Ο Μάριο Ντράγκι προσπαθεί να δρομολογήσει εξελίξεις που θα δίνουν μια συνέχεια στην πολιτική του και θα δεσμεύουν τον διάδοχό του. REUTERS
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Η συγκυρία στην οποία ετοιμάζεται να παραδώσει ο Μάριο Ντράγκι το τιμόνι της ΕΚΤ, άγνωστο ακόμη σε ποιον, δεν είναι ευνοϊκή. Εχει πλέον καταγραφεί η επιβράδυνση της Ευρωζώνης, που δεν αποκλείεται να έχει βαθύνει τον Οκτώβριο όταν θα γίνεται η αλλαγή σκυτάλης. Πρόκειται, όμως, για τον πρόεδρο της ΕΚΤ που έχει πιστωθεί την ως εκ θαύματος επαναφορά της ηρεμίας στις αγορές ομολόγων το καλοκαίρι του 2012 με την ιστορική πλέον υπόσχεσή του πως θα κάνει «ό,τι κι αν χρειαστεί» για να σώσει το ευρώ. Πρόκειται, επίσης, για τον Ιταλό κεντρικό τραπεζίτη που κατόρθωσε να ελιχθεί ανάμεσα στους πολέμιους της αναπτυξιακής νομισματικής πολιτικής και να αποσπάσει την έγκριση του Βερολίνου για να εφαρμόσει, έστω πολύ καθυστερημένα σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Ενα πρόγραμμα που στήριξε το ευρώ και την Ευρωζώνη.
Λαμβανομένου, λοιπόν, υπ’ όψιν του ιστορικού του, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πως ο Μάριο Ντράγκι όχι μόνον διαβλέπει τους κινδύνους που απειλούν την Ευρωζώνη, όπως έχει άλλωστε τονίσει επανειλημμένως τους τελευταίους μήνες, αλλά μεριμνά για το μέλλον και την παρακαταθήκη του έργου του. Κρίνοντας από τα όσα δήλωσε μέσα στην εβδομάδα σε συνέδριο στη Φρανκφούρτη, φαίνεται πως ο Ιταλός κεντρικός τραπεζίτης προσπαθεί να δρομολογήσει εξελίξεις οι οποίες κατά κάποιον τρόπο θα δίνουν μια συνέχεια στην πολιτική του, έως και θα δεσμεύουν τον διάδοχό του. Προσκρούει, όμως, στις αντιδράσεις όσων δεν βλέπουν την ώρα να απαλλαγούν από τον Ιταλό τραπεζίτη και την πολιτική του.
Ο λόγος βέβαια για τους γνωστούς «ιέρακες» της τράπεζας που εναντιώνονται σε κάθε υποστηρικτικό μέτρο, κινδυνολογώντας σε μόνιμη βάση. Η προσπάθεια του Ντράγκι αυτή τη φορά επικεντρώνεται στο να περιορίσει τις παρενέργειες που επιφέρουν τα αρνητικά επιτόκια στις ευρωπαϊκές τράπεζες και ειδικότερα στην κερδοφορία τους. Τρεις μήνες περίπου μετά τη λήξη του προγράμματος αγοράς ομολόγων, ο Μάριο Ντράγκι επιχειρεί και πάλι να δώσει μια λύση σε ένα γνωστό πρόβλημα, όπως φάνηκε στη διάρκεια της εβδομάδας. Σε ομιλία του σε συνέδριο στη Φρανκφούρτη, ανέφερε πως η ΕΚΤ μελετά κατά πόσον υπάρχει ανάγκη για τη λήψη μέτρων που θα αμβλύνουν τις συνέπειες των αρνητικών επιτοκίων. Απέφυγε, βέβαια, να διευκρινίσει σε τι είδους μέτρα θα μπορούσε να καταφύγει. Διέρρευσε, όμως, από πηγές προσκείμενες στην τράπεζα ότι η ΕΚΤ εξετάζει να επιτρέψει στις τράπεζες να επιβάλουν τρία διαφορετικά επίπεδα επιτοκίων. Μια λύση που η ΕΚΤ είχε εξετάσει και παλαιότερα, το 2015, αλλά την απέρριψε ως υπερβολικά περίπλοκη αλλά και επειδή θεώρησε πως δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες πλήττονται ουσιαστικά από τα αρνητικά επιτόκια.
Προτού ακόμη αποκωδικοποιηθεί από τα διεθνή ΜΜΕ, η δήλωση του Μάριο Ντράγκι προκάλεσε αντιδράσεις και επικρίσεις. Ο Ολλανδός κεντρικός τραπεζίτης Κλάας Κνοτ έσπευσε να προειδοποιήσει πως η λύση των πολλαπλών επιτοκίων θα προκαλέσει «περιττή στρέβλωση» στην αγορά, καθώς θα ευνοήσει ορισμένες τράπεζες έναντι άλλων.
