ΣΑΤΑΝΙΣΜΟΣ – Η ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΑΔΗ

Το πρόβλημα της ύπαρξης του Σατανά δεν είναι σημερινό και δεν απασχόλησε μόνο τις Εκκλησίες. Τα τελευταία χρόνια έγινε αντικείμενο πολλών άλλων παραγόντων που ρυθμίζουν αναλογικά τη ζωή όπως η πολιτική, το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος και η τηλεόραση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την κοινωνική υπέρβαση του Σατανά και σε εξωεκκλησιαστικούς χώρους και τη δημιουργία μιας ανελικτικής δημιουργικότητας με πολλές απορίες και ερωτήματα γύρω από τη χρήση και τη χρησιμότητα της εικόνας του…

Δυστυχώς η δυναμική εμβολή του κάλυψε και τους σταθερούς λεγόμενους χώρους τις τελευταίες δεκαετίες που από λογικής τουλάχιστον πλευράς ήταν αδύνατη η πρόσβασή τους. Αυτή η πρόκληση ήταν βαθύτατα ανησυχητική γιατί έθετε σε κίνδυνο παραδεδομένες  αξίες και με έλλογη προσπάθεια διαμφισβητούσε τώρα θεσμικά το επίπεδο της ιερότητας της πίστης αλλά και τη λειτουργικότητα της γνώσης καθώς μας γνώριζε άλλα διέξοδα για τον «κοποιώντα και πεφορτισμένον άνθρωπον».

Έτσι ο Σατανάς γίνηκε κοινωνικό ανάγνωσμα, εκφραστής μέσα από μια αποφατική διατύπωση μιας γενικευμένης ιδεολογίας για το ζην και το πράττειν με αισθησιακή διάθεση, βιωματική ακαταληψία και τερατώδη δρώμενα. Μια δηλαδή σύνθεση άρνησης, φόβου και περιθωριακών επιθυμιών.

Ο διαχρονικός άνθρωπος δεν διέθετε, δυστυχώς, ούτε αληθινή πίστη μήτε ικανή γνώση, δηλαδή τον «ύπατο λόγο του βίου» για να μπορέσει να διακρίνει το έσχατο βάθος, το Σεόλ(Άδη), που τον οδηγούσε ο σατανισμός.

Η συνδρομή της Εκκλησίας αδυνατούσε πολλές φορές μπρος στο κοινωνικό αυτό φάντασμα να βρει τρόπους που να καταλήγουν σε μηνύματα που να «εξεγείρουν όλο το συναισθηματικό και νοηματικό πλούτο» του ανθρώπου για να αποβάλει τους σατανικούς σχεδιασμούς επιβεβαιώνοντας έτσι τα ψεύδη του.

Η φόρτιση ήταν μεγάλη. Η ευσέβεια και η ευφυΐα μπορούσαν να μας δώσουν άριστα αποτελέσματα. Το τραγικό όμως είναι πως οι δύο αυτές έννοιες είναι υπό αίρεση και έτσι το κατασταλτικό αποτέλεσμα όχι το αναμενόμενο.

Ο σατανισμός   έχει δική του   μέθοδο αιχμαλωσίας της συνείδησης και τρόπους προσέγγισης απαξίωσης της ζωής. Στερείται λογικής και μέτρου γιατί το μοντέλο του  παραπέμπει  σε φαινόμενα ελλειπτικά και νοσηρά επειδή τροφοδοτεί το απελπισμένο παρόν και το αβέβαιο μέλλον με την επιδημία της ανασφάλειας. Όπως εύστοχα ειπώθηκε «πρόκειται για τη διαστροφική σαγήνη του αποτρόπαιου».

Ο  ΣΑΤΑΝΑΣ  ΚΑΙ  ΤΟ ΕΡΓΟ  ΤΟΥ

Γενικά

Ο Σατανάς δεν έχει ληξιαρχική πράξη γέννησης ούτε πιστοποιητικό θανάτου. Είναι διαχρονικός και τα στοιχεία του δεν είναι πάντοτε ξεκάθαρα. Αποτέλεσμα πολλές φορές να αιωρείται στο κόσμο της φαντασίωσης. Αξιοποιεί όμως και στοχεύει με εφαρμογές συγκεκριμένες, προσπαθώντας να προσπελάσει «την αυτοσυνειδησία της καθολικότητας, του ανθρώπου». Κατακλύζει λοιπόν όλες τις  πτυχές της ψυχής και κατακυριεύει τη βούληση που παραμένει αδρανής και χωρίς άμυνα.

