Θερσίτης: ο πρώτος που αμφισβήτησε την εξουσία

 Ο Θερσίτης είναι ομηρικός χαρακτήρας, κυρίως γνωστός ως ο μόνος ίσως καθαρά «αρνητικός» χαρακτήρας στον Τρωικό Πόλεμο. Μέσα στο στρατόπεδο των Ελλήνων ήταν παρασιτικό στοιχείο, ένας δειλός που μόνο έβριζε, φιλονικούσε και προκαλούσε συνεχώς με την αυθάδη συμπεριφορά του.
Περιγράφεται ως ο πλέον αποκρουστικός στην εμφάνιση εξ’ όσων συμμετείχαν, και φυσικά σε μία εκστρατεία όπου συμμετείχαν γιοί θεών, ήταν φυσικό να ξεχωρίζει. Στους Έλληνες άρεσαν οι ωραίοι ήρωες. Ο Όμηρος παρουσιάζει τον Θερσίτη κακοφτιαγμένο σαν ανάπηρο. Τον περιγράφει ως τον ασχημότερο από όλους τους άντρες που βάδιζαν προς την Τροία.
Και στον Όμηρο και στα «Κύκλια Έπη» παρουσιάζεται με τα μελανότερα χρώματα. Ήταν ο πιο άσχημος άνδρας που είχε έρθει στο Ίλιο, αλλήθωρος και κουτσός, με ώμους γερτούς μπασμένους στο στήθος του, καμπούρης, στραβοπόδαρος, με κεφάλι που μάκραινε προς τα πάνω και με ελάχιστα μαλλιά. Ένας αθυρόστομος πολυλογάς, δειλός, ζητιάνος. Ο Όμηρος λέει πως δεν τον ένοιαζε τι θα πει, αρκεί να προκαλούσε τα γέλια της ομήγυρης· ένας γελωτοποιός σε έναν κόσμο ηρωικό όπου το γελοίο αντιμετωπιζόταν ως θανάσιμο αμάρτημα.
Στους Έλληνες επίσης άρεσε η ευγλωττία και ο Όμηρος φρόντισε να τους ενημερώσει ότι ο Θερσίτης ήταν το ίδιο δυσάρεστος στην ακοή όσο και στην όψη. Ο Όμηρος λέει  ότι ήταν ένας πολυλογάς, με το μυαλό του γεμάτο ασυνάρτητες λέξεις, για να υβρίζει βασιλιάδες. Δεν μιλούσε κατά κόσμον, και ήταν έτοιμος να πει οτιδήποτε θα προκαλούσε γέλιο στα στρατεύματα.
Προσθέτει ότι τον Θερσίτη μισούσαν ιδιαίτερα ο Αχιλλέας κι ο Οδυσσέας γιατί συχνά είχαν γίνει αντικείμενα του χοντρού χιούμορ του. Φαίνεται πως ήταν γνωστός ταραχοποιός για κάμποσο καιρό. Ο Λουκιανός, αναφέροντας σατιρικά την περιγραφή του Θερσίτη από τον Όμηρο, λέει ότι όταν ο επαναστάτης πήγε στον Άδη, μήνυσε τον Όμηρο για δυσφήμιση.

Διάλογος και ανάμεσα στους Αχιλλέα και Θερσίτη

Ο Θερσίτης ήταν Αιτωλός, γιος του Άγριου και εγγονός του Πορθάονα και του Ευρύτου. Αδέλφια του ήταν ο Ογχηστός, ο Πρόθοος, ο Κελεύτορας, ο Λυκωπέας και ο Μελάνιππος. Με τη βοήθειά τους έδιωξε τον θείο του, τον Οινέα, από τον θρόνο της Καλυδώνας όταν εκείνος γέρασε και ήταν πια ανήμπορος. Λέγεται μάλιστα ότι, όταν πήρε μέρος στο κυνήγι του Καλυδώνιου Κάπρου, με το που είδε το θηρίο το έβαλε στα πόδια, «εγκατέλειψε την θήραν, την σωτηρίαν θηρώμενος».
Το όνομά του μάλλον προκύπτει από τη λέξη «θέρσος», αιολική μορφή της λέξης «Θάρρος/θάρσος», που σημαίνει και αναίδεια και γενναιότητα + «ἰταμεύομαι» (προκαλώ, γίνομαι θρασύς, αυθαδιάζω), και δηλώνει αυτόν που έχει το θάρρος να προκαλεί, τον «θρασύ». Ο Θερσίτης, ο οποίος παλαιότερα συνήθιζε να παίζει ζάρια με τον Παλαμήδη τον οποίο οι Αχαιοί είχαν κατηγορήσει άδικα για προδοσία, συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των δειλών, διότι όταν ο Αγαμέμνων θέλησε να δοκιμάσει τους άνδρες του δελεάζοντάς τους, με την δυνατότητα επιστροφής στην πατρίδα, ο Θερσίτης ήταν από τους πρώτους που είχε δεχθεί.

Η σκηνή διαδραματίζεται στη συνέλευση των Αχαιών. Μετά από εννιά χρόνια πολιορκίας η Τροία αντέχει ακόμη και δεν παραδίδεται. Ο αρχιστράτηγος Αγαμέμνων θέλει να διαπιστώσει αν έχουν κουράγιο οι Αχαιοί να συνεχίσουν τον πόλεμο ή έχουν κουραστεί και θέλουν να γυρίσουν στις πατρίδες τους. Τους συγκεντρώνει και με τα παρακάτω λόγια τους ανακοινώνει ότι δεν έχει νόημα να συνεχιστεί ο πόλεμος. Απέτυχαν να κυριεύσουν την Τροία και είναι καιρός να μπουν στα πλοία και να γυρίσουν στην Ελλάδα.
«Ήρωες φίλοι Δαναοί, στρατιώτες του πολέμου, βαριά πολύ με τύφλωσε και μ’ έμπλεξε ο Δίας. Μου υποσχέθηκε ο σκληρός την πυργωμένη Τροία πως θα πορθήσω κι ένδοξος θα πάω στην πατρίδα.
Και δόλο τώρα σκέφθηκε και με προστάζει στο Άργος, τόσο στρατό αφού ξέκανα, να πάω ντροπιασμένος. Είναι ντροπή οι μελλούμενες γενιές και να τ᾿ ακούσουν, τόσος λαός των Αχαιών και τόσο ανδρειωμένος πόλεμο ατελείωτο μ’ εχθρούς πολύ πιο λίγους τόσους καιρούς να πολεμά και να μη φαίνεται άκρη. Εννέα χρόνια πέρασαν σαν ήρθαμε στην Τροία και τα καράβια σάπισαν και λιώσανε τα ξάρτια και κάθονται οι γυναίκες μας με τα μικρά παιδιά μας στα σπίτια μας και καρτερούν.  Και αυτό, που εμείς με πόθο ήλθαμε εδώ να κάνουμε, δε λέει να τελειώσει. Αλλά ακούστε τι θα πω.  Να φύγουμε σας λέω όλοι με τα καράβια μας για τη γλυκιά πατρίδα,
γιατί δε γίνεται ποτέ να πάρουμε την Τροία!» [Ιλιάδα, Β, 110-14
Η αντίδραση των Αχαιών στα παραπλανητικά αυτά λόγια, ήταν μια μεγάλη έκπληξη και απογοήτευση για τον Αγαμέμνονα. «Σείστηκε η συνέλευση σαν της θάλασσας τα πελώρια κύματα και οι Αχαιοί με αλαλαγμούς που έφταναν ως τον ουρανό όρμησαν στα καράβια, να φύγουν για την πατρίδα». Ο Οδυσσέας υποπτεύεται το τέχνασμα του Αγαμέμνονα, παίρνει το σκήπτρο, που κρατά όποιος θέλει να μιλήσει επίσημα στη συνέλευση, και τρέχει να συγκρατήσει τους ξέφρενους από ενθουσιασμό Αχαιούς. Όσους βασιλιάδες και ήρωες συναντά στο δρόμο, τους λέει ότι ο Αγαμέμνων απλώς τους δοκιμάζει και τους συμβουλεύει να γυρίσουν πίσω. Όταν όμως συναντούσε κανένα πολεμιστή από το πλήθος, που ούρλιαζε από τη χαρά του, τον κτυπούσε με το σκήπτρο και τον φοβέριζε:

«Σιγά, χαμένε, υπάκουσε εις τους καλύτερούς σου. Άναντρος συ κι ανάξιος καθόλου δεν μετριέσαι στον πόλεμο ή στη βουλή. Μήπως θαρρείς πως όλοι θα βασιλεύουμε εδώ; Η πολυαρχία βλάπτει. Ένας θα είναι ο αρχηγός, ο βασιλέας ένας. Αυτός που του ‘δωσε ο γιος του πονηρού του Κρόνου το σκήπτρο και τα νόμιμα να βασιλεύει σ’ όλους». [Ιλιάδα, Β,200-206]
Με την παρέμβαση του Οδυσσέα το πλήθος ξαναγύρισε στη συνέλευση και περίμενε τα νεότερα. Μόνο ένας δεν συμμορφώθηκε με τις υποδείξεις του Οδυσσέα και συνέχισε να ωρύεται και να δημιουργεί φασαρία. Ο αμετροεπής Θερσίτης, που «φύλαγε μέσα στο μυαλό του λόγια πολλά και πρόστυχα και συνήθιζε να λογοφέρνει ανόητα και χυδαία με τους βασιλιάδες με λόγια που έφερναν το γέλιο στους Αχαιούς».
Κακομούτσουνος,  σηκώνεται στη συνέλευση των Αχαιών στην αρχή της «Ιλιάδας» για να καταγγείλει τον Αγαμέμνονα ως υπεύθυνο για τα βάσανα των Αχαιών τόσα χρόνια μπροστά στα τείχη της Τροίας. Με το άκουσμα των λόγων του Αγαμέμνονα αρκετοί κατευθύνθηκαν προς τα πλοία και πέρασε αρκετός χρόνος μέχρι να αποκατασταθεί η τάξη, αλλά και να φανεί ποιοι ήσαν πρόθυμοι να πολεμήσουν. Όταν όλοι συγκεντρώθηκαν ο Θερσίτης με θράσος απευθύνθηκε προς το πλήθος. Με δυνατή φωνή, για να τον ακούσουν όλοι, έκανε επίθεση στον Αγαμέμνονα:

«Γιε του Ατρέα, πάλι κακιωμένος είσαι; Τι σου λείπει πια; Γεμάτες χαλκό είναι οι σκηνές σου και μέσα σ’ αυτές σε περιμένουν πολλές πανέμορφες γυναίκες, που εμείς οι Αχαιοί σε σένα πρώτο-πρώτο παραδίνουμε, όποτε κυριεύουμε μια πόλη. Έχεις ανάγκη κι από άλλο χρυσάφι, που κάποιος από τους Τρώες θα σου φέρει ως λύτρα για το γιο του, που θα τον έχω αιχμαλωτίσει εγώ ή κάποιος άλλος Αχαιός; Ή μήπως θέλεις κανένα δροσερό κορίτσι, για να σμίγεις γλυκά μαζί του και να το’ χεις χωριστά από τους άλλους μόνο για τον εαυτό σου; Δεν ταιριάζει σε σένα που είσαι άρχοντας να τυραννάς τους Αχαιούς».

Κατόπιν στρέφεται στους Αχαιούς κι αρχίζει να τους βρίζει: «Κακομοίρηδες Αχαιοί, τρομάρα σας, γυναίκες κι όχι άνδρες είσαστε! Πάμε να γυρίσουμε στην πατρίδα με τα πλοία μας και να αφήσουμε τούτον εδώ στην Τροία να χαίρεται τα τιμητικά του δώρα. Έτσι για να καταλάβει, αν τον βοηθήσαμε ή δεν τον βοηθήσαμε σε τίποτα. Που ξευτέλισε τον Αχιλλέα, άνδρα πολύ καλύτερο από την πάρτη του, αρπάζοντάς του το τιμητικό του δώρο με το έτσι θέλω».

