Οι τραυματισμοί του Μεγάλου Αλεξάνδρου

1Ο Αλέξανδρος πολεμούσε πάντα στην πρώτη γραμμή, κατά το Ομηρικό πολεμικό πρότυπο, ασκώντας τη διοίκηση δια του παραδείγματος, παροτρύνοντας έτσι τους πάντες να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους.

Ποτέ δεν υπήρξε θεατής στις μάχες. Κάθε φορά μπορεί να ήταν και η τελευταία του φορά. Κάθε φορά διακινδύνευε όπως όλοι, να μη δει τη δύση του ήλιου, να δειπνήσει στα ανάκτορα του Άδη, όπως έλεγαν στην εποχή του, στην περίπτωση που πέθαινε κάποιος στη μάχη.

Κάθε φορά όλοι έβλεπαν τις πλάτες του. Πρώτος μεταξύ των πρώτων στη διακινδύνευση του θανάτου. Το γεγονός ότι επέζησε σε τόσες φοβερές μάχες, μόνο στη θεία πρόνοια μπορεί να αποδοθεί και όχι στατιστικά. Στατιστικά είχε ελάχιστες πιθανότητες να επιζήσει, αν αναλογιστούμε ότι οι μάχες ήταν σώμα προς σώμα, σε μεγάλο πεδίο εμπλοκής μάχης με πολεμιστές, άλογα και όπλα παντός είδους.
1ος Τραυματισμός στην Κορυτσά της Βορείου Ηπείρου

Ο τραυματισμός αυτός του Αλεξάνδρου έλαβε χώρα πριν από την εκστρατεία στην Περσία, κατά την περίοδο των Επιχειρήσεων στην Χερσόνησο του Αίμου (Βαλκάνια), που έγιναν με σκοπό την κατοχύρωση και το σφράγισμα των βορείων συνόρων της αρχαίας Ελληνικής επικράτειας, από εχθρικές επιθέσεις όταν θα απουσίαζε από την Ελλάδα.

Στη θέση Πήλιον (συνωνυμία με το Πήλιο του Βόλου στον Νομό Μαγνησίας) ή Πέλλιον, στα περίχωρα της σημερινής Κορυτσάς στη Βόρειο Ήπειρο, 5 περίπου χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Πλιάσας, στο στενό Τσαγκάνι, ή κατ’ άλλους ερευνητές στο φαράγγι του Λύκου (Gryke e Ujkut), όπου διέρχεται σήμερα το κανάλι Ventrok της Μικρής Πρέσπας, στον λόφο Gorice, εκεί όπου ενώνονται ο Ventrok με τον ποταμό Δέβολη, ο Αλέξανδρος αντιμετώπισε τις ενωμένες δυνάμεις Ιλλυριών και Ταυλαντίων το έτος 335 π.Χ.

Ο Μέγας Αλέξανδρος πολεμώντας πάντα στην πρώτη γραμμή, δέχθηκε κατά τη μάχη του Πελλίου ή Πηλίου χτύπημα από ρόπαλο στον λαιμό και ακόμη χτύπημα πέτρας στο κεφάλι. (1)
2ος Τραυματισμός στη μάχη του Γρανικού ποταμού

Ο τραυματισμός αυτός του Αλεξάνδρου έγινε κατά τη διάρκεια της μάχης του Γρανικού ποταμού στις 22 Μαίου του 334 π.Χ. Ο Αλέξανδρος επικεφαλής του αγήματος ιππέων διαβαίνει τον Γρανικό ποταμό (που πήγαζε από τις κλιτύς του όρους Ίδης και εξέβαλλε στην Προποντίδα, στο σημερινό Μπιγκατσάι πλησίον της Τροίας), ορμώντας πρώτος στο πυκνότερο τμήμα των εχθρών, στον πυρήνα της πλέον μαζικής συμπλοκής.

Είχε προηγηθεί η επίθεση της Απολλωνίας ΄Ιλης Ιππικού (που την ημέρα εκείνη είχε οριστεί ως Ίλη Πρώτης Εφόδου, ή ΄Ιλη Ηγεμονίας με βάση τον κανονισμό της στρατιάς) με αρχηγό της τον Σωκράτη.

Κατά τη διάρκεια αυτής της επέλασης συντρίφτηκε το ακόντιό του και ζήτησε άλλο από τον ιπποκόμο του. Αλλά και εκείνου είχε σπάσει το ακόντιο. Την ίδια στιγμή ο Δημάρατος από την Κόρινθο (οικογενειακός φίλος του Φιλίππου, του Αλεξάνδρου και της Ολυμπιάδος) του έδωσε το δικό του.

Οι επικεφαλής των Περσών με πρώτο τον Μιθριδάτη, ορμούν εναντίον του Αλεξάνδρου. Ο Μιθριδάτης τον κτυπάει με το ακόντιο στον ώμο, αλλά ο Αλέξανδρος τον σκοτώνει με το δόρυ του.

Στη συνέχεια ο αδελφός του νεκρού πλέον Μιθριδάτη, ο Ρισάκης, κτυπάει με το ξίφος του τον Αλέξανδρο στο κεφάλι. Η περικεφαλαία του Αλεξάνδρου κόβεται στα δύο και η λεπίδα του Ρισάκη αγγίζει – διαπερνά το δέρμα του μετώπου του Αλεξάνδρου. Ο Αλέξανδρος καρφώνει στο στήθος τον Ρισάκη με το δόρυ του και τον ρίχνει από το άλογο.

Την ίδια στιγμή όμως ένας άλλος Πέρσης αρχηγός ο Σπιθριδράτης, έχει πλησιάσει τον Αλέξανδρο και έχοντας ανυψώσει το σπαθί του, ετοιμάζεται να τον αποκεφαλίσει. Παρεμβαίνει ο Κλείτος, ο επονομαζόμενος Μέλας και αποκόπτει το χέρι του Σπιθριδράτη, τον οποίο και φονεύει στην συνέχεια, σώζοντας έτσι τον Αλέξανδρο (σημ: η αδελφή του Κλείτου ήταν η τροφός του Αλέξανδρου). (2)
3ος Τραυματισμός στη μάχη της Ισσούς

Στον μυχό του κόπου της Αλεξανδρέττας στη σημερινή Τουρκία, απέναντι από την Κύπρο, στην περιοχή της Ισσούς στις 12 Νοεμβρίου του έτους 333 π.Χ., στη μεγάλη εκ παρατάξεως μάχη της Ισσούς ο Αλέξανδρος τραυματίζεται για τρίτη φορά.

Προωθώντας την ελληνική στρατιά με σιδερένια πειθαρχία, τάξη και συνοχή στους συνδέσμους μάχης, παρέλαυνε μπροστά στην πρώτη γραμμή παράταξης απευθυνόμενος σε κάθε μονάδα, φωνάζοντας τους επικεφαλής των μονάδων με τα μικρά τους ονόματα και θυμίζοντας σε όλους τα προσωπικά τους ανδραγαθήματα, υψώνοντας με αυτό τον τρόπο το ηθικό τους στα ουράνια.

Από παντού τον χαιρέτιζαν οι στρατιώτες του και του ζητούσαν επιτακτικά να διατάξει την επίθεση.

Με αυτό το συγκλονιστικό δέσιμο ψυχής και καρδιάς, οι Έλληνες και το μεγάλο αστέρι τους ο Αλέξανδρος, διαβαίνουν με κραυγές τον Πίναρο ποταμό και παρά τον καταιγισμό βελών που δεχόντουσαν από τους Πέρσες ξεκινούν την επίθεση, με τον Αλέξανδρο πάντα μπροστά και πρώτο, μέσα στον χαλασμό και στη φωτιά.

Ο Αλέξανδρος εφορμά εναντίον του Δαρείου, στο περσικό κέντρο. Τιτάνια μάχη πραγματοποιείται, στη διάρκεια της οποίας επιφανείς και γενναίοι Πέρσες διοικητές έπεσαν νεκροί, όπως ο Αρσάμης, ο Ατιζύης, ο Σαβάκης, ο Ρεομίθρης.

Το Θεσσαλικό ιππικό του Αλεξάνδρου δέχθηκε άγρια επίθεση από το ιππικό του Ναβαρζάνη, ενώ ταυτόχρονα οι μακεδονικές φάλαγγες δέχονταν τρομερή επίθεση από τους Έλληνες μισθοφόρους των Περσών.

Για τον λόγο αυτό ενώ ο Αλέξανδρος διέλυε το κέντρο της περσικής παράταξης και διασπούσε το αντίστοιχο αριστερό της, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο, στρίβει αριστερά με τους υπασπιστές του και επιτίθεται πλευρικά στους ιππείς του Ναβαρζάνη και στους Έλληνες μισθοφόρους.

Στη διάρκεια αυτού του επικίνδυνου ελιγμού στο πεδίο της μάχης, ο Αλέξανδρος πληγώθηκε στον μηρό. (3)

Δεν υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες για τον τραυματισμό του στην μάχη της Ισσούς. Λαμβανομένου υπόψη ότι η μάχη της Ισσού ήταν ίσως η πλέον κρίσιμη και δύσκολη από στρατιωτικής και στρατηγικής άποψης, κατά τη διάρκεια της εκστρατείας στην Ασία, αυθαίρετα μπορεί να υποθέσουμε, ότι ίσως ο τραυματισμός του αυτός να ήταν σοβαρός, με δεδομένο την σφοδρότητα της συγκεκριμένης μεγάλης μάχης αλλά και τον χαρακτήρα του Αλεξάνδρου.
4ος Τραυματισμός στην κατάληψη της Γάζας

O τέταρτος τραυματισμός του Αλεξάνδρου συνέβη λίγο πριν την κατάληψη της Γάζας (στην σημερινή περιοχή της Παλαιστίνης) τον Σεπτέμβριο του έτους 332 π.Χ.

Ο Αλέξανδρος στεκόταν κοντά στις πολιορκητικές μηχανές που έβαλαν κατά των τειχών της Γάζας. Οι υπερασπιστές της ενεργούν αιφνιδιαστική έξοδο, βάζουν φωτιά στα προκαλύμματα των Ελλήνων, και ταυτόχρονα εξαπολύουν βέλη προς τις πολιορκητικές μηχανές.

Τις στιγμές εκείνες οι Έλληνες άρχισαν να υποχωρούν, με αποτέλεσμα ο Αλέξανδρος, που η φύση του αγνοούσε τις έννοιες υποχώρηση-ήττα, να ορμήσει εμπρός με τους υπασπιστές του. Ένα βέλος του διατρύει την ασπίδα και τον θώρακα και τον τραυματίζει, εισχωρώντας στον ώμο του. (4)
5ος Τραυματισμός στην Κυρούπολη της Σογδιανής-Αφγανιστάν

Ο πέμπτος τραυματισμός του Αλεξάνδρου έλαβε χώρα το έτος 332 π.Χ., στην τελευταία πόλη της επαρχίας της Σογδιανής στην Κυρούπολη, πλησίον του Ιαξάρτη ποταμού, στην περιοχή του σημερινού Αφγανιστάν.

Νομαδικά στίφη που λεγόντουσαν Τουρανοί ή Σκύθες σκότωσαν αρκετούς ΄Ελληνες που βρισκόντουσαν χαμένοι στα βουνά της περιοχής Osruschnah των ΄Ωξειων βουνών και έψαχναν να βρούν τροφή για τα άλογά τους.

Ο Αλέξανδρος τους επιτέθηκε, για να τιμωρήσει αυτή την επιδρομή τους. Τριάντα χιλιάδες Σκύθες υποχώρησαν στα απρόσιτα και οχυρωμένα βουνά τους, ενώ οι Έλληνες επιτίθεντο συνεχώς και με σκληρότητα. Κατά τη διάρκεια αυτών των επίμονων ελληνικών επιθέσεων, ο Αλέξανδρος έσπασε την κνήμη του από χτύπημα βέλους. (5)

Μετά τον τραυματισμό του Αλεξάνδρου, οι ΄Ελληνες ξεχύθηκαν με μανία κατά των Σκυθών, 8.000 από τους οποίους τελικά παραδόθηκαν. (6)
6ος Τραυματισμός στον ποταμό Ιαξάρτη-Σογδιανή-Αφγανιστάν

Στην ίδια περιοχή του ποταμού Ιαξάρτη στο Αφγανιστάν, τα ίδια νομαδικά στίφη πολεμικών φυλών που αποκαλούνταν Σκύθες, προέβαιναν σε συνεχείς επιδρομές. Ο Αλέξανδρος διέβλεψε τη στρατηγική σημασία επτά πόλεων φρουρίων που βρήκε στην πορεία του, η πλέον σημαντική από τις οποίες ήταν η πόλη του Κύρου. (7)

Ο Αλέξανδρος αντιλαμβανόμενος την στρατηγική σημασία της περιοχής, ως αμυντικού τείχους για τις επιδρομές των Σκυθών, εγκατέστησε ελληνικές φρουρές. (8)

Οι Πέρσες υπό την ηγεσία του Σπιταμένη, υποκίνησαν μία επικίνδυνη εξέγερση για τα μετόπισθεν του Αλεξάνδρου και στις επτά πόλεις φρούρια, η οποία κατέληξε στη σφαγή των ελληνικών φρουρών, που είχε εγκαταστήσει εκεί ο Αλέξανδρος. (9)

Επειδή η εξέγερση εκείνη αντιπροσώπευε τον κίνδυνο της καταστροφής της ελληνικής στρατιάς, η αντίδραση του Αλεξάνδρου υπήρξε πραγματικός κεραυνός. ΄Εστειλε τον Κρατερό στην Κυρούπολη για να την αποκλείσει και ο ίδιος κυρίευσε την ίδια ημέρα την πλησιέστερη πόλη-φρούριο, τη Γάζα. (10)

Στην συνέχεια συναντά τον Κρατερό στην Κυρούπολη και επιτίθεται στο φρούριο. Ο Αλέξανδρος επικεφαλής των ανδρών του εισέρχεται πρώτος στο φρούριο, από ένα αφύλακτο άνοιγμα των τειχών της Κυρούπολης. Οι βάρβαροι όρμησαν με μανία εναντίον του και η συμπλοκή που ακολούθησε ήταν τρομακτική.

Κατά τη διάρκεια της μάχης τραυματίστηκε ο Κρατερός αλλά και ο ίδιος ο Αλέξανδρος. Ο τραυματισμός του Αλεξάνδρου εξόργισε τους΄Ελληνες, που κατέλαβαν συντομότερα την πόλη-φρούριο. (11)
7ος Τραυματισμός στο Πακιστάν

Την άνοιξη του 327 π.Χ., ο Αλέξανδρος ξεκίνησε από την-υπό τον Καύκασο-Αλεξάνδρεια και ύστερα από πορεία 100 και πλέον χιλιομέτρων, έφθασε στην πόλη Νίκαια (πιθανόν στην σημερινή Nagala, πλησίον του Sarobi στο Αφγανιστάν, κοντά στην Καμπούλ).

Αξίζει να διευκρινιστεί, ότι τμήμα του σημερινού Αφγανιστάν και Πακιστάν, αποτελούσαν στην εποχή του Αλεξάνδρου ινδική επικράτεια. Συγκριτικά με τα σημερινά σύνορά της, η αρχαία Ινδία «κέρδιζε» βόρεια και δυτικά και «έχανε» αντίστοιχα, ανατολικά και νότια.

Με την προκύπτουσα αναγωγή σε σύνορα και χώρες της εποχής μας, η μη αναφορά κάποιων γεωγραφικών διευκρινήσεων, δημιουργεί συχνά στους αναγνώστες εύλογη σύγχυση, σε σχέση με το πελώριο ανάγλυφο της αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου, έτσι ώστε διαβάζοντας τις αρχαίες ονομασίες να αδυνατούν να προσδιορίσουν ταυτόχρονα το γεωγραφικό στίγμα του σύγχρονου χάρτη, στο οποίο δρα κάθε φορά ο Αλέξανδρος.

Η ουσιαστική έναρξη της εκστρατείας του Αλεξάνδρου προς την Ινδία, λαμβάνει χώρα από την ως άνω πόλη της Νίκαιας. Ο Αλέξανδρος διέταξε το ένα τμήμα της ελληνικής στρατιάς, να κινηθεί ανατολικά της σημερινής πρωτεύουσας του Αφγανιστάν, δηλαδή της Καμπούλ, με εντολή να καταλάβει όλη την ενδιάμεση περιοχή, μέχρι την περιοχή Peshawar του σύγχρονου Πακιστάν.

Τελικός στόχος αυτού του τμήματος, ήταν η κατάληψη της δεξιάς όχθης του Ινδού ποταμού, πλησίον της σημερινής πόλης Attock, δυτικά από το Islamabad, δηλαδή της νυν πρωτεύουσας του Πακιστάν.

Το άλλο τμήμα της ελληνικής στρατιάς υπό την ηγεσία του ίδιου, έδινε ραντεβού στην ίδια ως άνω πόλη του Attock, αφού όμως θα επιχειρούσε βορειότερα του Κωφήνος ποταμού, με στόχους την υποταγή των λαών που κατοικούσαν εκεί (από τον Κωφήνα ποταμό έως τις κλιτύς του Καυκάσου και των Ιμαλαίων) και την παράκαμψη των στενών του Khyber στο σημερινό Πακιστάν (στα σύνορα Αφγανιστάν-Πακιστάν, στο μέσον περίπου της ευθείας απόστασης των δύο σημερινών πρωτευουσών, δηλ. μεταξύ Καμπούλ-Ισλαμαμπάντ). (12)

Στην πορεία του αυτή αντιμετώπισε τη φυλή των Ασπασίων. Τους επιτέθηκε αμέσως στην πρώτη οχυρωμένη πόλη τους, με αποτέλεσμα να διενεργηθεί σκληρότατη συμπλοκή, στην οποία τραυματίστηκε ελαφρά στον ώμο, από βέλος που διέτρησε τον θώρακά του. Τραυματίστηκαν επίσης ο Πτολεμαίος ο Λάγου και ο Λεοννάτος του Αντέου. Εξαγριωμένοι οι ΄Ελληνες από τον τραυματισμό του Αλεξάνδρου, την επόμενη ημέρα κυρίευσαν την πόλη την οποία και κατέστρεψαν ολοσχερώς.

Αυτός ο τραυματισμός του Αλεξάνδρου στην μάχη κατά των Ασπασίων, αντιπροσώπευε και την πρώτη αστραπιαία νίκη του στην εκστρατεία των Ινδιών.
8ος Τραυματισμός στο Πακιστάν

Συνεχίζοντας τη βορειοανατολική πορεία του στο βόρειο τμήμα του σημερινού Πακιστάν, κατανικάει την φυλή των Γουραίων και κινείται προς την κοιλάδα του Σουάστη (Swat), που διέρχεται στη σημερινή περιοχή του Kalam και έρχεται αντιμέτωπος με την φυλή των Ασσακηνών στην πόλη Μάσσαγα (πιθανή σημερινή θέση, η πόλη Manglaur του Πακιστάν).

O Αλέξανδρος για να παρασύρει τους Ινδούς, διέταξε προμελετημένη υποχώρηση και όταν οι Ινδοί εξήλθαν αρκετά μακριά από τα τείχη της πόλης τους για να τον καταδιώξουν, διέταξε εκ νέου τη μεταβολή της παράταξής του, που υποχωρούσε μεθοδευμένα.

Η σιδερένια πειθαρχία και η εντατική εκπαίδευση που είχε επιβάλλει στους ΄Ελληνες στρατιώτες, λειτούργησε ως μηχανισμός απόλυτης ακριβείας για πολλοστή φορά.

Οι ιππακοντιστές, οι ακοντιστές και οι τοξότες μεταβάλλουν τις πλάτες τους και ενεργούν αντεπίθεση με καταιγισμό βελών και ακοντίων, ανακόπτουν την επίθεση των Ινδών, ενώ οι πεζεταίροι στον ίδιο χρόνο κίνησης σχημάτιζαν την διάταξή τους στο πεδίο της μάχης. (13)

Πριν ακόμη αντιληφθούν οι Ινδοί αυτό που ακριβώς συνέβαινε, ο Αλέξανδρος επικεφαλής των πεζεταίρων ξεσπά πάνω τους ως κεραυνός. Ο Αλέξανδρος καταδιώκοντας τους αντιπάλους του ως τα τείχη της πόλης, τραυματίστηκε στον αστράγαλο από βέλος που εκτοξεύθηκε από τις επάλξεις των τειχών. Απαιτήθηκαν πέντε συνολικά ημέρες για να καμφθεί η αντίσταση των γενναίων Ασσακηνών και να καταληφθεί η πόλη των Μασσάγων.
9ος Τραυματισμός στο Πακιστάν

Ο ένατος τραυματισμός του Αλεξάνδρου υπήρξε και ο πλέον σοβαρός. Ο θάνατος φτερούγισε δίπλα του και επίμονα. Η περιπέτεια του βαρύτατου τραυματισμού του είχε σχέση με κάποια γεγονότα που προηγήθηκαν αλλά και με τον χαρακτήρα του Αλεξάνδρου.

