«Είμαστε σίγουροι ότι υπάρχει μεγάλο ρίσκο να μην πιάσει τους δημοσιονομικούς στόχους της η Ελλάδα», τόνισε ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Τις ανησυχίες του επανέλαβε χθες ο επικεφαλής του Eυρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ, ως προς την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5%, μετά τις πρόσφατες παροχές που ψηφίστηκαν από την ελληνική Βουλή. «Είμαστε σίγουροι ότι υπάρχει μεγάλο ρίσκο να μην πιάσει τους δημοσιονομικούς στόχους της η Ελλάδα», τόνισε ο ίδιος, παρόλο που είπε ότι λαμβάνει υπ’ όψιν και τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία επιμένει ότι οι στόχοι μέχρι το τέλος του έτους θα έχουν επιτευχθεί.
Υπενθύμισε ότι η ανάγκη τήρησης πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% μέχρι το 2022, ήταν μέρος της συμφωνίας για την ελάφρυνση του χρέους και ότι αδυναμία επίτευξής του θα οδηγούσε στη μη παροχή των μέτρων που συνδέονται με την ελάφρυνση του χρέους. Αυτό τόνισε σε συνέντευξη Τύπου που παρέθεσε μετά τη λήξη του Συμβουλίου Διοικητών του ΕΜΣ που εξελίχθηκε χθες στο Λουξεμβούργο.
Ο ίδιος εξέφρασε επίσης τις ανησυχίες του για τον τρόπο που οι ελληνικές αρχές αγνόησαν τους θεσμούς και προχώρησαν στην ψήφιση της αποκαλούμενης 13ης σύνταξης, στη μείωση του ΦΠΑ και στην αλλαγή του νόμου που αφορά το υπερταμείο, χωρίς να έχουν έρθει προηγουμένως σε συνεννόηση μαζί τους. Συγχρόνως αναφέρθηκε στην απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να νομοθετήσει την κατάργηση της μείωσης του αφορολογήτου, την οποία είχε ψηφίσει το 2017. «Είναι λυπηρό», είπε ο ίδιος, καθώς η διεύρυνση της φορολογικής βάσης θα ενίσχυε την ανάπτυξη, ενώ συγχρόνως εξέφρασε την απογοήτευσή του που οι αποφάσεις αυτές λήφθηκαν εκτός της συμφωνημένης διαδικασίας. Ο ίδιος είπε ότι θα επανέλθει με τα θέματα αυτά στη νέα κυβέρνηση, η οποία θα κληθεί να τα αντιμετωπίσει. Συγχρόνως, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας στην ετήσια έκθεσή του, την οποία δημοσίευσε χθες, χτύπησε καμπανάκι για την ανάγκη τήρησης των συμφωνηθέντων, τονίζοντας ότι «οι βασικές επιτυχημένες μεταρρυθμίσεις του μνημονίου πρέπει να διατηρηθούν, ενώ προσεκτικές πολιτικές πρέπει να επιδιωχθούν». Η έκθεση συγχρόνως τονίζει ότι η Ελλάδα θα παραμείνει υπό καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, καθώς «τα υφιστάμενα τρωτά σημεία και οι δύσκολοι μεταρρυθμιστικοί στόχοι θα απαιτήσουν για κάποιο χρονικό διάστημα στενότερη παρακολούθηση της Ελλάδας από τις άλλες μεταμνημονιακές χώρες».
Ιδιαίτερη μνεία κάνει η έκθεση και στη διατήρηση του αφορολογήτου, τονίζοντας ότι οι ήδη εφαρμοζόμενες ή υιοθετημένες μεταρρυθμίσεις όπως «η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας και η μείωση των φόρων εισοδήματος σε συνδυασμό με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, πρέπει να διασφαλιστούν και να μην αντιστραφούν».
Στην έκθεση υπάρχουν και οι προειδοποιήσεις προς τη νέα κυβέρνηση, καθώς τονίζεται ότι απαιτούνται περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις «για την τόνωση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας» στο άμεσο μέλλον. Αυτές είναι κυρίως μεταρρυθμίσεις για να καταστεί «το οικονομικό περιβάλλον περισσότερο φιλικό προς τις επιχειρήσεις, να μειωθεί ο χρόνος που απαιτείται για την επίλυση νομικών διαφορών, να βελτιωθεί περαιτέρω η αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης, διατηρώντας παράλληλα το σημερινό της μέγεθος και να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της διαχείρισης των κρατικών επιχειρήσεων», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις σε συνδυασμό με τις ιδιωτικοποιήσεις και τη βελτιωμένη διαχείριση των κρατικών περιουσιακών στοιχείων είναι «κρίσιμες για την προσέλκυση εγχώριων και ξένων επενδύσεων». Ο κ. Ρέγκλινγκ επανέλαβε ότι η Ελλάδα έχει λάβει τη μεγαλύτερη χρηματοδοτική βοήθεια στην ιστορία, ύψους 240 δισ. ευρώ, και ότι χάρη στα χαμηλά επιτόκια του ΕΜΣ η χώρα εξοικονόμησε 13 δισ. ευρώ μόνο στον προϋπολογισμό του 2018, το 7% του ελληνικού ΑΕΠ. «Πρόκειται για μια πρωτοφανή πράξη αλληλεγγύης από τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης απέναντι στην Ελλάδα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post