Νέα πάγια ρύθμιση με αυστηρότερα κριτήρια και περισσότερες δόσεις

Εξετάζεται η σύνδεση του αριθμού των δόσεων με το δηλωθέν εισόδημα, καθώς και η αύξηση των μηνιαίων δόσεων σε 36.

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:

Αντικείμενο σκληρών διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς αναμένεται να αποτελέσει το φθινόπωρο η νέα πάγια ρύθμιση της εφορίας. Στο υπουργείο Οικονομικών έχουν ήδη καταστρώσει τα σχέδια για το μόνιμο πλαίσιο τακτοποίησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών, με στόχο αυτό να αποτελεί τη μοναδική διέξοδο για όσους απέκτησαν ή θα αποκτήσουν ληξιπρόθεσμες οφειλές μετά την 1/1/2019. Η κυβέρνηση θέλει μια ρύθμιση που θα μπορεί να εξασφαλίζει και μεγαλύτερο αριθμό δόσεων από αυτόν που προβλέπει η σημερινή πάγια ρύθμιση, δηλαδή τις 12 δόσεις για τις οφειλές από τακτικούς φόρους και τις 24 για τα χρέη από τις έκτακτες υποχρεώσεις. Οι θεσμοί από την άλλη, έχουν ήδη διαμηνύσει ότι θα ζητήσουν τη θέσπιση κριτηρίων ώστε να μην είναι «ελεύθερη» η ένταξη στην πάγια ρύθμιση όπως συμβαίνει τώρα. Σε αυτό το πλαίσιο, θα μπουν στο τραπέζι πολλά θέματα, όπως η θέσπιση εισοδηματικών κριτηρίων, η σύνδεση του αριθμού των δόσεων με το δηλωθέν εισόδημα και στην πάγια ρύθμιση, η εξέταση του περιεχομένου των τραπεζικών λογαριασμών όσων αιτούνται διευκόλυνση στην καταβολή των φόρων αλλά και η θέσπιση ασφαλιστικών δικλίδων ώστε οι φορολογικές υποχρεώσεις μιας χρονιάς να μη μετατίθενται για την επόμενη, κάτι που μπορεί να συμβεί αυτή τη στιγμή μέσω της εν ενεργεία πάγιας ρύθμισης.

Οι ευνοïκές αλλαγές στη ρύθμιση των 120 δόσεων προχώρησαν, καθώς συνοδεύτηκαν με ένα βασικό επιχείρημα από την ελληνική πλευρά, το οποίο και ακούστηκε πολλές φορές από τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Οικονομικών, και ενσωματώθηκε μέχρι και στην εισηγητική έκθεση του σχετικού νομοσχεδίου. Το επιχείρημα έλεγε ότι οι 120 δόσεις είναι μια έκτακτου χαρακτήρα ρύθμιση με συγκεκριμένη διάρκεια και είναι επίσης η τελευταία ευκαιρία για όσους απέκτησαν ληξιπρόθεσμες οφειλές κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Ετσι, πέρασαν σειρά ευνοϊκών αλλαγών όπως είναι η μείωση του επιτοκίου και της ελάχιστης δόσης, η δυνατότητα υπαγωγής σχεδόν του συνόλου των επιχειρήσεων στις 120 δόσεις (σ.σ. εξαιρούνται μόνο μερικές χιλιάδες με χρέη άνω του 1 εκατ. ευρώ, οι οποίες ούτως ή άλλως θεωρούνται πλέον ως περιορισμένων δυνατοτήτων να ξεχρεώσουν) αλλά και η δυνατότητα προπληρωμής ενός μέρους του χρέους με «αντάλλαγμα» την ισόποση διαγραφή προσαυξήσεων. Πλέον, η συζήτηση με τους θεσμούς όσον αφορά την έκτακτη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών θα περιοριστεί στον χρόνο κλεισίματος της πλατφόρμας (σ.σ. θα ασκηθούν πιέσεις να μην υπάρξει παράταση πέραν της 30ής Σεπτεμβρίου) αλλά και στη δημοσιονομική επίπτωση που θα προκαλέσει. Τα στοιχεία της ΑΑΔΕ για τις εισπράξεις από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές παρελθόντων ετών για το πρώτο εξάμηνο δείχνουν μεν ότι υπάρχει αρνητική απόκλιση της τάξεως των 150-170 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου, ωστόσο, το ποσό αυτό θεωρείται ότι θα καλυφθεί εύκολα. Πρώτον διότι τώρα έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο όσον αφορά τις λεπτομέρειες της ρύθμισης. Δεύτερον διότι τα κίνητρα συμμετοχής στη ρύθμιση έχουν γίνει πολύ ισχυρά και τρίτον διότι εκτιμάται ότι θα υπάρξει μεγάλος αριθμός οφειλετών που θα επιλέξουν να προπληρώσουν χρέος (ή να εξοφλήσουν σε μικρότερο αριθμό δόσεων) προκειμένου να καρπωθούν και τη μείωση των προσαυξήσεων.

