Οι ιδιοκτήτες ακινήτων εμφανίζουν εισοδήματα έως και 12.000 ευρώ τον χρόνο, καθώς μόνον έτσι εξασφαλίζουν φορολόγηση με συντελεστή 15%.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Κομμένες και ραμμένες στις διατάξεις της φορολογικής και της ασφαλιστικής νομοθεσίας ήταν για μία ακόμη χρονιά οι δηλώσεις των αυτοαπασχολουμένων, των μετόχων επιχειρήσεων αλλά και των ιδιοκτητών ακινήτων. Τα στοιχεία από τις εκκαθαρίσεις των φετινών φορολογικών δηλώσεων δείχνουν και πάλι ιδιαίτερη «σπουδή», ώστε τα φορολογητέα κέρδη των αυτοαπασχολουμένων να μην τους υποχρεώνουν να πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές υψηλότερες των ελάχιστων δυνατών. Δείχνουν, επίσης, τη διάθεση των ιδιοκτητών ακινήτων να εμφανίζουν αποδοχές έως και 12.000 ευρώ τον χρόνο, καθώς μόνον έτσι εξασφαλίζουν τη φορολόγηση των αποδοχών τους με τον συντελεστή του 15%. Οσο για τους μετόχους επιχειρήσεων, εξακολουθούν να «κρατούν» τα καθαρά κέρδη εντός των επιχειρήσεων προκειμένου να αποφύγουν την υπέρογκη φορολόγηση που προβλέπει η νομοθεσία για τα διανεμόμενα κέρδη.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια του 2018, ανήλθαν στα 3,3 δισ. ευρώ και είναι μειωμένα για 3η διαδοχική χρονιά σε χαμηλό δεκαετίας. Το έτος καμπής ήταν το 2016. Με την ενεργοποίηση του νόμου Κατρούγκαλου και τη σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με το δηλωθέν εισόδημα, η συνολική επιβάρυνση έφτασε ακόμη και πάνω από το 60% για τους αυτοαπασχολουμένους. Η ζημία για το δημόσιο συμφέρον αποτυπώθηκε άμεσα. Τα δηλωθέντα εισοδήματα του 2016 μειώθηκαν από τα 4,67 δις. ευρώ που ήταν το 2015, στα 3,895 δισ. ευρώ, ενώ το 2017 καταγράφηκε και νέα μείωση στα 3,44 δισ. ευρώ. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι και το 2018 καταγράφηκε νέα –έστω και μικρότερη– μείωση στα 3,3 δισ. ευρώ. Δεδομένου ότι εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα δηλώνουν περισσότεροι από 600.000 φορολογούμενοι, είναι εμφανής η «προσπάθεια» το ατομικό δηλωθέν εισόδημα να μην ξεπερνά τις 7.000-8.000 ευρώ τον χρόνο που είναι και το ελάχιστο επίπεδο επιβολής των ασφαλιστικών εισφορών.
Στη χρήση του 2019 έγινε το πρώτο βήμα αποκλιμάκωσης των συντελεστών με στόχο να αντιστραφεί η πτωτική πορεία στα δηλωθέντα εισοδήματα των τελευταίων ετών, η οποία έχει κοστίσει σε δημοσιονομικό επίπεδο περισσότερα από 1,5 δισ. ευρώ στην τριετία (σ.σ. μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων των αυτοαπασχολουμένων κατά 1,4 δισ. ευρώ προκαλεί ετήσιες απώλειες από φόρους και εισφορές περίπου 600-700 εκατ. ευρώ τον χρόνο). Ο συντελεστής υπολογισμού των εισφορών για την κύρια ασφάλιση μειώθηκε από το 20% στο 13,33%, με αντάλλαγμα τη μείωση των συντάξιμων αποδοχών άρα και της σύνταξης. Ωστόσο, αυτή η μείωση «εξουδετερώθηκε» σε μεγάλο βαθμό από τη νέα αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών. Για το 2019, οι εισφορές των αυτοαπασχολουμένων υπολογίζονται επί του αθροίσματος «καθαρά κέρδη συν ασφαλιστικές εισφορές προηγούμενου έτους» χωρίς την έκπτωση του 15% που ίσχυσε για το 2018.
Οι εισοδηματίες περιορίστηκαν στο να δηλώσουν και φέτος ποσά της τάξεως των 6,2-6,3 δισ. ευρώ, με την αύξηση να περιορίζεται κοντά στα 100 εκατ. ευρώ σε σχέση με τα εισοδήματα του 2017.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr