Kάποιοι στην κυβέρνηση στοχοποίησαν τον Ντέκλαν Κοστέλο, επικεφαλής της αποστολής της Κομισιόν για την Ελλάδα, ως δήθεν «σκληρό» της διαπραγμάτευσης, ενώ είναι σαφές ότι περισσότερο από την Κομισιόν, είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που έχει διαφωνίες ως προς το νομοσχέδιο.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Μετά την έξοδο από το μνημόνιο, που συνοδεύτηκε από πολλές φιλοφρονήσεις εκ μέρους των δανειστών και ιδίως της Κομισιόν και ένα «δώρο», τη μη περικοπή των συντάξεων, η κυβέρνηση είχε ελπίσει ότι το καλό κλίμα θα συνεχιζόταν άνευ όρων ώς τις ευρωεκλογές και ποντάριζε στην πολιτική του αξιοποίηση.
Διεφάνη ότι τα πράγματα δεν θα ήταν ακριβώς έτσι μετά την επίσκεψη του επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί στην Αθήνα, τον Ιανουάριο, αλλά κυρίως μετά την έκθεση της Κομισιόν για τη δεύτερη μεταπρογραμματική εποπτεία και τη μη εκταμίευση του 1 δισ. ευρώ από το Eurogroup της 11ης Μαρτίου, καθώς η Αθήνα δεν είχε υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της, με κυριότερη το διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη. Τις τελευταίες μέρες, όμως, όταν η διαπραγμάτευση επικεντρώθηκε αποκλειστικά στον νόμο Κατσέλη και άρχισε η αντίστροφη μέτρηση ώς το επόμενο Eurogroup της 5ης Απριλίου, το κλίμα επέστρεψε κανονικά σε μνημονιακά χαμηλές θερμοκρασίες. Η κυβέρνηση προειδοποίησε ότι θα καταθέσει το νομοσχέδιο χωρίς να περιμένει τη συναίνεση των δανειστών, οι θεσμοί διαμήνυσαν ότι αν δεν υπάρξει συμφωνία δεν θα αποφασιστεί η εκταμίευση του 1 δισ. ευρώ και χρειάστηκε να κάνει μια εκτονωτική δήλωση ο Πιερ Μοσκοβισί, η οποία, βεβαίως, δεν έλυσε επί της ουσίας κανένα πρόβλημα. Εν τω μεταξύ, κάποιοι στην κυβέρνηση στοχοποίησαν τον Ντέκλαν Κοστέλο, επικεφαλής της αποστολής της Κομισιόν για την Ελλάδα, ως δήθεν «σκληρό» της διαπραγμάτευσης, ενώ είναι σαφές ότι περισσότερο από την Κομισιόν, είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που έχει διαφωνίες με το νομοσχέδιο. Διαφωνίες τις οποίες δεν έκρυψε στην αιτιολογημένη γνώμη που εξέδωσε γι’ αυτό.
Η εμπλοκή με τους Ευρωπαίους εταίρους έφτασε έτσι να απειλεί δύο βασικά σχέδια του πρωθυπουργού, στο πλαίσιο της προεκλογικής του εκστρατείας: την παρουσίαση ενός γενναιόδωρου πλαισίου προστασίας της πρώτης κατοικίας, αλλά και την απομάκρυνση του ΔΝΤ από την Ελλάδα, την οποία είχε περίπου προαναγγείλει στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ πριν από δέκα ημέρες. Αν δεν υπάρξει συμφωνία για τον νόμο Κατσέλη, δεν θα εκταμιευθεί το 1 δισ. ευρώ και δεν θα δώσει την έγκρισή του ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας για την προεξόφληση των δανείων του ΔΝΤ, όπως απαιτείται. Οι δανειστές προειδοποιούν, επίσης, ότι αυτό θα εκπέμψει αρνητικό σήμα στις αγορές.
Σε κάθε περίπτωση, ενόψει ευρωεκλογών, η κυβέρνηση δεν θέλει, σύμφωνα με πληροφορίες, να χάσει τον αέρα του κόμματος που συνεργάστηκε με επιτυχία με τους Ευρωπαίους εταίρους. Δεν θα είναι καθόλου ευχάριστο, σημειώνουν οι αναλυτές, να αποτελέσει η Ελλάδα το βασικό θέμα στο δείπνο του άτυπου Eurogroup στο Βουκουρέστι και να καταλήξει αυτό σε ναυάγιο. Γι’ αυτό και οι πληροφορίες από κυβερνητικές πηγές επιμένουν ότι θα επιδιώξει συμφωνία στο διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη τις επόμενες ημέρες. Δεν είναι, όμως, από την άλλη, διατεθειμένη να υποχωρήσει κατά κράτος, όπως υποστηρίζει ότι της ζητούν οι δανειστές.
Τι είναι, όμως, αυτό που χωρίζει την κυβερνητική πρόταση από τις θέσεις των Ευρωπαίων δανειστών; Βασικά, είναι η εκτίμηση ότι οι προβλέψεις του νομοσχεδίου υπονομεύουν την προσπάθεια να καλλιεργηθεί στην Ελλάδα μια κουλτούρα συνεπών πληρωμών. Δεν είναι δυνατόν, υποστήριζε πηγή των δανειστών, να δίνεται η δυνατότητα ρύθμισης σε δανειστή που διαθέτει, επιπλέον της πρώτης κατοικίας του, ακίνητη περιουσία 260.000 ευρώ και καταθέσεις 65.000 ευρώ. Αν έχει τέτοια περιουσιακά στοιχεία, γιατί δεν τα ρευστοποιεί για να πληρώσει το δάνειό του;
Τα συγκεκριμένα όρια τα προέβλεπε η αρχική πρόταση της κυβέρνησης και σύμφωνα με πληροφορίες έχουν εν τω μεταξύ μειωθεί, σε μια προσπάθεια συμβιβασμού. Δεν είναι σαφές αν τα νέα όρια ικανοποιούν τους δανειστές.