Με την πάγια ρύθμιση, οι δανειστές αναμένεται ότι θα τηρήσουν σκληρή στάση, όπως αναφέρει άλλωστε και αρμόδιο κυβερνητικό στέλεχος. Στο προσκήνιο, αναμένεται να επανέλθει το επιχείρημα περί «κουλτούρας πληρωμών» και μάλιστα αυτή τη φορά οι θεσμοί αναμένεται να επιμείνουν, δεδομένου ότι θα πρόκειται για μια μόνιμη ρύθμιση. Τα θέματα που αναμένεται να τεθούν στο τραπέζι είναι τα εξής:

1. Ο αριθμός των δόσεων να μην είναι ενιαίος για όλους αλλά να εξαρτάται από τη φοροδοτική ικανότητα, κάτι το οποίο θα κρίνεται από τα δηλωθέντα εισοδήματα αλλά και το υπόλοιπο των καταθέσεων. Σήμερα, τις 12 δόσεις μπορεί να τις χρησιμοποιήσει οποιοσδήποτε είτε για ληξιπρόθεσμες οφειλές είτε ακόμη και για βεβαιωμένες. Συμπληρώνει απλώς ένα ποσό «διαθέσιμου εισοδήματος» και ένα άλλο για προσδοκώμενες εισπράξεις στο μέλλον και εξασφαλίζει τον αριθμό των δόσεων που θέλει ανεξαρτήτως εισοδήματος, περιουσιακής κατάστασης κ.λπ. Για τους έχοντες χαμηλά εισοδήματα οι δόσεις θα φτάνουν ακόμη και τις 24 έως τις 36, ενώ ο τελικός αριθμός θα προκύπτει από συγκεκριμένα κριτήρια.

2. Με την πάγια ρύθμιση να μην μπορεί ένας οφειλέτης να μεταθέσει για την επόμενη χρονιά πληρωμές τρεχουσών φορολογικών υποχρεώσεων. Με το ισχύον καθεστώς, σε όσους βεβαιώθηκαν μεγάλα ποσά για τον φόρο εισοδήματος, δόθηκε η δυνατότητα με την πάγια ρύθμιση, το ποσό να «σπάσει» σε 12 δόσεις με επιτόκιο 5,05%. Ετσι, το μισό ποσό θα καταβληθεί μέσα στο 2019 και το υπόλοιπο μέσα στο 2020 χωρίς ουσιαστικό κόστος για τον φορολογούμενο. Οι θεσμοί αναμένεται να θέσουν το συγκεκριμένο θέμα, ώστε η ρύθμιση να πάψει να είναι εργαλείο εξασφάλισης ρευστότητας για όλους ανεξαιρέτως τους φορολογουμένους.

3. Να τεθεί κριτήριο υπολοίπου στον τραπεζικό λογαριασμό ώστε να μην εκμεταλλεύονται την πάγια ρύθμιση όσοι διαθέτουν την απαιτούμενη ρευστότητα για να πληρώσουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.

Τόνωση εσόδων το β΄ εξάμηνο βλέπει το ΥΠΟΙΚ

Προς το τέλος Αυγούστου αναμένεται να ανοίξει η «επικαιροποιημένη» πλατφόρμα για τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών σε έως και 120 δόσεις. Προς το παρόν, στο υπουργείο Οικονομικών προσανατολίζονται στο να τηρηθεί η προθεσμία της 30ής Σεπτεμβρίου και να μη δοθεί άλλη παράταση. Ωστόσο, δεδομένου ότι θα πρέπει να εξυπηρετηθούν και όσοι έχουν ήδη ολοκληρώσει την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση –απαιτείται εκ νέου υποβολή αίτησης προκειμένου να εφαρμοστούν οι ευνοϊκές αλλαγές– ο χρόνος μπορεί να αποδειχθεί λίγος. Στο οικονομικό επιτελείο αισιοδοξούν ότι ο αριθμός των ολοκληρωμένων αιτήσεων θα ξεπεράσει συνολικά τις 400.000 με 500.000, λειτουργώντας και ως σημαντική ένεση ρευστότητας στα κρατικά ταμεία.

Η δυνατότητα διαγραφής προσαυξήσεων με την προκαταβολή μέρους του χρέους, σε συνδυασμό με την πρόσθετη διαγραφή προσαυξήσεων για όσους επιλέξουν μικρότερο αριθμό δόσεων, εκτιμάται ότι μπορεί να αποτυπωθεί και στα δημόσια έσοδα του β΄ εξαμήνου αλλά και σε αυτά του 2020. Επίσης, πολύ μεγάλη αύξηση του αριθμού των αιτήσεων συμμετοχής εκτιμάται ότι θα επιφέρει και η δυνατότητα «παγώματος» των αναγκαστικών μέτρων της εφορίας. Το συγκεκριμένο μέτρο, μάλιστα, αναμένεται ότι θα αποτελέσει και κίνητρο παραμονής των οφειλετών στις 120 δόσεις, κάτι που σημαίνει ότι θα υπάρξουν εισροές εσόδων και το επόμενο χρονικό διάστημα.

Η οικονομική ζημία από την απώλεια της ρύθμισης των 120 δόσεων –αυτό συμβαίνει αν χαθούν περισσότερες από δύο δόσεις– είναι πολύ μεγάλη για τον οφειλέτη καθώς:

1. Ενεργοποιούνται αυτόματα τα αναγκαστικά μέτρα της εφορίας, δηλαδή δεσμεύονται εκ νέου οι τραπεζικοί λογαριασμοί.

2. Αναβιώνουν οι προσαυξήσεις που κανονικά θα «κουρεύονταν» αν ολοκληρωνόταν η ρύθμιση.

3. Μπλοκάρεται η δυνατότητα έκδοσης φορολογικής ενημερότητας.

4. Αυξάνεται το επιτόκιο με το οποίο θα τοκίζονται οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις, καθώς θα πάψει πλέον να εφαρμόζεται το ευνοϊκό 3% που προβλέπει η ρύθμιση των 120 δόσεων και θα εφαρμόζεται το 0,78% ανά μήνα (ή πάνω από 8% σε ετήσια βάση) που προβλέπει ο νόμος για τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις.

Δεν υπάρχει πλέον άλλη δυνατότητα ρύθμισης, καθώς μετά τη λήξη της περιόδου υποβολής των αιτήσεων για τις 120 δόσεις θα επιτρέπεται μόνον η ένταξη στην πάγια ρύθμιση, η οποία όμως δεν είναι δεδομένο ότι θα προσφέρει περισσότερες από 12 δόσεις σε όλους ακριβώς λόγω της συζήτησης για τη θέσπιση κριτηρίων. Ειδικά για τις επιχειρήσεις, θα υπάρχει μόνον η δυνατότητα του εξωδικαστικού συμβιβασμού, διαδικασία η οποία είναι πολύ πιο απαιτητική και χρονοβόρα, ενώ αφήνει εκτός μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων ακριβώς λόγω των κριτηρίων που προβλέπονται (σ.σ. κερδοφορία κ.λπ.).

ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *