Η εποχή-τομή στη θρησκευτική ιστορία της Αρμενίας είναι αυτή της βασιλείας του Τιριδάτη του Μεγάλου, ο οποίος ακολουθούσε μια αρχαία πολυθεϊστική θρησκεία και τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του φέρθηκε σκληρά στους χριστιανούς με συνεχείς διωγμούς. Η ζωή του δέθηκε άρρηκτα με τον Γρηγόριο, ο οποίος ήταν ο μόνος επιζήσας της οικογένειάς του, μετά τον φόνο του βασιλιά Χοσρόη, πατέρα του Τιριδάτη, από τον πατέρα του Γρηγόριου. Ο Τιριδάτης του φέρθηκε πολύ σκληρά και τον φυλάκισε. Η θρησκεία ήταν μάλλον το πρόσχημα καθώς η οργή του για τον φόνο του πατέρα του δεν είχε καταλαγιάσει.
Η απόρριψη, το όραμα και η θεραπεία
Η υιοθέτηση του χριστιανισμού στην Αρμενία συνδέεται με τον βίαιο θάνατο μιας ομάδας παρθένων που, σύμφωνα με τον θρύλο, έφτασαν στην ιερή πόλη Βαγκαρσαπάτ για να γλιτώσουν από τις διώξεις των Ρωμαίων. Ο Τιριδάτης ερωτεύτηκε την όμορφη Ριψίμη, μία από τις παρθένες, και θέλησε να την παντρευτεί. Όταν όμως εκείνη απέρριψε τον έρωτά του, εκείνος έδωσε εντολή να εκτελεστεί και εκείνη και οι υπόλοιπες παρθένες. Λέγεται πάντως πως μία γλίτωσε και κατάφερε να αποδράσει και να συνεχίσει το ιεραποστολικό της έργο.
Το «κακό» όμως είχε ήδη στάξει το δηλητήριό του στην ψυχική υγεία του Τιριδάτη, ο οποίος ασθένησε σοβαρά. Η αδελφή του είδε όραμα πως ο μόνος που θα μπορούσε να τον κάνει καλά ήταν ο φυλακισμένος Γρηγόριος. Τότε τον άφησαν ελεύθερο κι εκείνος έθαψε τις νεκρές παρθένες, προσευχήθηκε και τελικά θεράπευσε τον Τιριδάτη.
Μετά τη θαυματουργή ανάρρωσή του, που γαλήνεψε την ψυχή του, ο βασιλιάς Τιριδάτης όχι μόνο ασπάστηκε ο ίδιος τον χριστιανισμό -τον βάφτισε ο ίδιος ο Γρηγόριος- αλλά επέβαλε τη χριστιανική θρησκεία και στους υπηκόους του, ανακηρύσσοντάς την επίσημη θρησκεία της χώρας. Ο Γρηγόριος και ο βασιλιάς εργάστηκαν σκληρά για να «φυτέψουν» στον σπόρο της χριστιανοσύνης και να διαδώσουν τον χριστιανισμό στην Αρμενία. Για να ενισχύσουν μάλιστα την καινούρια θρησκεία και να τερματίσουν τις παγανιστικές παραδόσεις και τα τελετουργικά, κατέστρεψαν τους περισσότερους ναούς -αυτούς που γλίτωσαν θα τους δούμε παρακάτω- και έχτισαν χριστιανικές εκκλησίες.
Κι όλα αυτά 30 χρόνια πριν ο χριστιανισμός γίνει «επιτρεπομένη θρησκεία» στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αρκεί να σκεφτεί κανείς πως δέκα χρόνια αργότερα, η αυτοκρατορία θα έκανε το πρώτο δειλό βήμα της προς τον χριστιανισμό με το διάταγμα του Γαλέριου, το 311, που αναγνώριζε το νόμιμο δικαίωμα των χριστιανών να… υπάρχουν. «Οι Χριστιανοί» έγραφε το διάταγμα «μπορούν να υπάρχουν και να συναθροίζονται, εφόσον δεν κάνουν τίποτε το αντίθετο προς το κοινό καλό, και υποχρεούνται να προσεύχονται στον Θεό τους για το καλό μας, το καλό της πολιτείας και το δικό τους».
Έναν χρόνο αργότερα ο Κωνσταντίνος ο Μέγας άρχισε να δείχνει την αποφασιστικότητά του για ανάμειξη στα εκκλησιαστικά ζητήματα ενώ από το 316 και μετά άρχισε να εμφανίζεται ως ο ύπατος διαιτητής στις διαμάχες των επισκόπων. Θα περνούσαν ακόμα εννέα χρόνια πριν ο αυτοκράτορας συγκαλέσει την Πρώτη Σύνοδο της Νίκαιας ή Α’ Οικουμενική Σύνοδο που θα ενέτασσε πια την Εκκλησία στις επίσημες δομές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και θα αναδείκνυε τον συνοδικό θεσμό ως θεμελιώδους σημασίας για τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό.
Ο Άγιος Γρηγόριος και η ιστορία του
Σήμερα το 95% των Αρμενίων είναι Χριστιανοί. Η θρησκευτική ιστορία της χώρας τους περιλαμβάνει πλήθος αναφορών και θρύλων για τα γεγονότα και τα πρόσωπα που την οδήγησαν στη χριστιανοσύνη. Κι όλα αυτά εξακολουθούν να είναι εμφανή και να διατηρούν ολοζώντανο το ενδιαφέρον σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους που διασώθηκαν.
Όπως γράφει το BBC, ο θρύλος λέει πως ο πρώτος προκαθήμενος της Αποστολικής Εκκλησίας της Αρμενίας ήταν ο Άγιος Γρηγόριος ο Φωτιστής. Πατέρας του ήταν ο ευγενής Ανάκ ο Πάρθος, ο οποίος δολοφόνησε τον βασιλιά της χώρας Χοσρόη. Ο πατέρας του Αγίου Γρηγορίου εκτελέστηκε για το έγκλημά του ενώ λέγεται πως με τη ζωή τους πλήρωσαν και όλα τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς του. Εκτός από τον Γρηγόριο, ο οποίος κατάφερε να βρει καταφύγιο στην Καππαδοκία, όπου έλαβε χριστιανική παιδεία.
Στην ενήλικη ζωή του, ο Γρηγόριος επέστρεψε στην πατρίδα του ελπίζοντας να εκχριστιανίσει τον Αρμένιο βασιλιά- και κατά συνέπεια και τον λαό της Αρμενίας. Όταν έμαθε για την επιστροφή του, ο βασιλιάς Τιριδάτης ΙΙΙ, γιος του δολοφονημένου βασιλιά Χοσρόη, έστειλε τον Γρηγόριο στη φυλακή, σε έναν λάκκο- μπουντρούμι, μέσα στη γη.
Ο βασιλιάς επέμενε ο κρατούμενος να αποκηρύξει τον χριστιανισμό αλλά ο Γρηγόριος δεν υπέκυψε. Ύστερα από δεκατρία χρόνια φυλακής, και θεραπεύοντάς τον από τη σοβαρή ψυχασθένεια που τον οδηγούσε σε βέβαιο θάνατο, ο Γρηγόριος κατάφερε να πείσει τον Τιριδάτη για τη δύναμη της πίστης, προσελκύοντας εκείνος τον βασιλιά στη θρησκεία του. Κι έτσι, εν έτει 301, ο Τιριδάτης ανακήρυξε τον χριστιανισμό επίσημη θρησκεία της Αρμενίας.
Η καταστροφή των ναών
Με την «στροφή» αυτή και την αναγνώριση του χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας του κράτους, πολλοί παγανιστικοί ναοί καταστράφηκαν. Η επιβολή του χριστιανισμού έγινε πολύ βίαια και γίνεται λόγος για μέχρι θανάτου διωγμούς των μη χριστιανών και καταστροφή σχεδόν όλων των ναών που ήταν αφιερωμένοι στην προηγούμενη θρησκεία. Από τους λίγους που διασώθηκαν είναι αυτός του Γκαρνί, κλασικός ελληνιστικός ναός, το κτίσμα- σύμβολο της προχριστιανικής Αρμενίας. Είναι χτισμένος στην άκρη ενός βράχου κοντά στο χωριό Γκαρνί.
Η οικοδόμησή του αποδίδεται στον βασιλιά Τιριδάτη Ι τον 1ο μ.Χ. αιώνα, πριν τη διάδοση του χριστιανισμού, δηλαδή. Πιστεύεται πως ήταν αφιερωμένος στον θεό του ήλιου, σύμφωνα με την αρμένικη μυθολογία. Σήμερα ο ναός είναι ένα από τα πιο δημοφιλή τουριστικά αξιοθέατα της Αρμενίας και δέχεται ετησίως περίπου 136.000 επισκέπτες.
Η εκκλησία που χτίστηκε στο σημείο μιας εκτέλεσης
Δυτικά της πρωτεύουσας της Αρμενίας, το Ερεβάν, βρίσκεται το Βαγκαρσαπάτ, γνωστό ως «ιερή πρωτεύουσα» της χώρας. Εκεί βρίσκεται η εκκλησία της Αγίας Gayane -με έτος κατασκευής το 630- που είναι σήμερα Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Ουνέσκο. Η εκκλησία χτίστηκε στο σημείο που εκτελέστηκε η Gayane, από τον βασιλιά Τιριδάτη ΙΙΙ επειδή ήταν χριστιανή- πριν, φυσικά, γίνει και ο ίδιος χριστιανός. H Gayane ανακηρύχθηκε αγία από την Αρμενική Εκκλησία και ο τάφος της βρίσκεται κάτω από την εκκλησία που είναι αφιερωμένη στην ίδια.
Η πρώην φυλακή
Η μονή Χορ Βιράπ βρίσκεται στα υψίπεδα του Αραράτ στη νοτιοανατολική Αρμενία, όπου ο Τιριδάτης ΙΙΙ φυλάκισε τον Γρηγόριο τον Φωτιστή όταν εκείνος επέστρεψε στην πατρίδα του.
Το παρεκκλήσι του Χορ Βιράπ ανεγέρθηκε το 642 πάνω από το σημείο όπου ήταν φυλακισμένος ο Γρηγόριος, για να τιμηθεί η μνήμη του, ενώ η μεγαλύτερη εκκλησία και το μοναστήρι προστέθηκαν το 1662.
Σήμερα το Χορ Βιράπ είναι ανάμεσα στα πιο δημοφιλή αξιοθέατα της Αρμενίας και το παρεκκλήσι του είναι συνηθισμένη επιλογή των ζευγαριών για γάμους και βαφτίσεις.
Το Μοναστήρι – σπηλιά
Το Μοναστήρι του Γκεγκάρντ βρίσκεται βορειοανατολικά του Γκαρνί και είναι επίσης αναγνωρισμένο Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Ουνέσκο. Ιδρύθηκε τον 4ο αιώνα από τον Γρηγόριο των Φωτιστή μετά τον εκχριστιανισμό της Αρμενίας, αν και κάποια από τα κτίσματα του μοναστηριακού συγκροτήματος χρονολογούνται στον 13ο αιώνα.
Λεγόταν παλιότερα και «μοναστήρι- σπήλαιο» καθώς ορισμένοι από τους χώρους του εκτείνονται μέσα στο βουνό στο οποίο «ακουμπά», με αποτέλεσμα να μοιάζουν με σπήλαια.
Σύμφωνα με τον θρύλο, το μοναστήρι πήρε το όνομά του (που σημαίνει λόγχη στην αρμένικη γλώσσα) επειδή μεταφέρθηκε εκεί τη λόγχη από την οποία τρυπήθηκε ο Ιησούς Χριστός όταν σταυρώθηκε. Λέγεται πως φυλάχτηκε εκεί για 500 χρόνια πριν μεταφερθεί στον καθεδρικό ναό Ετσμιαζίν στο Βαγκαρσαπάτ, όπου εξακολουθεί να εκτίθεται έως και σήμερα.
Η εκκλησία των πολεμιστών
Η εκκλησία Zorats στην πόλη Yeghegis, στην επαρχία Vayots Dzor, κατασκευάστηκε τον 14ο αιώνα, όταν η χώρα τελούσε υπό τον έλεγχο των Μογγόλων και βρισκόταν σε πόλεμο. Η εκκλησία αποτελείται μόνο από ένα ανυψωμένο ιερό και οι ιστορικοί πιστεύουν πως χρησιμοποιούνταν για να δίνεται ευλογία στους Αρμένιους στρατιώτες που, σκαρφαλωμένοι πάνω στα άλογά τους, έφευγαν για τον πόλεμο.
Η σωτηρία της ψυχής
Τα Khachkars, πέτρες σκαλισμένες με σταυρούς ή φλοράλ μοτίβα, θεωρούνταν αρχικά σύμβολο σωτηρίας της ψυχής, είτε των ζωντανών είτε των νεκρών. Η αρχική δημιουργία τους τοποθετείται στον 9ο αιώνα και συχνά τοποθετούνταν σε πρώην παγανιστικούς ναούς ως σύμβολα της νέας πίστης. Είναι κι αυτά αναγνωρισμένα από την Ουνέσκο.
Ο χώρος όπου βρίσκονται οι περισσότερες τέτοιες πέτρες είναι το κοιμητήριο Noratus, στην επαρχία Gegharkunik. Εκεί απαντώνται περισσότερα από 800 khachkars, το καθένα με μοναδικά σχέδια. Κάποια από αυτά εκτιμάται πως είναι και τα παλαιότερα δείγματα αυτής της τέχνης.
Το αρμενικό «Stonehenge»
Σε ηλικία και εμφάνιση το Karahunj θυμίζει το αγγλικό Stonehenge. Βρίσκεται στην επαρχία Syunik, νότια του Ερεβάν. Καλύπτει επιφάνεια περίπου 180.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων και αποτελείται από τάφους, έναν κεντρικό τύμβο και σειρές από μεγαλίθους που πιθανώς να έχουν και ηλικία 7000 χρόνων.
Οι ιστορικοί πιστεύουν πως το Karahunj ήταν προϊστορικό κοιμητήριο καθώς συνηθιζόταν την εποχή του χαλκού οι νεκροί να θάβονται σε πέτρινα «φέρετρα». Ο δακτύλιος των μεγαλίθων έχει διάμετρο που φτάνει τα 45 μέτρα, με βράχους που φτάνουν σε ύψος τα 2,8 μέτρα και σε βάρος τους δέκα τόνους. Σχεδόν το ένα τρίτο των 223 λίθων έχουν μικρές διαμπερείς τρύπες και ορισμένοι επιστήμονες πιστεύουν πως είναι πιθανό αυτές να είχαν δημιουργηθεί για αστρονομική παρατήρηση.