ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Τα πρώτα σημάδια υπερπροσφοράς φαίνεται πως άρχισε να καταγράφει στο τέλος του 2018 η δραστηριότητα των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Συγκεκριμένα, οι ενεργές αγγελίες ακινήτων ανήλθαν σε 72.144 στο τέλος του έτους, μια αύξηση της τάξεως του 21% σε σχέση με το τέλος του 2017. Ωστόσο, το μέσο ημερήσιο εισόδημα μειώθηκε κατά 17% σε 126,4 ευρώ, ενώ και η πληρότητα υποχώρησε κατά 13% ετησίως, σε 46% του συνόλου των αγγελιών (από 52,7% το 2017). Ως εκ τούτου, πανελλαδικά, το μέσο εισόδημα ανά ακίνητο (υπολογίζοντας και τον παράγοντα της πληρότητας, δηλαδή το πόσες ημέρες μισθώνεται τελικά το κάθε διαμέρισμα ή η κάθε κατοικία) υποχώρησε πέρυσι κατά 28% σε 58,2 ευρώ, από 80,7 ευρώ στο τέλος του 2017.
Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν από την έρευνα που παρουσιάστηκε χθες, στο πλαίσιο του συνεδρίου Β2Β Guest για τη βραχυχρόνια μίσθωση, από τον κ. Τόμας Κέιτον, επικεφαλής εσόδων της εταιρείας AirDNA, που ειδικεύεται στη μελέτη των δεδομένων που προκύπτουν από τις πλατφόρμες της Airbnb και της HomeAway, τις δύο δημοφιλέστερες δηλαδή παγκοσμίως, με πάνω από 9 εκατ. αγγελίες ακινήτων (αύξηση 140% τα τελευταία δύο χρόνια). Πάντως, όπως ανέφερε ο κ. Κέιτον, η Ελλάδα και η Αθήνα εξακολουθούν να αποτελούν μια πρώτης τάξεως επενδυτική ευκαιρία, για όσους ενδιαφέρονται να δραστηριοποιηθούν στον συγκεκριμένο κλάδο. «Το ζήτημα είναι ότι απαιτείται πλέον πολύ πιο επαγγελματική διαχείριση, καθώς ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος, η προσφορά υψηλή και οι απαιτήσεις των επισκεπτών όλο και μεγαλύτερες», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κέιτον.
Ασφαλώς, υπάρχoυν ακόμα περιοχές στην Ελλάδα όπου η αύξηση των εισοδημάτων είναι πολύ υψηλή. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, «πρωταθλήτρια» των αυξήσεων με 167% ήταν πέρυσι η Λευκάδα, ενώ ακολούθησε η Ερμιονίδα (Πόρτο Χέλι, Ερμιόνη κ.λπ.) με 101%. Στην τρίτη θέση της σχετικής λίστας βρέθηκε η Κέρκυρα με αύξηση 73%, ενώ ακολούθησαν η Γλυφάδα με 45% και η Τήνος με 42%.
Oσον αφορά την αγορά της Αθήνας, καταγράφεται πλέον σημαντικός αριθμός επαγγελματιών διαχειριστών/ιδιοκτητών, καθώς ενώ ο αριθμός των αγγελιών ακινήτων ξεπερνά τις 12.300, μόλις οι 5.000 αφορούν μεμονωμένους ιδιοκτήτες, κάτι που σημαίνει ότι πάνω από το 54% των ακινήτων ελέγχεται από κάποιον επενδυτή ή κάποια εταιρεία, που διαχειρίζεται πάνω από δύο ακίνητα. Το 2018, τη μεγαλύτερη αύξηση σε επίπεδο αριθμού αγγελιών ακινήτων κατέγραψαν τα Πατήσια, με 100% σε 52 διαμερίσματα, από 26 στο τέλος του 2017. Αντίστοιχα, στο εμπορικό τρίγωνο της Αθήνας (Μοναστηράκι, Πλάκα κ.λπ.), τη δημοφιλέστερη ίσως περιοχή στο κέντρο, ο αριθμός των αγγελιών αυξήθηκε κατά 41% σε 895. Ωστόσο, η ετήσια αύξηση του μέσου εισοδήματος ανά ακίνητο (ενσωματώνοντας και τον παράγοντα της πληρότητας) δεν ξεπέρασε το 2%. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της επίδρασης που είχε η αυξημένη προσφορά ακινήτων στο δυνητικό εισόδημα του κάθε ιδιοκτήτη.