Ο καθένας μας λοιπόν γνωρίζει πότε ο Σατανάς έρχεται με μεγάλη ένταση και είναι πολύ επίφοβος γιατί είναι εχθρός της ψυχής και σε καταλαμβάνει εξ απροόπτου. Αν δεν αντισταθείς σημαίνει ότι συνθηκολογείς μαζί του και υποτάσσεσαι σ’ αυτόν.

Έτσι λοιπόν εκ των πραγμάτων και μόνο πρέπει να πάρεις την απόφαση να τον καταπολεμήσεις. Σε αντίθετη περίπτωση θα υποκύψεις. Όταν δεν εμποδίζουμε το Σατανά λέγει χριστιανός συγγραφέας ισοδυναμεί με το να θέλουμε την πρόοδό του. Κι αν δεν αντισταθούμε προσβάλλουμε το Θεό. «Εκείνος ο οποίος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου» λέγει ο Κύριος[1].

Ο Σατανάς με την ιδιαίτερη πρακτική που διαθέτει επέρχεται σε κάθε είδους ηθικές παρεκτροπές και αποδυναμώνει τη ψυχή ακόμη και εκφωνούμενος. Αρχικά ήταν άγγελος του «καλού» με αυξημένες αρμοδιότητες αργότερα άγγελος του «κακού» με κύριο στοιχείο το ψυχοσωματικό θάνατο του ανθρώπου. Και όπως είναι γνωστό από τη Παλαιά Διαθήκη δεν μπορεί να υπάρχει και να πράττει χωρίς την άδεια του Γιαχβέ, ο οποίος σε κάθε περίπτωση οριοθετεί τις  κινήσεις του. Τυπικό παράδειγμα η περίπτωση τού   Ιώβ όπου ο Σατανάς φέρεται ως εκτελεστής των εντολών του Γιαχβέ.  «Τότε είπεν ο Κύριος τω διαβόλω· ιδού πάντα όσα εστίν αυτώ, δίδωμι εν τη χειρί σου, αλλ’ αυτού μη άψη και εξήλθεν ο διάβολος από προσώπου Κυρίου»[2].

Φαίνεται λοιπόν καθαρά πως ο Σατανάς, δεν είναι αυτεξούσιος αλλά όργανο του Γιαχβέ. Παρουσιάζεται μπροστά στο Γιαχβέ: «παραστήναι ενώπιον του Κυρίου»[3]. Ο Σατανάς αναφέρει τα σχετικά με τη δράση του και ο Γιάχβε εκθειάζει με τη σειρά του τον Ιώβ. Αν  και ο Γιαχβέ θεωρεί τον Ιώβ υπόδειγμα ήθους πείθεται τελικά από το Σατανά να παιδέψει τον Ιώβ.

Ο Σατανάς λοιπόν προέρχεται μέσα από τους κόλπους του εβραϊκού δυϊστικού θρησκεύματος και από κει αναπαράγεται στο Χριστιανισμό. Ο καθηγητής κ. Καϊμάκης υποστηρίζει ότι η μορφή τού Σατανά δεν υπάρχει αλλά γίνεται. Ο Σατανάς θα συγκεντρώσει τελικά στο πρόσωπό του όλες τις  ενέργειες των κακών δυνάμεων ή πιο σωστά θα γίνει ο αρχηγός της στρατιάς των δαιμόνων[4].

Αν ανατρέξουμε στον αρχαιοελληνικό κόσμο και τη θρησκεία του, θα δούμε ότι λείπει παντελώς η έννοια και το όνομα του   Σατανά. Εκεί δεν υπάρχει μήτε Θεός τιμωρός αλλ’ ούτε και κάποιος άλλος «κακός Θεός». Στη φιλοσοφική σκέψη των αρχαίων το «Θείο» είναι το αγαθό και σαν τέτοιο αδυνατεί να βλάψει. Το «κακό» προέρχεται απ’ τα ανθρώπινα λάθη ή από φυσικά συμβάντα, ποτέ όμως απ’ την οργή του Θεού.

Ξένος λοιπόν και ανύπαρκτος ο  Σατανάς για τους Αρχαίους Έλληνες.

Γίνεται λοιπόν φανερό ότι η αρχική προσέγγιση τού   Σατανισμού γίνεται από τον Ζωροαστρισμό στη μορφή του   Αρειμάνιου. Οι ομοιότητες σ’ ότι αφορά τον Ιουδαϊσμό είναι παραπάνω από εμφανείς. Πως πέρασε όμως αυτή η θεολογία στους Εβραίους; Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος δέχεται ότι υπάρχει συγγένεια μεταξύ των Εβραίων και των Χαλδαίων. Γράφει λοιπόν: «για τους Χαλδαίους δεν θα μπορούσα να πω το ίδιο, επειδή είναι οι γενάρχες της φυλής μας και λόγω της συγγενικής σχέσης μαζί μας μνημονεύουμε τους Ιουδαίους στα γραπτά τους»[5]. Μέσα  από την παραπάνω θεολογική και θρησκευτική καταγωγή εμφανίζεται ο Σατανάς στη θρησκευτική εβραϊκή παράδοση. Δάνειο λοιπόν από τη διδασκαλία του   Ζωροαστρισμού είναι η ύπαρξη κακού πνεύματος. Η ιστορική άποψη είναι μονοσήμαντη και ενδιαφέρει αποκλειστικά την ιστορία.