Δεν είναι όμως μόνο αυτά τα σημεία διαφωνιών των δύο πλευρών. Οι δανειστές έχουν ενστάσεις και για την ένταξη στη ρύθμιση των δανείων μικρών επιχειρήσεων που έγιναν με προσημείωση της πρώτης κατοικίας του επιχειρηματία. Αυτές οι περιπτώσεις δεν υπάγονταν ούτε στον νόμο Κατσέλη, υπάρχει το πτωχευτικό δίκαιο για να αντιμετωπισθούν, υποστηρίζουν οι δανειστές.
Ενα ακόμη βασικό σημείο τριβής είναι η δυνατότητα προσφυγής στα δικαστήρια, που δίνει η προτεινόμενη ρύθμιση σε περίπτωση που απορριφθεί η αίτηση από την πλατφόρμα, καθώς κάτι τέτοιο οδηγεί σε αναστολή των διαδικασιών πλειστηριασμού από τις τράπεζες. Οι δανειστές φοβούνται νέα συσσώρευση υποθέσεων στα δικαστήρια και υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να αναστέλλονται οι πλειστηριασμοί.
Η εικόνα ως προς τον βαθμό προσέγγισης των δύο πλευρών θα είναι πιο ξεκάθαρη μετά την αυριανή συνεδρίαση του Euroworking Group, όπου την κυβέρνηση θα εκπροσωπήσει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης.
Σημειώνεται ότι τον πρώτο λόγο στη διαπραγμάτευση τις προηγούμενες μέρες είχε αναλάβει το Μέγαρο Μαξίμου, ο υπουργός Επικρατείας Αλέκος Φλαμπουράρης και ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Δημήτρης Λιάκος, ενώ ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν φάνηκε να πρωταγωνιστεί. Στη συνέχεια, πάντως, οι κ. Τσακαλώτος και Χουλιαράκης ανέλαβαν πιο ενεργή δράση, έπειτα και από αίτημα των δανειστών.
Η πληρωμή μερικών δόσεων δεν διώχνει το ΔΝΤ
Ο πρωθυπουργός σχεδιάζει να εκμεταλλευθεί πολιτικά την πρόωρη εξόφληση των δανείων του ΔΝΤ υποστηρίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο «διώχνει» το Ταμείο από την Ελλάδα. Αυτό τουλάχιστον προέκυψε απ’ όσα είπε στην πρόσφατη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ.
Στην πραγματικότητα, το Ταμείο δεν πρόκειται να «φύγει» απ’ την Ελλάδα ακόμη και αν εγκριθεί η προεξόφληση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), όπως απαιτείται, γιατί θα παραμείνει ένα υπόλοιπο δανείου, αρκετό για να συνεχίζεται η μεταπρογραμματική εποπτεία του. Τη διατήρηση αυτού του υπολοίπου θεωρείται βέβαιο ότι θα απαιτήσει η Γερμανία, αλλά αυτό προέβλεπε ούτως ή άλλως και ο σχεδιασμός του υπουργείου Οικονομικών, ανεξαρτήτως των πρωθυπουργικών εξαγγελιών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους κανόνες του Ταμείου, η μεταπρογραμματική εποπτεία, στην οποία υπόκειται τώρα η Ελλάδα, θα συνεχιστεί έως ότου το υπόλοιπο του δανείου της πέσει κάτω από το διπλάσιο της ποσόστωσης της χώρας στο ΔΝΤ, δηλαδή περίπου στα 4 δισ. ευρώ.
Δεδομένου ότι το υπόλοιπο του δανείου είναι αυτή τη στιγμή περίπου 9,5 δισ. ευρώ, η Ελλάδα θα παραμείνει σε εποπτεία ακόμη και αν εξοφλήσει τα 5,5 δισ. ευρώ, αφού θα παραμένουν ανεξόφλητα άλλα 4 δισ. ευρώ.
Στο υπουργείο Οικονομικών δεν σχεδίαζαν κάτι διαφορετικό. Η βασική σκέψη ήταν να εξοφληθούν τα δάνεια του 2018 και του 2019, συνολικού ύψους 3,5 δισ. ευρώ, τα οποία επιβαρύνονται με υψηλό επιτόκιο, 5,13%. Εναλλακτικά, πηγές του υπουργείου αναφέρουν ότι θα μπορούσαν να εξοφληθούν και οι δόσεις του 2021, άλλα 2 δισ. ευρώ περίπου, κάτι που εξακολουθεί να αφήνει υπόλοιπο 4 δισ. ευρώ.
Εφόσον έτσι εξελιχθούν τα πράγματα, υπάρχουν ελπίδες να εξασφαλισθεί η συναίνεση της Γερμανίας και συνεπώς και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Σύμφωνα με δημοσίευμα της Handelsblatt της περασμένης Παρασκευής, η Γερμανία είναι αρνητική στην προεξόφληση, καθώς δεν θέλει να ξεφύγει η Ελλάδα από τη στενή εποπτεία του Ταμείου. Αν η εποπτεία διατηρηθεί, πιθανώς οι επιφυλάξεις της θα αρθούν.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post