Αλλο ένα χαρακτηριστικό συμπέρασμα της έρευνας είναι ο υψηλός βαθμός εποχικότητας, κάτι άλλωστε που αποτυπώνεται και από τον χρόνο διαθεσιμότητας των ακινήτων. Για παράδειγμα, στην Αθήνα, το 55% των ακινήτων μισθώθηκε το 2018 για διάστημα έως τρεις μήνες, κατά βάση δηλαδή το καλοκαίρι, με το σχετικό ποσοστό να αυξάνεται ακόμα περισσότερο όσο πιο τουριστικός/καλοκαιρινός είναι ο προορισμός. Ετσι, στη Ζάκυνθο το σχετικό ποσοστό αυξάνεται σε 84%, στην Κω σε 79%, στη Μύκονο σε 76% και στην Κρήτη σε 73%.
Σε κάθε περίπτωση, όπως σημείωσε χθες, στο πλαίσιο του συνεδρίου, ο κ. Αλέξης Γαληνός, διευθύνων σύμβουλος της Εταιρείας Ανάπτυξης και Τουριστικής Προβολής Αθηνών, το βέβαιο είναι ότι η βραχυχρόνια μίσθωση έχει συμβάλει στην ενίσχυση της ροής των τουριστών, ανθρώπων που έχουν συγκεκριμένες απαιτήσεις, οι οποίοι δεν θα βρίσκονταν στην Αθήνα χωρίς την προσφορά των κατάλληλων ακινήτων μέσω των σχετικών πλατφορμών. Ωστόσο, προειδοποίησε κιόλας ότι «είναι σημαντικό να μη γεμίσουμε την Αθήνα με ενοικιαζόμενα ακίνητα, διατηρώντας έτσι την ταυτότητα της πόλης».
Βασικό κίνητρο ενασχόλησης η κρίση
Εν τω μεταξύ, χθες, παρουσιάστηκε και η πρώτη επιστημονική μελέτη του Πανεπιστημίου Αιγαίου σχετικά με τις επιπτώσεις της οικονομίας διαμοιρασμού στους ιδιοκτήτες σπιτιών. Από αυτήν προκύπτει ότι ο κύριος λόγος που ώθησε πολλούς ιδιοκτήτες στην ενασχόληση με το σχετικό αντικείμενο ήταν η οικονομική κρίση.
Συγκεκριμένα, οι τρεις κυριότεροι λόγοι ήταν το οικονομικό αδιέξοδο λόγω της κρίσης, η συνεισφορά στο οικογενειακό εισόδημα και η δημιουργία επιπλέον ατομικού εισοδήματος. Παράλληλα, οι περισσότεροι ιδιοκτήτες διαχειρίζονται οι ίδιοι τα ακίνητά τους. Θεωρούν δε σημαντική τη συμβολή των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην έμμεση κατανάλωση (δηλαδή σε παράλληλες αγορές άλλων ειδών και αγαθών από τους ξένους επισκέπτες), στην τοπική οικονομία της περιοχής όπου βρίσκονται τα ακίνητα που εκμισθώνονται, ακόμα και στην εθνική οικονομία.
Αναφερόμενος στο ζήτημα, ο κ. Στράτος Παραδιάς, πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων), σημείωσε χθες ότι η δραστηριότητα πολλών ιδιοκτητών με τον κλάδο είναι «ζήτημα επιβίωσης», όπως το χαρακτήρισε, κυρίως για εκείνους που έχουν ακίνητη περιουσία άνω των 250.000 ευρώ, που επιβαρύνεται όχι μόνο με ΕΝΦΙΑ, αλλά και με τον σχετικό συμπληρωματικό φόρο. Προέβλεψε επίσης ότι η επιβολή φόρου και στις βραχυχρόνιες μισθώσεις θα τις καταστήσει ζημιογόνες για αρκετούς ιδιοκτήτες που ήδη πληρώνουν τα έξοδα κοινής ωφελείας (ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, τηλέφωνο και Διαδικτύο) και φυσικά τα κοινόχρηστα. Ετσι, πολλοί θα αναζητήσουν εκ νέου Ελληνες μισθωτές για τα ακίνητά τους.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post