Αντίθετα, η Θεολογική, δεν αφαιρεί  τον άνθρωπο από τον δημιουργό. Είναι «ψυχισμική ενεργητικότητα, αβίαστη και πίστη επιδίωξη γνώσης περί τού   Θεού». Και όπως εύστοχα παρατήρησε ο μακαριστός Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Β΄  «τα συναποτελούντα την ορθήν πίστιν διδασκόμεθα ασφαλώς οι Ορθόδοξοι  παρά της Εκκλησίας, του   αλαθήτου της Αποκαλύψεως φορέως και διδασκάλου».

Η  ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ  ΠΟΡΕΙΑ  ΤΟΥ    ΣΑΤΑΝΙΣΜΟΥ

Ο  ΣΑΤΑΝΙΣΜΟΣ  ΣΗΜΕΡΑ

Για τους σατανιστές ο Σατανάς έχει οντότητα όπως και ο Θεός. Χάρις σ’ αυτήν είναι πανταχού παρών και οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τη δύναμή του[6].

Ένας Έλληνας σατανιστής, εξαιρετικής μορφώσεως και πανεπιστημιακός συνοψίζει ως εξής την ιδέα του Σατανισμού: «ο Σατανιστής είναι υπεύθυνος για όλες τις πράξεις του   και υπόλογος για καμία». Ο ίδιος, μυημένος στο τελετουργικό της σατανολατρείας και τελεστής των πρακτικών της γράφει: «ο Χριστιανικός Θεός υπάρχει, όπως υπάρχει και ο Βούδας, ο Αλλάχ και ο Γιαχβέ των Εβραίων. Όλοι υπάρχουν γιατί υπάρχει και ο άνθρωπος που τους δημιούργησε και τους συντηρεί με την πίστη».

Το ερώτημα που προβάλλει είναι αν ο Σατανισμός είναι η λατρεία του απολύτου κακού, τότε αυτό το κακό με ποιο τρόπο και πρόσωπο υπάρχει σήμερα; Η υποκρυπτόμενη σαγήνη του Σατανισμού μας παραδίνει σε κάτι ασαφές και σκοτεινό, κι ακόμη η επιθυμία να υποκύψουμε σε κάποια ισχυρή κακοποιό δύναμη, σε μια δηλαδή καταστροφή μπλεγμένη με σαρκικό ευδαιμονισμό και ανατροπή των αξιών της ζωής, αποδομεί την ανθρώπινη ψυχή, διότι ο άνθρωπος χάνει όχι την αληθινή διάσταση της αυτογνωσίας του αλλά και την ηθική του  συνείδηση[7]. Ορθώς λοιπόν παρατηρεί η Μ. Σταματιάδου αναφερόμενη στη ψευδοκουλτούρα του Σατανισμού[8].

Δυο πλευρές, η εμφανής και η αφανής συνθέτουν το κοσμικό – κοινωνικό παζλ του φαινομένου που ονομάζουμε Σατανισμό.

Άνθρωπος του περιθωρίου και άνθρωποι που συντηρούν το κατεστημένο, οι δυο έμψυχοι πόλοι της λατρείας ή θρησκείας (;) του Σατανά. Ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, έχουν τελείους διαφορετικούς στόχους τελείως ασύμβατες μεταξύ των ζωές. Κι όμως συναντιούνται στη καρδιά της ίδιας θυσιαστικής λατρείας, ψηλαφούν τον ίδιο θάνατο, εγκαταλείπονται στην ίδια ηδονή, οσμίζονται το ίδιο αίμα.

Οι γενεσιουργές αιτίες αυτού του φαινομένου είναι: Αφ’ ενός η ανάγκη για συνεχή επιβεβαίωση ότι ο άνθρωπος κατέχει κάποιο είδος εγωπαθούς δύναμης που αποτελεί πηγή ηδονών και ταυτόχρονα του επιτρέπει να επηρεάζει τη πραγματικότητα γύρω του και αφετέρου το έντονο αίσθημα προδοσίας όσον αφορά τις επιδιώξεις του που αισθάνεται ο άνθρωπος από το Θεό.

Ο πνευματικός χάρτης του Σατανισμού συγκροτείται από πολλά μεγάλα ή μικρότερα κινήματα που σαν κοινό στόχο έχουν τη λατρεία του Σατανά και την εγωϊστική υπερέξαρση του ανθρώπινου εαυτού. Ανέκαθεν, το μυστήριο τού αρχέγονου κακού μαγνήτιζε την περιέργεια του ανθρώπου.

Η αγωνία για το μέλλον και τα υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου, που έπρεπε ν’ απαντηθούν πάντα υπερνικούσαν το φόβο και δυστυχώς ενθάρρυναν τη δεισιδαιμονία. Ο Διάβολος, και οι σκοτεινοί ακόλουθοί του, ανθρώπινοι και μη, προσελκύουν το ενδιαφέρον των μαζών που νομίζουν ότι εκεί θα βρουν απάντηση και νόημα στη ζωή τους.

Η εκκλησία του Σατανά και οι τέσσερις μεγάλες κατηγορίες των σύγχρονων σατανιστών.

Σήμερα υπάρχει επίσημα αναγνωρισμένη μόνο μια εκκλησία του Σατανά. Και αυτή είναι η πρώτη εκκλησία του Σατανά (FCoS) που ίδρυσε ο A. S. LaVey και έχει έδρα το Λος Άντζελες.  Τα υπόλοιπα σχήματα θυμίζουν φιλόδοξες προσπάθειες ηγεμονισμού των ιδρυτών τους και κινούνται στην αφάνεια, χρησιμοποιώντας τη φιλοσοφία του LaVey. Αντιμάχονται το Θεό και ακμάζουν ως αντίδραση εκεί όπου η Χριστιανική θρησκεία έχει μεγαλύτερη δύναμη και επιρροή.

1. Το 1966 ο LaVey ιδρύει την εκκλησία του Σατανά ανακηρύσσοντας τη χρονιά αυτή ως το έτος Ένα του Σατανισμού. Το 1969 γράφει το βιβλίον «Σατανική Βίβλος». Η θεωρία του είναι ένα κράμα αποκρυφισμού και άθεου ουμανισμού με την ταυτόχρονη υπερέξαρση του εγωισμού και της ασύδοτης ατομικής επιθυμίας.

Κύριο γνώρισμα του σύγχρονου Σατανισμού, όπως τον διαμόρφωσε ο A LaVey ήταν η αντισυμβατικότητα τόσο ως αντίδραση στα θρησκευτικά και κοινωνικοπολιτικά κατεστημενα όσο και ως ανατροπή των αισθητικών και σεξουαλικών στερεότυπων.

Σύμβολο της εξέγερσης αυτής ήταν βέβαια ο Σατανάς, του οποίου, ωστόσο, η πραγματική ύπαρξη αμφισβητούνταν από το ίδιο τον LaVey. Με τέτοιες προϋποθέσεις η εκκλησία του Σατανά είναι μια ελιτιστική οργάνωση με μέλη κάποιες εκκεντρικές προσωπικότητες.

2. Ο ναός του Σηθ – Temple of Set, ιδρύθηκε το 1975 ως πράξη αποστασίας από την πρώτη εκκλησία του Σατανά του La Vey (The First Church of Satan (FcoS). Έχει έδρα το Σαν Φραντσίσκο. Αρκετά μέλη από τα υψηλά κλιμάκια της ιεραρχίας στην εκκλησία του LaVey αναγνώρισαν στις κινήσεις και τις πράξεις του μια τάση για εμπορευματοποίηση της ιδεολογίας των  και διαχώρισαν τη στάση των.

3. Οι τάσεις.

Οι σύγχρονοι σατανιστές χωρίζονται σε 4 μεγάλες κατηγορίες.

α. Παραδοσιακός αντιχριστιανικός Σατανισμός.

Λατρεύουν τον Σατανά, δοξάζουν τις μαύρες δυνάμεις βλασφημούν το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, βεβηλώνουν ναούς και νεκροταφεία και πιστεύουν πως ο Διάβολος θα θριαμβεύσει τελικά στη μάχη με τον Θεό των Χριστιανών.

β. Εκκοσμικευμένος ανθρωπιστικός Σατανισμός.

Απορρίπτουν την ύπαρξη ενός προσωπικού Θεού, και ενός προσωπικού Σατανά (διαβόλου). Εναντιώνονται στους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις που έχει επιβάλει η Χριστιανική θρησκεία στους πιστούς της.

γ. Παγανιστικός Σατανισμός.

Είναι σύμμαχοι των δυνάμεων του σκότους, στη μάχη με τις δυνάμεις του φωτός. Έχουν υιοθετήσει ονόματα και τελετές από τις αρχαίες θρησκείες, κινούνται στο πλαίσιο της μαγείας και του αποκρυφισμού, χρησιμοποιώντας ανάλογες τεχνικές και έρχονται σε άμεση ρήξη με τις σύγχρονες θρησκείες.

δ. Ηδονιστικός Σατανισμός.

Μοναδική βλέψη αυτής της ομάδας είναι η σεξουαλική ικανοποίηση των μελών της. Η ηθική που διακηρύσσουν έχει κεντρική της επιδίωξη την ευχαρίστηση, θεωρώντας την πορνογραφία μέσον αύξησης της επιρροής των.

Ο συμβολισμός των δαιμόνων δημιούργησε μία φιλολογική παράδοση αιώνων με τερατόμορφες και καταστροφικές μορφές προκειμένου να εξυπηρετήσει την ιδέα της αιώνιας πάλης κακού – καλού.

Κλειστός ή ανοικτός σατανισμός αποτελούν δυστυχώς κοινωνικό ρεύμα και μάλιστα σε προηγμένες κοινωνίες, έτσι στρεφόμαστε στην αναζήτησή του ή την συνάντησή του μέσα απ’ τη ματιά του κακού και «ορισμένων απ’ τις εκφράσεις του, όπως είναι ο διάβολος, ο αντίχριστος και η μορφή του θηρίου 666»[9].

Το κακό πάντα γοήτευε τους ανθρώπους: «σατανιστικές λατρείες», σκοτεινές σέκτες, απόκρυφοι διδάσκαλοι, ο διάβολος, και οι σκοτεινοί ακόλουθοί του, ανθρώπινοι και μη, προσελκύουν το ενδιαφέρον των μαζών που νομίζουν ότι εκεί θα βρουν την απάντηση και το νόημα της ζωής τους.

Οι εννέα εντολές του Σατανά.

Ο Σατανάς αντιπροσωπεύει την έκλυση και όχι την εγκράτεια.

Ο Σατανάς αντιπροσωπεύει τη ζωτική ύπαρξη και όχι τα ψευδο-πνευματιστικά όνειρα.

Ο Σατανάς αντιπροσωπεύει την απόλυτη σοφία και όχι την υποκριτική αυτο-ψευδαίσθηση.

Ο Σατανάς αντιπροσωπεύει την καλοσύνη προς όσους την αξίζουν και όχι την αγάπη που σπαταλιέται στους αχαρίστους.

Ο Σατανάς αντιπροσωπεύει την εκδίκηση και όχι τη θεωρία του «στρέψε και το άλλο μάγουλο».

Ο Σατανάς αντιπροσωπεύει την υπευθυνότητα προς τους υπεύθυνους και όχι τα βαμπίρ της μεταφυσικής.

Ο Σατανάς αντιπροσωπεύει τον άνθρωπο σαν ένα ζώο, όπως όλα τα άλλα, μερικές φορές καλύτερο αλλά συνήθως χειρότερο από όσα περπατούν με τα τέσσερα, το οποίο λόγω της «Θεϊκής, πνευματικής και νοητικής του ανάπτυξης» έχει γίνει πιο σαδιστικό ζώο απ’ όλα.

Ο Σατανάς αντιπροσωπεύει όλες τις αποκαλούμενες αμαρτίες, που οδηγούν στην πνευματική και σωματική ικανοποίηση.

Ο Σατανάς είναι ο καλύτερος φίλος που είχε ποτέ η Εκκλησία, καθώς της δίνει λόγο ύπαρξης όλα αυτά τα χρόνια.

Είναι φανερό ότι πέρα από τη γενικολογία του, το δόγμα αυτό δεν είναι στην πραγματικότητα παρά ένας θεωρητικός  αντίλογος –«βρεφονοηματικού επιπέδου» – στις διδαχές του Χριστιανισμού.

Στον ίδιο ιδεολογικό άξονα κινούνται και τα εννέα σατανικά αμαρτήματα: α! ηλιθιότητας, β! αλαζονείας, γ! εγκράτεια,δ! αυταπάτη, ε! υπακοή, στ! έλλειψη προοπτικής, ζ! λήθη των παλαιών δοξασιών, η! αντιπαραγωγική υπερηφάνεια,θ! έλλειψη αισθητικής.

Ποιος μπορεί να βγάλει άκρη;

Από τους βρικόλακες του σκότους λείπει η αγάπη που «κολλά ημάς τω Θεώ», που δεν «στασιάζει», που «πάντα ποιεί εν ομονοία». Λείπει σε ανάλυση, η χρηστή ελπίδα που μαζί με τη γνώση θεμελιώνουν τις αιώνιες και πανανθρώπινες αξίες, τις αλήθειες της αμώμητης πίστης μας και την ηθική που στηρίζεται επάνω στις ακατάλυτες πνευματικές αξίες και στις αλήθειες που μας απεκάλυψε ο ένσαρκος Λόγος του Θεού.

Ο αείμνηστος καθηγητής Νίκος Ματσούκας, στο πολύ αξιόλογο πόνημά του   (Ο ΣΑΤΑΝΑΣ, Θεσσαλονίκη 2005) μας δίνει μια συλλογική εικόνα του Διαβόλου από τη σκοπιά της Ορθόδοξης Θεολογίας γράφει: «Μπορεί κανείς ν’ αναγνώσει μόνο το 18ο κεφάλαιο της «εκδόσεως ακριβούς της ορθοδόξου πίστεως» του Ιωάννη Δαμασκηνού, «περί Διαβόλου και δαιμόνων»,   διαπιστώνοντας  τη φωτεινή διδασκαλία της παράδοσης.

Διασώθηκαν πλήθος μαρτυριών αναφορικά με την προσωπικότητα και το έργο τού   διαβόλου. Όλες όμως είχαν κατά τεκμήριο το στοιχείο της υπερβολής και αυτό κατά κάποιο τρόπο  δικαιολογημένα όταν πρόκειται για το Σατανά.

Το  πραγματικό πρόσωπό του  παραμένει σκοτεινό και μυστηριώδες εξ αιτίας των διαφόρων απόψεων που κατά καιρούς διατυπώθηκαν για το τι είναι ή τι δεν είναι ο διάβολος παραμένει αίνιγμα, αν δηλαδή ο Σατανάς είναι ο αόρατος ψυχοπομπός του κακού. Αν όχι γιατί επί χρόνια ασχολούμεθα μ’ αυτόν.

Ο διάβολος δεν στερείται παρελθόντος και μάλιστα θαυμαστών, αφού οι διάφορες μεταμορφώσεις του στο χρόνο απετέλεσαν αντικείμενο όχι μόνο της θεολογίας ή της λογοτεχνίας (Δάντης, Μίλτον, Γκαίτε) αλλά και της ψυχολογίας (Γιουγκ) του   κινηματογράφου (Τραβόλτα, Πολάνσκι) και της τηλεοράσεως.

Έτσι ο Σατανάς  μεταμορφώθηκε σ’ ένα σύμβολο γεμάτο από ηδονιστική και ανθρωποκεντρική ιδεολογία[10]. Άλλωστε ο βασανισμός της ψυχής που βλέπουμε στη δαιμονολογία διαλύει την ικανότητα του λογισμού, με αποτέλεσμα τη μείωση της εσώτερης αρμονίας μας.

Δεν είναι παράδοξο, ιδιαίτερα σήμερα, που η αλλοτριωτική «πρόοδος» γεμίζει με ψυχολογική και σωματική κόπωση τον άνθρωπο, ο Σατανάς να ρυθμίζει εν πολλοίς τη ζωή μας.

Το πρόσωπο τού   άρχοντα του σκότους αποτελεί, θέλουμε δεν θέλουμε, μέρος της πνευματικής κληρονομίας του  κόσμου και προστατεύεται ακόμη σαν μία «ηγεσία» λόγω της «πνευματικής λειψυδρίας» των καιρών.

Το ζήτημα είναι γιατί πάντοτε ο διάβολος επαναφέρεται στο προσκήνιο ως η αντίρροπη δύναμη του καλού, ανταγωνιστική στην αντίληψη και τη συνείδηση των πιστών; Ο Θωμάς Ακινάτης στη πραγματεία του   «Περί τού   κακού» μνημονεύει 4 κατηγορίες κακών: α! το απόλυτο κακό, β! το μεταφυσικό κακό, γ! το κακό της έλλειψης και δ! το κακό της αμαρτίας. Οι πρώτες τρεις κατηγορίες, σύμφωνα με τον Δυτικό Εκκλησιαστικό Πατέρα, συνδέονται με το Θεό – Δημιουργό και μόνο στη τελευταία κατά την οποία ο διάβολος βάζει το ανθρώπινο γένος σε πειρασμό, του   δίνεται κάτι παραπάνω από ένα παθητικό ρόλο.

Το έργο των αγγέλων και δαιμόνων

Οι  Αρχάγγελοι, φροντίζουν για τη θεία λατρεία και φέρουν τα σημαντικότερα μηνύματα τού Θεού στους ανθρώπους. Όπως το μήνυμα του Ευαγγελίου. Οι Άγγελοι φροντίζουν τον υλικό κόσμο και τους ανθρώπους. Είναι οι αγγελιοφόροι του Θεού προς τους ανθρώπους και αντίστροφα.

Οι λειτουργικές αρμοδιότητες των αγγέλων, παρατηρεί ο καθηγητής Χ. Τερέζης, είναι τέτοιες που τους τοποθετούν εγγύτερα της Αγίας Τριάδας συγκριτικά με οποιοδήποτε άλλο κτιστό ον. Ο λόγος της εγγύτητας των αγγελικών τάξεων πέριξ του Θεού οφείλεται προφανώς στην μη προσβολή τους από τις  δυνάμεις τού κακού. Η αναφορικότητά τους στρέφεται μονίμως προς το θείον και δεν εκπίπτουν προς το υλώδες[11]. Στην αντίπερα όχθη ευρίσκεται η κοινωνία των Δαιμόνων.

Οι δαίμονες απετέλεσαν ίδιον καθεστώς με αρχή την αντιπαλότητα κατά «παντός αγαθού» και με μια άμεση αντιληπτή δραστηριότητα, με προσβάσεις  στα πάθη της ανθρωπότητας. Εδώ θα παραθέσουμε μερικά από τα καθοδηγητικά όργανα του κακού τα οποία αποδέχεται και η χριστιανική Εκκλησία, που δοξολογούν τον διάβολο και επιτελούν τις  εντολές του. Έτσι ο διάβολος με οποιοδήποτε όνομα και αν είναι γνωστός, είναι ο καταστροφέας μέσα στον οποίο τα πάντα οδηγούνται στο μηδέν.

Εωσφόρος (Lucifer) εβραϊκά χελάλ. Ο πλανήτης Αφροδίτη σαν λαμπρό άστρο του πρωινού. Πριν από τον Μίλτον η λέξη Lucifer δεν υπήρξε ποτέ όνομα τουδιαβόλου[12].  Η αδελφότητα των Μασόνων στο παρελθόν και ιδιαίτερα στην Ιταλία, ταυτίστηκε με τους Λουσιφεριανούς και αποβλήθηκε από τους Ρωμαιοκαθολικούς. Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε πως οι Λουσιφεριανοί είναι ανάσταση του Μανιχαϊσμού. Το προσευχητάριό τους περιέχει φόρμουλες σατανιστικής επίκλησης και μια σειρά σατανιστικών διθυράμβων σπάνιας βλακείας[13].

Βεελζεβούλ: Ο πρώτος άγγελος των Σεραφείμ. ΑρχικάΧαανατικής καταγωγής. Ο Κύριος των μυγών και της κοπριάς, παρασύρει τους ανθρώπους στο αμάρτημα τηςυπερηφάνειας.

Λεβιάθαν: Έκπτωτος άγγελος της τάξεως των Σεραφίμ. Σχετίζεται με τη Φοινικική μυθολογία. Είναι ο θαλάσσιος δράκοντας της Π. Διαθήκης. Δαίμονας του χάους καιαρχηγός των αιρετικών.

Ασμοδαίος: Περσικής καταγωγής. Ο Ασμεντάϊ του Ταλμούδ. Στα χρόνια του διωγμού των μαγισσώνπροστάτευε τις πόρνες.

Ασταρώθ: Έκπτωτος άγγελος της τάξεως των θρόνων με μορφή δαίμονα επάνω σε δράκο. Το όνομά του   σημαίνει «κατήγορος».

Μαμωνάς: Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της κολάσεως και σχετίζεται με τη φιλαργυρία.

Αζαζέλ: Δαίμονας της λαϊκής εβραϊκής  παράδοσης. Οδαίμονας της ερήμου με μορφή αποδιοπομπαίου τράγου.

Λιλίθ: Γυναικείο δαιμόνιο της νύκτας, που αποπλανείσκοτώνει και τρώγει τα αρσενικά θύματά του. Κατάγεταιαπό τη γυναίκα – δαίμονα Λίλιτον της Μεσοποταμίας.

Σονεϊλόν: Έκπτωτος άγγελος της τάξεως των Θρόνων με τρεις κεφαλές· λέοντος, γάτας και κάπρου.

Άρατρον: Πρίγκηπας των δαιμόνων, σχετίζεται με τηναλχημεία.

Αβαδδών: Καταστροφέας. Αναφέρεται στην Αποκάλυψη(9,11). Ο άγγελος της αβύσσου.

Αζραέλ: Καταγράφει τις κακές πράξεις των ανθρώπωνγια να κριθούν ανάλογα μετά το θάνατο.

Αμπιγκόρ: Δαίμονας του μίσους  και των πολέμων.

Αγαταρέπτ: Σκληρός δαίμονας, βασανιστής των καταδικασμένων στή κόλαση.

Βελίαλ: Έκπτωτος άγγελος της τάξεως των χερουβίμ. Σημαίνει κακία, πονηρία.

Στην εξωβιβλική γραμματεία και ιδιαίτερα στη Θεολογία των χειρογράφων της Νεκράς Θαλάσσης, κυριαρχεί η μορφή του   ως αρχηγού των δυνάμεων του σκότους, της ασέβειας και της αμαρτίας. Ο Βελίαλαναφαίνεται και στη Καινή Διαθήκη[14].  Επίσης για τα Χερουβίμ και Σεραφείμ υπάρχουν πολλές αναφορές[15].

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1]  Μθ. 12, 30. «ο μη ων μέτ’ εμού κατ’ εμού εστι, και ο μη συνάγων μέτ’ εμού σκορπίζει».

[2]  Ιβ. 1, 12.

[3]  Ιβ. 1, 6.

[4]  Δημητρίου Καϊμάκη, Χειρόγραφα του Κουμράν και η θεολογία τους, εκ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 195.

[5]  Κατ’ Απίωνος Α 71.

[6] Εφραίμ Τριανταφυλλοπούλου Αρχιμ. «Ο Σατανάς και τα μαγικά φαινόμενα της εποχής μας», ΠεριοδικόΔιάλογος, Αθήνα, Απρίλιος – Ιούνιος 2010,  τ. 60ο  σελ. 6. «Οι Σατανιστές εμφανίζονται εντονότερα κατά τον 14ο αιώνα όταν και φθάνουν στο απόγαιο της δράσης τους».

[7] Εφραίμ Τριανταφυλλοπούλου Αρχιμ. οπ. π. σελ. 6. «Λατρεύεται το κακό χάριν του Σατανά. Υπάρχουν και ειδικά σχολεία μαγείας (βλ. τον σημερινό Χάρι Πότερ). Στις τελετές τους υπάρχουν γυμνό, σεξ, διαστροφές, πόσις αίματος, πίνακες δρακόντων, φιδιών, φωτιάς, αρχοιγοί, ιέρειες ντυμένες ολόμαυρα και μάλιστα ομοφυλόφιλες στην πλειοψηφία τους, εμβλήματα σατανιστικά, μαχαίρια που οι αρχηγοί τα φιλούν αφιερώνοντάς τα στο Σατανά».

[8]  Μαρία Σταματιάδου, Περιοδικόν ΑΒΑΤΟΝ, Σεπτέμβριος 2004

[9] Α΄ Κο. 13,1-2. επίσης  Σ. Γουνελά, «Παγκόσμια Ορθοδοξία», Περιοδικόν ΑΒΑΤΟΝ 1999, σ. 40.

[10]  Ι. Γεζίδη, «Ο άγνωστος χάρτης τού   συγχρόνου Σατανισμού», Περιοδικόν ΑΒΑΤΟΝ, 2004, σ. 49.

[11] Χρήστου Αθ. Τερέζη, «Όψεις της έννοιας «ουσία» στις αρεοπαγιτικές συγγραφές», Περιοδικό Γρηγόριος Παλαμάς τ. 792 Θεσσαλονίκη 2002, σ. 151, σημ.12.

[12]  Ε. Μπλαβάτσκυ. Η Βίβλος τού   Αποκρυφισμού, μτφρ. Α. Λυμπερόπουλου, Αθήνα 1995, σ. 171.

[13]  J-K. Huysmans, La – Bas. Ταξίδι στή σκοτεινή πλευρά, μτφρ. Κ. Ζαχαριάδου, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 437, σημ. 3.

[14]  Β΄ Κο. 6,15., Πέ.2, 15., Ιδ., 1,11., Απ. 2,14.

[15] Σ. Κανδηλάρη, μυ. Έ., σ. 118 εξ. ΠεριοδικόνΑΒΑΤΟΝ, «Άγγελοι καί δαίμονες ο τελευταίος πόλεμος» 1999 σ. 66. Δ. Καϊμάκη, τά Χειρόγραφα του Κουμράν και η θεολογία τους, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 186 έξ. Β. Βέλλα,το βιβλίον του   πολέμου των υιών του   φωτός κατά των υιών του σκότους, Αθήναι 1965. Ρ. Αιζενμαν –Μ. Ουάις.,Τά 50 χειρόγραφα κλειδιά τής νεκρής θάλασσας, Αθήνα 1997, σ. 64, 80, 87, 182.

Του αρχιμανδρίτη Γρηγορίου Κωνσταντίνου, Δρ. Θεολογίας

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *