόμενη οξίνιση προκαλείται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες, οι οποίες προσθέτουν περίπου 24 εκατ. τόνους διοξειδίου του άνθρακα στους ωκεανούς κάθε μέρα. Η προσθήκη τόσο μεγάλων ποσοτήτων άνθρακα έχει μεταβάλει δραστικά τη χημεία των υδάτων, με αποτέλεσμα οι θάλασσες της Γης να έχουν γίνει κατά μέσο όρο 26% πιο όξινες από τη Βιομηχανική Εποχή μέχρι σήμερα.
Όπως δήλωσε ο καθηγητής Ζαν-Πιέρ Γκατουζό του Εθνικού Κέντρου Επισημονικών Ερευνών (CNRS) της Γαλλίας, «οι επιστήμονες δεν έχουν βρει στο γεωολογικό αρχείο ρυθμό αλλαγής (σ.σ. για την οξίνιση των ωκεανών) που να είναι πιο γρήγορος από αυτόν που βλέπουμε σήμερα».
Οι ωκεανοί εκτιμάται ότι έχουν απορροφήσει περίπου το μισό του έξτρα διοξειδίου που έχει εκλυθεί στον αέρα μετά τη Βιομηχανική Εποχή, με συνέπεια την μεγάλη μείωση του δείκτη pH (όσο μικρότερο είναι το pH, τόσο αυξάνεται η οξίνιση).
Το πρόβλημα φαίνεται πιο έντονα στα παγωμένα νερά της Αρκτικής και της Ανταρκτικής, τα οποία διακρατούν διαχρονικά περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα. Σύμφωνα με τις επιστημονικές εκτιμήσεις, έως το 2020 το 10% των αρκτικών νερών θα είναι αφιλόξενα για τα διάφορα θαλάσσια είδη (κοράλλια, μαλάκια όπως μύδια, στρείδια κ.α.), που φτιάχνουν τα κελύφη και τους σκελετούς τους από ανθρακικό ασβέστιο, ενώ έως το 2100 όλος πια ο αρκτικός ωκεανός θα έχει γίνει πλήρως εχθρικός για τέτοιους οργανισμούς.
Οι ειδικοί προειδοποιούν ότι αυτό θα έχει επίσης σημαντική οικονομική επίπτωση, ιδίως για όσους ανθρώπους, κυρίως στις πιο φτωχές χώρες, εξαρτούν την επιβίωσή τους από τα θαλάσσια οικοσυστήματα.
Από την άλλη, όσο αυξάνεται η οξίνιση των ωκεανών, τόσο μειώνεται η ικανότητά τους να δρουν ως πολύτιμη «αποθήκη» του διοξειδίου, παίζοντας έτσι αντισταθμιστικό ρόλο στην κλιματική αλλαγή.
(protothema)