Η έννοια του Αρχαίου Έλληνα ήρωα προβάλλεται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους στο τεράστιο φάσμα της μέχρις στιγμής σωζόμενης Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας. Η θεμελιώδης έννοια που χαρακτηρίζει τον Αρχαίο Έλληνα ήρωα είναι η έννοια του κλέους.
Ως κλέος, ορίζεται η δόξα, η φήμη που αποκτά όχι μόνο ο ήρωας, αλλά και η οικογένειά του και οι μετέπειτα από αυτόν γενιές χάρη στα ανδραγαθήματά του στο πεδίο της μάχης. Η έννοια του κλέους συνδυάζεται με τις συνώνυμες έννοιες τηςἀριστείας και της ὑστεροφημίας. Οι επιτυχίες ενός ήρωα στο πεδίο της μάχης αποτελούσαν την ἀριστείατου και του εξασφάλιζαν ὑστεροφημία στις επερχόμενες γενιές ανά τους αιώνες. Επομένως, αντιλαμβανόμαστε ότι για τον Αρχαίο Έλληνα ήταν απαραίτητη η συμμετοχή του στον πόλεμο, καθώς η ανδρεία ήταν αυτή που του εξασφάλιζε την ἀριστεία και τον τίτλο του ήρωα.
Το να επιδιώκει κάποιος όμως, τον θάνατο στη μάχη αποτελεί μια αρχή που σίγουρα εμάς μας ξενίζει. Ωστόσο, αυτό θα το αντιληφθούμε καλύτερα, αν λάβουμε υπόψη μας την ετυμολογία της λέξηςήρωας. Ο ἥρως λοιπόν, παράγεται από τη λέξη ὥρα, διότι δηλώνει ότι η κατάλληλη ώρα για τον ήρωα είναι όταν πεθαίνει στο πεδίο της μάχης, δείχνοντας αυτοθυσία και αυταπάρνηση για την τιμή και το κλέος.
Ο ήρωας δηλαδή, βρίσκεται στην καλύτερή του ώρα, στο πλήρωμα του χρόνου της ζωής του, όταν πεθαίνει στη μάχη. Επιπροσθέτως, ο ἥρως μπορεί να συνδεθεί ετυμολογικά με την Ἤρα. Η θεότητα αυτή θεωρούνταν υπεύθυνη για την αλληλοδιαδοχή των εποχών και γενικότερα, για την πραγματοποίηση διάφορων συμβάντων στην ανθρώπινη ζωή στην κατάλληλη ώρα.
Αυτή η ετυμολογική σύνδεση της Ήρας, της ώρας και του ήρωα βρίσκει απήχηση στον Ηρακλή, ο οποίος θεωρείται το ιδανικό πρότυπο ήρωα, το μοντέλο για όλους τους ήρωες, που υπερβαίνει ακόμη και τον Αχιλλέα. Μάλιστα, ο Ηρακλής ενσαρκώνει χαρακτηριστικά γνωρίσματα, θεμελιώδη και απαραίτητα για κάθε ήρωα: είναι κατάλληλος στο να φέρει εις πέρας την αποστολή των δώδεκα άθλων του και δεν διστάζει να ανταγωνιστεί ακόμη και την Ήρα στην προσπάθειά του να παρατείνει τον χρόνο ζωής του.
Έτσι, η Ηρακλής είναι σα να ξαναγεννιέται από την Ήρα τη δεύτερη φορά και να μετατρέπεται σε εικονικό γιο της, αφού άλλωστε μοιάζει στη συγκεκριμένη θεότητα. Ο δυναμισμός και η μαχητικότητά του, που τον οδηγούν ακόμη και σε ανήθικες πράξεις για το αξιακό σύστημα της εποχής εκείνης, αλλά και της σημερινής, όπως στο να καταστρέψει μια ολόκληρη πόλη και να σκοτώσει τους αδερφούς της Ιόλης για να την πάρει γυναίκα του, παρά το ότι ήταν ήδη παντρεμένος με τη Δηιάνειρα.
Ένα άλλο ιδανικό μοντέλο ήρωα που αντλούμε από την Αρχαία Ελληνική Γραμματεία είναι ο Αχιλλέας στην ομηρική Ἰλιάδα. Ο Αχιλλέας όχι μόνο επιλέγει και ενδιαφέρεται για το κλέος, την ἀριστείακαι την ὑστεροφημία του, αλλά πιστεύει ακράδαντα ότι το κλέος καθορίζει και ορίζει την επική του ταυτότητα.
