ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Η επιθετική ρητορική και η κραυγαλέα αμφισβήτηση της καθεστηκυίας καταστάσεως (status quo) του Αιγαίου από την Τουρκία, παρά τις ισχύουσες και συμπεφωνημένες από πλευράς της διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις, δεν επιτρέπει εφησυχασμό. Επιπροσθέτως, η διαμορφούμενη δυναμική στην αρχιτεκτονική ασφαλείας του ζωτικού μας χώρου και της ευρύτερης περιοχής ενδιαφέροντός μας επιβεβαιώνουν εκ νέου τη θεωρία της απατηλής σταθερότητας (deceptive stability) και τις προκλήσεις ασφαλείας. Κατά συνέπεια, επιδρούν στις αμυντικές απαιτήσεις. Επισημαίνεται ότι, με βάση αναλύσεις διεθνών στρατηγικών ινστιτούτων και ειδικών εξειδικευμένων φορέων, ο συνολικός συντελεστής επιχειρησιακής αξίας, επιχειρησιακής ικανότητος και αποφυγής βαλλομένων όπλων των Ενόπλων Δυνάμεων (Ε.Δ.) της χώρας μας είναι σήμερα υπέρτερος οποιασδήποτε αντιστοίχου χώρας της περιοχής του επιχειρησιακού μας ενδιαφέροντος.
Αποτελεί αξίωμα, όμως, ότι το σήμερα δεν εξασφαλίζει το αύριο. Η εφαρμογή της «ευθείας στρατηγικής» (direct strategy) βασίζεται στην άρρηκτα συνεχόμενη στρατιωτική ισχύ προς αποτροπή, νίκη ή άμυνα. Αντιθέτως, η «έμμεση στρατηγική» (indirect strategy) περιορίζεται στη χρήση μη στρατιωτικών μέσων για την αποτροπή και άμυνα κατά επιθετικών ενεργειών.
Πρόσφατα η «Καθημερινή» (7/4/2019) με ένα εύστοχο άρθρο της ανέδειξε το «Εξοπλιστικό χάσμα Ελλάδος – Τουρκίας», όπου σαφώς περιγράφεται το διακύβευμα για την εφαρμογή της Εθνικής Στρατηγικής μας, από τους βασικούς πυλώνες της (Σ.Ξ., Π.Ν., Π.Α.). Η απαίτηση ισχυροποίησης της αμυντικής μας ασφάλειας είναι αυτονόητη και δεν αποτελεί επιτελικό ζητούμενο αλλά εθνική επιταγή. Οφείλει να συνιστά εθνική συγκροτημένη απαίτηση, με διακομματική συναίνεση (από τον σχεδιασμό της), για την επιβίωση του έθνους ειδικά για τη συγκεκριμένη εποχή και περιοχή. Δεν συνιστά πάρεργο και αποσπασματική πολιτική, καθ’ όσον οι ανάγκες των Ε.Δ. δεν διαφοροποιούνται ανάλογα με το ποιο είναι το κυβερνών κόμμα.
Θεωρώ ότι λόγω της οικονομικής κρίσεως και των πιεστικών αμυντικών απαιτήσεων δεν χωρεί πλέον η πολυτέλεια αναθεώρησης των εξοπλιστικών τομέων του Εθνικού Αμυντικού Σχεδιασμού από την εκάστοτε κυβέρνηση. Απαιτείται συνεχής ιεράρχηση των εθνικών προτεραιοτήτων, καθώς και εθνική συνεννόηση και συναίνεση για το συστηματικό, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, προγραμματισμό ανάπτυξης των Ε.Δ. και τον καθορισμό του μεγέθους των.
Επιτάσσονται η συγκρότηση εθνικού και διακομματικού προγράμματος ανάπτυξης των Ε.Δ. και η εξασφάλιση της συνέχειας στην εφαρμογή του, με καθιέρωση μετρήσιμων παραγόντων που θα παρέχουν την επακριβή πορεία της προόδου του. Προς τούτο, πρέπει να συγκροτηθεί ένα Αμυντικό Συμβούλιο υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος σύμφωνα με το άρθρο 45 του Συντάγματος άρχει των Ε.Δ. (παρά το γεγονός ότι ορίζεται πως τη διοίκησή τους ασκεί η κυβέρνηση). Κατά τη σύγκλησή του θα συμμετέχουν μόνον οι πρόεδροι των κοινοβουλευτικών κομμάτων, ο ΥΕΘΑ και οι αρχηγοί των επιτελείων.
Θα παρουσιαστεί εκεί η στρατιωτική αξιολόγηση καταστάσεως για τις υπάρχουσες και εκτιμώμενες απειλές και κινδύνους. Θα επαναπροσεγγιστεί το επιθυμητό επίπεδο Εθνικών Αμυντικών Επιδιώξεων (το αντίστοιχο Level of Ambition του ΝΑΤΟ) και οι αρχηγοί, μετά της επιφροσύνης που τους διακατέχει, θα εκθέσουν την κατάσταση του κλάδου τους και τις θέσεις τους για την επίτευξή του. Συνακόλουθα, θα αποφασιστούν οι κατευθυντήριες οδηγίες για το εθνικό πρόγραμμα των Ε.Δ., το οποίο θα πρέπει να ακολουθηθεί πιστά και απαρέγκλιτα από την παρούσα και επόμενες κυβερνήσεις. Κυρίαρχος παράγων πρέπει να είναι η ισχυρή και αποφασιστική εξαρχής εμπλοκή. Ως εκ τούτου, απαιτείται ευρύ φάσμα δυνατοτήτων για την αντιμετώπιση εντάσεων ή κρίσεων, οι οποίες θα τείνουν να λάβουν μεγαλύτερες διαστάσεις και να έχουν μεγάλο πολιτικό και εθνικό αποτύπωμα. Η πολυπλοκότητα των επιχειρήσεων αποτελεί τη βάση της προπαρασκευής για την αντιμετώπιση όχι μόνον του αναμενόμενου αλλά και του απροσδόκητου.
Συναφώς παραθέτω και τη γεωγραφική ιδιαιτερότητα της Ελλάδος, ως μιας κατ’ εξοχήν ναυτικής και νησιωτικής χώρας, της οποίας η θαλάσσια ισχύς οφείλει να είναι η βασική συνιστώσα της εθνικής στρατηγικής της. Δυστυχώς, τα κύρια στοιχεία της θαλάσσιας ισχύος μας (ναυπηγεία, επισκευαστική βιομηχανία, ελληνικότητα πληρωμάτων ποντοπόρων πλοίων, ναυτική εκπαίδευση, ναυτεργάτες, αλιεία, υποδομές και εκσυγχρονισμός λιμένων, ναυτική ισχύς) δεν αναπτύσσονται και ορισμένα συρρικνώνονται. Η έλλειψη θαλάσσιας και ναυπηγικής στρατηγικής επιτείνουν το πρόβλημα.
Ειδικά για τη ναυτική ισχύ, αξίζει να σημειωθεί ότι το ΕΜΠΑΕ 2006-2015 που ενεκρίθη από το ΚΥΣΕΑ την 25/7/2006, προέβλεπε μεταξύ των άλλων εξοπλιστικών αναγκών και την απόκτηση 4+2 φρεγατών, λαμβανομένης υπόψη και της πρόσφατης τότε διακρατικής συμφωνίας για την αγορά των 30 F-16 block 52+Advanced για την ενίσχυση της Π.Α. Δυστυχώς, αυτό το ΕΜΠΑΕ ναυάγησε στο μέσον της πορείας του το 2010, προσκρούοντας είτε σε οικονομικούς υφάλους είτε σε αλλότριους, καινοφανείς σκοπέλους.
Εκτοτε, πελαγοδρομούμε επί σχεδόν δέκα χρόνια, μεταξύ καθεστώτος ναυπηγείων, φρεγατών, κορβετών, εκμίσθωσης αμυντικών μέσων, μεταχειρισμένων ε/π, αρμάτων μάχης κ.ά. –επιχρίσματα αιτιολογιών για αποφυγή ανάληψης πολιτικών πρωτοβουλιών μεθοδικής ενίσχυσης των Ε.Δ. Επικαλούμεθα τις κατευθύνσεις των δανειστών, οι οποίοι όμως δεν είναι υπόλογοι και ούτε θα λογοδοτήσουν εάν η άμυνα της Ελλάδος καταρρεύσει.
Γνώμονα των ενεργειών της Ελλάδος συνιστούν ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου και η εφαρμογή των διεθνών συνθηκών και συμβάσεων. Η Ιστορία διδάσκει ότι η καταστρατήγηση του Διεθνούς Δικαίου και των αρχών καλής γειτονίας οδηγεί μαθηματικά σε συγκρουσιακές καταστάσεις. Η Τουρκία, όπως μετ’ επιτάσεως καταδεικνύει, αδιαφορεί για την εφαρμογή των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης – μνημόνιο Παπούλια-Γιλμάζ 27/5/1988 και οδηγίες αποφυγής ατυχημάτων και επεισοδίων στα διεθνή ύδατα και διεθνή εναέριο χώρο (8.9.1988)– προκειμένου να παρασύρει την Ελλάδα σε αναθεώρηση και επαναδιαπραγμάτευση των ισχυόντων ΜΟΕ. Αξίζει να συγκρατηθεί ότι δεν υφίσταται τεχνικό περιθώριο για νέα, στρατιωτικής φύσεως, ΜΟΕ. Εχουν εξαντληθεί και οιαδήποτε επαναπροσέγγιση μόνον παραχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων θα επέβαλε στην Ελλάδα, άπαξ και η εκβιαστική διπλωματία επιφέρει εξαναγκαστική διαπραγμάτευση.
Η προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων αποτελεί τον πνεύμονα της εθνικής μας επιβίωσης και στηρίζεται στην αμυντική μας ισχύ. Η άμυνα και η ασφάλεια των λαών ουδέποτε προσφέρθηκαν δωρεάν. Η σχέση άμυνας και οικονομίας δεν λειτουργεί διαζευκτικά. Η κατάρρευση της άμυνας εκμηδενίζει οιαδήποτε άλλη επιλογή. Η αναγκαιότητα κατάρτισης ενός ενιαίου μακροπρόθεσμου εξοπλιστικού προγράμματος, ως απόρροια διακομματικής συναίνεσης, είναι πρόδηλη και επιτακτική για τις παρούσες περιστάσεις και γεωπολιτικές συγκυρίες.
* Ο κ. Παναγιώτης Χηνοφώτης είναι ναύαρχος ε.α., επίτιμος αρχηγός ΓΕΕΘΑ και πρώην υφυπουργός Εσωτερικών.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr