Γεννήθηκε το 600 π.Χ. στη Σπάρτη και πέθανε το 520 π.Χ. στην Πίσσα της Σικελίας. Κατά την παράδοση (και τον Έρμιππο) πέθανε σε ηλικία 80 ετών κατά τα προλεχθέντα, από τη μεγάλη του συγκίνηση και την υπερβολική χαρά του, όταν αγκάλιασε το γιο του, που μόλις είχε επιστρέψει Ολυμπιονίκης στο αγώνισμα της «πυγμής» (πυγμαχίας), οπότε και κηδεύτηκε με μεγάλες τιμές, ενώ στον τάφο του γράφτηκε η φράση: «Υιός Χίλωνος, πυγμή χλωρόν έλεν κότινον / Είδ΄ο πατήρ στεφανούχον ιδών τέκνον ήμυσεν ησθείς ού νεμεσητόν. Εμοί τοίος ίτω θάνατος» [«Μακάρι να είχα κι εγώ ένα τέτοιο θάνατο»].
Σύμφωνα με τον Διογένη το Λαέρτιο που τον βιογράφησε (Α’ 3,68-73), οι Σπαρτιάτες ανήγειραν και άγαλμα προς τιμή του, με το επίγραμμα «Τόνδε δορυστέφανος Σπάρτα Χίλων, εφύτευσεν, ός των Επτά Σοφών, πρώτος, έφυ Σοφός» [περ. «Η πολεμόχαρη Σπάρτη γέννησε αυτόν εδώ τον Χίλωνα, που ήταν ο πρώτος, δηλαδή ο μεγαλύτερος, Σοφός από τους επτά Σοφούς»].
Ιδιαίτερης τιμής και εκτιμήσεως έχαιρε ο Χίλων και κατά τη διάρκεια της ζωής του. Οι συμπατριώτες του, μάλιστα, τον εξέλεξαν και Έφορο, το 556 π.Χ. (κατά την 56η Ολυμπιάδα). Η θητεία του κρίνεται ιδιαίτερα επιτυχημένη και μάλιστα με μεγάλη σημασία στην ιστορική εξέλιξη του πολιτεύματος της πόλης, αφού κατά τη διάρκεια της θητείας του εισηγήθηκε και πέτυχε τη μεταρρύθμιση του καθεστώτος του Λυκούργου, με την εξύψωση του θεσμού των Εφόρων και τον αποφασιστικό περιορισμό, κατά τον τρόπο αυτό, της βασιλικής δύναμης και εξουσίας, προς όφελος της λαϊκής κυριαρχίας.
Αλλά και μεταξύ των Ελλήνων της υπολοίπου Ελλάδας είχε αποκτήσει φήμη και έχαιρε ιδιαίτερης τιμής ο Χίλων, μεταξύ άλλων για τη ρήση του ότι τα Κύθηρα ήταν καλύτερα να μην υπήρχαν, φράση που αποδείχθηκε σοφή κατά τους μηδικούς πολέμους, όταν ο Δημάρατος συμβούλεψε τον Ξέρξη να συγκεντρώσει εκεί τον στόλο του, συμβουλή που ευτυχώς δεν εισακούστηκε από τον βασιλιά των Περσών, διότι τότε πιθανόν να κυριευόταν όλη η Ελλάδα (πρβλ. Ηρόδοτος Α’59), όπως αποδείχθηκε αργότερα, κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, οπότε ο Νικίας εγκατέστησε στο συγκεκριμένο νησί αθηναϊκή φρουρά, προκαλώντας μεγάλες ζημιές στους Λακεδαιμόνιους.
Ενδεικτικός και χαρακτηριστικός της σοφίας του είναι ο διάλογος που φέρεται να είχε, σε μεγάλη πλέον ηλικία, με τον ακμάζοντα, τότε, Αίσωπο. Ο τελευταίος φέρεται να τον ρώτησε «τι πράττει ο Δίας» και εκείνος του απάντησε «Ταπεινοί τα υψηλά και τα ταπεινά υψοί». Σε ερώτηση «κατά τι διαφέρουν οι πεπαιδευμένοι από τους απαίδευτους», απάντησε «ελπίσιν αγαθαίς» και, τέλος, στην ερώτηση «τι είναι δύσκολο» φέρεται να απάντησε το «τα απόρρητα σιωπήσαι και σχολήν [ή, κατ’ άλλη εκδοχή, «χολήν»] εύ διαθέσθαι και αδικούμενον δύνασθαι φέρειν».
Τα πιο σπουδαία και γνωστά γνωμικά του, δηλαδή το «μηδέν άγαν», το «γνώθι σαυτόν» και το «εγγύα παρά δ’ άττα» [σημειωτέον ότι το πρώτο απ’ αυτά αποδίδεται, κατ’ άλλη εκδοχή, στον Σόλωνα, ενώ το δεύτερο στον Θαλή] είχαν γραφτεί στον τοίχο (ή στην προμετωπίδα) του ναού του Απόλλωνα, στους Δελφούς. Ειδικά για το γνώθι σαυτόν αναφέρεται από τον Κλέαρχο ότι το γνωμικό αυτό λέχθηκε στον Χίλωνα ως μυστικό από τον θεό (Ι.Στοβαίου Ανθολ., τόμ.Α’ βιβλ.21 παρ.12)
ellinonpaligenesia2.blogspot.