Σε μία εποχή κατά την οποία η απεξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο προβάλλει ως επείγουσα προτεραιότητα της Δύσης, είναι λογικό οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο να αποκτούν ιδιαίτερη σημασία. Και μόνο το ταξίδι του Joe Biden στην Κύπρο στις 21 Μαϊου (πρώτη επίσκεψη Αμερικανού αντιπροέδρου στο νησί από το 1962) καταδεικνύει το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων της περιοχής –άρα και για την διευθέτηση πολιτικών εκκρεμοτήτων, όπως το Κυπριακό και το πάγωμα των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων.
Δεν πρόκειται για τη μόνη επίσκεψη του είδους το τελευταίο διάστημα.
Στην Ιερουσαλήμ διοργανώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στον χώρο του ισραηλινού κοινοβουλίου ημερίδα με θέμα “Ισραήλ και Τουρκία: προς ένα νέο κεφάλαιο στις διμερείς σχέσεις”, με προσκεκλημένο τον πρώτο υπουργό Εξωτερικών των Τούρκων ισλαμιστών Γιασάρ Γιακίς. Προτού καν οριστικοποιηθεί η σύναψη συμφωνίας για την αποζημίωση των θυμάτων του πλοίου Mavi Marmara και η αποκατάσταση των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων αδημονούντες επιχειρηματίες και των δύο πλευρών ανταλλάσσουν επισκέψεις και ασκούν λόμπινγκ για την αξιοποίηση του κοιτάσματος φυσικού αερίου Λεβιάθαν και τη μεταφορά του στις διεθνείς αγορές μέσω Τουρκίας.
Ενδεχομένως θα χρειαστεί να περιμένουν και άλλο: δικαστήριο της Τουρκίας εξέδωσε εντάλματα εις βάρος 4 Ισραηλινών στρατιωτικών εμπλεκόμενων στην υπόθεση του Μαβί Μαρμαρά, τορπιλίζοντας τη διαδικασία επαναπροσέγγισης. Επίμονες φήμες κάνουν λόγο για προβοκάτσια των ανθρώπων του ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν στη δικαιοσύνη.
Τα εμπόδια δεν είναι μόνο περιστασιακά: ακουμπούν στη ριζωμένη πλέον καχυποψία στους κύκλους των ισραηλινών ιθυνόντων απέναντι στον Τούρκο πρωθυπουργό Tayyip Erdogan (όποια και αν είναι η ρύθμιση που θα επιτευχθεί για την υπόθεση του Maxi Marmara) καθώς και στην αμφιβολία τους κατά πόσον είναι συνετό από στρατηγική άποψη να εναποθέσει το Ισραήλ τις ενεργειακές εξαγωγές του σε ξένα χέρια – τουρκικά ή και κυπριακά.
“Τι θα συμβεί αν η Τουρκία αποφασίσει να μιμηθεί τη Ρωσία και να κλείσει τη στρόφιγγα;” αναρωτιούνται πολλοί. “Αν τουρκικές εταιρείες επιθυμούν να επενδύσουν στην κατασκευή ενός αγωγού που θα μεταφέρει το φυσικό αέριο της Ανατολικής Μεσογείου στην ευρωπαϊκή αγορά μέσω Τουρκίας, τότε θα είναι και σε θέση να υπερασπισθούν πολιτικά το σχέδιο” απαντούν οι περισσότερο αισιόδοξοι. “Πρόκειται για απρόβλεπτο εταίρο. Δεν έχουμε κανέναν λόγο για αποτελέσουμε μέρος των εσωτερικών πολιτικών αντιπαραθέσεων της Τουρκίας, τουλάχιστον μέχρι τις προεδρικές εκλογές του Αυγούστου. Μετά βλέπουμε” συνοψίζει ισραηλινός διπλωμάτης μιλώντας στο al-monitor.com.
Ούτως ή άλλως η πρώτη προτεραιότητα για το Ισραήλ είναι η εξασφάλιση των εγχώριων αναγκών του, που απειλείται από την αστάθεια στην Αίγυπτο, ενώ στον τομέα των εξαγωγών περισσότερο από τις ευρωπαϊκές αγορές ενδιαφέρουν γειτονικές χώρες όπως η Ιορδανία –και η πολιτική “μόχλευση” που μπορεί να προσφέρει η ενεργειακή συνεργασία.
Στην ίδια την Τουρκία, πάλι, κάθε κίνηση η οποία θα συνεισφέρει στην ενεργειακή τροφοδοσία της χώρας (που τώρα εναπόκειται στη Ρωσία και το Ιράν), αλλά και θα ενισχύει το ρόλο της ως κόμβου μεταφοράς φυσικού αερίου προς Δυσμάς είναι ευπρόσδεκτη. Ο υπουργός Ενέργειας Taner Yildiz φέρεται να πιέζει τον συνάδελφό του των Εξωτερικών Ahmet Davutoglu για το κλείσιμο του ρήγματος στις τουρκο-ισραηλινές σχέσεις. Άλλωστε, η προοπτική κατασκευής ενός αγωγού που θα μεταφέρει το φυσικό αέριο της Ανατολικής Μεσογείου στην Τουρκία μέσω Κύπρου είναι οικονομοτεχνικά περισσότερο ρεαλιστική από την προσφιλή στη Λευκωσία πρόταση υγροποίησης του αερίου στα ανοιχτά. Το κόστος δημιουργίας δύο εγκαταστάσεων υγροποίησης στα ανοιχτά υπερβαίνει τα 9 δισ. δολάρια και πάντως τα επιβεβαιωμένα κοιτάσματα της κυπριακής ΑΟΖ δεν μπορούν να στηρίξουν μια τέτοια πρόταση χωρίς την προσθήκη και του ισραηλινού φυσικού αερίου. Αδιευκρίνιστο παραμένει δε ακόμη εάν η τιμή του αερίου της Ανατολικής Μεσογείου θα είναι κατόπιν αυτού ανταγωνιστική.
Σε κάθε περίπτωση, οι εκτιμήσεις ότι η προοπτική (συν)εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων μπορεί να επιταχύνει τη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού είναι συζητήσιμες. Όπως δηλώνει ο Michael Leigh του German Marshall Fund, πρώην γενικός διευθυντής Διεύρυνσης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι η βούληση για επίλυση του πολιτικού προβλήματος που θα προωθήσει (και θα επικυρωθεί από) την ενεργειακή συνεργασία και όχι το αντίστροφο. Το δε μεγαλύτερο κίνητρο της Άγκυρας για εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ προσφέρει η απειλή της ελληνο-κυπρο-ισραηλινής στρατιωτικής συνεργασίας και όχι η ενέργεια.
(capital)
Use Facebook to Comment on this Post