Η εναλλαγή της ημέρας και της νύχτας ήταν η πρώτη φυσική υποδιαίρεση που ανακάλυψε ο άνθρωπος. Αργότερα, με την παρακολούθηση των σεληνιακών φάσεων, ανακάλυψε μία άλλη φυσική χρονική μονάδα, το μήνα.
Πέρα όμως απ” αυτές τις φυσικές χρονικές υποδιαιρέσεις, υπάρχουν και τεχνητές, όπως είναι η εβδομάδα, οι ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτα.
Η πολυπλοκότητα των ημερολογίων οφείλεται κυρίως στην ασυμμετρία των αστρονομικών περιόδων πάνω στις οποίες στηρίζονται.
Πράγματι, αν ο χρόνος είχε ακριβώς 365 1/4 ή 365 1/8 ημέρες, τότε θα μπορούσαν από τα τέταρτα και τα όγδοα να δημιουργηθούν ολόκληρες ημέρες. Ένας χρόνος όμως αποτελείται από 365 ημέρες, 5 ώρες, 48 λεπτά, 46 δευτερόλεπτα και μερικά δέκατα του δευτερολέπτου.
Είναι αδύνατο να δημιουργηθούν ένα ή περισσότερα ημερονύχτια με πολλαπλάσιο τις 5 ώρες, τα 48 λεπτά, τα 46 δευτερόλεπτα και τα δέκατα του δευτερολέπτου.
Γι” αυτόν το λόγο είναι αδύνατο να κατασκευαστεί ένα τελείως ακριβές. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν μπορεί να βελτιωθεί. Η εμφάνιση του ημερολογίου έγινε πριν από 6.000 χρόνια, ίσως και νωρίτερα.
Στη μακραίωνη αυτή περίοδο γνώρισε σημαντικές εξελίξεις, πάνω στις οποίες έβαλαν τη σφραγίδα τους οι διάφοροι πολιτισμοί που εμφανίστηκαν στη Γη. Θα εξετάσουμε παρακάτω την πορεία εξέλιξης τους από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι σήμερα.
Αιγυπτιακό ημερολόγιο
Οι Αιγύπτιοι ήταν γεωργικός λαός και είχε μεγάλη σημασία γι” αυτούς να ξέρουν τις κατάλληλες χρονικές περιόδους για την καλλιέργεια, τη σπορά και τη συγκομιδή. Έτσι ασχολήθηκαν από πολύ νωρίς με την αστρονομία.
Ο Νείλος ήταν πηγή ζωής για την αρχαία Αίγυπτο και με τις πλημμύρες του ρύθμιζε την αιγυπτιακή ζωή. Η ανάγκη να υπολογίζονται οι περίοδοι των πλημμύρων δημιούργησε την αιγυπτιακή αστρονομία και μαζί μ” αυτήν την κυριαρχία της κάστας των ιερέων, ως καθοδηγητών της γεωργίας.
Σύμφωνα με το αιγυπτιακό ημερολόγιο, το έτος χωρίζεται σε 365 ημέρες, 12 μήνες από 30 ημέρες ο καθένας και στο τέλος πρόσθεταν 5 συμπληρωματικές ημέρες. Ο κάθε μήνας αποτελούνταν από τρία δεκαήμερα. Το ημερονύκτιο χωριζόταν σε 12 ώρες ημέρας και 12 νύχτας.
Οι ώρες δηλαδή ήταν άνισες και κυμαίνονταν ανάλογα με την εποχή του έτους. Οι εποχές ήταν τρεις: πλημμύρας, σποράς και θερισμού και καθεμία περιλάμβανε 4 μήνες. Οι 5 επιπρόσθετες ημέρες στο τέλος του έτους ήταν αφιερωμένες στις 5 μεγάλες θεότητες της Αιγύπτου: Όσιρη, ΄Ωρο, ΄Ισιδα, Σημ και Νέφθη.
Η συσχέτιση του ημερολογίου με τον πραγματικό χρόνο γινόταν με τις εμφανίσεις του Σείριου, που αντιστοιχούσαν σε χρονική περίοδο 365-2507 ημερών.
Το βασικό μειονέκτημα του αιγυπτιακού ημερολογίου βασιζόταν στο γεγονός ότι ο χρόνος έχει 365 1/4 ημέρες. Άρα μέσα σε 4 χρόνια από τα τέταρτα σχηματιζόταν μία ημέρα. Το γεγονός αυτό ήταν γνωστό στους ιερείς – αστρονόμους.
Παρ” όλα αυτά όμως δεν το διόρθωσαν, γιατί σύμφωνα με τη θεοκρατική αντίληψή τους έπρεπε να βασιλεύει στον ουρανό απόλυτη αρμονία. Τα χρόνια αριθμούνταν σύμφωνα με τις βασιλείες των φαραώ, πράγμα που διατηρήθηκε μέχρι την εποχή των Πτολεμαίων, οπότε και καθιερώθηκαν οι χρονολογικές εποχές.
Ο Πτολεμαίος ο Ευεργέτης το 238 π.Χ. επιχείρησε να καθιερώσει μία ημέρα ακόμα στη διάρκεια του χρόνου ανά τέσσερα χρόνια, πράγμα που απέτυχε.
Ο Αύγουστος το 26 – 23 π.Χ. κατόρθωσε να επιβάλει τη μεταρρύθμιση αυτή. Το αιγυπτιακό ημερολόγιο υιοθετήθηκε γύρω στο 500 π.Χ. από τους Πέρσες και επιζεί σε κάποια ελαφρά τροποποιημένη μορφή στο αρμενικό ημερολόγιο.
Βαβυλωνιακό ημερολόγιο
Σύμφωνα μ” αυτό, κάθε χρόνος αποτελούνταν από 12 μήνες, που άρχιζαν με την πρώτη εμφάνιση του μηνίσκου της Σελήνης. Το βαβυλωνιακό ημερολόγιο ήταν σεληνιακό, σε αντίθεση με το αιγυπτιακό, που ήταν ηλιακό.
Προκειμένου να μένει σταθερός κάθε μήνας στην ορισμένη εποχή του χρόνου, έπρεπε ένας απ” αυτούς να επαναλαμβάνεται, όταν χρειαζόταν. Στη Βαβυλώνα ως τέτοιος μήνας λαμβανόταν ή ο πρώτος ή ο έκτος, αλλά η επανάληψη γινόταν σε ανώμαλα χρονικά διαστήματα, που κυμαίνονταν από 6 μήνες μέχρι 6 χρόνια.
Ο χωρισμός του ημερονυκτίου γινόταν από τους ιερείς – αστρονόμους σε 6 τετραωρίες δικές μας. Καθένα από τα 6 ίσα μέρη χωριζόταν σε 60 ίσα μέρη.
Αντίθετα από το ιερατείο, ο λαός είχε άλλες χρονικές μονάδες. Χώριζε το ημερονύχτιο σε 12 ίσα μέρη, καθένα από τα οποία είχε δύο ώρες σημερινές και τα ονόμαζε κασμπού.
Κάθε κασμπού χωριζόταν σε 30 ους. Συνολικά δηλαδή το ημερονύκτιο είχε 360 ους και κάθε ους αντιστοιχούσε με 4 σημερινά λεπτά.
Ελληνικά ημερολόγια
Στην αρχαία Ελλάδα, με το σύστημα της «πόλης κράτους» που επικρατούσε, κάθε κοινότητα είχε το δικό της ημερολόγιο. Όλα όμως τα ελληνικά ημερολόγια είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα: ήταν σεληνιακά.
Όλα επίσης χώριζαν το χρόνο σε 12 μήνες και για να κρατούνται σταθεροί κατέφευγαν στην ανάγκη να επαναλαμβάνουν ένα μήνα ή να έχουν και 13ο μήνα.
Το αθηναϊκό ημερολόγιο περιλάμβανε τους ακόλουθους μήνες (ο αριθμός μέσα στην παρένθεση δείχνει τις ημέρες που είχε ο μήνας): Εκατομβαιώνας (30), Μεταγειτνιώνας (29), Βοηδρομιώνας (30), Πυανεψιώνας (29), Μαιμακτηριώνας (29), Ποσειδεώνας Α΄ (29), Ποσειδεώνας Β΄ (30), Γαμηλιώνας (30), Ανθεστηριώνας (29), Ελαφηβολεώνας (30), Μουνυχιώνας (29), Θαργηλιώνας (30) και Σκιροφοριώνας (29). Ο Ποσειδεώνας Β΄ ήταν ο 13ος μήνας, που με την προσθήκη του διατηρούνταν οι μήνες σταθεροί σε ορισμένες εποχές. Κάθε μήνας χωριζόταν σε τρία δεκαήμερα, από τα οποία το τελευταίο μπορεί να είχε και 9 μόνο ημέρες.
Ο καθορισμός των ημερών γινόταν αριθμητικά. Για την πρώτη δεκάδα αριθμούσαν 1-10 «αρχομένου» του μήνα, για τη δεύτερη 1-10 «ισταμένου» του μήνα και για την τελευταία 1-10 «φθίνοντος» του μήνα. Κάθε πρώτη του μήνα ονομαζόταν νουμηνία.
Το μακεδονικό ημερολόγιο ήταν Ελληνικού τύπου. Τα ονόματα των μηνών στο μακεδονικό ημερολόγιο ήταν τα ακόλουθα: Δίος, Απελλαίος, Αυδυναίος, Περίτιος, Δίστρος, Ξανθικός, Αρτεμίσιος, Διαίσιος, Πάνεμος, Λώος, Γορπιαίος και Υπερβερεταίος.
Πτολεμαϊκό ημερολόγιο. Οι Πτολεμαίοι με την κατάκτηση της Αιγύπτου και την εγκατάστασή τους σ” αυτήν, έφεραν μαζί τους και το σεληνιακό μακεδονικό ημερολόγιο. Για να μην προσκρούσουν όμως στις συνήθειες των κατακτημένων Αιγυπτίων διατήρησαν και το αιγυπτιακό ημερολόγιο.
Δείτε επίσης: Γρηγοριανό και Ιουλιανό Ημερολόγιο
Ρωμαϊκό ημερολόγιο
Είναι το ημερολόγιο που χρησιμοποιείται σήμερα σ” όλο τον κόσμο. Το έτος του Ρωμύλου αποτελούνταν από 304 ημέρες, που τις χώριζαν σε 10 μήνες με πρώτο μήνα το Μάρτιο. Ο Νουμάς αργότερα πρόσθεσε δύο μήνες ακόμα, τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο, και καθιέρωσε το σεληνιακό ημερολόγιο.
Έτσι η διάρκεια του έτους έγινε 355 ημέρες. Οι μήνες Μάρτιος, Μάιος, Κουιντίλις (Ιούλιος) και Οκτώβριος είχαν 31 ημέρες ο καθένας, οι μήνες Απρίλιος, Ιούνιος Σεξτίλις ( Αύγουστος), Σεπτέμβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος και Ιανουάριος είχαν από 29 ημέρες, ενώ ο Φεβρουάριος είχε 28 ημέρες.
Το ρωμαϊκό ημερολόγιο δέχτηκε δύο σοβαρές μεταρρυθμίσεις, την πρώτη από τον Ιούλιο Καίσαρα, που έδωσε και το όνομά του στο μήνα Κουιντίλις, και η άλλη από τον Αύγουστο, που το όνομά του πήρε ο μήνας Σεξτίλις.
Η πρώτη μεταρρύθμιση βασίστηκε στο εξής γεγονός: Η παρεμβολή του εμβόλιμου μήνα για τη σταθερότητα των μηνών σε ορισμένες περιόδους γινόταν αρχικά κάθε δύο χρόνια. Το δικαίωμα όμως παρεμβολής είχαν οι ιεράρχες. Έτσι πολύ συχνά εγκαταλείπονταν, με αποτέλεσμα να ξεφύγουν οι μήνες από την κανονική τους θέση στο φυσικό έτος.
Όταν έγινε μέγιστος ποντίφικας ο Ιούλιος Καίσαρας (63 π.Χ.), πρόσθεσε, εκτός από τον εμβόλιμο μήνα που αντιστοιχούσε, και άλλους δύο, έτσι ώστε το έτος απέκτησε 455 ημέρες και ονομάστηκε έτος σύγχυσης. Αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα να ξαναποκτήσουν οι μήνες την κανονική τους θέση. Πρόσθεσε επίσης 10 ημέρες, έτσι ώστε το έτος απέκτησε 365 ημέρες.
Κάθε μήνας είχε «εκ περιτροπής» 30 και 31 ημέρες, εκτός από το Φεβρουάριο που είχε 28. Με διάταγμα καθόρισε να προστίθεται κάθε 4 χρόνια η εμβόλιμη ημέρα και να λογαριάζεται ως 29η Φεβρουαρίου. Από παρανόηση της συγκλήτου, στα 4 χρόνια λογαριαζόταν και το πρώτο, με αποτέλεσμα η παρεμβολή να γίνεται κάθε 3 χρόνια. Έτσι το έτος 8 π.Χ. έφτασε να αρχίζει τρεις ημέρες αργότερα.
Ο Αύγουστος διόρθωσε το σφάλμα με το να μην προσθέτουν εμβόλιμη ημέρα για 12 χρόνια. Το ρωμαϊκό ημερολόγιο διαδόθηκε σ” όλο τον κόσμο με τις ρωμαϊκές κατακτήσεις. Αργότερα, συνυφασμένο με το χριστιανικό εορτολόγιο, επέκτεινε την κυριαρχία του έναντι άλλων ημερολογίων και ακόμα και σήμερα αποτελεί το ημερολόγιο ολόκληρου του κόσμου.
Εβραϊκό ημερολόγιο. Το παλιό εβραϊκό η. ήταν σεληνιακού τύπου με 12 μήνες. Παρεμβολή γινόταν με την επανάληψη του 12ου μήνα. Το έτος σύμφωνα με το παλιό ημερολόγιο περιλάμβανε 354 ημέρες.
Γύρω στον 4ο αι. μ.Χ. το παλιό ημερολόγιο αντικαταστάθηκε με νέο που βασιζόταν σ” ένα πολύπλοκο σύστημα κανόνων. Έτσι ένα κοινός χρόνος μπορούσε να έχει 353 ή 354 ή 355 ημέρες, ανάλογα αν ήταν ελλιπής, πλήρης ή άφθονος.
Οι Εβραίοι θεωρούν ως χρονολογική αρχή την εποχή της δημιουργίας του κόσμου, που την τοποθετούσαν στις 8 Οκτωβρίου του 3761 π.Χ.
Περσικό ημερολόγιο
Οι Πέρσες είχαν το ακριβέστερο από τα τότε γνωστά ημερολόγια, πράγμα φυσικό, αφού σχετικά με τη θρησκεία τους ήταν ηλιολάτρες. Κάθε 4ο χρόνο το θεωρούσαν δίσεκτο με 366 ημέρες και το έπαιρναν συνέχεια 7 φορές. Την όγδοη φορά ως δίσεκτο λαμβανόταν το 5ο έτος και όχι το 4ο.
Έτσι τα 33 χρόνια (4 Χ 7 + 5 = 33) αριθμούσαν 12053 ημέρες, άρα η διάρκεια ενός χρόνου ήταν 365.242424… ημέρες, διαφορετική δηλαδή από την πραγματική διάρκεια ενός χρόνου κατά 0.00023.
Κινεζικό ημερολόγιο
Αποτελούνταν από 12 μήνες με 29 ή 30 ημέρες ο καθένας. Πέρα απ” αυτούς πρόσθεταν έναν εμβόλιμο μήνα κάθε 30 μήνες. Ως χρονική αφετηρία θεωρούσαν το 2697 π.Χ., οπότε, σύμφωνα με την παράδοση, άρχισε το σύστημα των 60χρονων κύκλων. Το 1912 με την εγκαθίδρυση της Κινεζικής Δημοκρατίας έγινε δεκτό το γρηγοριανό ημερολόγιο.
Εβραϊκό Ημερολόγιο
το εβραϊκό ημερολόγιο δέχεται ταυτόχρονα διατήρηση ευθυγράμμισης μεταξύ των μηνών και των εποχών και συχρονίζει τους μήνες με τη Σελήνη. Είναι ένα Ηλιοσεληνιακό ημερολόγιο.
Έχει κανονικά και εμβόλιμα έτη. Οι μέρες αποφάσισαν να αρχίζουν με την ανατολή του Ήλιου και το ημερολόγιο αποφάσισαν πως άρχισε τη δύση τη νύχτα πριν τη Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 3761 π.Χ στο Ιουλιανό ημερολόγιο ή την Ιουλιανή μέρα 347995,5.
Η εβδομάδα ξεκινά από το Σαββάτο. Ο μέσος όρος του χρονικού μήκους του μήνα είναι 29,530594 μέρες, όμοιο με το μέσο Συνοδικό Μήνα της Σελήνης (χρονικό διάστημα από τη Νέα Σελήνη στη Νέα Σελήνη, που είναι 29,530588 μέρες.)