Ο Alexander Sawney Bean γεννήθηκε στα περίχωρα του Εδιμβούργου της Σκωτίας τον 15ο αιώνα. Ξεκίνησε δουλεύοντας ως σκαφτιάς, ένιωσε ωστόσο πως η τίμια ζωή δεν του ταίριαζε και το έσκασε με μια γυναίκα με παρόμοια νοοτροπία. Οι δυο τους, μην έχοντας άλλο τρόπο επιβίωσης, κατέφυγαν κοντά στη θάλασσα, σε μια σπηλιά που έφτανε τα 200 μέτρα μήκος.
Με ορμητήριό τους τη σπηλιά, λήστευαν και δολοφονούσαν ντόπιους και ταξιδιώτες και κουβαλούσαν τα πτώματά τους στο κρησφύγετο, όπου και τα έτρωγαν. Πάστωναν το περίσσευμα για μελλοντική κατανάλωση, ενώ πετούσαν τα κομμάτια που ήταν αδύνατο να φαγωθούν στη θάλασσα, με αποτέλεσμα να ξεβράζονται στις κοντινές ακτές – και να πανικοβάλλουν τους γύρω οικισμούς.
Με το πέρασμα του χρόνου, το ζευγάρι απέκτησε οκτώ γιους, έξι κόρες και τριάντα δύο εγγόνια, καθιστώντας την οικογένεια μια συμμορία 48 ατόμων. Τα περισσότερα μέλη της οικογένειας ήταν τέκνα αιμομικτικών επαφών του ζευγαριού με τα παιδιά τους.
Σιγά σιγά, πάνω από εκατό άτομα έφτασαν να αγνοούνται και οι αρχές έπρεπε να αναλάβουν δράση. Ακολούθησε χάος, με πολλούς αθώους ανθρώπους να εκτελούνται για τα εγκλήματα της οικογένειας, και τα περίχωρα μεταμορφώθηκαν σε μια παρηκμασμένη περιοχή που όλοι απέφευγαν.
Η οικογένεια Bean άρχισε σταδιακά να επιτίθεται σε όλο και μεγαλύτερες ομάδες ανθρώπων, σίγουρη για την επιτυχία της και για την κρυψώνα της – η παλίρροια έφραζε την είσοδο της σπηλιάς τους καθιστώντας την πρακτικά αόρατη. Συνολικά, ο θρύλος λέει πως η αιμοχαρής φαμίλια σκότωσε και έφαγε τουλάχιστον χίλιους ανθρώπους – άντρες, γυναίκες και παιδιά.
Αυτό κράτησε μέχρι την ημέρα που οι Bean αποφάσισαν να στήσουν ενέδρα σε ένα νεαρό ζευγάρι που επέστρεφε από ένα τοπικό πανηγύρι. Ο άντρας κατάφερε να τους απωθήσει με το ξίφος και το πιστόλι του, η γυναίκα του όμως σκοτώθηκε από τα μικρά κορίτσια του Bean, τα οποία την κατακρεούργησαν επιτόπου.
Μια ομάδα περαστικών ανάγκασε τους κανίβαλους να διαφύγουν, ενώ ενημερώθηκε και ο ίδιος ο βασιλιάς James της Σκωτίας. Αμέσως συστήθηκε ομάδα 400 ατόμων με λαγωνικά. Τα σκυλιά οδήγησαν στην ανακάλυψη της σπηλιάς, καθώς η μυρωδιά σάρκας τα έκανε να κατευθύνουν τους άντρες προς τη βυθισμένη της είσοδο.
Η ομάδα μπήκε στη σπηλιά και αντίκρισε ένα μακάβριο θέαμα: Αποξηραμένα ανθρώπινα σώματα που κρέμονταν από την οροφή, παστωμένα άκρα τοποθετημένα σε βαρέλια και σωρούς από χρήματα και τιμαλφή των θυμάτων τους διασκορπισμένα στο χώρο.
Η οικογένεια Bean δεν προέβαλε καμία αντίσταση. Όλα τα μέλη της οδηγήθηκαν αλυσοδεμένα στο ικρίωμα, όπου ακρωτηριάστηκαν και κάηκαν ζωντανά, αμετανόητα μέχρι την τελευταία τους πνοή. Η ιστορία του Sawney Bean ενέπνευσε πάμπολλους συγγραφείς, μουσικούς και σκηνοθέτες, με αναρίθμητα τραγούδια, βιβλία και κινηματογραφικά έργα να αντλούν έμπνευση από την πιο διεστραμμένη οικογένεια όλων των εποχών…