«Ανεξαρτήτως του είδους των πολλαπλών επιτοκίων, θα απαλλαγούν από το κόστος των αρνητικών επιτοκίων όσες τράπεζες εφαρμόζουν ένα συγκεκριμένο επιχειρηματικό μοντέλο, ενώ άλλες θα υφίστανται τις επιπτώσεις για πάντα», τόνισε ο Κλάας Κνοτ και επέμεινε πως τα στελέχη της τράπεζας πρέπει να δουν την πρόταση των πολλαπλών επιτοκίων όπως την είχαν δει και παλαιότερα όταν θεώρησαν ότι δεν είναι τόσο σημαντικές οι επιπτώσεις των αρνητικών επιτοκίων στις τράπεζες. Και βέβαια, ο απερχόμενος κορυφαίος οικονομολόγος της ΕΚΤ, Πίτερ Πράετ, έσπευσε να «παγώσει» τη συζήτηση, τονίζοντας πως πρέπει να υπάρχουν πολύ ουσιαστικά επιχειρήματα για να προχωρήσει η τράπεζα σε μια τέτοια αλλαγή.
Οι συνέπειες στα κέρδη και οι αντιδράσεις από το Βερολίνο
Το ακανθώδες θέμα των αρνητικών επιτοκίων έχει κατά καιρούς προκαλέσει τριβές ανάμεσα στην Τράπεζα και στο Βερολίνο. Η γερμανική κυβέρνηση, διά στόματος διαφόρων αξιωματούχων της, κατά καιρούς προσάπτει στην ΕΚΤ ότι με την πολιτική της έχει εκμηδενίσει την κερδοφορία των γερμανικών τραπεζών και έχει στερήσει την πραγματική οικονομία από τον αναγκαίο δανεισμό. Οι ίδιες οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν, άλλωστε, επανειλημμένως διαμαρτυρηθεί πως τα αρνητικά επιτόκια της ΕΚΤ τις αναγκάζουν να μειώσουν δραστικά τον δανεισμό.
Και αυτό γιατί από το 2014, οπότε οδήγησε η ΕΚΤ τα επιτόκια του ευρώ σε αρνητικό έδαφος, προκειμένου να αποφύγει τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού, οι ευρωπαϊκές τράπεζες πρακτικά πληρώνουν την Τράπεζα για να διατηρεί τα κεφάλαιά τους στα ταμεία της. Παρεπόμενο αυτής της πολιτικής είναι ότι η ΕΚΤ αντλεί πάνω από 7 δισ. ευρώ ετησίως. Η κριτική που έχει από άλλη οπτική γωνία ασκηθεί κατά της πολιτικής των αρνητικών επιτοκίων αφορά το κατά πόσον πέτυχε τον στόχο της η Τράπεζα ώστε να δικαιολογούνται και οι παρενέργειές της. Οπως έχουν επισημάνει οικονομικοί αναλυτές, το κίνητρο της ΕΚΤ ήταν να αποθαρρύνει τις ευρωπαϊκές τράπεζες από τη συσσώρευση μεγάλου όγκου ρευστότητας και να τις ενθαρρύνει, αντιθέτως, να αυξήσουν τον δανεισμό στην πραγματική οικονομία.
Αν η πολιτική των αρνητικών επιτοκίων εξετασθεί όχι με κριτήριο το πόσο απέτρεψε τον αποπληθωρισμό αλλά το πόσο ενθάρρυνε τον δανεισμό, ενδεχομένως να μην κριθεί επιτυχής. Οικονομικοί αναλυτές τονίζουν πως οι τράπεζες της Ευρωζώνης περιορίζουν τον δανεισμό κάθε φορά που η ΕΚΤ μειώνει τα επιτόκια. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία περισσότερα από 1,83 τρισ. ευρώ παραμένουν «παρκαρισμένα» και αδρανή στα ταμεία των εθνικών κεντρικών τραπεζών. Οι δριμύτεροι επικριτές της Τράπεζας επιμένουν να χαρακτηρίζουν αποτυχημένο ακόμη και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, πάντα με το ίδιο επιχείρημα. Υποστηρίζουν πως η Τράπεζα δεν κατόρθωσε να δώσει ώθηση στον δανεισμό.
Οσα στελέχη της ΕΚΤ έσπευσαν να εναντιωθούν στην ιδέα του προέδρου της ΕΚΤ για πολλαπλά επιτόκια που θα περιορίσουν τη ζημία των τραπεζών από τα αρνητικά επιτόκια φαίνεται μάλλον πως προτιμούν έναν νέο γύρο φθηνών δανείων προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Το μέτρο έχει ήδη εξαγγελθεί και αναμένεται για τον Σεπτέμβριο, χωρίς να έχουν διευκρινισθεί οι λεπτομέρειες που θα ανακοινωθούν τον Ιούνιο. Ο απερχόμενος Πίτερ Πράετ υπογράμμισε προσφάτως πως ο νέος γύρος φθηνών δανείων «μπορεί να διευρυνθεί και να αποτελέσει ευρύτερο πρόγραμμα στήριξης αν κριθεί απαραίτητο».
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post