ΕΤΙΚΕΤΕΣ: Δάνεια
Καθυστερήσεις στην προώθηση των αναγκαίων πρωτοβουλιών για την ταχύτερη μείωση των κόκκινων δανείων του τραπεζικού συστήματος εντοπίζει η Κομισιόν στην Εκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας. Παρά το γεγονός ότι η Κομισιόν αξιολογεί θετικά την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου για την προστασία της πρώτης κατοικίας, επισημαίνει ότι η πλατφόρμα για την υποβολή αιτήσεων δεν θα είναι έτοιμη πριν από τα τέλη Ιουλίου, τη στιγμή που ο νόμος έχει περιορισμένη ισχύ έως τα τέλη του 2019, αφήνοντας να εννοηθεί ότι από την καθυστέρηση θα σημειωθεί συνωστισμός το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Σημαντική καθυστέρηση υπάρχει επίσης στην αναμόρφωση του νόμου Κατσέλη στο πλαίσιο της ενοποίησης των δύο καθεστώτων για την πτώχευση ιδιωτών, για την οποία έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση, καθώς η ομάδα εργασίας που έχει συγκροτηθεί για το θέμα δεν έχει παρουσιάσει την πρότασή της.
Αναφερόμενη στις δύο πρωτοβουλίες του ΤΧΣ και της ΤτΕ για τη δημιουργία σχημάτων που θα βοηθήσουν στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η Κομισιόν τις βλέπει θετικά, αλλά επισημαίνει ότι δεν έχει σημειωθεί πρόοδος στον κατά πόσον θα μπορούσαν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά. Τέτοιες πρωτοβουλίες θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες στη δέσμη εργαλείων για την επίλυση των κόκκινων δανείων, εφόσον έχουν σχεδιαστεί να επωφεληθούν από το σύνολο του τραπεζικού συστήματος και βασίζονται σε διεξοδική τεχνική προετοιμασία κυρίως σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση, τη συμβατότητα με τoυς κανόνες ανταγωνισμού και κρατικών ενισχύσεων της Ε.Ε. και τις επιπτώσεις στους τραπεζικούς ισολογισμούς.
Η Κομισιόν διατυπώνει αμφιβολία, ελλείψει παραδοτέων, για το κατά πόσον είναι πλήρως λειτουργική η ομάδα εργασίας που συνέστησε τον Ιανουάριο το υπουργείο Οικονομικών με την ΤτΕ για την αξιολόγηση και προώθηση των δύο σχεδίων και επισημαίνει ότι είναι σημαντικό οι προετοιμασίες των αντίστοιχων συστημάτων να προχωρήσουν με μια ταχεία διαδικασία. Οπως υπογραμμίζει η Κομισιόν, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ελλάδα σε ενοποιημένη βάση για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες παρέμεινε ο υψηλότερος στην Ε.Ε. στα τέλη του 2018 και συγκεκριμένα, ήταν υπερδωδεκαπλάσιος από τον μέσον όρο της Ε.Ε. (41,2% έναντι 3,2%).
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post