ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Η απόδοση μιας χρηματοοικονομικής επένδυσης και οι χρηματιστηριακοί δείκτες δεν είναι το μόνο κριτήριο για τους επενδυτές, ώστε να αξιολογήσουν μια πιθανή επένδυση και να αποφασίσουν αν θα προχωρήσουν. Θέματα εταιρικής διακυβέρνησης, κοινωνικής ευημερίας και περιβαλλοντικής ανάπτυξης παίζουν πλέον πρωταρχικό ρόλο στις αποφάσεις των επενδυτών. Αυτό συμβαίνει γιατί οι επενδυτές θέλουν να μεγιστοποιήσουν την αξία των μετοχών τους αλλά και να μεγιστοποιήσουν και την κοινωνική ευημερία, επενδύοντας σε εταιρείες που σέβονται και ακολουθούν τα διεθνή standards και λαμβάνουν υπόψη τις απαιτήσεις και ανάγκες των ενδιαφερόμενων μερών (stakeholders). Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι επενδύσεις σε κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνες επιχειρήσεις έχουν αυξηθεί σημαντικά την τελευταία 10ετία, κυρίως στην Ευρώπη και στη Β. Αμερική. Aξίζει να σημειωθεί ότι συνολικά τα μέλη που έχουν υπογράψει την πρωτοβουλία Υπεύθυνων Επενδύσεων των Ηνωμένων Εθνών (UN PRI) εκπροσωπούν επενδυτικά κεφάλαια 70 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Μια κοινωνικά υπεύθυνη επένδυση (Socially Responsible Investing –SRI) είναι εκείνη που λαμβάνει υπόψη τις περιβαλλοντικές, κοινωνικές επιπτώσεις και τις επιπτώσεις εταιρικής διακυβέρνησης (Environmental Social Governance-ESG). Ωστόσο, μια κοινωνικά υπεύθυνη επένδυση δεν είναι απλώς ένας τρόπος να αισθάνονται ικανοποιημένοι οι επενδυτές (με την έννοια ότι κάνουν το καλό), αλλά μπορεί να ωφελήσει με δύο ακόμα τρόπους. Από τη μία, αποδεικνύεται όλο και περισσότερο ότι οι καλές επιδόσεις σε επίπεδο κοινωνίας-περιβάλλοντος-διακυβέρνησης μπορούν αφενός να οδηγήσουν και σε καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα, και αφετέρου να μειώσουν το ρίσκο των επιχειρήσεων. Πολλοί CEOs διεθνών επιχειρήσεων και μεγάλων οργανισμών έχουν, για παράδειγμα, αποφασίσει να συμμορφωθούν με τη Συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Το Harvard Business Review σε μια δημοσίευσή του αναφέρει ότι οι κοινωνικά υπεύθυνες επιχειρήσεις παρουσιάζουν μεγαλύτερη κερδοφορία και καλύτερη απόδοση μετοχών από ό,τι οι ανταγωνιστές τους. Ενας ακόμα λόγος είναι ότι μια μακροπρόθεσμη στρατηγική βασισμένη στις αρχές της βιωσιμότητας μπορεί να διασφαλίσει τη συνέχεια και ανάπτυξη της εταιρείας. Επειτα, οι επιχειρήσεις αυτές μπορούν να παρέχουν υπηρεσίες ή προϊόντα που προσφέρουν λύσεις στις προκλήσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον, την κοινωνία και τη διακυβέρνηση, ενώ φαίνεται ότι θα έχουν σταθερά ανοδική ζήτηση.
Δεν πρόκειται απλώς για μια τάση, πρόκειται για μια νέα επενδυτική στρατηγική που κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος, ιδίως την τελευταία 20ετία – για τη γενιά των millennial, είναι σχεδόν προαπαιτούμενο. Σύμφωνα με το Bloomberg, περίπου 84% των millennial ενδιαφέρεται για κοινωνικές υπεύθυνες επενδύσεις και ο αριθμός αυτός αναμένεται να ανέβει, καθώς η ζήτηση για υπεύθυνα προϊόντα θα αυξηθεί σταθερά.
Στα πιο παραδοσιακά οικονομικά, η Deutsche Bank έκανε πρόσφατα μια ανάλυση περισσότερων από 2.000 εμπειρικών μελετών από το 1970 και ανακάλυψε ότι στο 90% των μελετών υπήρχε η ένδειξη ότι η κοινωνικά υπεύθυνη επένδυση είχε πολύ καλύτερες αποδόσεις από ό,τι η μη κοινωνικά υπεύθυνη επένδυση.
Εξάλλου, οι καλές επιδόσεις στα κριτήρια ESG έχουν συνδεθεί με τα καλά οικονομικά αποτελέσματα και με περιορισμένο επιχειρηματικό ρίσκο. Για παράδειγμα, είναι πιο πιθανό μια πετρελαϊκή εταιρεία που προσπαθεί να κάνει περικοπές να υποστεί κάποια διαρροή –συνεπώς και τις τραγικές οικονομικές επιπτώσεις– από ό,τι μια εταιρεία που τηρεί τους περιβαλλοντικούς κανονισμούς και θέτει την ασφάλεια ως προτεραιότητα.
Πώς αποδεικνύεται ότι τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια – ESG επηρεάζουν θετικά τις επενδύσεις; Μια πρόσφατη έρευνα της απόδοσης των εταιρειών που βρίσκονται στη λίστα του Fortune «100 Best Companies to Work For» από το 1984 έως το 2009 αποκάλυψε ότι οι εταιρείες αυτές παρουσίασαν καλύτερες επιδόσεις από τους ανταγωνιστές τους και ότι οι μετοχές τους πήγαν καλύτερα σε σχέση με τον υπόλοιπο κλάδο τους κατά 2%-3% ανά έτος. Για τον λόγο αυτό, όπως έδειξε η πρόσφατη έρευνα SRI Market Study του Eurosif, τα κριτήρια ESG λαμβάνονται υπόψη κατά 60% περισσότερο από ό,τι πριν από δύο χρόνια.
Παγκοσμίως, οι πιο αναγνωρισμένοι κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί -ESG δείκτες που είναι συνδεδεμένοι με τις χρηματιστηριακές αγορές είναι οι Dow Jones Sustainability Index (DJSI), FTSE4Good Index, MSCI ESG Index και CDP, ενώ σημαντική θεωρείται η πρωτοβουλία των Ηνωμένων Εθνών για τις υπεύθυνες επενδύσεις (UN PRI).
Στην Ελλάδα, αν και αρκετές εισηγμένες μεγάλες κυρίως εταιρείες πληρούν κάποια από τα κριτήρια που αναφέρθηκαν παραπάνω και εκδίδουν εκθέσεις βιώσιμης ανάπτυξης, δεν υπάρχει ακόμα αρκετή κατανόηση της σημαντικότητας των επενδυτικών αποφάσεων και εφαρμογής κατάλληλων προτύπων για τη βιώσιμη ανάπτυξη όπως τα CDP και GRI. Για τον λόγο αυτό, μεγάλο ποσοστό εισηγμένων εταιρειών του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα είναι λιγότερο ελκυστικές σε επενδύσεις. Πέρα λοιπόν από το σχετικά δυσμενές οικονομικό περιβάλλον της χώρας, θα μπορούσαν οι επιχειρήσεις να γίνουν πιο ελκυστικές σε επενδύσεις με την εφαρμογή των κατάλληλων προτύπων και τη σύνδεσή τους με τους κατάλληλες δείκτες αλλά και το Δημόσιο να παρέχει σαφή υποστήριξη.
* Ο κ. Νίκος Αυλώνας είναι πρόεδρος Κέντρου Αειφορίας (CSE), επισκέπτης καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο (iMBA).
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr