Οι περιγραφές ανθρώπων που έχουν βιώσει μεταθανάτιες ή εξωσωματικές εμπειρίες, ενώ βρίσκονται στο χειρουργείο υπό την επήρεια ισχυρών φαρμάκων ή είναι για κάποιο διάστημα κλινικά νεκροί, είναι είναι πολλές και οι απόψεις διίστανται για το κατά πόσο τα οράματα που βλέπουν είναι μια άλλη πραγματικότητα ή απλώς παιχνίδια του μυαλού.
Ωστόσο πληθαίνουν οι μαρτυρίες επιστημόνων, ανθρώπων που κάποτε ήταν δύσπιστοι και απέρριπταν τέτοιου είδους μαρτυρίες, που η ζωή τα έφερε έτσι και απέκτησαν επαφή με το επέκεινα.
Μια τέτοια περίπτωση ήταν και ο γιατρός Rajiv Parti ο οποίος είχε ακούσει πολλούς ασθενείς να περιγράφουν τέτοιες εμπειρίες και τις απέρριπτε αυτομάτως ως ανοησίες, μέχρι τη στιγμή που βρέθηκε και αυτός στο τραπέζι του χειρουργείου.
Ο Parti διαγνώσθηκε με καρκίνο του προστάτη και υπεβλήθη σε μια σειρά χειρουργικών επεμβάσεων.
Πριν μιλήσει για τη δική του εμπειρία περιγράφει το εξής περιστατικό με έναν ασθενή του τον οποίο ο ίδιος νάρκωσε και με τεχνικές διεργασίες η ιατρική ομάδα σταμάτησε την καρδιά του, αντικατέστησε το αίμα του με ένα ειδικό υγρό προκειμένου μέσα σε μια ώρα να αποκαταστήσουν μια βλάβη στη βασική αρτηρία που οδηγεί στην καρδιά.
«Ήταν η δουλειά μου να κρατήσω τον ασθενή καθ΄όλη τη διάρκεια της επέμβασης ναρκωμένο» λέει ο Rajiv Parti και προσθέτει: «Η επέμβαση είχε αίσιο τέλος. Όταν ο ασθενής ξύπνησε από τη νάρκωση ήμουν δίπλα του και τον είδα να χαμογελάει. Τότε μου είπε: “Σας έβλεπα. Είχα βγει έξω από το σώμα μου και αιωρούμουν στο ταβάνι. Είδα εσένα που ήσουν στο προσκεφάλι μου, τη νοσοκόμα, το γιατρό που μου έκανε τα ράμματα”».
«Πώς μπορεί να τα έβλεπε όλα αυτά; Δεν ήταν η πρώτη φορά που μου περιέγραφαν κάτι ανάλογο και άλλοι ασθενείς μου, στα 25 χρόνια της καριέρας μου, ισχυριζόντουσαν ανάλογες καταστάσεις. Κάποιοι μου περιέγραφαν ένα έντονο φως που τους τραβούσε, άλλοι έλεγαν πως είχαν συναντήσει μέλη της οικογένειάς τους που δεν ήταν πλέον στη ζωή. Όμως όλα αυτά τα θεωρούσα ανοησίες και πάντα τους έλεγα ότι θα επιστρέψω για να το συζητήσουμε κάτι το οποίο ποτέ δεν έκανα» λέει ο άπιστος γιατρός.
Ο ίδιος περιγράφει πως ζούσε μια καλή αν και ματεριαλιστική ζωή με τη σύζυγό του τον Arpana, οδοντίατρος στο επάγγελμα. Οι δουλειές πήγαιναν καλά, μάλιστα άνοιξε και δική του κλινική, αγόρασαν μεγαλύτερο σπίτι, καλύτερο αυτοκίνητο για να καταλήξουν σε κάποιο supercar. Τα είχε σχεδιάσει όλα, όπως εξομολογείται, τα τρία του παιδιά θα πήγαιναν στα καλύτερα πανεπιστήμια, ο μεγαλύτερος γιος δεχόταν αφόρητες πιέσεις για να γίνει και αυτός γιατρός όπως ο ίδιος είχε δεχθεί πιέσεις από τον πατέρα του για να ακολουθήσει αυτό το επάγγελμα που τώρα τον είχε ανεβάσει στην κορυφή του κόσμου.
Όμως κανείς δεν έχει συμβόλαιο με τη ζωή και την ευτυχία. Έτσι το 2008 σε ηλικία 51 ετών ο Parti διαγνώσθηκε με καρκίνο του προστάτη.
«Ήμουν εξοργισμένος με τον Θεό. Τι είχα κάνει για να μου συμβεί αυτό. Δεν μου άξιζε, έλεγα. Ωστόσο βρήκα τον καλύτερο χειρουργό της χώρας για να μου κάνει την επέμβαση και με διαβεβαίωσε πως όλα θα πάνε καλά και δεν θα υπάρξουν επιπλοκές. Δυστυχώς υπήρξαν, συνέβη ένα τραγικό λάθος με αποτέλεσμα να υποβληθώ μέσα σε δύο χρόνια σε άλλα πέντε χειρουργεία για να αποκατασταθεί η βλάβη, αλλά κανένα από αυτά δεν πήγε πολύ καλά» λέει.
«Ώσπου μια ημέρα, μόλις δύο εβδομάδες έπειτα από την πέμπτη επέμβαση, ένιωσα ότι θα λιποθυμήσω, ανέβασα πυρετό και ήξερα πολύ καλά τι μου συνέβαινε. Παρά την ισχυρή αντιβίωση που έπαιρνα μια μόλυνση εξαπλωνόταν ραγδαία στην κοιλιά μου και εάν δεν αντιμετώπιζα την κατάσταση άμεσα θα πέθαινα από σηπτικό σοκ» θυμάται.
Η γυναίκα του ήταν παρούσα σε όλη τη σκηνή και με δάκρυα στα μάτια κατάφερε να τον βάλει στο ακριβό τους αυτοκίνητο και να το πάει στο νοσοκομείο. Εκεί οι νοσοκόμοι τον έβαλαν σε ένα κρεβάτι με ρόδες και το πήγαν κατευθείαν στο χειρουργείο.
Μέσα στη θολούρα του μπορεί ακόμη και επικοινωνεί με τους γιατρούς που ετοιμάζονται για την επέμβαση, μάλιστα αφού λέει την επαγγελματική ιδιότητά του στον αναισθησιολόγο και τον ρωτά ποιες ουσίες θα χρησιμοποιήσει για τη νάρκωση, συναινεί και αφήνεται στα χέρια τους.
« “Είσαι έτοιμος;” με ρώτησε ο γιατρός και πριν προλάβω να απαντήσω είχα ναρκωθεί. Όμως ξαφνικά είχα και πάλι συναίσθηση. “Τι συνέβη, διερωτήθηκα τελείωσε ήδη η επέμβαση;” Ένιωσα να ανυψώνομαι και ένα σφίξιμο στο στομάχι όπως όταν ένα ασανσέρ σε ανεβάζει με μεγάλη ταχύτητα στον 20 όροφο ενός κτιρίου. Τότε ήταν που είδα την ιατρική ομάδα να με χειρουργεί. Είχα βγει από το σώμα μου και τους παρατηρούσα. Είδα που με είχαν ανοίξει, άκουσα το γιατρό να λέει ένα άσεμνο αστείο, το οποίο δεν επαναλαμβάνω, με το οποίο όλοι γέλασαν όπως και εγώ επίσης. Όμως τι συνέβαινε ήμουν πράγματι εγώ αυτός που τα ζούσε όλα αυτά και τι ακριβώς ζούσα. Πώς γίνεται να είμαι σε δύο μέρη ταυτόχρονα. Τότε ήταν που συνέβη το άλλο. Άλλαξε η προοπτική που έβλεπα τα πράγματα και για του λόγου το αληθές αν και εξακολουθούσα να είμαι στο χειρουργείο, παράλληλα έβλεπα την μητέρα μου και την αδελφή μου να κάθονται στον καναπέ του πατρικού μας που βρισκόταν χιλιάδες χιλιόμετρα μακρυά στο Νέο Δελχί. Η σκηνή ήταν ζωντανή και διέκρινα λεπτομέρειες. Η αδελφή μου φορούσε ένα τζιν με ένα κόκκινο πουλόβερ και η μητέρα μου ένα πράσινο πέπλο και πράσινο πουλόβερ. “Τι θα μαγειρέψουμε για βραδινό ρώτησε τη μητέρα η αδελφή μου. “Κάνει κρύο έξω ας φτιάξουμε μια σούπα, φακές απάντησε».
Η αφήγηση του Rajiv Parti συνεχίζεται: «Ένας ήχος από το χειρουργικά εργαλεία που ακούμπησαν στο μεταλλικό τραπέζι τράβηξαν και πάλι την προσοχή μου στο σώμα μου και στους γιατρούς. “Ο τύπος είναι χάλια, είναι τυχερός που ζει” είπε ο γιατρός. Τότε όμως πανικοβλήθηκα. Θα επανέλθω στο σώμα μου ή είμαι καταδικασμένος να περιφέρομαι στην αιωνιότητα ως πνεύμα. Μήπως πέθανα; Ένιωθα σαν αστροναύτης έξω από τη στολή του. Ξαφνικά όλα ξεθύμαναν και με κάλυψε ένα μαύρο. Πίστεψα ότι επανέρχομαι στο σώμα μου και ανακουφίστηκα».
Έτσι νόμισε, αλλά αντίθετα περιγράφει μια τρομακτική εμπειρία.
«Τότε με κατέλαβε ο απόλυτος τρόμος. Στα δεξιά μου άρχισα να ακούω ουρλιαχτά πόνου και αγωνίας, με παρέσυρε μια ανεξήγητη κίνηση και βρέθηκα σε ένα φλεγόμενο φαράγγι. Ημουν στην άκρη του και καπνός μαζί με μια αηδιαστική μυρωδιά καμμένης σάρκας γέμισε τα ρουθούνια μου. Ήξερα ότι βρισκόμουν στο χείλος της κολάσεως. Προσπάθησαν να απομακρυνθώ όμως κάθε φορά που προσπαθούσα να κάνω ένα βήμα πίσω, μια αόρατη δύναμη με έσπρωχνε μπροστά. Μια φωνή μου αποκρίθηκε, τηλεπαθητικά και άκουσα να μου λέει: “Έχεις διάγει μια ζωή υλιστική. Ήσουν ατομιστής”. Ήξερα ότι ήταν αλήθεια και ένιωσα ντροπή. Με την πάροδο των χρόνων έπαψα να νοιάζομαι για τους ασθενείς μου, με ενδιέφεραν μόνο τα λεφτά τους. Εκεί στο χείλος της κολάσεως θυμήθηκα μια ασθενή μου με αρθρίτιδα η οποία υπέφερε από πόνους και ενώ της έγραφα φάρμακα για τον πόνο έκλαιγε. Έκλαιγε όχι για τον πόνο που την ταλαιπωρούσε αλλά για τον άντρα της που πέθαινε από καρκίνο. Με ρώτησε τι να κάνει και της απάντησα πως δεν έχω χρόνο να συζητήσω μαζί της καθώς είχα και άλλους ασθενείς που με περίμεναν. Ήμουν σαν ρομπότ, είχα εκπαιδεύσει τον εαυτό μου να είναι αποκομμένος από κάθε συναίσθημα, ή καλύτερα με είχα εκπαιδεύσει να νοιάζομαι μόνο για εμένα. Ενώ άκουγα όλες αυτές τις κραυγές και μύριζα όλες αυτές τις απαίσιες μυρωδιές κατάλαβα πόσο μάταια ήταν όλα τα υλικά που είχα αποκτήσει. Το μεγάλο σπίτι, τα ξεχωριστά δωμάτια που έπρεπε να επικοινωνούμε μέσω των κινητών μας τηλεφώνων. Η ντροπή και η απελπισία με είχε καταλάβει. Δεν υπήρχε διαφυγή από αυτό το μέρος. Ωστόσο προσευχήθηκα για μια ακόμη ευκαιρία. Θεέ μου, δώσε ακόμη μια ευκαιρία, είπα».
Οι προσευχές του εισακούσθηκαν.
«Σχεδόν την ίδια στιγμή, μου δόθηκε η δεύτερη ευκαιρία που ζήτησα στη μορφή του τελευταίου ανθρώπου που περίμενα ποτέ να δω, τον πατέρα μου. Τον αναγνώρισα αμέσως ήταν 30 χρόνια νεώτερος από την ηλικία που πέθανε. Με έπιασε από το χέρι και με οδήγησε έξω από την κόλαση που είχα βρεθεί, σαν να ήμουν μικρό παιδί. Με αγκάλιασε με τρυφερότητα, δεν θυμάμαι να το είχε ξανακάνει αυτό. Στα 53 μου ακόμη φοβόμουν πως εάν έκανα λάθος φοβόμουν πως θα με τιμωρούσε, θα με έδερνε, όπως είχε κάνει τόσες φορές όταν ήμουν παιδί. Ομως τότε κατάλαβα πως αντιλαμβανόταν τα πράγματα. Το έκανε γιατί δεν ήθελε να χαραμίσω τη ζωή μου. Κατάλαβα το μυαλό του. Δεν ήταν θυμός όταν με έδερνε άλλά φόβος. Η τυραννία του προερχόταν από την αγάπη του για εμένα. Και τώρα με έσωζε από την κόλαση και η καρδιά μου γέμισε αγάπη κοιτώντας τον. “Ο θυμός περνάει από τον έναν στον άλλον. Μπορείς να το σταματήσεις. Σταμάτα να είσαι θυμωμένος. Επέλεξε την αγάπη είναι το πιο σημαντικό πράγμα στο σύμπαν” μου είπε και τον ρώτησα εάν θα μπορέσω να επιστρέψω στη Γη. Τότε βρεθήκαμε σε ένα τούνελ μαζί με άλλους ήταν οι πρόγονοί μου που με καλωσόριζαν.Έπειτα έμεινα μόνος και έβλεπα σκηνές από το παρελθόν μου ένιωθα την αγάπη της μητέρας μου. Τότε πάλι μια φωνή μου μίλησε, τηλεπαθητικά. “Οι απλές στιγμές είναι οι πιο σημαντικές. Όλες οι στιγμές είναι μνήμες και μαθήματα. Όλες οικοδομούν τον χαρακτήρα σου”.
Οι αρχάγγελοι
«Τότε δύο αγγελικές μορφές εμφανίσθηκαν με τη μορφή ανθρώπου. Ήταν οι αρχάγγελοι Γαβριήλ και Μιχαήλ με πήραν και με ανύψωσαν. Βρέθηκα σε ένα ωραίο τόπο, εύφορο και ευωδιαστό που μου προκαλούσε μεγάλη ευχαρίστηση. Όμως οι Αρχάγγελοι με πήραν και με πήγαν σε ένα ακόμη πιο ψηλό επίπεδο το υψηλότερο το οποίο περιβαλλόταν από ένα υπέρλαμπρο φως. “Είναι το υψηλότερο επίπεδο που απαρτίζεται από αγάπη και διάνοια, αυτό που είναι το σύμπαν” μου είπε ο Αρχάγγελλος και συνέχισε: “Η φώτιση έρχεται όταν ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι το μόνο που έχει σημασία είναι η αγάπη. Όμως οι περισσότεροι άνθρωποι δνε το καταλαβαίνουν αυτό”».
Ο Parti ανέβηκε και σε άλλο επίπεδο όπου ένα γαλάζιο φως τον αγκάλιασε επρόκειτο για μια οντότητα, δεν υπήρχε φύλο, ήταν η απόλυτη αγάπη. Τηλεπαθητικά τον συμβούλευσε να επαναξετάσει τη ζωή του και να κάνει τις απαραίτητες αλλαγές. Του είπε πως από εδώ και στο εξής στόχος της ζωής του θα είναι να γιατρεύει ψυχές και να ανακουφίζει τους ανθρώπους από τον πόνο και τη θλίψη. Το επόμενο που θυμάται είναι που άνοιξε τα μάτια στο κρεβάτι μετά το χειρουργείο. Ο γιατρός του είπε πως η επέμβαση ήταν πολύ δύσκολη και αυτός του απάντησε πως τα είδε όλα. Φυσικά ο γιατρός ήταν δύσπιστος. Ο Parti του είπε το αστείο που άκουσε κατά τη διάρκεια του χειρουργείου για να λάβει την απάντηση ότι ίσως η νάρκωση να μην τον είχε πιάσει τελείως και έφυγε από την αίθουσα, όπως ακριβώς έκανε και ο Parti στο παρελθόν.
O Parti όταν ανάρρωσε εγκατέλειψε τη δουλειά του ως επικεφαλής αναισθησιολόγος από το νοσοκομείο Bakersfield Heart Hospital στην California, ξεφορτώθηκε τα ακριβά αμάξια, πούλησε το τεράστιο σπίτι του και μετακόμισε σε ένα μικρότερο. Στη συνέχεια άρχισε να θεραπεύει ασθενείς με προβλήματα εθισμού και καταθλίψεις με διαλογισμό και εναλλακτικές μεθόδους. Ενθάρρυνε τον γιο του να κάνει ότι θέλει με τις σπουδές του και η σχέσεις με όλη την οικογένειά του άλλαξαν προς το καλύτερο. Η μαρτυρία του είναι απόσπασμα από το βιβλίο του Adapted from Dying To Wake Up όπως το δημοσίευσε η Daily Mail.
Ακούστε τον ίδιο να περιγράφει την εμπειρία του