Η μῆνις του Αχιλλέα, δηλαδή ο ασυγκράτητος και υπερβολικός θυμός του για την απώλεια του λαφύρου του, της Βρισηίδας, αποτελεί το κεντρικό θέμα της Ἰλιάδος, γύρω από το οποίο συνυφαίνεται όλος ο ιστός των δέκα ετών του Τρωικού Πολέμου· γι’ αυτό, ο Όμηρος,-ή καλύτερα, ο ομηρικός ποιητής, καταφέρνει να παρουσιάσει με τον περίτεχνο και αριστοτεχνικό του τρόπο όλο το φάσμα και τα γεγονότα του δεκαετούς Τρωικού Πολέμου, παρά το ότι η αφήγησή του διαρκεί μόλις 51 ημέρες.
Μία βασική έννοια που συνδέεται με το κλέος, είναι η έννοια της επικής ταυτότητας του ήρωα. Πρόκειται για θεμελιώδη αρχή του έπους και της ιδεολογία του ήρωα στην Κλασσική Εποχή και Λογοτεχνία. Η επική ταυτότητα των ομηρικών ηρώων συγκροτείται ακριβώς από την ανάγκη και το χρέος που οφείλουν να αισθάνονται να εξασφαλίσουν το κλέος, την ἀριστεία και την ὑστεροφημία για τον εαυτό τους και τα μέλη της οικογένειάς τους, αλλά και τις επόμενες γενιές.
Αν δεν το επιδιώκει και προτιμήσει μια ήσυχη ζωή, μακριά από τις μάχες και τις ευκαιρίες για ανδραγαθήματα, θα έχει απεμπολήσει την επική του ταυτότητα, δηλαδή δεν θα έχει καταφέρει να πετύχει το κλέος και την ἀριστεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελεί και ο Οδυσσέας, ο οποίος πρέπει να φύγει από το νησί της νύμφης Καλυψούς, για να επιστρέψει στην Ιθάκη και να ξανακερδίσει την οικογένεια του, τον λαό του και το βασίλειό του.
Ειδικά ο Οδυσσέας, έχει πολλές περιπέτειες και κατ’ επέκταση και σημαντικά κατορθώματα, που του εξασφαλίζουν την επική του ταυτότητα: τα κατορθώματα του στη μάχη του Τρωικού Πολέμου, η επινόηση του Δούρειου Ίππου που οδήγησε στην κατάκτηση και άλωση της Τροίας και τη νίκη των Αχαιών, η απόκρουση όλων των κινδύνων και δυσκολιών κατά το θαλάσσιο ταξίδι της επιστροφής του, η αντιμετώπιση του διλήμματος που βιώνει του αν θα παραμείνει στην Καλυψώ ή θα την εγκαταλείψει και θα επιστρέψει στην πατρίδα του και φυσικά, η συνέχεια του αγώνα του στον οίκο του· ο αναγνωρισμός του από τα μέλη του οικογενειακού του περιβάλλοντος (Τηλέμαχος, παραμάνα, Πηνελόπη, Λαέρτης) και η αντιμετώπιση των μνηστήρων (Μνηστηροφονία, ραψωδίες ν-ω). Ο αγώνας του Οδυσσέα και κατ’ επέκταση και ο στόχος που φιλοδοξεί να επιτύχει είναι διττός: τόσο η επιστροφή στην πατρίδα όσο και ο αγώνας για την ανάκτηση του βασιλείου του από τους μνηστήρες.
Και η επική ταυτότητα του Αχιλλέα κλονίζεται. Ο Αχιλλέας, όταν απειλεί ότι θα αποσυρθεί από τον πόλεμο και θα αποφασίσει να επιστρέψει στην πατρίδα του και να ζήσει μια ήρεμη, οικογενειακή ζωή, θέτει σε κίνδυνο την επική του ταυτότητα, αφού απαρνείται τον πόλεμο και επομένως, την ευκαιρία για κλέοςκαι ἀριστεία. Ωστόσο, ο θάνατος του Πατρόκλου τον κάνει να επιστρέψει στη μάχη για να εκδικηθεί. Μάλιστα, εδώ υπάρχει μια σύνδεση του Αχιλλέα με έναν άλλον ήρωα παλαιότερου, μη σωζόμενου έπους, του Μελεάγρου, ο οποίος επέστρεψε στη μάχη μετά από προτροπές της γυναίκας του, Κλεοπάτρας.
Οι μελετητές ανιχνεύουν ακόμη και ετυμολογική σύνδεση μεταξύ των ονομάτων του Πατρόκλου και της Κλεοπάτρας, καθότι το ένα αποτελεί αντιστροφή του άλλου και στην πραγματικότητα, πρόκειται για συνώνυμα ονόματα· και οι δύο έχουν κλέος που τους δίνεται από τον πατέρα, δηλαδή από την καταγωγή τους (Πάτρο-κλος < πατήρ + κλέος, Κλεο-πάτρα < Κλέος + πατήρ). Και στις δύο περιπτώσεις λοιπόν, οι ήρωες επιλέγουν το κλέος και διασώζουν την επική τους ταυτότητα.
Μάλιστα, είναι αξιοσημείωτο ότι και μέσα στα ομηρικά έπη υπάρχουν διάφοροι αοιδοί που τραγουδούν τα κλέα ηρώων, οπότε η σπουδαιότητα αυτού του ζητήματος διαγράφεται εντονότερα. Μάλιστα, οι μελετητές θεωρούν ότι τα άσματα αυτά των αοιδών είναι μικρότερες επικές αφηγήσεις, αρμονικά και οργανικά ενταγμένες στα ομηρικά έπη και ίσως, οι αοιδοί να αποτελούν αντανακλάσεις του Ομήρου ή του ομηρικού ποιητή. Αυτό το στοιχείο δείχνει και την πολυπλοκότητα των αφηγηματικών τεχνικών των ομηρικών επών.
Αθηνά Ν. Μαλαπάνη
Πηγή : classicsatathens.blogspot.gr
*Για τη συγγραφή αυτού του άρθρου, αντλήθηκαν πληροφορίες και ερεθίσματα από το βιβλίο G. Nagy, The Ancient Greek Hero in 24 Hours, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα https://courses.edx.org/courses/HarvardX/CB22.1x/2013_SOND/htmlbook/0/, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Harvard.
[1] Η βιολογική μητέρα του Ηρακλή είναι η θνητή Αλκμήνη, η οποία απέκτησε κι άλλον έναν γιο, δίδυμο του Ηρακλή, τον επίσης θνητό Ιφικλή. Ο Ηρακλής είναι θνητός μόνο από την πλευρά της μητέρας του, διότι πατέρας του είναι ο Δίας, σύμφωνα με τον μύθο.
[2] Προτιμάμε τον όρο ομηρικός ποιητής, διότι σύμφωνα με το Ομηρικό Ζήτημα που έχει απασχολήσει και εξακολουθεί να απασχολεί τη φιλολογική έρευνα, μπορεί ο Όμηρος να μην υπήρξε, να είναι ένα πλασματικό πρόσωπο ή ακόμη και τα ποιήματά του να μην ήταν εξ ολοκλήρου δικά του δημιουργήματα· δηλαδή να αποτελούσαν συρραφή πολλών μικρότερων επικών ποιημάτων από διάφορους ποιητές (ραψωδούς) ή ο Όμηρος (ή γενικότερα, κάποιος ποιητής) να συνέθεσε τα έπη του, τα οποία όμως, με την πάροδο των αιώνων δέχθηκαν συμπληρώσεις και προσθαφαιρέσεις από διάφορους ραψωδούς που τα απήγγελναν, αφού βρισκόμαστε στη σφαίρα της προφορικής ποίησης (oral poetry / poesie orale) και δεν υπήρχε κάποιο παγιωμένο κείμενο. Εντούτοις, τη σημερινή εποχή η πλειονότητα των μελετητών τείνει να πιστεύει ότι Όμηρος υπήρξε ή ακόμη κι αν δεν υπήρξε, υπήρξε ένας ποιητής που δημιούργησε τα αποκαλούμενα ομηρικά έπη (Ἰλιάδα & Ὀδύσσεια), έχοντας αντλήσει επιρροές από την προγενέστερη παράδοση (προηγούμενα έπη, ποιήματα, τραγούδια κ.ά. πολλά), όπως άλλωστε είναι φυσικό, αλλά αφομοιώνοντάς τη δημιουργικά και βάζοντας και το προσωπικό του στίγμα.
[3] Ο πραγματικός χρόνος που διήρκησε ο Τρωικός Πόλεμος είναι 10 χρόνια, ενώ ο αφηγηματικός χρόνος είναι 51 ημέρες.
Επιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος
Use Facebook to Comment on this Post