Υπάρχουν πολλές συνελεύσεις στην Ιλιάδα, αυτή όμως εδώ είναι μοναδική. Είναι η πρώτη και μοναδική φορά στον Όμηρο, που ένας κοινός στρατιώτης εκφράζει την γνώμη του και την γνώμη των άλλων απλών στρατιωτών και βρίζει τον Βασιλιά, τον Αγαμέμνονα, κατά πρόσωπο. Είναι η πρώτη εμφάνιση του κοινού ανθρώπου στην γραπτή ιστορία, η πρώτη άσκηση ελεύθερου λόγου ενός λαϊκού προς βασιλιά, και καταπνίγεται βίαια: ο Οδυσσέας δεν απαντά με επιχειρήματα αλλά με ξυλοδαρμό.

Ο Οδυσσέας, όταν ακούει τα λόγια του Θερσίτη, θυμώνει που παρακινεί τον στρατό σε ανταρσία, πάει προς το μέρος του, του ρίχνει ένα απειλητικό βλέμμα και του λέει άγρια:
«Θερσίτη φαφλατά, βούλωσέ το. Μόνο εσύ τα βάζεις με τους βασιλιάδες. Είσαι ο πιο τιποτένιος άνδρας από όλους τους Ατρείδες που ήρθανε στην Τροία. Και μη λερώνεις το στόμα σου κατηγορώντας τους βασιλιάδες ούτε να παραμονεύεις πότε θα γυρίσεις στην πατρίδα. Κάθεσαι τώρα και κακολογείς τον αρχιστράτηγο Αγαμέμνονα, γιατί οι γενναίοι πολεμιστές του δίνουν πολλά δώρα. Λοιπόν, βάλτο καλά στο μυαλό σου. Αν σε πετύχω να λες πάλι τέτοιες αηδίες, να μη με λένε Οδυσσέα, αν δε σου βγάλω όλα τα ρουχαλάκια σου ένα-ένα, ακόμα κι όσα κρύβουν τα αχαμνά σου, και δε σε ξαποστείλω στα καράβια κλαμένο και δαρμένο αλύπητα».
Τον κτυπά δυνατά με το σκήπτρο του στην καμπούρα του. Εκείνος βάζει τα κλάματα από τον πόνο και εξαφανίζεται από τη σκηνή αξιολύπητος. Ο Θερσίτης υποχώρησε και αφού κάθισε τρομοκρατημένος σκούπισε τα δάκρυά του. Καθώς δε πολλοί απολαμβάνουν τον εντροπιασμό των άλλων, είτε το αξίζουν είτε όχι, οι στρατιώτες γέλασαν με την γελοιοποίηση του Θερσίτη, παρόλο που πριν από λίγη ώρα άκουγαν τις παροτρύνσεις του. Ο Θερσίτης είναι ένας από αυτούς και μάλιστα έχει το θάρρος-θράσος να επιτίθεται στους ανώτερους. Ίσως δεν του αξίζει ένας τέτοιος εξευτελισμός. Αλλά η αριστοκρατική αντίληψη, που διαπνέει ολόκληρη την Ιλιάδα, δεν τους επέτρεψε να πάρουν το μέρος του άτυχου Θερσίτη. Αντίθετα, ξέσπασαν σε γέλια για το πάθημα του Θερσίτη και το ξυλοφόρτωμά του από τον Οδυσσέα και έλεγαν μεταξύ τους:
«Ω έργα πόσα εξαίσια κατόρθωσε ο Οδυσσέας, σύμβουλος πρώτος, συνετός και άξιος πολεμάρχος ! Αλλά τώρα ευεργέτησε μεγάλως τους Αργείους που την αυθάδεια έπαψε του κακόγλωσσου αχρείου.
Πού πάλι η μαύρη του ψυχή θ’ αργήσει να τον σπρώξει με τέτοια λόγια αναίσχυντα τους βασιλείς να ψέγει». [Ιλιάδα, Β, 272-277]

