Στην τραγωδία «Επτά επί Θήβας» ο μεγάλος μας τραγικός ποιητής Αισχύλος παρουσιάζει τον Ετεοκλή να παρακαλεί τον Δία και τη γη για τη σωτηρία των Θηβών. Αυτό που είναι άξιο θαυμασμού, όμως, είναι το πώς εντάσσει τη γλώσσα σ’ αυτή την έκκληση: «Μη μοι πόλιν πανώλεθρον εκθαμνίσητε δηάλωτον, Ελλάδος φθόγγον χέουσαν».
Δηλαδή «μή μου αφανίσετε την πόλη, που ομιλεί Ελληνικά» (στ. 112-113).
Ο Σοφοκλής στον «Αίαντα», στ. 1263 γράφει: «Την βάρβαρον γαρ γλώσσαν ουκ επαΐω» (=Γιατί τη βάρβαρη τη γλώσσα δεν την ξέρω). Απαντάει ο Αγαμέμνονας στον Τεύκρο.
Είναι χαρακτηριστικό, επίσης, το απόσπασμα που μας αναφέρει ο Πλούταρχος, στο βίο του Θεμιστοκλή (6,4,2): «Επαινείται δ’ αυτού και το περί τον δίγλωσσον έργον εν τοις πεμφθείσιν υπό βασιλέως επί γης και ύδατος άτησιν. Ερμηνεία γαρ όντα συλλαβών δια ψηφίσματος απέκτεινεν ότι φωνήν Ελληνίδα βαρβάροις προστάγμασιν ετόλμησε χρήσαι». Το απόσπασμα αυτό, λοιπόν, μας λέει ότι, όταν ο Ξέρξης απέστειλε αντιπροσωπεία για να ζητήσει «γην και ύδωρ» από τους Αθηναίους, ο Θεμιστοκλής, παρά τα καθιερωμένα, διέταξε να συλληφθεί ο διερμηνέας και με ψήφισμα τον εθανάτωσε με την αιτιολογία ότι ετόλμησε να χρησιμοποιήσει την ελληνική γλώσσα σε βάρβαρα προστάγματα…
Αλλά και η ιστορία της Φιλομήλας αποκαλύπτει το μεγαλείο της ελληνικής γλώσσας. Ο Τηρεύς, βασιλιάς της Θράκης, ατίμασε τη γυναικαδέλφη του Φιλομήλα. Και για να μη τον μαρτυρήσει της έκοψε τη γλώσσα. Παρά το γεγονός, όμως, ότι ο Τηρεύς της απέκοψε τη γλώσσα, σε μία αρχαία ελληνική επιγραφή έγραψε τον καημό της ψυχής της: «Γλώσσαν την εμήν εθέρισεν Ελλάδα φωνήν». Η Φιλομήλα, λοιπόν, δεν θρηνεί που της έκοψαν την γλώσσα, αλλά για το ότι δεν θα έχει φωνή για να ξαναμιλήσει Ελληνικά…
Βλέπουμε, λοιπόν, πώς προστάτευαν την ελληνική γλώσσα οι πρόγονοί μας.
Γι’ αυτή, λοιπόν, την ελληνική γλώσσα οι αρχαίοι μας πρόγονοι ήταν υπερήφανοι και δεν επέτρεπαν ούτε να τη χρησιμοποιούν σε ζητήματα που είχαν σχέση με απολίτιστους, με βάρβαρους, όπως τους αποκαλούσαν. Πού να φανταζόταν, ότι στους νεώτερους χρόνους η γλώσσα αυτή θα γινότανε μητέρα όλων των ευρωπαϊκών γλωσσών και όχι μόνο.
Αλλά, πού να φανταζόταν και το απίστευτο: Οι απόγονοί τους του 21ου μετά Χριστόν αιώνα βάλθηκαν να την καταστρέψουν! Πάνω από τριάντα χρόνια τώρα συνεχίζουμε τις «απλοποιήσεις» και από τις πολλές «απλοποιήσεις» και από τις πολλές αλλοιώσεις την κάναμε αγνώριστη…
Εκτός από την προστασία της γλώσσας οι αρχαίοι Έλληνες δεν ανέχονταν βαρβαρικά έθιμα. Το τρύπημα των αυτιών στους άνδρες, για να φορέσουν ενώτιον = σκουλαρίκι, εθεωρείτο βαρβαρικόν έθιμον για τους αρχαίους προγόνους μας. Έτσι, αν υπήρχε κάποιος με τέτοια συνήθεια, τον διακωμωδούσαν και τον έδιωχναν από την πόλη.
Υπάρχει βεβαίως και σχετικό κείμενο, που τα λέει αυτά: Το διασώζει ο Ξενοφών στην «Κύρου Ανάβαση» (βιβλίο 3, Κεφ. 1, 30-34) και λέει τα εξής: «Ούτος γαρ και την πατρίδα καταισχύνει και πάσαν την Ελλάδα, ότι Έλλην ων τοιούτος εστίν. Εντεύθεν υπολαβών Αγασίας Στυμφάλιος είπεν: Αλλά τούτο γε ούτε Βοιωτίας, προσήκει ουδέν ούτε της Ελλάδος παντάπασιν, επεί εγώ αυτόν είδον ώσπερ Λυδόν αμφότερα τα ώτα τετρυπημένον. Και είχεν ούτως. Τούτον μεν απήλασαν».
Μετάφραση: «Διότι αυτός και την ιδιαιτέρα του πατρίδα καταντροπιάζει και όλη την Ελλάδα, αφού, ενώ είναι Έλληνας, είναι τέτοιος (δηλαδή δειλός και άνανδρος) κατόπιν, όμως, παίρνοντας τον λόγον ο Αγασίας από τη Στυμφαλίδα είπε: Αλλά ο άνθρωπος αυτός ούτε με την Βοιωτία έχει καμιά απολύτως σχέση, ούτε με την Ελλάδα γενικά, διότι εγώ τον είδα να έχει σαν Λυδός και τα δυο του αυτιά τρυπημένα. Και πράγματι έτσι είχε το πράγμα. Λοιπόν αυτόν βέβαια τον απέδιωξαν».
Οι Νεοέλληνες, όμως, εζήλεψαν τους μαύρους της Αφρικής που φοράνε σκουλαρίκια και έχουν την εντύπωση πως αυτό σημαίνει πρόοδο και εξέλιξη. Βέβαια την ίδια τακτική ακολουθούν και οι Ευρωπαίοι. Και φυσικά δεν είναι το μόνο βαρβαρικό έθιμο που υιοθέτησε η πολιτισμένη Ευρώπη…
Οι Νεοέλληνες, όμως, κάνουν κάτι πιο φοβερό: Αντί να διδάξουν ήθος στους μαθητές εισάγουν κείμενα που καλλιεργούν το πρότυπο του απάτριδος καταναλωτή, που απαξιώνουν ιδανικά και ήρωες και πρότυπα ήθους. Κλασικό παράδειγμα ο πρώτος Κυβερνήτης της χώρας Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος δικαιότατα αποκλήθηκε άγιος της πολιτικής. Πρόσφερε όλη την περιουσία του στο Ελληνικό Κράτος. Όταν η Εθνοσυνέλευση αποφάσισε να δοθεί χορηγία (μισθός) στον Κυβερνήτη, ο Καποδίστριας απάντησε με ένα έγγραφο το οποίο δεν έχει όμοιό του στα πολιτικά πράγματα και καταλήγει: «…Ελπίζω ότι όσοι εξ υμών συμμετάσχουν εις την Κυβέρνησιν, θέλουν γνωρίσει μεθ’ ημών ότι εις τας παρούσας περιστάσεις εις τα δημόσια υπουργήματα δεν είναι δυνατό να λαμβάνουν μισθούς αναλόγους με τον βαθμόν του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλ’ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα τα οποία έχει η Κυβέρνησις εις την εξουσίαν της.
Η άρνηση του Καποδίστρια να αποδεχθεί την χορηγία προκάλεσε έκπληξη «διά το μοναδικόν της πράξεως και τον νέον θαυμασμόν προς τον υπέροχον άνδρα…».
Η εντιμότητα του Καποδίστρια φαίνεται και από τα παρακάτω λόγια του «Προτιμώ τον θάνατον, παρά να απατήσω λαόν, εμπιστεύσαντα την τύχην του εις την αφοσίωσίν μου».
Έπειτα από όλα αυτά θα περίμενε κανείς να προβάλουν τον Καποδίστρια ως πρότυπο αρετής, ιδανικό παράδειγμα στα νέα παιδιά για μίμηση, όπως και πραγματικά είναι ο πρώτος άξιος Κυβερνήτης του Νεοελληνικού Κράτους, ο οποίος επάξια αποκλήθηκε «άγιος της πολιτικής».
Κι όμως, αντί γι’ αυτό, στο βιβλίο της Γ’ Γυμνασίου παραθέτουν ένα ποίημα με σαφείς υπαινιγμούς για χρηματισμό. Από ποιον; Από τον άνθρωπο που δώρισε στο φτωχότατο κράτος την περιουσία του, τον πολιτικό με το ήθος το ενάρετο, που είναι άριστο υπόδειγμα για κάθε πολιτικό; Τον αδικοχαμένο Ιω. Καποδίστρια;
Αλλά, η παγκοσμιοποίηση αυτό επιδιώκει. Την ισοπέδωση των πάντων. Να μη υπάρχουν αξίες και ηθικές αρχές. Στόχος η καταστροφή των κοινωνιών και η μετατροπή των ανθρώπων σε ένα παγκόσμιο πλαγκτόν ευκόλως διαχειριζόμενο, με το οποίο θα τρέφονται οι παγκόσμιοι εξουσιαστές…
Γράφει ο Αθανάσιος Δέμος