Μια κοσμοϊστορική μορφή, που επηρέασε περισσότερο από κάθε άλλη προσωπικότητα τις τύχες και το πεπρωμένο όλης της ανθρωπότητας.
Το όνομα του Μεγάλου Αλεξάνδρου χαρακτηρίζει το τέλος μιας εποχής και την αρχή μιας νέας.
Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε στην Πέλλα, την πρώτη πρωτεύουσα του Μακεδονικού κράτους το 356 π.χ. κ πέθανε στη Βαβυλώνα το 323 π.χ.
Πατέρας του ήταν ο βασιλιάς Φίλιππος της Μακεδονίας που υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα στρατηγικά πνεύματα όλων των εποχών. Μόλις ανέβηκε στο βασιλικό θρόνο, απήλλαξε το Μακεδονικό κράτος από τις εσωτερικές αναταραχές, κατέλαβε όλους τους εχθρούς και επεκτάθηκε στη Βαλκανική. Σχεδίασε την εκστρατεία κατά του Περσικού κράτους, που πραγματοποίησε ο Μέγας Αλέξανδρος. Με την ισχυρή του προσωπικότητα, το στρατιωτικό και πολεμικό του πνεύμα, ο Φίλιππος επηρέασε όσο κανείς άλλος τον Αλέξανδρο και προδιέγραψε το ιστορικό του πεπρωμένο.
Μητέρα του ήταν η Ολυμπιάδα, κόρη του Νεοπτόλεμου του Α, βασιλιά του ηπειρωτικού λαού, των Μολοσσών. Υπήρξε μια από τις ισχυρότερες μορφές που γνώρισε ο κόσμος, φιλόδοξη και φίλαρχη, ατίθαση και αδίστακτη. Δεν γνώριζε τι θα πει εμπόδιο και μέτρο, με βίαια πάθη και έντονο μυστικισμό. Κατά τον Αρριανό επηρέασε βαθύτατα την ψυχή του γιου της, ο οποίος αισθανόταν προσήλωση σε αυτήν σε όλη του τη ζωή.
Ο Αλέξανδρος καταγόταν από την πλευρά του πατέρα του από τον Ηρακλή, και από την πλευρά της μητέρας του από τον Αχιλλέα.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η Ολυμπιάδα την πρώτη νύχτα του γάμου της είδε μια βροντή και ένοιωσε έναν κεραυνό να πέφτει στην κοιλιά της, και από την πληγή έβγαινε πολύ φωτιά που διασκορπίζονταν σε φλόγες, οι οποίες διαλύοντο. Ο Φίλιππος έπειτα από το γάμο του ονειρεύτηκε ότι έθετε σφραγίδα στη κοιλιά της γυναίκας του που παρίστανε λέοντα. Έτσι ο Αλέξανδρος υπό την επήρεια των μυστικιστικών τάσεων που κληρονόμησε από τον πατέρα και την μητέρα του, θεωρούσε τον εαυτό του γιο του Άμμωνα Δία.
Ο Αλέξανδρος όπως είπαμε, γεννήθηκε και έζησε στη Μακεδονία. Άρα η ψυχολογία του μακεδονικού κόσμου όπως ήταν φυσικό, διαμόρφωσε τον χαρακτήρα του. Η εσωτερική συγκέντρωση, η αυτοκυριαρχία, η σιδηρά θέληση, ο πνευματικός και ηθικός του κόσμος, ήταν ο κόσμος του Μακεδόνα, που για αιώνες ήταν ριζωμένος στη Βόρεια Ελλάδα.
Το νεαρό αγόρι δεν επηρεάστηκε μόνο από τους γονείς του, αλλά μεγάλη ήταν και η επίδραση του φιλόσοφου Αριστοτέλη. Εκείνος τον μύησε στο ελληνικό πνεύμα ιδιαίτερα στις μυθικές ιστορίες.
Του εμφύσησε την αγάπη για την Ιλιάδα, την ιστορία του Τρωικού πολέμου. Στην Ιλιάδα οι ήρωες με τη δύναμη και τους άθλους τους κερδίζουν δύναμη και δόξα. Ένας από αυτούς είναι ο Αχιλλέας, ο αρχετυπικός Έλληνας πολεμιστής, το πρότυπο του Αλέξανδρου που ήθελε πάντα να είναι ανάμεσα στους καλύτερους. Ένα πρότυπο που έπρεπε όχι μόνο να μιμηθεί, αλλά και να ξεπεράσει.
Όταν ήταν 13 ετών, έφυγε για να μαθητεύσει κοντά στο φιλόσοφο Αριστοτέλη. Επί τρία έτη τον δίδαξε ηθική φιλοσοφία, διαλεκτική, ρητορική, μεταφυσική, οικονομία, πολιτική, ιατρική, φυσική, γεωγραφία, και τις απόρρητες βαθιές διδασκαλίες που λίγοι γνώριζαν. Όταν τελείωσε τα μαθήματα, ο Αριστοτέλης του χάρισε ένα χειρόγραφο πάπυρο με την Ιλιάδα, τον οποίο ο Αλέξανδρος δεν αποχωρίσθηκε ποτέ όσο ζούσε. Συχνά έλεγε: στον πατέρα μου οφείλω το ζην και στο δάσκαλό μου το ευ ζην.
Σε ηλικία 20 ετών ο Αλέξανδρος, μετά τη δολοφονία του πατέρα του, στέφεται βασιλιάς. Η κληρονομιά του ήταν ένας μεγάλος στρατός, αλλά και μια μεγάλη πολιτική αστάθεια. Μέσα σε ένα χρόνο καταφέρνει να καταπνίξει κάθε επανάσταση στην Ελλάδα και να εδραιώσει την εξουσία του. Η Μακεδονία όμως δεν του ήταν αρκετή. Στόχος του ήταν ο παλιός εχθρός των Ελλήνων, οι Πέρσες. Έτσι την άνοιξη του 334 ξεκινά την ιστορική εκστρατεία του, όπου συμμετέχουν όλοι οι Έλληνες, πλην των Λακεδαιμονίων. Με αφάνταστες δυσχέρειες και μεγαλειώδεις αγώνες πέτυχε κάτι μοναδικό, την κατάκτηση του κόσμου από την Αδριατική μέχρι τον Ινδικό Καύκασο και τον Ινδό ποταμό, σε διάστημα εννέα ετών. Το μόνο που έμενε ήταν να οργανώσει και να διοικήσει το νέο κράτος. Αυτό όμως δεν έγινε γιατί αρρώστησε ξαφνικά από άγνωστη αιτία και στις 13 Ιουνίου του 323 π.χ, σε ηλικία 33 ετών, ο μεγαλύτερος στρατηλάτης που είδε ο κόσμος παρέδωσε το πνεύμα.
Ο Αλέξανδρος ενσαρκώνει και τις δύο τάσεις του Ελληνισμού, οι οποίες τον χαρακτηρίζουν σε όλες τις ιστορικές στιγμές του, και τις οποίες ο Νίτσε επιτυχώς χαρακτήρισε, σύμβολα του απολλωνιακού και διονυσιακού πνεύματος.
Το απολλωνιακό πνεύμα είναι το πνεύμα και η ψυχή του ελληνικού κλασικισμού, του ελληνικού μέτρου, της ελληνικής αρετής και μορφής, της απόλυτης πνευματικής και ηθικής υγείας, κυριαρχίας, ισορροπίας, αρμονίας, γαλήνης.
Το διονυσιακό πνεύμα είναι το πνεύμα του αχαλίνωτου φυσικού πάθους, το οποίο εκρήγνυται σαν θύελλα και κεραυνός και δημιουργεί το δράμα και την τραγωδία, το πνεύμα του ρομαντισμού.
Σε όλη του τη ζωή στην ψυχή του Αλέξανδρου προσπαθούν να κυριαρχήσουν αυτές οι δύο τάσεις, του Απόλλωνος και του Διόνυσου. Μεταξύ αυτών των δύο αγωνίζεται και συγκρούεται η προσωπικότητα του.
Από αυτές τις δύο τάσεις κυριαρχείται κι ο Ελληνικός κόσμος. Σε όλη του την ιστορία, από αυτές τις συγκρούσεις, δημιουργείται το αιώνιο ελληνικό δράμα. Η ιστορία μας είναι ζυμωμένη από φως και σκοτάδι. Αυτό είναι το δράμα των αέναων μεταπτώσεων του ελληνισμού, από την κορυφή στα χείλη της αβύσσου.
Ο Αλέξανδρος υπήρξε ο τελειότερος εκπρόσωπος του Ελληνικού κόσμου. Ο πνευματικός και ιδεαλιστικός χαρακτήρας και το εκπολιτιστικό του έργο, τον ξεχωρίζουν από τους άλλους μεγάλους κατακτητές που υπήρξαν καταστροφείς των πολιτισμών και μάστιγες της ανθρωπότητας. Ο Αλέξανδρος ένωσε σχεδόν όλο τον γνωστό τότε κόσμο κι έδωσε τα φώτα του Ελληνικού πολιτισμού στους λαούς της Ανατολής. Αντικειμενικός σκοπός του ήταν η θεμελίωση ενός παγκόσμιου κράτους που θα κυριαρχούσε το φως του ελληνικού πολιτισμού. Ενδεικτικό αυτού του σκοπού ήταν το πλήθος των φιλοσόφων, ιστορικών, αρχιτεκτόνων και κάθε είδους επιστημόνων που είχε μαζί στην εκστρατεία του.
Ο Αλέξανδρος πέρασε από τον κόσμο σαν σεισμός και αστραπή. Συγκλόνισε όλο τον κόσμο και με τον Πήγασο του μύθου διέσχισε το άπειρο της αιωνιότητας.
Ο Αλέξανδρος, όπως κάθε μεγάλη προσωπικότητα που πέρασε στο μύθο, προσαρμόστηκε στις ανάγκες κάθε κοινωνίας που τον γνώρισε, και έγινε ό,τι πιο λαμπρό χρειάζεται ο άνθρωπος για να ελπίζει και να παρηγορείται.
Στη Ρώμη τα νομίσματα του Αλεξάνδρου χρησιμοποιούντο σαν φυλακτά. Οι Αιγύπτιοι τον λάτρεψαν σαν το γιο του Άμμωνα Δία. Οι Άραβες τον ταύτισαν με το Σεβάχ το Θαλασσινό. Οι Μουσουλμάνοι θεώρησαν τον Ιskandar (Αλέξανδρο), Μουσουλμάνο, και του έδωσαν μια θέση στο Κοράνι, σαν τον άνθρωπο με τα δύο κέρατα (τα κέρατα του Άμμωνος). Οι Πέρσες τον είδαν σαν υπερασπιστή της εθνικής τους λατρείας, της πυρολατρείας. O βασιλιάς Δαρείος είχε δηλώσει: Αν φτάσει κάποιος χρόνος μοιραίος που από θεία εκδίκηση ή μεταβολή, πάψει η βασιλεία των Περσών, κανείς να μην καθίσει στο θρόνο του Κύρου πλην του Αλεξάνδρου. Οι Βαβυλώνιοι τον ταύτισαν με το μυθικό τους ήρωα, τον Γιλγαμές Ο Αλέξανδρος έγινε μια από τις ευγενέστερες μορφές του μεσαιωνικού ιπποτισμού και τραγουδήθηκε μέχρι την Ισλανδία. Και από τις δύο πλευρές του Ινδού ποταμού μέχρι τα βουνά της Αιθιοπίας δεν υπάρχει λαός και καμία φυλή που να μη θέλει να τον περιλάβει στις προγονικές της δόξες. Στα βάθη του Τουρκεστάν, οι αρχηγοί υπερηφανεύονται σαν απόγονοι του αήττητου ήρωα. Ο ζωγράφος Θεόφιλος τον είδε σαν τον κύριο εκφραστή της ελληνικής ψυχής και των ιδανικών του ελληνικού λαού. Δίκαια γράφει ο Πλούταρχος: «Εάν δε μέγιστος επαινεί τη φιλοσοφία είναι ότι σκληρά και αμόρφωτα ήθη εξημερώνει και εξευγενίζει, ο Αλέξανδρος φαίνεται ότι εξεπολίτισε τόσους λαούς, αγρίους και ατίθασους, που δικαίως δύναται να θεωρηθεί φιλόσοφος».