Η χρήση του DNA είναι εδώ και χρόνια μια ευρέως χρησιμοποιούμενη πρακτική από τις εγκληματολογικές υπηρεσίες, τους αρχαιολόγους, βιολόγους κ.α. Όμως διάφορες περιβαλλοντικές συνθήκες και χημικές διαδικασίες (υψηλή θερμοκρασία, έκθεση σε νερό, δυνατό φως κ.α.) μπορούν να καταστρέψουν το γενετικό υλικό, περιορίζοντας έτσι τη χρησιμότητά του. Αντίθετα, οι πρωτεΐνες είναι πιο σταθερές από το DNA, ενώ επίσης δημιουργούν το δικό τους «προφίλ», που είναι χαρακτηριστικό για κάθε άτομο.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Γκλέντον Πάρκερ του Εθνικού Εργαστηρίου Λόρενς Λίβερμορ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό PLoS One, ανέλυσαν δείγματα τριχών από έξι ανθρώπους που έζησαν μεταξύ 1750 – 1850, καθώς και από 76 εν ζωή ανθρώπους.
Οι επιστήμονες εντόπισαν 185 πρωτεΐνες στις ανθρώπινες τρίχες, οι οποίες είναι δυνατό να λειτουργήσουν ως «αποτύπωμα» ανάλογο του DNA. Οι εν λόγω βιοδείκτες από κοινού θα μπορούσαν να διακρίνουν έναν άνθρωπο ανάμεσα σε ένα εκατομμύριο άλλους.
Στόχος των ερευνητών είναι να βελτιώσουν τόσο τη νέα τεχνική, ώστε από μια και μόνη τρίχα να είναι σε θέση να διακρίνουν με σιγουριά έναν άνθρωπο ανάμεσα σε όλο τον ανθρώπινο πληθυσμό των επτά περίπου δισεκατομμυρίων.
«Η μέθοδος ταυτοποίησης μέσω πρωτεϊνών βρίσκεται σήμερα εκεί που βρισκόταν η ταυτοποίηση μέσω DNA κατά το αρχικό στάδιο της ανάπτυξής της. Η νέα τεχνική θα αλλάξει τους κανόνες του παιγνιδιού στην εγκληματολογία, αλλά ακόμη έχουμε δρόμο, ώσπου η νέα μέθοδος φθάσει στις πλήρεις δυνατότητές της», δήλωσε ένας από τους ερευνητές, ο χημικός Μπραντ Χαρτ.
Ένα μειονέκτημα μέχρι στιγμής είναι ότι δεν αρκεί μια τρίχα για την ταυτοποίηση, αλλά περισσότερες, πράγμα που πρέπει να ξεπερασθεί, καθώς στον τόπο του εγκλήματος συχνά δεν βρίσκεται παρά μια και μοναδική τρίχα του υπόπτου.