Γράφει ο Γιώργος Αναγνωστόπουλος
Ο κύριος λόγος του θαυμασμού των Αμερικανών αξιωματικών είναι ότι ο Αλέξανδρος κατόρθωσε το ακατόρθωτο στην ζωή του ως πολεμιστής και διοικητής, δηλαδή να μην χάσει ούτε μία μάχη. Η αναφορά σε μάχες και όχι σε πολέμους δεν είναι τυχαία, ο Αλέξανδρος πριν γίνει Βασιλιάς ήταν αξιωματικός του πατέρα του Φιλίππου Β’ και δεν είχε την συνολική ευθύνη της εκστρατείας τότε, αλλά μόνο του σώματος του ιππικού που διοικούσε.
Δεν τίθεται θέμα αμφισβήτησης της στρατηγικής ιδιοφυΐας του Μ. Αλεξάνδρου εδώ βέβαια, απλά σήμερα θα προσπαθήσω να δικαιολογήσω τον παγκόσμιο θαυμασμό σε αυτή τη στρατηγική ιδιοφυΐα και τη μοναδικότητα αυτού του ανθρώπου. Θα προσπαθήσω να δώσω μία συνοπτική εικόνα των κατορθωμάτων του, κάτι που οι Ιστορικοί δεν κάνουν με ιδιαίτεροι επιτυχία, μιας και αναλώνονται κυρίως με τα Ιστορικά γεγονότα και όχι με τον Αλέξανδρο Στρατηγό/Διοικητή.
Θα αρχίσω με την προσωπικότητα του Μ. Αλεξάνδρου, γιατί η προσωπικότητα του ανθρώπου, δηλαδή ο συνδυασμός Χαρακτήρα και Βιωμάτων, είναι το καθοριστικό στοιχείο της εξέλιξης και της ζωής του κάθε ανθρώπου. Ο Αλέξανδρος ήταν ιδιαίτερα ευφυής, μορφωμένος, μαχητικός, πολύ σκληρός, τολμηρός και θαρραλέος (σε σημείο απερισκεψίας), με υπέρμετρη φιλοδοξία, τακτικιστής, σκακιστής, αντισυμβατικός, με εξαιρετική αντίληψη της ψυχολογίας των άλλων, βίαιος και με έντονα πάθη.
Επιπλέον όλων των ανωτέρω, ήταν και εξαιρετικά τυχερός, καθώς ό,τι δοκίμαζε «του έβγαινε»! Αυτό σε καμία περίπτωση βέβαια δε μειώνει την αξία του ως στρατηγικού νου, γιατί όπως λένε και στις Στρατιωτικές Ακαδημίες, η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς… Είχε δε το σπάνιο χάρισμα να είναι εξαιρετικός επιτελικός νους και συγχρόνως ηγέτης στη μάχη, με μία καταπληκτική αντίληψη του πεδίου μάχης και της εξέλιξης της σύγκρουσης, κάτι εξαιρετικά σπάνιο.
Ελάχιστοι στρατηγοί του δυτικού κόσμου είχαν αυτή την ικανότητα μέχρι σήμερα. Ο Αλέξανδρος κατατρυχόταν από ένα μεγάλο σύμπλεγμα, η μητέρα του δεν ήταν από τη Μακεδονία, αλλά Ηπειρώτισσα, με αποτέλεσμα οι άλλοι αριστοκράτες Μακεδόνες να μην τον θεωρούν «γνήσιο Μακεδόνα» και να του αμφισβητούν το δικαίωμα στον θρόνο. Αυτό τον έκανε σε όλη του την ζωή να προσπαθεί να αποδείξει ότι ήταν πιο Μακεδόνας από όλους τους άλλους Μακεδόνες.
Το κόμπλεξ αυτό σε συνδυασμό με την τρομερή του φιλοδοξία, τον έκανε να μην θεωρεί καμία νίκη και καμία κατάκτηση αρκετή, κάτι που τον οδήγησε μέχρι την Ινδία όπου αναγκάστηκε να διακόψει την εκστρατεία του μετά την νικηφόρα μάχη με τον Ινδό Βασιλιά Πόρο, γιατί ο στρατός του κουρασμένος μετά από χρόνια πολέμων, αρνήθηκε να τον ακολουθήσει στην ινδική ενδοχώρα (ουσιαστικά ο στρατός του στασίασε).
Πολλοί νομίζουν ότι η εκστρατεία του Αλεξάνδρου εναντίον των Περσών, ήταν μία εκστρατεία λίγο πολύ στο άγνωστο. Αυτό δεν είναι αλήθεια, οι Έλληνες ζούσαν, συναλλάσσονταν και συγκρούονταν (νικηφόρα τις περισσότερες φορές) με τους Πέρσες, για δύο αιώνες πριν την εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου. Κατά συνέπεια, οι Έλληνες γνώριζαν πολύ καλά τους Πέρσες.
Ήταν οι «εφοπλιστές» τους, μιας και οι Πέρσες δεν είχαν στόλο (οι αναφορές στον Περσικό στόλο αφορά τον Ελληνικό στόλο της Ιωνίας και των Φοινίκων που ήταν σύμμαχοι ή υποτελείς των Περσών), αλλά υπηρετούσαν ενίοτε και ως μισθοφόροι των Περσών που τους είχαν σε μεγάλη εκτίμηση. Για αιώνες ζούσαν μαζί τους στην Ιωνία και κατά καιρούς, πολλές ελληνικές Πόλεις-Κράτη υπήρξαν μέρος ή υποτελείς της Περσικής Αυτοκρατορίας.
Ακόμα και οι «Ελλαδίτες» Έλληνες δεν πολεμούσαν πάντα τους Πέρσες, πολλές φορές συμμαχούσαν μαζί τους εναντίον των άλλων Ελλήνων, ή απλά έμεναν ουδέτεροι. Αυτό βέβαια γινόταν πάντα με πλούσια ανταλλάγματα από την πλευρά των Περσών (Μηδίσαντες όπως λεγόντουσαν από τους άλλους Έλληνες αυτοί που συμμαχούσαν με τους Πέρσες).
Άρα ο Αλέξανδρος και οι στρατηγοί του είχαν πολύ καλή πληροφόρηση για τους Πέρσες, τη δομή τους, τις στρατιωτικές τους δυνατότητες, τις τακτικές τους και τον εξοπλισμό τους. Το πλεονέκτημα των Ελλήνων ήταν η βαριά θωράκιση που έφεραν σε σχέση με του αθωράκιστους Πέρσες και ότι ήταν επαγγελματίες πολεμιστές, εξαιρετικά εκπαιδευμένοι σε σχέση με τον Περσικό Στρατό που ήταν μεν τετραπλάσιος ή πενταπλάσιος τις περισσότερες φορές του ελληνικού, αλλά αποτελείτο από επίστρατους, όχι ιδιαίτερα εμπειροπόλεμους άνδρες.
Το νέο στοιχείο στις μάχες της εκστρατείας του Αλεξάνδρου ήταν η Μακεδονική Φάλαγγα με τη Σάρισα, το μακρύ Μακεδονικό Δόρυ που ήταν διπλάσιο σε μήκος από το συνηθισμένο Δόρυ της εποχής και το πολυάριθμο Βαρύ Μακεδονικό Ιππικό. Η Μακεδονική Φάλαγγα ήταν ένα συμπαγές τετράγωνο, αποτελούμενο από 16×16 σειρές σε πυκνή διάταξη, που παρουσίαζε ένα αδιαπέραστο τείχος από τις μύτες των δοράτων μπροστά.
Ο λόγος της ύπαρξης 16 σειρών σε βάθος, ήταν ότι όταν οι πρώτες σειρές εμπλέκονταν με τον αντίπαλο για αρκετή ώρα σε μάχη σώμα με σώμα και κουράζονταν. Ο επικεφαλής αξιωματικός έδινε τότε την εντολή να ανοίξει η διάταξη ώστε να περάσουν οι ξεκούραστες πίσω σειρές μπροστά και να συνεχίσουν τον αγώνα, επιτρέποντας να μετακινηθούν πίσω οι καταπονημένοι μπροστινοί μαχητές.
Η δουλειά των πίσω σειρών ήταν να σπρώχνουν τους μπροστινούς τους ώστε να μεγιστοποιήσουν την ώθηση επί του αντιπάλου για να τον ανατρέψουν. Παραδοσιακά, ο Ελληνικός Στρατός μέχρι τότε στηριζόταν σε πεζοπόρα τμήματα και το Ιππικό ήταν λίγο, καθώς ήταν περισσότερο ένα βοηθητικό σώμα που έδινε ένα πλεονέκτημα σε κυκλωτικές κινήσεις στο πεδίο της μάχης, ή βοηθούσε μία πτέρυγα της παράταξης που ήταν υπό πίεση κ.λπ.
Οι Μακεδόνες και ειδικά ο Αλέξανδρος, έδωσε ιδιαίτερο βάρος στο ιππικό και αύξησε τον αριθμό του δραματικά, ώστε ο στρατός του να αποκτήσει το στοιχείο της μεγάλης κινητικότητας και τη δυνατότητα του αιφνιδιασμού του αντιπάλου. Αν συγκρίνουμε το μέγεθος του Περσικού Στρατού με τον Ελληνικό και κάνουμε και την αντίστοιχη σύγκριση του Ιππικού, θα δούμε ότι το Πεζικό των Περσών ήταν τουλάχιστον τετραπλάσιο του Ελληνικού, ενώ στο Ιππικό σώμα το Ελληνικό Ιππικό ήταν 8.000 βαριά οπλισμένοι Ιππείς, έναντι 10.000 ελαφρά οπλισμένων Περσών Ιππέων.
Οι Έλληνες Ιππείς έφεραν πλήρη εξοπλισμό όπως οι πεζικάριοι, ίππευαν θεσσαλικά άλογα που ήταν μικρόσωμα μεν αλλά πολύ γρήγορα, ευέλικτα και με μεγάλη αντοχή στην καταπόνηση. Η ιδιαιτερότητα στον εξοπλισμό των Ελλήνων Ιππέων ήταν το τρομερό σπαθί τους, το οποίο ήταν με μονή κόψη, ποιο πλατύ μπροστά και εμπροσθοβαρές (ένας συνδυασμός μπαλτά με σπαθί).
Αυτό επέτρεπε στον αναβάτη να επιφέρει θανατηφόρα πλήγματα σε κάθε χτύπημα, κάτι ιδιαίτερα αποτελεσματικό στις μάχες με τους Πέρσες που δεν έφεραν καμία θωράκιση και χρησιμοποιούσαν ασπίδες από καλάμια με επένδυση βαμβακερή, που μπορούσαν να προσφέρουν σχετική προστασία μόνο έναντι ενός βέλους. Το πόσο αποτελεσματική ήταν η θωράκιση των Ελλήνων φαίνεται και από τις μικρές απώλειες που υφίσταντο σε κάθε μάχη σε σχέση με τις εκατόμβες των Περσών.
Τα πλεονεκτήματα από την περσική πλευρά ήταν η γνώση των ελληνικών τακτικών (αλλά όχι του Αλεξάνδρου), η επιλογή του τόπου και του χρόνου της σύγκρουσης (μεγάλο πλεονέκτημα), η επιλογή της διάταξης δυνάμεων, συν την αστείρευτη επιμελητεία και πιο ξεκούραστο στρατό.
Ο Αλέξανδρος λοιπόν είχε να αντιμετωπίσει και να ανατρέψει στο πεδίο της μάχης, ουσιαστικά το πλεονέκτημα της αριθμητικής υπεροχής και την επιλογή του πεδίου της μάχης από τον αντίπαλο. Αυτό μπορούσε να γίνει μόνο με αιφνιδιασμό η χρησιμοποιώντας πρωτόγνωρες τακτικές στο πεδίο της μάχης. Ο Αλέξανδρος είχε το πλεονέκτημα της αντισυμβατικής σκέψης και προσπαθούσε μονίμως να αιφνιδιάσει και να παγιδεύσει τον αντίπαλο.
Κλασικό παράδειγμα του αντισυμβατικού του μυαλού, ήταν η κοπή του Γόρδιου δεσμού. Κόβοντας τον Γόρδιο δεσμό αιφνιδίασε τους πάντες, ακόμη και τους επιτελείς. Όλοι είχαν επικεντρωθεί στο πως να λύσουν τον κόμπο, κανείς δεν σκέφτηκε να το κόψει, κάτι εξάλλου που δεν απαγόρευε ο χρησμός. Για να πετύχει τον αιφνιδιασμό του αντιπάλου προσπαθούσε να σκεφτεί όχι μόνο τι θα έκανε ο αντίπαλος αλλά και τι δεν θα έκανε.
Σε αυτό χρησιμοποιούσε την εξαιρετική γνώση της συμβατικής στρατηγικής και συμβουλευόταν πάντα πριν από τη μάχη τους στρατηγούς του, ειδικά τον πολύπειρο και μπαρουτοκαπνισμένο Παρμενίωνα, το δεξί χέρι του συχωρεμένου του πατέρα του. Το περίεργο για τους περισσότερους μελετητές της ζωής του Αλεξάνδρου ήταν ότι ο Αλέξανδρος ποτέ δεν ακολουθούσε στη μάχη την στρατηγική που υποδείκνυαν οι στρατηγοί του, έκανε μονίμως το ακριβώς αντίθετο.
Ο λόγος εκ των υστέρων είναι προφανής, ο Αλέξανδρος άκουγε τους στρατηγούς και ήταν σαν να άκουγε τον αντίπαλο, επομένως για να τον νικήσει έπρεπε να κάνει το αντίθετο από την κοινή στρατηγική λογική και να τον αιφνιδιάσει με κάτι αναπάντεχο, ή να τον παρασύρει σε παγίδα, πράγμα που έκανε μονίμως! Κλασικό παράδειγμα είναι η περίφημη διάταξη της λοξής φάλαγγας, κάτι το οποίο δεν έχει αναλυθεί αρκετά από τους Ιστορικούς και ως προς το «γιατί λοξή φάλαγγα», αλλά και στο πού αποσκοπούσε αυτό.
Ο Αλέξανδρος, στην μάχη των Γαυγαμήλων είχε να αντιμετωπίσει σε ανοιχτή πεδιάδα ένα πενταπλάσιο στρατό από τον δικό του. Όσο και να ανέπτυσσε τον δικό του στρατό, αντιμετώπιζε το πρόβλημα ότι αραίωναν πολύ οι δικές του γραμμές, άρα κινδύνευε με διάσπαση του μετώπου σε κατά μέτωπο επίθεση, ή κινδύνευε να πλευροκοπηθεί και κυκλωθεί από τον εχθρό, ο οποίος εκτεινόταν σε μεγαλύτερο πλάτος.
Σε αυτό το σημείο απέδειξε τη διάνοια του, σκεπτόμενος να βάλει στα δύο άκρα της ελληνικής παράταξης δύο Φάλαγγες σε λοξή διάταξη να προχωρούν μεν προς τον αντίπαλο, χωρίς να τον αντικρίζουν αλλά να αντικρίζουν τα πλάγια της παράταξης ώστε να μην μπορεί να κυκλωθεί. Επιπλέον, έβαλε στα δύο άκρα ως διοικητές τους δύο πιο έμπειρους στρατηγούς του, ώστε να μπορέσουν να αντέξουν την πίεση σε περίπτωση επίθεσης.
Αυτό μπέρδεψε τους Πέρσες που δεν καταλάβαιναν την λογική της κίνησης του και τους έκανε διστακτικούς στο να επιτεθούν, κάτι που έδωσε πολύτιμο χρόνο στον Αλέξανδρο να στήσει την παγίδα που ήθελε με το ιππικό του και τους πελταστές (ελαφρύ πεζικό), εναντίον του Βασιλιά των Περσών.
Ο Αλέξανδρος ήταν πολύ σκληρός με τους αντιπάλους του, εκτέλεσε αρκετούς με μαρτυρικό θάνατο για παραδειγματισμό. Και είναι παροιμιώδης η σκληρότητα που έδειξε στην Τύρο και τον λαό της, μετά την κατάληψη της. Την μεν πόλη την ισοπέδωσε, τους δε κατοίκους (όσοι γλύτωσαν την σφαγή), τους έκανε όλους δούλους.
Ο στρατός του Αλεξάνδρου ήταν υπόδειγμα επιμελητείας, είχε μηχανικούς, γιατρούς, επιστήμονες και τεχνίτες όλων των ειδικοτήτων μαζί του. Ο Αλέξανδρος, μετά την Περσική εκστρατεία δημιούργησε σημαντικότατο στόλο στον Περσικό Κόλπο. Μάλιστα, για την εκστρατεία στην Ινδία οι Ναύαρχοι του είχαν προτείνει να μεταφέρουν όλο το εκστρατευτικό σώμα για μεγαλύτερη ασφάλεια και ανάπαυση στην Ινδία με τα πλοία!
Εκείνος ως στεριανός, προτίμησε να βαδίσει με τον στρατό του μέσω του σημερινού Αφγανιστάν και Πακιστάν προς την Ινδία, σε μία πορεία που αποδεκάτισε και καταπόνησε άσκοπα τον στρατό του. Ήταν ένα από τα ελάχιστα λάθη του (και ανεξήγητο εν πολλοίς) ως στρατηγός.
Μία άλλη του αδυναμία ήταν τα υπερβολικά ρίσκα που έπαιρνε σε ατομικό επίπεδο στο πεδίο της μάχης, κάτι ανεπίτρεπτο για ηγέτη. Αυτό του στοίχισε αρκετούς τραυματισμούς αλλά ευτυχώς όχι μοιραίους, κάτι που θα σήμαινε πιθανότατα την καταστροφή του ελληνικού σώματος σε περίπτωση θανάτου του.
Ο Αλέξανδρος ήταν επίσης πολύ επιδέξιος πολιτικός και κυβερνήτης και το απέδειξε αυτό κερδίζοντας την αγάπη των λαών που κατέκτησε (ιδιαιτέρως ασυνήθιστο και εντυπωσιακό επίτευγμα), η οποία αγάπη περιέργως κρατάει μέχρι σήμερα.
Ευτυχίσαμε να έχουμε πολλές πηγές και όχι μόνο ελληνικές για την ιστορία του Αλεξάνδρου, πράγμα που έχει επιτρέψει την διασταύρωση γεγονότων σε βαθμό που δεν είναι δυνατόν με άλλα ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα. Αναμφισβήτητα παραμένει μέχρι σήμερα μία από τις πιο ενδιαφέρουσες και σαγηνευτικές προσωπικότητες του Δυτικού κόσμου και αυτό δικαίως.
Θα κλείσω με μία αναφορά στους Πέρσες. Η Ιστορία δεν είναι ποτέ καλή με τους ηττημένους και οι Πέρσες δυστυχώς δεν αποτελούν εξαίρεση. Εμφανίζονται ως βάρβαροι, κάτι που δεν τους αξίζει, γιατί είχαν ένα σπουδαίο πολιτισμό και μία λαμπρή αυτοκρατορία. Πολλές φορές η μάχη του Μαραθώνα εμφανίζεται ότι έσωσε τον Δυτικό πολιτισμό από τους βαρβάρους. Διαφωνώ με αυτό, η μάχη του Μαραθώνα ήταν κρίσιμη μόνο για τους Αθηναίους, ούτε καν για το σύνολο των Ελλήνων.
Κανείς δεν ξέρει τι θα είχε γίνει αν η μάχη είχε άλλον νικητή. Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αλλά προσωπικά πιστεύω ότι αυτό το γεγονός θα επηρέαζε μόνο το κράτος των Αθηνών και πιθανώς τον πολιτισμό που παρήγαγε σε κάποιο βαθμό. Οι λαοί και οι περιοχές που έζησαν υποτελείς στους Πέρσες (μεταξύ των οποίων οι περισσότερες ελληνικές Πόλεις-Κράτη της Ιωνίας), είναι απόδειξη ότι η κατοχή ή υποτέλεια στην Περσία, ούτε τη ζωή τους χειροτέρεψε, ούτε τον πολιτισμό τους σταμάτησε.