Βρισκόμαστε στο έτος 326 π.Χ., στα τέλη Αυγούστου. Ο Αλέξανδρος είναι περίπου 30 ετών. Τον Αύγουστο του έτους αυτού έχει ήδη ολοκληρωθεί η κατάκτηση της περσικής αυτοκρατορίας με την καθυπόταξη της Σογδιανής, είχε ξεκινήσει η εκστρατεία στην Ινδία, αγώνες και μάχες πολλές είχαν λάβει χώρα, οι άρχοντες των Ινδών Ταξίλης και Πόρος είχαν συνθηκολογήσει, η κρίσιμη, δύσκολη και πρωτοποριακή από στρατιωτικής τεχνικής, φονική οκτάωρη μάχη του Υδάσπη ποταμού (από τις σπουδαιότερες της ανθρωπότητας), είχε περάσει στην ιστορία και η εκστρατεία στον ΄Υφαση ποταμό βρισκόταν σε εξέλιξη.

Ο ΄Υφασις είναι ο τέταρτος κατά σειρά μεγάλος παραπόταμος του Ινδού ποταμού, απέχει δε (με το συντομότερο δρομολόγιο) από τις ακτές του Αιγαίου Πελάγους υπεράνω των 10.000 χιλιομέτρων.

Όταν ο Αλέξανδρος και οι στρατιώτες του πατούσαν τον ΄Υφαση ποταμό είχαν διανύσει μέσα από ατελεύτητες μάχες και κακουχίες μια εκπληκτική απόσταση μεγαλύτερη από 30.000 χιλιόμετρα, αφότου ξεκίνησαν από την Πέλλα (πιο συγκεκριμένα από το Δίον Πιερίας όπου ο Αλέξανδρος παρέθεσε την τελευταία δεξίωση-γεύμα στο επιτελείο του επί ελληνικού εδάφους) από την Μακεδονία, από την Ελλάδα.

Εδώ στις όχθες του ΄Υφαση ποταμού ο γιος του Φιλίππου θα γνωρίσει την πρώτη και τελευταία «ήττα» της ζωής του, που δεν ήταν στρατιωτική. Δε θα υπάρξει δεύτερη μέχρι την ημέρα της αθανασίας του, τρία περίπου χρόνια αργότερα.

Η Ελληνική Στρατιά, το εργαλείο της απόλυτης πειθαρχίας, το υπόδειγμα της τέλειας εκπαίδευσης, ουσιαστικά το σπίτι και η οικογένεια του Αλεξάνδρου, στην οποία ο ίδιος είχε δοθεί ολοκληρωτικά, θα αρνηθεί να υπακούσει στον ήρωα αρχηγό και βασιλιά του.

Ο ΄Υφασης ποταμός υπήρξε το έσχατο ανατολικό σημείο στο οποίο πάτησαν οι Ευρωπαίοι, τον καιρό του Αλεξάνδρου. Διακαής επιθυμία του Αλεξάνδρου ήταν να φθάσει στην ανατολική άκρη της Ασίας για να διαπιστώσει αν η διδασκαλία του Αριστοτέλη για τον μεγάλο ωκεανό ήταν σωστή ή λανθασμένη.

Εδώ στον ΄Υφαση ποταμό εκδηλώνεται μία παθητική ανταρσία του στρατού, που δεν δημιούργησε άλλη εξωτερικευμένη ενέργεια, ίσως γιατί το στράτευμα γνώριζε, ότι μόνο ο Αλέξανδρος μπορούσε να το οδηγήσει πίσω στην πατρίδα Ελλάδα με ασφάλεια.

Ο Αλέξανδρος διαπίστωσε, ότι η δυσαρέσκεια και η ανυπακοή των ανδρών του ήταν καθολική. Σε μία αποστροφή της ομιλίας του κατά την διάρκεια των σχετικών δρώμενων, διαφαίνεται και το ψυχικό συναίσθημα που του δημιουργήθηκε:

«Τέρμα στους αγώνες για ένα γενναίο άνδρα δεν υπάρχει άλλο, εκτός από εκείνους τους αγώνες του, που οδηγούν σε καλά έργα. Οι κόποι και οι κίνδυνοι είναι κοινοί, εφόσον κουράζομαι και κινδυνεύω μαζί σας, δίπλα σας».

΄Ενας από τους παλαίμαχους στρατηγούς του ο Κοίνος ο Πολεμοκράτης απάντησε θαρραλέα εκ μέρους όλων, λέγοντας τα εξής:

«Βασιλιά μην οδηγήσεις τους στρατιώτες σου προς τα εμπρός χωρίς τη θέλησή τους. Γιατί στους κινδύνους δε θα βρεις τόσο πρόθυμους αυτούς που θα τους λείπει η θέληση να συμμετάσχουν στους αγώνες».

Οργισμένος ο Αλέξανδρος δήλωνε αμέσως ότι χωρίς να πιέσει κανένα θα συνεχίσει την πορεία του Ανατολικά, έστω και μόνος του. ΄Οσοι ήθελαν μπορούσαν να επιστρέψουν στην πατρίδα και να πουν στους ΄Ελληνες ότι εγκατέλειψαν τον αρχηγό τους ανάμεσα στους εχθρούς.

Στη συνέχεια παρέμεινε στη σκηνή του για τρεις ημέρες, χωρίς να δεχθεί καμία ακρόαση. Τέλος διακήρυξε την επιστροφή και την προς τα πίσω κίνηση. Η διαταγή του Αλεξάνδρου δημιούργησε σεισμό χαράς και πανηγυρισμού στο στράτευμα. (14)

Ο μόνος λυπημένος και αμέτοχος αυτής της γενικής χαράς ήταν ο Αλέξανδρος. Η λύπη του θα φανεί αργότερα στην συμπεριφορά του, κατά την διάρκεια της μάχης κατά των Μαλλών και τον επιγενόμενο σοβαρό τραυματισμό του.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 326 μ.Χ. αναχωρούσε η Στρατιά από τον ΄Υφαση ποταμό, με δυτική κατεύθυνση. Η στρατιά είχε την αίσθηση ότι επέστρεφε στην Ελλάδα, ότι επαναπατριζόταν. Άλλες όμως σκέψεις απασχολούσαν τον Αλέξανδρο. Η Στρατιά έφθασε στον Ακεσίνη ποταμό, όπου και κτίσθηκε η επί του Ακεσίνη Αλεξάνδρεια, κοντά στην σημερινή πόλη Wazirabad. Ακολούθως η Στρατιά προσέγγισε τις πόλεις Νίκαια και Βουκεφάλεια στον ποταμό Υδάσπη. Στο σημείο αυτό ναυπηγήθηκε ένας τεράστιος στόλος 2.000 πλοίων.

Κανονικά το δρομολόγιο για την επιστροφή στη Δύση, έπρεπε να ήταν το ίδιο με εκείνο που είχε ακολουθηθεί όταν ο Αλέξανδρος εισερχόταν στην Ινδία, εν τούτοις επέλεξε να διαπλεύσει τον Ινδό ποταμό.

Διαφαίνεται συνεπώς, ότι ο Αλέξανδρος πολύ πριν από τη στάση της Στρατιάς στον ΄Υφαση ποταμό, είχε αποφασίσει κάποιες στρατηγικές επιλογές, αν ληφθεί υπόψη ότι τέσσερις μήνες ακριβώς πριν από την εκδήλωση της παθητικής ανταρσίας, είχε διατάξει την ναυπήγηση των πλοίων για τον διάπλου του Ινδού ποταμού. (15)

Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 326 π.Χ., μετά από διάπλευση 170 χιλιομέτρων που διήρκεσε πέντε ημέρες, ο στόλος του Αλεξάνδρου αντιμετώπισε αρκετούς κινδύνους στο σημείο όπου ο Υδάσπης ποταμός συμβάλλει στον Ακεσίνη. Στο σημείο εκείνο αποβιβάσθηκε ο Αλέξανδρος και όλος ο μείζων χώρος της περιοχής υπήρξε το σημείο εκκίνησης για νέες εξορμήσεις.

Νότια και ανατολικά του Ακεσίνη ποταμού, υπήρχε η χώρα των Μαλλών (Malava) που ήταν μαχητικός λαός και δε δεχόντουσαν να υποταγούν στον Αλέξανδρο. Εκτός από τον λαό αυτό υπήρχαν και άλλοι πολεμικοί λαοί (όπως οι Οξυδάρκες) και ο Αλέξανδρος έκρινε σκόπιμο να επιτεθεί εναντίον τους, για να μην τους δοθεί πολύτιμος χρόνος για μεταξύ τους συμμαχίες.

Στα μέσα Νοεμβρίου του 326 π.Χ., ξεκινάει τη μεγάλη επιχείρηση κατά των Μαλλών. Μετά από πορεία 75-80 χιλιομέτρων σε άνυδρη περιοχή έφθασε στην πόλη Αγάλασσα (πιθανώς στην σημερινή Pindi Shaikh Musa).

H νυκτερινή πορεία του Αλεξάνδρου στην έρημο αιφνιδίασε τους Μαλλούς, που κλείσθηκαν στα τείχη της πόλης. Τελικά παρά την αντίσταση των γενναίων Ινδών, η ακρόπολη των Αγαλασσών κατελήφθη. Ξεκίνησε αμέσως η συστηματική από πόλη σε πόλη και από φρούριο σε φρούριο εκκαθάριση της αντίστασης των Μαλλών, ίσως των πολεμικότερων Ινδών.

Νότια του ποταμού Υδραώτη (ή Υάρωτι) υπήρχε μία μεγάλη πόλη-φρούριο των Μαλλών (πιθανώς στην σημερινή Κοt-Kamalia ή στην σημερινή Multan) την οποία ο Αλέξανδρος απέκλεισε πανταχόθεν. (16)

Tην επίθεση κατά της ακρόπολης άρχισε πρώτος ο Αλέξανδρος, επίθεση δύσκολη και πολύπλοκη. Ο Αλέξανδρος άρπαξε μία σκάλα τη στήριξε στο τείχος και με την ασπίδα πάνω από το κεφάλι του άρχισε να ανεβαίνει το τείχος, ενώ τον ακολουθούσε ο Πευκέστας.

Ο Πευκέστας κρατούσε την «ασπίδα του Αχιλλέα», την οποία είχε πάρει από τον Ναό της Ιλιάδος Αθηνάς στην Τροία ο Αλέξανδρος και την είχε συνεχώς μαζί του, σε όλες ανεξαιρέτως τις μάχες.

Ακολουθούσαν στην ίδια σκάλα ο Λεοννάτος του Αντέου, σωματοφύλακας του Αλεξάνδρου. Πολύ κοντά με άλλη σκάλα, ένας στρατευμένος διμοιρίτης ο Αβρέας, ανέβαινε και αυτός στις επάλξεις.

Ο Αλέξανδρος έχοντας στο δεξί του χέρι το ξίφος, φθάνει στο ύψος των επάλξεων, φονεύει τους αντιπάλους που βρήκε μπροστά του και κάποια στιγμή βρίσκεται πάνω στο τείχος. Μαζί του είχαν προλάβει να ανεβούν ο Πευκέστας, ο Λεοννάτος και ο Αβρέας. Ο Αλέξανδρος και η συνοδεία των τριών, βρέθηκαν απομονωμένοι πάνω στο τείχος, μόνοι με τους αντιπάλους.

Οι υπασπιστές του Αλεξάνδρου, που παρακολουθούσαν από κάτω τα δρώμενα στις επάλξεις, όρμησαν όλοι μαζί για να προστατεύσουν τον Αλέξανδρο, αλλά η σκάλα υπό το βάρος τόσων ανθρώπων κατέρρευσε. Ο Αλέξανδρος πολεμούσε με μανία, πλέον για την ίδια του την ζωή.

Οι αντίπαλοι τον σημάδευαν με βέλη, ακόντια και παντός είδους όπλα αλλά από μακριά, γιατί κανείς τους δεν τολμούσε να τον πλησιάσει. Οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες του Αλεξάνδρου ουρλιάζοντας, τον παρακινούσαν να πηδήξει πάνω στα σώματά τους έξω από τα τείχη για να σώσει τη ζωή του. Ο Αλέξανδρος πήδηξε μεν, αλλά όχι προς τους ΄Ελληνες αλλά μέσα στην ακρόπολη του εχθρού.

Πρέπει να υποτεθεί σχεδόν μετά βεβαιότητος, ότι μετά την εξαφάνιση του Αλεξάνδρου από το οπτικό πεδίο των Ελλήνων, θα έγινε χαλασμός από τις κραυγές αγωνίας στις τάξεις του ελληνικού στρατού, που ενωμένες σε μια τεράστια βοή, θα δημιούργησαν ίσως μεγάλη ψυχολογική πίεση και πανικό στους αμυνόμενους Ινδούς, που ασφαλώς δεν αντιλαμβάνονταν την γενεσιουργό αιτία του όλου γεγονότος, που συντέλεσε σε μείζονα βαθμό στην ταχύτερη κατάληψη του φρουρίου των Μαλλών.

Ο επικεφαλής της φρουράς των Μαλλών επιτίθεται στον Αλέξανδρο και πέφτει νεκρός από το χέρι του. Την ίδια τύχη είχαν και άλλοι δύο. Κοντά στον Αλέξανδρο βρέθηκαν κάποια στιγμή και οι τρεις που είχαν προλάβει να ανέβουν μαζί του.

Όμως ο γενναίος διμοιρίτης ο Αβρέας σκοτώνεται δίπλα στον Αλέξανδρο, από βέλος που τον χτύπησε στο μέτωπο. Την ίδια σχεδόν στιγμή ένα άλλο βέλος τραυματίζει τον Αλέξανδρο στο στήθος, διαπερνά την πανοπλία του και εισέρχεται στον πνεύμονά του.

Ο Αλέξανδρος όταν το τραύμα παραμένει ακόμη ζεστό συνεχίζει να μάχεται, παρά την σοβαρότητα του τραυματισμού του. Η αιμορραγία όμως που ακολουθεί τον σωριάζει λιπόθυμο πάνω στην ασπίδα του.

Ακολουθούν τραγικά συγκλονιστικές αλλά και μεγαλειώδεις στιγμές ηρωισμού, με τον Πευκέστα να σκεπάζει τον βαρύτατα τραυματισμένο Αλέξανδρο με την λεγόμενη ιερή ασπίδα της Τροίας, την ασπίδα του Αχιλλέα, ενώ ο Λεοννάτος ο σωματοφύλαξ προσπαθεί μανιωδώς να υπερασπίσει το σώμα του αρχηγού, το σώμα του Βασιλιά των Ελλήνων.

Διαφαίνεται ότι η σιωπηλή οργή του Αλεξάνδρου από την στάση της Στρατιάς του στον ΄Υφαση ποταμό, ξέσπασε πάνω σε αυτή την παράλογη κίνηση-σχεδόν-αυτοκτονίας, μέσα στην ακρόπολη των Μαλλών. Ο θάνατος που φτερουγίζει επίμονα πάνω στο πανέμορφο γαλανομάτικο πρόσωπο του ξανθού έλληνα, του Μακεδόνα Αλέξανδρου, λειτουργεί σαν κάθαρση – καταλύτης για την στάση των στρατιωτών του στον ΄Υφαση, σαν νέο ξεκίνημα και νέος γάμος αγάπης και λατρείας, μεταξύ του Αλεξάνδρου και του στρατού του, που αγωνιούσε πλέον να τον ξαναδεί όρθιο και ζωντανό. Την πτώση του Αλεξάνδρου ακολουθεί πραγματικός χαλασμός.

Με δάκρυα στα μάτια οι Μακεδόνες και οι υπόλοιποι Έλληνες, προσπαθούν με κάθε τρόπο ν’ αναρριχηθούν στα τείχη. Στήθηκαν ανθρώπινες σκάλες με ανθρώπινα σκαλιά-ώμους και όσοι με τον τρόπο αυτό κατόρθωναν να σκαρφαλώσουν στα τείχη, έσπευδαν αμέσως στο μέρος όπου ευρίσκετο θανάσιμα τραυματισμένος ο Αλέξανδρος.

Γρήγορα σχηματίσθηκε ένα ανθρώπινο προστατευτικό φράγμα, πάνω και γύρω από τον Αλέξανδρο, το οποίο απωθούσε τους αντιπάλους.

Από την πρώτη πύλη που παραβιάσθηκε, εισήλθε το πρώτο οργανωμένο τμήμα, που σάρωσε τα πάντα ως ανεμοστρόβιλος. Ακολούθησε εκτεταμένη σφαγή από τον ελληνικό στρατό, που έγινε στα πλαίσια της ψυχολογικής πίεσης του ημιθανούς Αλεξάνδρου, δεν υπήρξε δηλαδή προγραμματισμένη ή σχεδιασμένη.

Ο Αλέξανδρος μεταφέρεται στο ελληνικό στρατόπεδο, με το βέλος σταθερά καρφωμένο στον πνεύμονά του. Το βέλος αφήρεσε τελικά ο πασίγνωστος ιατρός από την νήσο Κω, ο Αλκιβιάδης ο Κριτόβουλος, ο ίδιος ιατρός που αφήρεσε το βέλος από το μάτι του Φιλίππου στην πολιορκία της Μεθώνης.

Στην αφαίρεση του βέλους συμμετείχε και ίδιος ο Αλέξανδρος. Επειδή όλοι εφοβούντο μήπως το στέλεχος του βέλους σπάσει και παραμείνει στον πνεύμονα, ο Αλέξανδρος άρχισε να κόβει με μαχαίρι το στέλεχος σύρριζα στο στήθος του αλλά λιποθύμησε ξανά, όταν δε συνήλθε διέταξε να τον εγχειρήσουν με τόλμη και θάρρος, φωνάζοντάς τους γιατί έκλαιγαν και αποκαλώντας τους λιποτάκτες γιατί δεν τον βοηθούσαν. (17)

΄Ωρες συγκλονιστικής αγωνίας και απερίγραπτης συγκίνησης κάλυψαν ολόκληρο το μεγάλο ελληνικό στρατόπεδο, που βρισκόταν στις εκβολές του Υδραώτη ποταμού. Εξαιτίας της αποστάσεως των δύο ελληνικών στρατοπέδων, οι πληροφορίες έφθαναν αργά. Τέτοια απογοήτευση υπήρχε, ώστε όταν έφθασε η ευχάριστη είδηση ότι ο Βασιλεύς ζούσε, δεν την πίστευαν.

Η κατάσταση της υγείας του Αλεξάνδρου σταθεροποιήθηκε μετά από επτά ημέρες, λόγω της δυνατής του κράσης και του γυμνασμένου σώματός του. Όταν συνήλθε και πληροφορήθηκε την κατάσταση και το ηθικό των στρατιωτών του, διέταξε να τον μεταφέρουν αμέσως στις όχθες του Υδραώτη ποταμού στο μεγάλο ελληνικό στρατόπεδο, με μία ταχύπλοο Τριακόντορο.

Πλησιάζοντες στις όχθες του Υδραώτη, εκεί που βρισκόταν ο Νέαρχος, ο Ηφαιστίων, ο Πτολεμαίος και ο Κρατερός με τα στρατιωτικά τμήματά τους, διέταξε να αφαιρεθεί η σκηνή που ήταν τοποθετημένη σαν ομπρέλα πάνω από το κρεβάτι του (για να τον προστατεύει από τον ήλιο) και υψώνοντας το χέρι του χαιρέτισε τους έλληνες στρατιώτες για να διαπιστώσουν ότι ήταν ζωντανός.

Τα άψυχα χαρτιά αδυνατούν να αναπαραστήσουν τις συγκλονιστικές στιγμές που ακολούθησαν, απόδειξη της συντροφικής σχέσης του Αλεξάνδρου με τους συμμαχητές – συμπολεμιστές του, μία ανεπανάληπτη σχέση ψυχής, καρδιάς, εμπιστοσύνης, αφοσίωσης, αλληλεγγύης, που η παγκόσμια ιστορία δε βίωσε ποτέ ξανά μέχρι σήμερα.

Οι Αριστόβουλος και Πτολεμαίος ο Λάγου κατόρθωσαν να αποτυπώσουν αλλά και να διασώσουν με την πέννα τους, αυτές τις ιστορικές στιγμές.

Η στεντόρεια ιαχή Αλέξανδρε-Αλέξανδρε, υψώθηκε στον ουρανό, καλύπτοντας όλο το μήκος και το εύρος των οχθών του Υδραώτη ποταμού, ενώ ταυτόχρονα ολόκληρη η περιοχή αντηχούσε σαν ένα πελώριο Κονγκ από τη συνεχή και παρατεταμένη πρόσκρουση των ξιφών πάνω στις ασπίδες. Οι Έλληνες με πρώτους και καλύτερους τους Μακεδόνες, ξαναντάμωναν τον εσώκοσμο του Αλεξάνδρου. Η ψυχή του Αλεξάνδρου ξανάβρισκε την Ελλάδα της.

Όταν η Τριακόντορος έπλευσε στο σημείο αποβίβασης, οι υπασπιστές θέλησαν να τον μεταφέρουν στη σκηνή του με φορείο. Ο Αλέξανδρος όμως διέταξε να του φέρουν άλογο και αφίππευσε κοντά στη σκηνή που του είχε ετοιμασθεί, γιατί επιθυμούσε να τον δουν να περπατάει.

Οι σύντροφοι, οι συμπολεμιστές, οι συμμαχητές του, αυτοί που του είπαν “όχι” στον ΄Υφαση ποταμό, τώρα ξεχύθηκαν πάνω του, του αγγίζανε τα χέρια, τα πόδια, τα ρούχα του, τού εύχονταν και τον έραιναν με γιρλάντες και λουλούδια, από όλα όσα παρήγαγε τότε η γη της Ινδίας. (18)

Η Ιστορία δεν ξανάδωσε τέτοια αμφίπλευρη σχέση λατρείας και ψυχισμού, μεταξύ ηγέτη και λαού. Ο σεβασμός, η εκτίμηση, η αποδοχή, η πίστη, η αγάπη, δε συνιστούν μοναχικούς μηχανισμούς, αυτοαναλώσιμους και μιάς χρήσεως, αλλά οριοθετούν το γινόμενο που προκύπτει μέσα από δοκιμασίες στον χώρο και τον χρόνο.

Ο Αλέξανδρος είχε στεναχωρηθεί ακούγοντας κάποιους φίλους του να τον κριτικάρουν επειδή κινδύνευσε τόσο πολύ, λησμονώντας ότι ήταν Βασιλιάς-Ηγέτης και όχι στρατιώτης. ΄Ενας γέρος από την Βοιωτία που τα άκουσε και αντιλήφθηκε την στενοχώρια του Αλεξάνδρου, τον πλησίασε και του είπε:

«Αλέξανδρε τα έργα είναι για τους άνδρες. Αυτός λοιπόν που δρα, είναι φυσικό να παθαίνει κιόλας». (19)

Τα σοφά λόγια του γέρου από την Βοιωτία, που ανίχνευσε βαθιά στην ψυχή του Αλεξάνδρου, ηρέμησαν τον Αλέξανδρο που συμφώνησε με αυτή την εκτίμηση.

Πρέπει μετά βεβαιότητος να προδικάσουμε, ότι οι τραυματισμοί του Αλεξάνδρου θα πρέπει να ήταν περισσότεροι από αυτούς που κατέγραψαν οι σύγχρονοί του συγγραφείς, αν σκεφθούμε ότι για 14 ολόκληρα χρόνια πολεμούσε πάντοτε στην πρώτη γραμμή και ότι αυτός ο συλλογισμός επιβεβαιώνεται έμμεσα από τον ίδιο τον Αλέξανδρο, στην ομιλία του στην πόλη της ΄Ωπιδος (30 χιλιόμετρα ανατολικά της σημερινής Βαγδάτης) τον Ιούλιο του 324 π.Χ.

Η ομιλία του εκείνη είχε ως αφορμή τη δεύτερη εξέγερση (μετά την πρώτη στον ΄Υφαση ποταμό, που ήδη αναφέραμε) – απείθεια του στρατού του, την οποία κατέστειλε βίαια. Στην ομιλία του εκείνη είπε μεταξύ των άλλων και τα ακόλουθα:

«Και ποίος από εσάς ισχυρίζεται, πως κοπίασε για μένα περισσότερο από όσο εγώ για εκείνον;

Όποιος λοιπόν από εσάς έχει τραύματα, να γδυθεί να τα δείξει και εγώ θα δείξω τα δικά μου τραύματα ένα-ένα!

Μα μήπως υπάρχει μέρος του σώματός μου μπροστά, που να μην έχει πληγωθεί; Δεν υπάρχουν όπλα χειρός ή όπλα παντός είδους, σημάδια των οποίων να μη φέρω επάνω μου!

Από μηχανήματα και από πέτρες, σε πολλά σημεία του σώματός μου έχω τραυματισθεί για εσάς και για την δόξα σας, και για τον πλούτο σας, και σας οδηγώ πάντοτε νικητές δια μέσου κάθε γης και θαλάσσης, και δια μέσου όλων των πεδιάδων, των ποταμών και των βουνών!» (20)

Αυτός ήταν ο αιώνιος στρατιώτης Αλέξανδρος του Φιλίππου. Ο ηγέτης που μοίρασε το φαγητό του και τις ταλαιπωρίες με τους απλούς στρατιώτες του, που τους μεταμόρφωσε σε πολλούς μικρούς Αλέξανδρους.

Δε γνωρίζουμε ποιός θα ήταν ο βηματισμός της παγκόσμιας ιστορίας αν δεν είχε διενεργηθεί η εκστρατεία του Αλεξάνδρου και των Ελλήνων στην Ασία. Δε γνωρίζουμε ποια θα ήταν η πορεία του πολιτισμού σήμερα χωρίς την παρουσία και τη δράση του Αλέξανδρου στον χώρο και τον χρόνο που βίωσε.

Παραπομπές / Βιβλιογραφία:

(1) Johann Gustav Droysen: Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τόμος 1, σελίδες 135-138.΄Εκδοση Ελευθεροτυπίας. Αθήνα 1993. Μετάφραση: Ρένος Ηρακλή Αποστολίδη

(2) Johann Gustav Droysen: Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τόμος 1, σελίδες 194-195.΄Εκδοση Ελευθεροτυπίας. Αθήνα 1993. Μετάφραση: Ρένος Ηρακλή Αποστολίδη

(3) Johann Gustav Droysen: Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τόμος 1, σελίδες 257-258.΄Εκδοση Ελευθεροτυπίας. Αθήνα 1993. Μετάφραση: Ρένος Ηρακλή Αποστολίδη

(4) Johann Gustav Droysen: Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τόμος 1, σελίδα 291.΄Εκδοση Ελευθεροτυπίας. Αθήνα 1993. Μετάφραση: Ρένος Ηρακλή Αποστολίδη

(5) Αρριανός: Γ΄ – 30, 10. Όπως και Κούρτιος: VII. 6,1

(6) Johann Gustav Droysen: Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τόμος 2, σελίδα 427.΄Εκδοση Ελευθεροτυπίας. Αθήνα 1993. Μετάφραση: Ρένος Ηρακλή Αποστολίδη

(7) Στράβων: ΙΑ΄ – 517: «Τα Κύρα έσχατον όν Κύρου κτίσμα επί τω Ιαξάρτη ποταμώ κείμενον». Κατά τον Αρριανό, η Κυρούπολη δεν ήταν στον Ιαξάρτη.

(8) Στον 20ο μ.Χ. αιώνα και στη δεκαετία του 1980, οι Σοβιετικοί ανακάλυπταν με την σειρά τους την σπουδαιότητα αυτών των περιοχών, όταν εισέβαλλαν στο Αφγανιστάν. Το εύρος της προσωπικότητας του Αλεξάνδρου υπογραμμίζεται από το γεγονός, ότι ο ίδιος δεν διέθετε ούτε τις γεωγραφικές γνώσεις, ούτε τις τεχνολογικές δυνατότητες της εποχής μας.

Εξάλλου και οι μετέπειτα ανά τους αιώνες, συνεχείς ανακατατάξεις και αδιάκοπες πολεμικές επιχειρήσεις, μεταξύ Κινέζων και Μογγόλων για την ίδια περιοχή, αποδεικνύουν το θεϊκό μυαλό του Αλεξάνδρου και την δυνατότητα που διέθετε, της αστραπιαίας δηλαδή αντίληψης – κατανόησης κάθε σημαντικού στοιχείου, στα διάφορα προβλήματα που αντιμετώπιζε.

(9) Αρριανός: Δ΄ – 1,5: «Ξυνεπελάβοντο δε αυτοίς της αποστάσεως και των Σογδιανών οι πολλοί, επαρθέντες προς των ξυλλαβόντων Βήσσον, ώστε και των Βακτριανών έστιν ούς σφίσιν ούτοι ξυναπέστησαν».

(10) Πιθανόν πλησίον της σημερινής πόλης Nau στο Αφγανιστάν.

(11) Johann Gustav Droysen: Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Τόμος 2, σελίδα 432. ΄Εκδοση Ελευθεροτυπίας. Αθήνα 1993. Μετάφραση: Ρένος Ηρακλή Αποστολίδη

(12) Σαράντης Κ. Π. Θεόδωρος: Ο Μέγας Αλέξανδρος – Από την Ιστορία στον Θρύλο. ΄Επαινος Ακαδημίας Αθηνών. Β΄ Τόμος, σελίδα 165. ΄Εκδοσις Γ. Αθήναι 1981

(13) Σαράντης Κ. Π. Θεόδωρος: Ο Μέγας Αλέξανδρος – Από την Ιστορία στον Θρύλο. ΄Επαινος Ακαδημίας Αθηνών. Β΄ Τόμος, σελίδα 171. ΄Εκδοσις Γ. Αθήναι 1981

(14) Αρριανού Ανάβασις: Ε΄, ΧΧΙΧΙ: «Οι δε εβόων τε οία αν όχλος ξυμμιγής χαίρων βοήσειε και εδάκρυον οι πολλοί αυτών. Οι δε και τη σκηνή τη βασιλική πελάζοντες εύχοντο Αλεξάνδρω πολλά και αγαθά, ότι προς σφων μόνον νικηθήναι ηνέσχετο».

(15) Σαράντης Κ. Π. Θεόδωρος: Ο Μέγας Αλέξανδρος – Από την Ιστορία στον Θρύλο. ΄Επαινος Ακαδημίας Αθηνών. Β΄ Τόμος, σελίδα 223. ΄Εκδοσις Γ. Αθήναι 1981

(16) Masson, Narration, I, 402. Cunningham, Survey, V

(17) Πλούταρχος: Περί της Αλεξάνδρου Τύχης, Β΄ 344 F – 345b

(18) Αρριανού Ανάβασις: ΣΤ΄, ΧΙΙΙ, 3: «Ως δε επιβάς του ίππου ώφθη αύθις, κρότω δη πολλώ επεκτύπησεν η στρατιά πάσα. Επήχησαν δε αι τε όχθαι και αι πλησίον αυτών νάπαι. Προσάγων δε ήδη τη σκηνή καταβαίνει από του ίππου, ώστε και βαδίζων οφθήναι. Οι δε επέλαζον άλλος άλλοθεν, οι μεν χειρών, οι δε γονάτων, οι δε της εσθήτος αυτής απτόμενοι. Οι δε και ιδείν εγγύθεν και τι και επευφημήσαντες απελθείν. Οι δε ταινίαις έβαλλον, οι δε άνθεσιν, όσα εν τω τότε η Ινδών γη παρείχε».

(19) Αρριανού Ανάβασις: ΣΤ΄ – 13, 4-5: «΄Ω Αλέξανδρε, ανδρών τα έργα. Και τι και ιαμβείον υπειπείν, τον δε νουν είναι του ιαμβείου ότι τω δρώντι και παθείν έστιν οφειλόμενον» όπως και Αισχύλος: III – 499 – dubium 456, όπως και Σοφοκλής: Ηρακλείσκος Σατυρικός – Tr GF. Iv, 230-1-223b: «τον δρώντα γαρ τι και παθείν οφείλεται».

(20) Αρριανού Ανάβασις: Ζ΄, ΙΧ, Χ: «Και τις υμών πονήσας οίδεν υπέρ εμού μάλλον ή εγώ υπέρ εκείνου; ΄Αγε δη και ότω τραύματα υμών έστι γυμνώσας αυτά επιδειξάτω και εγώ τα εμά επιδείξω εν μέρει. Ως έμοιγε ουκ έστιν ότι του σώματος των γε δη έμπροσθεν μερών άτρωτον υπολέλειπται, ουδέ όπλον τι έστιν ή εκ χειρός ή των αφιεμένων ού γε ουκ ίχνη εν εμαυτώ φέρω αλλά και ξίφει εκ χειρός τέτρωμαι και τετόξευμαι ήδη και από μηχανής βέβλημαι και λίθοις πολλαχή και ξύλοις παιόμενος υπέρ υμών και της υμετέρας δόξης και του υμετέρου πλούτου νικώντας υμάς άγω δια πάσης γης και θαλάσσης και πάντων ποταμών και ορών και πεδινών πάντων».

 

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *