Η βρωμιδρωσία είναι μια εξαιρετικά ενοχλητική πάθηση στην οποία το σώμα μυρίζει πολύ άσχημα όταν παράγεται ιδρώτας.
Ο ίδιος ο ιδρώτας είναι ένα άοσμο υγρό. Η άσχημη μυρωδιά προκύπτει από τα βακτήρια που υπάρχουν στην επιδερμίδα και τα οποία διασπούν τον ιδρώτα, με αποτέλεσμα να παράγονται οξέα.
Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα της Βρετανικής Υπηρεσίας Υγείας (NHS), το ανθρώπινο σώμα διαθέτει τρία με τέσσερα εκατομμύρια ιδρωτοποιούς αδένες. Υπάρχουν δύο είδη ιδρωτοποιών αδένων, οι εκκρινείς και οι αποκρινείς αδένες. Οι εκκρινείς ιδρωτοποιοί αδένες βρίσκονται σε όλη την επιφάνεια του δέρματος και ρυθμίζουν τη θερμοκρασία του σώματος και οι αποκρινείς ιδρωτοποιοί αδένες βρίσκονται κυρίως στις περιοχές του σώματος που υπάρχουν τρίχες (π.χ. μασχάλες και γεννητικά όργανα) και απελευθερώνουν χημικές ουσίες με χαρακτηριστική μυρωδιά, τις φερομόνες.
Ο ιδρώτας που παράγεται από τους εκκρινείς αδένες συνήθως είναι άοσμος, αρχίζει όμως να μυρίζει όταν διασπάται από τα βακτήρια του δέρματος. Οι αποκρινείς αδένες είναι αυτοί που ευθύνονται κυρίως για την άσχημη μυρωδιά του σώματος, επειδή ο ιδρώτας που παράγουν περιέχει σημαντική ποσότητα πρωτεϊνών, τις οποίες διασπούν εύκολα τα βακτήρια.
Τα άτομα που παράγουν μεγάλες ποσότητες ιδρώτα από τους αποκρινείς αδένες ή φέρουν στο δέρμα τους μεγάλες ποσότητες βακτηρίων συνήθως εκδηλώνουν πιο έντονη κακοσμία σώματος.
Η βρωμιδρωσία εκδηλώνεται μετά την εφηβεία, καθώς σε αυτό το στάδιο της ζωής αναπτύσσονται οι αποκρινείς αδένες. Η βρωμιδρωσία πλήττει συχνότερα τους άνδρες, καθώς παράγουν μεγαλύτερες ποσότητες ιδρώτα σε σύγκριση με τις γυναίκες.
Τρείς είναι οι βασικοί παράγοντες που εντείνουν τη βρωμιδρωσία:
– το υπερβολικό βάρος (υπέρβαροι, παχύσαρκοι)
– η κατανάλωση πολλών μπαχαρικών
– ορισμένες παθήσεις όπως ο διαβήτης
Το βασικότερο βήμα για την αντιμετώπιση της βρωμιδρωσίας είναι η απομάκρυνση των βακτηρίων από τις περιοχές του σώματος που παράγονται οι μεγαλύτερες ποσότητες ιδρώτα.