Ο Αχιλλέας σκοτώνει την Πενθεσίλεια

Τι απέγινε όμως ο Θερσίτης;
Τα Κύκλια Έπη αναφέρουν ότι ο Θερσίτης σκοτώθηκε από τον Αχιλλέα. Προς το τέλος του Τρωικού Πολέμου ο Αχιλλέας βρέθηκε αντιμέτωπος με την Πενθεσίλεια και τότε κατόρθωσε να την τραυματίσει θανάσιμα στο στήθος. Πήγε κοντά της και έβγαλε τη μάσκα της. Η ομορφιά της Πενθεσίλειας τον γέμισε μελαγχολία και όσοι ήταν παρόντες δεν είχαν καμιά αμφιβολία ότι ο Αχιλλέας είχε εκείνη τη στιγμή ερωτευθεί τη γυναίκα που σε λίγο θα πέθαινε. Αλλά ο Θερσίτης, ακόμα και την τραγική αυτή ώρα, όταν είδε τον Αχιλλέα σε στιγμή συναισθηματικής αδυναμίας, αισθάνθηκε την ανάγκη να τον περιγελάσει λέγοντας:
«Αχιλλέα δεν ντρέπεσαι που αφήνεις τις σατανικές δυνάμεις να σου προκαλούν θλίψη για μια αξιολύπητη Αμαζόνα της οποίας το πολεμοχαρές πνεύμα το μόνο που μας προκάλεσε ήταν λύπη ; Χαχα είσαι ερωτοχτυπημένος και η ψυχή σου ποθεί αυτό το πράγμα, σαν να ήταν κάποια γυναίκα άξια για οικογένεια, τελικά το δόρυ της χτύπησε την καρδιά σου, συγγνώμη φουκαρά, που είναι τώρα η ανδρεία και η εξυπνάδα σου; Τίποτα δεν είναι περισσότερο καταστροφικό για τους άνδρες από ότι ο πόθος για μια γυναίκα, αυτός γελοιοποιεί ακόμα και σοφούς άνδρες».
Και τότε έμπηξε το κοντάρι του μέσα στο μάτι της Πενθεσίλειας. Αυτή ήταν και η τελευταία ιταμή πράξη του Θερσίτη. Ο Αχιλλέας, αλλόφρων από θλίψη εκδικητικό κτύπημα στο σαγόνι, του παίρνει τη ζωή.καθότι ο Αχιλλέας εξοργισμένος από την προσβολή σε έναν νεκρό(η) πολεμιστή τον γρονθοκόπησε μέχρι θανάτου, «εν βρασμώ ψυχής». Ο μόνος που θρήνησε τον θάνατό του λέγεται πως ήταν ο Διομήδης. Ο Διομήδης είχε οργισθεί πολύ με τον Αχιλλέα, καθώς ο Θερσίτης ήταν συγγενής του (ο Διομήδης ήταν εγγονός του Οινέα), παρότι είχε ανατρέψει τον σφετερισμό του θρόνου της Καλυδώνας. Τον υπερασπίστηκε μετά θάνατο, κι αυτό γιατί του το υπαγόρευε ο κώδικας τιμής λόγω της συγγένειας που είχε μαζί του Με αρκετό κόπο κατάφεραν οι πολεμιστές να συμφιλιώσουν τους δύο ήρωες. Για να εξαγνισθεί από το μίασμα του φόνου, ο Αχιλλέας αναγκάσθηκε μετά να ταξιδέψει στη Λέσβο, όπου θυσίασε στον Απόλλωνα, στην Αρτέμη και στη Λητώ. Αναφορά στο περιστατικό αυτό έχουμε επίσης στις “Ηρωίδες” του Οβιδίου και την “Αινειάδα” του Βιργιλίου.

Ο Αχιλλέας σκοτώνει τον Θερσίτη. Ρωμαϊκή σαρκοφάγος, 2ος αι π.Χ.

Ο σύγχρονος αναγνώστης αναρωτιέται πως μπόρεσε ο Θερσίτης να περάσει από τον αξιωματικό στρατολογίας. Ένας σχολιαστής του Ομήρου, ο Βυζαντινός λόγιος Ευστάθιος, υπέθεσε ότι ο μόνος λόγος που επετράπη στον Θερσίτη να συμμετάσχει στην εκστρατεία ήταν ο φόβος ότι αν έμενε πίσω μπορεί να υποκινούσε επανάσταση.

Ο Όμηρος δείχνει  μια καθαρή ταξική προκατάληψη στην περιγραφή του Θερσίτη. Μπορεί να είναι συγκινητικός και στοργικός όταν περιγράφει κοινούς ανθρώπους, ακόμα και χοιροβοσκούς ή σκλάβους-εφόσον αυτοί οι κοινοί άνθρωποι “ξέρουν την θέση τους”. Προς τον Θερσίτη όμως που δεν ήξερε, ο αριστοκράτης βάρδος δείχνεται ανηλεής. Κανένας άλλος χαρακτήρας στον Όμηρο – ούτε ακόμα και ο κανίβαλος Κύκλωπας- δεν περιγράφεται τόσο απωθητικά όσο ο Θερσίτης.
Πέρα από τη μυθολογική και φιλολογική θεώρηση αρκετοί σύγχρονοι μελετητές κι αναγνώστες της Ιλιάδας αναγνωρίζουν στο πρόσωπο του Θερσίτη έναν λαϊκό πολεμιστή που εκφράζει τους απλούς μαχητές του στρατοπέδου των Αχαιών. Είναι αυτός, που παρά τις αδυναμίες του, τολμά κι αμφισβητεί το κύρος και την αυθεντία των αριστοκρατών.
Είναι εκπληκτικό το πως η προκατάληψη που δημιούργησε ο Όμηρος κατά του Θερσίτη ζει ακόμα στους κλασσικούς φιλολόγους. Χαρακτηριστική είναι η υποτιμητική μεταχείριση που του γίνεται στο Oxford Classical Dictionary, όπου περιγράφεται σαν “άσχημος, κακόγλωσσος άνθρωπος, που τα βάζει με τον Αγαμέμνονα μέχρις ότου σωπαίνει αφού φάει ξύλο από τον Οδυσσέα”. Το OCD προσθέτει: “Προφανώς από την περιγραφή του είναι χαμηλής καταγωγής”.
Το γερμανικό αντίστοιχο του OCD είναι ακόμα πιο σκληρό. Στο Kleine Pauly, ο Θερσίτης περιγράφεται ως στασιαστής, συκοφάντης και καυχησιάρης. Η επίθεση του στον Αγαμέμνονα ορίζεται ως ανατρεπτικός λόγος ενός αδίστακτου ταραξία. Σε καμία από τις ανωτέρω εγκυκλοπαίδειες δεν αναφέρεται στο άρθρο περί Θερσίτη ότι αυτή ήταν η πρώτη απόπειρα ενός απλού ανθρώπου να μιλήσει ελεύθερα στις συνελεύσεις του Ομήρου. Αλλά στο άρθρο του OCD περί Δημοκρατίας, ο Victor Ehrenberg ανιχνεύει το σπέρμα της ελληνικής δημοκρατίας πίσω στο δεύτερο βιβλίο της Ιλιάδας. “Αρχίζοντας από τον Θερσίτη”, έγραψε, “υπήρξαν πάντοτε κινήσεις κατά της εξουσίας των ευγενών και των πλουσίων, καθώς οι κατώτερες τάξεις ελεύθερων ανθρώπων προσπαθούσαν να αποκτήσουν πλήρη πολιτικά δικαιώματα”

Πόσα επίθετα του έχουν δοθεί. Όλα αρνητικά. «Δειλός», γιατί εκτιμούσε τη ζωή του και δεν ήταν διατεθειμένος να τη χάσει για την «υστεροφημία» ενός ευγενή. «Ζητιάνος», γιατί η κατοχή γης θεωρούνταν τότε η απόδειξη πλούτου κι αυτός δεν είχε.  «Αυθάδης», γιατί δεν παραδέχονταν καμιά «αυθεντία» και αρνιόταν να σιωπήσει και να αφεθεί να τον εμπαίξουν. Και κακομούτσουνος, άσχημος, φαλακρός, και στραβοκάνης. Σαν πραγματικός άνθρωπος δηλαδή. Καμιά σχέση με τους θεόμορφους ήρωες με τα ξανθά μαλλιά, τους τετράγωνους ώμους, τους δυνατούς μύες και την ελάχιστη σχέση με τη πραγματικότητα.  Έχει ελαττώματα και αδυναμίες, όπως κάθε φυσιολογικός άνθρωπος, και, παρόλα αυτά, τολμά να αμφισβητήσει το κύρος και τη δύναμη των αριστοκρατών. Εξευτελίζεται, γελοιοποιείται και ξυλοφορτώνεται. Αλλά δεν υποχωρεί και συνεχίζει να αντιμιλά και να ξεσκεπάζει τα κίνητρα των ευγενών ηρώων που, τάχα, κατάγονται από θεούς. Ακόμα και η ανοσιότητά του απέναντι στη νεκρή Πενθεσίλεια ήταν ένας μεγάλος σαρκασμός απέναντι στην επιτηδευμένη θλίψη και τα κροκοδείλια δάκρυα του Αχιλλέα. Γιατί ο Αχιλλέας ήταν αυτός που τη σκότωσε και η αφαίρεση μιας ανθρώπινης ζωής, ακόμα και στη μάχη, δεν μπορεί να σκεπαστεί με υποκριτικό θαυμασμό και καθυστερημένη συμπάθεια.
Είναι ένας άτυπος εκπρόσωπος του λαού, μια πρώιμη φιγούρα λαϊκού αγορητή, ο πρόδρομος του δημοκρατικού αντίλογου, που θα εμφανιστεί μερικούς αιώνες αργότερα στην κλασική Ελλάδα.
Όπου επικράτησαν άνθρωποι σαν τον Θερσίτη, οι πολίτες διεκδίκησαν μερίδιο στην εξουσία για τη συμμετοχή τους στην «οπλιτική φάλαγγα», ώστε η θυσία τους να είναι για την πατρίδα τους και όχι για την δόξα των ηγετών τους. Αντίθετα, όπου η φωνή των «Θερσιτών» δεν εισακούστηκε, οι πλούσιοι εκμεταλλεύτηκαν την ανάπτυξη του εμπορίου, που προκάλεσε η εφεύρεση του νομίσματος, και συσσώρευσαν πλούτο, παραμέρισαν τους ευγενείς και το πολίτευμα έγινε ολιγαρχικό.
Οι βασιλιάδες αντικαταστάθηκαν από τους ευγενείς, οι ευγενείς ανατράπηκαν από τους ολίγους, οι ολίγοι από τους τυράννους, οι τύραννοι από το δήμο και το πολίτευμα της πόλης έγινε δημοκρατικό. Μερικούς αιώνες μετά τον Όμηρο, η Αθήνα του Κλεισθένη, του Εφιάλτη και του Περικλή θα δώσει το λόγο στους απόγονους του Θερσίτη. Κάποια στιγμή αργότερα στην εκκλησία του δήμου, όταν ακούνε το «τις αγορεύειν βούλεται», σηκώνονται, παίρνουν το λόγο, μιλούν με τις ώρες και επιτίθενται άφοβα στους πολιτικούς τους αντιπάλους. Έχουν πολιτικό και πρωταγωνιστικό ρόλο στη σκηνή της δημοκρατίας, φωνάζουν, διαμαρτύρονται, συκοφαντούν.Στη σκηνή της κωμωδίας ο Αριστοφάνης θα στηρίξει όλη του την κριτική στη δημοκρατική Αθήνα πάνω στους Θερσίτες. Τους απλούς κωμικούς ήρωες, που με αθυροστομία σαν του Θερσίτη καταγγέλλουν τους άρχοντες και κατακρίνουν τις πράξεις τους.
Ο Θερσίτης για μας σήμερα δεν είναι ένας χυδαίος και αντιπαθητικός ταραξίας που προσβάλλει τους ευγενείς βασιλιάδες, αλλά ένας τολμηρός άνδρας που έχει το θάρρος της γνώμης του και δεν δειλιάζει να κατηγορήσει την άδικη εξουσία. Η εξουσία δεν αντέχει τον διάλογο. Ούτε τον αντίλογο. Αυτό που επίσης δεν αντέχει είναι η διακωμώδησή της. Ό,ποιοι κατά καιρούς μέσα από την σάτιρα δείχνανε τα μελανά σημεία της κυνηγήθηκαν μανιωδώς. Ένας φίλος είπε κάποτε πως η “Κωμωδία είναι το άλλο πρόσωπο της Νέμεσης”. Ούτε γελαστά πρόσωπα θέλει να συναντά. Η ευδαιμονία και η ευτυχία του απλού κόσμου δεν είναι μέσα στην ατζέντα της. Ο Θερσίτης ίσως να μας θύμησε τον καραγκιόζη. Το ίδιο αθυρόστομος και κακοφτιαγμένος ήταν. Όπως ο Θερσίτης, που έκανε το στράτευμα να γελάει, και ο καραγκιόζης λέγεται πως θανατώθηκε από τον σουλτάνο Ορχάν, επειδή έκανε τους εργάτες να γελάνε.
Ο Θερσίτης είχε τόλμη. Την τόλμη που λίγοι στην ιστορία του κόσμου είχαν. Αυτή την τόλμη πιθανόν να φοβήθηκε ακόμα και ο Πλάτωνας, και για να τον γελοιοποιήσει, τον “βάζει” στο μύθο του Ηρώς, να επιλέγει στην επόμενη ενσάρκωση να γεννηθεί σαν μαϊμού.
Όπως και να ‘χει οι παραινέσεις αυτές του Θερσίτη είναι το σπερματικό γεγονός πίσω από τη γέννηση του πρώτου “εγώ” της λογοτεχνίας (Η ανακάλυψη της ατομικότητας είναι αναγκαία για την δημοκρατία.), του Αρχίλοχου, που πανηγυρίζοντας για την διάσωση του στη μάχη βάζοντας το στα πόδια, αποσάθρωσε τα ιδανικά της ομηρικής εποχής.
Και πίσω από τους ναύτες- οπλίτες του Θεμιστοκλή, λαϊκής καταγωγής όλοι, που απαίτησαν και κέρδισαν την επέκταση των δικαιωμάτων του πολίτη και την δυνατότητα να μετέχουν σε όλα τα αξιώματα της νεόκοπης αθηναϊκής δημοκρατίας.
Και τις απόψεις του Ιππία του Ήλειου, του Αντιφώντα και των άλλων σοφιστών για τη φυσική ισότητα όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως καταγωγής, φύλου ή εθνικότητας.
Και στην υπό το Σπάρτακο εξέγερση των δούλων.
Και την εξέγερση των  “ζηλωτών” στη Θεσσαλονίκη.
Και στην “ελευθερία, ισότητα, αδερφοσύνη ” της γαλλικής επανάστασης.
Τον “Θούριο” του Ρήγα.
Και η “αυθάδεια” του Θερσίτη προκάλεσε των αγώνα των Θεσσαλών αγροτών κατά τον τσιφλικάδων…Ατελείωτος ο κατάλογος από ανάλογους Θερσίτες που τόλμησαν να αμφισβητήσουν την  εξουσία. Σας αφήνω να τον συμπληρώσετε εσείς.
Ο Θερσίτης δεν “έκατσε φρόνιμα”, δεν “κοίταξε μόνο την δουλειά του”, δεν έσκυψε το κεφάλι του , δεν “έγλειψε” την εξουσία για να του πετάξουν ένα ξεροκόμματο ή μια ευνοϊκότερη μεταχείριση. Ο Θερσίτης δεν σώπασε, δεν κοίταξε τον ουρανό και δεν κατηγόρησε κανέναν θεό για την τύχη του. Ήξερε πως άνθρωποι ήταν αυτοί που την κανόνιζαν. Και μέσα σε όλα αυτά, θυμήθηκα τα λόγια του Λουντέμη: “Αν ήρθες σ’ αυτόν τον κόσμο για να μετρήσεις τα χρόνια σου, και να ζήσεις μιαν φρόνιμη ζωή, δεν έχεις να φοβηθείς τίποτε. Τους φρόνιμους δεν τους πειράζει κανείς. Μα αν είναι να χαθεί κάποτε ο κόσμος θα χαθεί από τους φρόνιμους. Γιατί αυτοί κάναν τους ισχυρούς, ισχυρότερους”.
Και κάποιος άλλος συμπλήρωσε: “Όπου αμφισβήτηση, εκεί ελευθερία”.
Ευτυχώς που ανάμεσά μας ζήσανε και ζούνε κάποιοι Θερσίτες.

(Για να πραγματοποιηθεί το παραπάνω άρθρο πληροφορίες συλλέχθηκαν από άρθρα για τον Θερσίτη των: Αλέξη Τότσικα -βικιπαίδεια- Η Δίκη Του Σωκράτη του I.F.STONE- Καθημερινή- afterschool bar- Χείλων- Καίτη Βασιλάκου- ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ)

  

 

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *