Η ιστορία ενός Ελληνοαμερικανού γιατρού που έγινε σύμβολο αυταπάρνησης στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου
Πώς ο δρ Τζον Τράκας έσωσε 25 άντρες από τα χέρια των Γερμανών
Το Γ΄ Ράιχ έπαιζε ένα από τα τελευταία του χαρτιά, μια απέλπιδα επίθεση σε έναν πόλεμο που- πλέον- έμοιαζεχαμένος. Δεκέμβριος του ΄44, τα γερμανικά τανκς σπάνε τις συμμαχικές γραμμές στη Μάχη των Αρδεννών. Οι Αμερικανοί υποχωρούν. Ο δρ Τζον Τράκας όμως μένει πίσω.
Αποκλεισμένος στο μέτωπο μαζί με τους ασθενείς του
Συνήθως, όταν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι στρατηγοί διέταζαν υποχώρηση, οι γιατροί ήταν οι πρώτοι που έφευγαν. Αυτή τη φορά όμως ο 26χρονος χειρουργός Τζον Τράκας ήταν ένας από τους τελευταίους. Η σύγχυση ήταν τόσο μεγάλη από την επίθεση των Γερμανών και η φυγή των Αμερικανών τόσο άτακτη, που ο Τράκας δεν μπόρεσε να ακολουθήσει.
Έμεινε αποκομμένος στα σύνορα Βελγίου και Λουξεμβούργου προσπαθώντας να κρατήσει στη ζωή τραυματίες Αμερικανούς στρατιώτες. Όμως όσο ο εχθρός πλησίαζε, τόσο αυξάνονταν οι πιθανότητες το πρόχειρο νοσοκομείο του Τράκα, σε ένα εστιατόριο της πόλης Μπαστόν, να γινόταν και ο τάφος του.
Τα φώτα των Γερμανών έκαναν τη νύχτα μέρα. Παρακολουθούσαν κάθε κίνηση των συμμάχων. Το παραμικρό λάθος σήμαινε θάνατο. Ο Τράκας είχε 25 άντρες υπό τη φροντίδα του. Έπρεπε να κινηθεί γρήγορα αν ήθελε να τους σώσει. Με το χάραμα οι Γερμανοί θα περικύκλωναν την Μπαστόν. Ο Ελληνοαμερικανός γιατρός φόρτωσε τους ασθενείς στις καρότσες τεσσάρων φορτηγών και ξεκίνησε, μέσα στο σκοτάδι και με σβηστά τα φώτα, ένα ταξίδι σε μια άγνωστη χώρα. Τράβηξε νότια και στάθηκε τυχερός.
Γλίτωσαν από τους Γερμανούς. Για την πράξη του τιμήθηκε αργότερα με το Χάλκινο Αστέρι. Και έγινε σύμβολο αυταπάρνησης στην Αμερική. Στις αρχές του περασμένου Ιουνίου ο Τζον Τράκας πέθανε στη Βοστώνη από πνευμονία. Ήταν 91 ετών. Η κηδεία του έγινε με τιμές ήρωα. Στρατιώτες δίπλωσαν την αμερικανική σημαία και την έδωσαν στην Άννα Πούλου, τη σύζυγο του δρος Τράκα. Όσο μιλάω με την κ. Πούλου στο σπίτι της, στο Μίλτον της Μασαχουσέτης, αυτή η σημαία βρίσκεται στα πόδια της.
«Ο Τζον ήταν ένας ήρωας», λέει. Ένας ήρωας που συχνά ένιωθε ότι δεν του άξιζαν τιμές και δόξα. Τα λόγια του έκρυβαν τύψεις και ενοχή. «Λυπάμαι που το λέω, αλλά γλίτωσα από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο χωρίς μια γρατσουνιά. Είμαι πολύ τυχερός», έλεγε ο δρ Τράκας στη γυναίκα και τα παιδιά του.
Πολίτης δύο κόσμων
O Τζον Τράκας γεννήθηκε στο Κονέκτικατ των ΗΠΑ από μετανάστες γονείς και μεγάλωσε στη Βοστώνη. «Δεν ήξερε λέξη αγγλικά όταν πήγε σχολείο», λέει η κ. Πούλου. «Ήταν όμως πολύ ταλαντούχος και έξυπνος. Πέρασε στο Βoston Latin School, ένα κορυφαίο λύκειο της εποχής και αργότερα σπούδασε Ιατρική στο Χάρβαρντ». Κατετάγη στον στρατό μετά την αποφοίτησή του. Πάντα ένιωθε πολίτης δύο χωρών.
Βλέποντας τις δυνάμεις του Άξονα να εισβάλλουν στην Ελλάδα αισθάνθηκε ότι έπρεπε να βρεθεί στο μέτωπο για να προσφέρει. Μαζί με 15.000 άλλους στρατιώτες ξεκίνησε από την Αμερική για την Ευρώπη, στο πλοίο «Κουίν Μαίρη». Ήταν μέλος της 9ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας, που έχασε 3.845 άντρες με τη λήξη του πολέμου.
Εκτός από τη μάχη των Αρδεννών πήρε μέρος και στη μάχη του Ρεμάγκεν. Εκεί όπου οι Σύμμαχοι υπερασπίστηκαν την τελευταία γέφυρα στον Ρήνο για να κρατήσουν ανοιχτό τον δρόμο που οδηγούσε στη Γερμανία. Αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου και την επιστροφή του στις ΗΠΑ, ο δρ Τράκας έλαβε την πρώτη του δουλειά: χειρουργός στο στρατιωτικό νοσοκομείο Walter Reed στην Ουάσιγκτον. Ύστερα από τόσες εικόνες φρίκης στο μέτωπο, ο δρ Τράκας έπρεπε τώρα να ακρωτηριάσει εκατοντάδες άντρες που γυρνούσαν από την Ευρώπη.
Ο «δρ Έλληνας» ήταν ο άνθρωπός τους
Αφού αποστρατεύθηκε, ο δρ Τράκας έκανε μια λαμπρή καριέρα στην Ιατρική. Έγινε διευθυντής της Ωτορινολαρυγγολογικής κλινικής αρχικά στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης και αργότερα στο Ιατρικό Κέντρο St. Εlizabeth. Ήταν ένας από τους μοναδικούς χειρουργούς που μιλούσαν ελληνικά στη Βοστώνη και αυτό τον έκανε ιδιαίτερα δημοφιλή.
«Είχε πάρα πολλούς Έλληνες πελάτες», λέει η κόρη του, Τζένιφερ Τράκας. «Ακόμα και πριν από λίγα χρόνια, όταν ο πατέρας μου ήταν 80 ετών, του τηλεφωνούσαν Έλληνες ομογενείς στο σπίτι και ζητούσαν να τους εξετάσει. Τους έλεγε ότι δεν μπορούσε πλέον και απογοητεύονταν. Ήταν ο άνθρωπός τους». Η Ελληνική καταγωγή του ήταν ένας από τους λόγους που παντρεύτηκε την επίσης κόρη μεταναστών, Άννα Πούλου.
«Γνωριστήκαμε σε ένα χριστουγεννιάτικο πάρτι», λέει η κ. Πούλου. «Εγώ δούλευα ως χημικός και εκείνος ήταν γιατρός στο ίδιο νοσοκομείο. Μας σύστησαν επειδή ήμασταν “πατριώτες” και έναν χρόνο αργότερα παντρευτήκαμε». Μαζί απέκτησαν τρία παιδιά και δύο εγγόνια. Όταν ο δρ Τράκας πήγαινε στον πόλεμο, η κ. Πούλου ήταν 12-13 ετών. Πολύ μικρή για να κατανοήσει τι περνούσε ο μετέπειτα σύζυγός της. Σήμερα, στα 79 της χρόνια, γνωρίζει καλά τι θα πει Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Έχει ζήσει τις ίδιες μάχες ξανά και ξανά μέσα από τις αφηγήσεις του συζύγου της.
Στο σαλόνι του σπιτιού της- έναν μήνα μετά την κηδεία- υπάρχουν ακόμα μεγάλα πόστερ με ασπρόμαυρες φωτογραφίες του άντρα της από το ΄40. Φυλάει τα μετάλλιά του σε θήκες και κρατάει διπλωμένη την αμερικανική σημαία που της παρέδωσαν οι στρατιώτες στην κηδεία. Στο νεκροταφείο πηγαίνει σπάνια. Δεν της είναι εύκολο. Προτιμάει να τον θυμάται μέσα από τις εικόνες, τις ιστορίες του και τα δεκάδες γράμματα φίλων και ασθενών. «Ακόμα και άτομα που δεν τον ήξεραν, έγραψαν για να μας συλλυπηθούν», λέει. «Τον αγαπούσαν και τον θαύμαζαν».
Use Facebook to Comment on this Post