Μετά τα χιλιάδες κατασχετήρια που έλαβαν όσοι έχουν ληξιπρόθεσμα χρέη προς την Εφορία -παρά το γεγονός ότι στους σχεδιασμούς είναι η εξόφληση των οφειλών σε 100 δόσεις- «ραβασάκια» θα σταλούν και σε εκείνους που…
δανείστηκαν με κρατικές εγγυήσεις: Φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις με χρέη από κατάπτωση των εγγυήσεων θα κληθούν να πληρώσουν ή σε διαφορετική περίπτωση θα δουν την περιουσία τους να βγαίνει στο «σφυρί».
Μέσα στις επόμενες ημέρες, δανειολήπτες που εξυπηρετήθηκαν στο παρελθόν από το δημόσιο –το οποίο εγγυήθηκε για το δάνειο τους- αλλά δεν ήταν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, θα λάβουν ειδοποιήσεις που θα τους ενημερώσουν να μεριμνήσουν άμεσα για την πληρωμή των δόσεων αλλά και του «καπέλου» των τόκων που έχει πληρώσει για λογαριασμό τους το ελληνικό Κράτος.
Αλλιώς, το υπουργείο Οικονομικών θα εισπράξει τα χρέη ακολουθώντας την πεπατημένη με τα ληξιπρόθεσμα χρέη: Σπίτια, οικόπεδα, εξοχικά, βιομηχανικά κτίρια, εγκαταστάσεις της εταιρίας, αυτοκίνητα αλλά και άλλα πάγια στοιχεία της επιχείρησης θα κατασχεθούν μέχρι να «ισοφαριστεί» το ποσό του χρέους προς την εφορία.
Επίσης, με εντολή εισαγγελέα θα ανοιχτούν όλοι οι τραπεζικοί λογαριασμοί του οφειλέτη, όπως δηλαδή και με τα ηλεκτρονικά κατασχετήρια, και στην περίπτωση που βρεθούν καταθέσεις οι εισπρακτικές αρχές θα προχωρήσουν σε αυτόματη ανάληψη αυτών των χρημάτων.
Στα «ραβασάκια» που έχει συντάξει το υπουργείο σε συνεννόηση με την «25η Διεύθυνση Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων και Αξιών» θα αναγράφονται:
*Τα στοιχεία και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του οφειλέτη,
* Το είδος και το ποσό του χρέους, μαζί με τους τόκους που έχουν ήδη υπολογισθεί από την κείμενη νομοθεσία,
* Ο αριθμός και η χρονολογία καταχώρησης του χρέους ως δημόσιο έσοδο ή ο τίτλος στον οποίο βασίζεται το χρέος,
* Επιμέρους στοιχεία του χρέους (ιστορικό), όπως: είδος δανείου, ύψος δανειακής σύμβασης, συνολικό οφειλόμενο ποσό (βασική βεβαιωμένη οφειλή) σε κεφάλαιο, συμβατικοί τόκοι, τόκοι υπερημερίας, τυχόν τόκοι εξ ανατοκισμού, έξοδα προμήθειες,
* Ο χρόνος και το τρόπος εξόφλησης της οφειλής.
Από το 2010 που η Ελλάδα μπήκε στο μνημόνιο, το δημόσιο κλήθηκε κάθε χρόνο να αντιμετωπίσει καταπτώσεις εγγυήσεων, οι οποίες ανέρχονται κατά μέσον όρο σε 1 δισ. ετησίως.
Οι καταπτώσεις εγγυήσεων επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό από τη στιγμή που ο φορέας ή το φυσικό πρόσωπο που έχει δανειστεί με εγγύηση του δημοσίου αδυνατεί να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του.
Η χορήγηση εγγυήσεων του δημοσίου, σε επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αλλά και σε οποιονδήποτε άλλον, ώστε να μπορούν να δανειστούν και να καλύψουν τα τρέχοντα ελλείμματα, υπήρξε πάγια πρακτική, για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας. Σημειώνεται πως μόνον στο διάστημα 2006 – 2011 περίπου 15.000 κρατικές και ιδιωτικές επιχειρήσεις έλαβαν την εγγύηση του Δημοσίου για δάνεια ύψους μεγαλύτερου των 5,5 δισ. ευρώ.
Η οικονομική κρίση είχε ως αποτέλεσμα πολλές από τις εγγυήσεις αυτές που αφορούν σε φορείς τόσο εντός γενικής κυβέρνησης όσο και εκτός γενικής κυβέρνησης να καταπέσουν επιβαρύνοντας αντίστοιχα τον κρατικό προϋπολογισμό.
Υπήρχαν ωστόσο και περιπτώσεις επιχειρήσεων που «δολίως» πτώχευσαν αναγκάζοντας το Δημόσιο να πληρώσει τεράστια ποσά τόκων από τα δάνεια που κατέπεσαν.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι μέσα στην λίστα με τους επιχειρηματίες που τα προηγούμενα χρόνια πήραν δάνεια με εγγυητή το δημόσιο περιλαμβάνονται ονόματα εταιριών από τον χώρο της βιομηχανίας, της μεταποίησης, των τροφίμων και της νηματουργίας.
Στελέχη του υπουργείου Οικονομικών κάνουν λόγο για μία «βιομηχανία» συντήρησης των προβληματικών ΔΕΚΟ, οι οποίες όλα αυτά τα χρόνια συσσώρευαν ελλείμματα και κανείς δεν τους υποχρέωνε να τα αντιμετωπίσουν. Τα ελλείμματα μετατρέπονταν σε χρέη που καλύπτονταν από εγγυήσεις του δημοσίου.
Το πρόβλημα οξύνθηκε όταν ξέσπασε η κρίση αφού πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις δεν μπορούσαν ανανεώσουν τα δάνεια με αποτέλεσμα να αρχίσει η κατάπτωση τους.
Οι καταπτώσεις με την σειρά τους «έπνιξαν» τον προϋπολογισμό, ο οποίος το 2010 πλήρωσε το ποσό των 974,2 εκατ. ευρώ. Το 2011, οι καταπτώσεις ανήλθαν σε 1,44 δισ. ευρώ και το 2012 σε 795,5 εκατ. ευρώ. Το 2013 αυξήθηκαν σε 868,4 εκατ. ευρώ, ενώ το 2014 η επιβάρυνση από τις τόκους και τα χρεολύσια θα φθάσει το 1,23 δισ. ευρώ.
Use Facebook to Comment on this Post