Ο Τούρκος πρόεδρος, κατά την πολυσυζητημένη επίσκεψή του στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2017. Μεθαύριο Τρίτη, ο Ελληνας πρωθυπουργός –και υπουργός Εξωτερικών– θα βρίσκεται στην Αγκυρα.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Το πλέον επίμονο επιχείρημα των υποστηρικτών της συμφωνίας των Πρεσπών εδράζεται στην οσονούπω αποδέσμευση διπλωματικού κεφαλαίου, ώστε η Ελλάδα να ασχοληθεί με τη βασική παράμετρο της εξωτερικής πολιτικής της και την κύρια απειλή για την ασφάλειά της, την Τουρκία. Μένει να φανεί αν το διπλωματικό κεφάλαιο επαρκεί για να αντιμετωπιστεί η διαρκώς κλιμακούμενη εκδίπλωση των τουρκικών φιλοδοξιών στην περιοχή. Μεθαύριο, για έβδομη φορά σε τέσσερα χρόνια, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα συναντηθεί με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αυτή τη φορά στην Αγκυρα.
Ο πήχυς της επίσκεψης έχει τεθεί χαμηλά από την Αθήνα, ιδιαίτερα στα πλέον δύσκολα ζητήματα που χωρίζουν τις δύο χώρες. Στην καλύτερη περίπτωση, αναμένεται να ανακοινωθεί για ακόμα μία φορά η επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών ή μια επαναχάραξη των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Ειδικά σε αυτό το τελευταίο σκέλος, σημαντικό ρόλο θα παίξει το υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Επ’ αυτού αναμένεται να φανεί αν όντως ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Ευάγγελος Αποστολάκης θα ανταποκριθεί θετικά στην πρόσκληση του Τούρκου ομολόγου του Χουλουσί Ακάρ στο εγγύς μέλλον. Ισως η πλέον σημαντική παράμετρος της συνάντησης δεν είναι η συζήτηση των δύο ανδρών καθεαυτήν, αλλά η συνάντηση του κ. Τσίπρα με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο στη Χάλκη. Αν πρόκειται για κίνηση απλού συμβολισμού ή προπομπό επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής, μένει να φανεί τις αμέσως επόμενες ημέρες.
Εκτιμήσεις
Σε γενικές γραμμές στην Αθήνα αρκετοί εκτιμούν ότι η διατήρηση της επικοινωνίας, αλλά και η ενεργοποίηση διαύλων της λεγόμενης ήπιας διπλωματίας, μακροπρόθεσμα βελτιώνει το κλίμα. Οι δύο άνδρες θα συνομιλήσουν και για τις προκαταρκτικές ομιλίες για το Κυπριακό. Είναι αμφίβολο αν ο κ. Τσίπρας μπορεί να αντέξει πολιτικά και την ανακίνηση του Κυπριακού (άλλωστε είναι πολύ πιο σύνθετο ζήτημα). Πολύ πιο ενδιαφέρουσα είναι η ανίχνευση των τουρκικών προθέσεων ως προς την εξέλιξη των επαφών για το Κυπριακό, καθώς η Αγκυρα ευθέως ζητεί άλλη πιθανή λύση πέρα από τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία. Και αν η κατάσταση στο Αιγαίο είναι σχετικά ήσυχη τελευταία (η 31η Ιανουαρίου ήταν η πρώτη επέτειος της κρίσης των Ιμίων δίχως σοβαρά περιστατικά εδώ και τέσσερα χρόνια), στην Ανατολική Μεσόγειο και στην κυπριακή αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) η τουρκική δραστηριοποίηση έχει κορυφωθεί. Στην τρέχουσα περίοδο υπάρχει σχεδόν ολοκληρωτική απουσία ναυτικών δυνάμεων των ΗΠΑ ή της Ρωσίας στην περιοχή, με την Τουρκία κυριολεκτικά να κυριαρχεί. Ενδεικτική είναι η δέσμευση περιοχών δυτικά και νότια της Κύπρου και η δραστηριοποίηση ερευνητικών σκαφών, ακόμα και λίγα μίλια από το νησί.
Η κινητικότητα αυτή αποδίδεται αφενός στην αναμενόμενη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων από τις έρευνες της ExxonMobil στο οικόπεδο 10 της κυπριακής ΑΟΖ, που εκτιμώνται μάλλον ενθαρρυντικά για τη Λευκωσία. Επιπλέον, οι Τούρκοι φαίνεται ότι αντιδρούν κατ’ αυτόν τον τρόπο στην ολοένα και στενότερη συνεργασία ανάμεσα στο Παρίσι και τη Λευκωσία. Αν και δεν έχουν γίνει γνωστές οι λεπτομέρειες, θεωρείται δεδομένο ότι Γαλλία και Κυπριακή Δημοκρατία έχουν καταλήξει σε μια συμφωνία αμυντικής συνεργασίας που θα παρέχει διευκολύνσεις στις γαλλικές δυνάμεις, χωρίς να δημιουργεί προβλήματα στο ευαίσθητο status quo του νησιού. Η πλέον πιθανή λύση είναι η δημιουργία εγκαταστάσεων στη βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί, που θα εξυπηρετούν τις γαλλικές ένοπλες δυνάμεις. Αυτή τη στιγμή οι προβλήτες της βάσης δεν εξυπηρετούν παρά περιπολικά και δεν έχουν τη δυνατότητα ελλιμενισμού μεγαλύτερων πλοίων. Και για τους Γάλλους, οι οποίοι μέσω της Total έχουν συγκεκριμένα συμφέροντα στην περιοχή, η παρουσία μεγάλων ναυτικών μονάδων (κατά την επίσκεψη του Εμανουέλ Μακρόν στη Λευκωσία, περί την Κύπρο έπλεε η φρεγάτα «Languedoc») και η δυνατότητα υποστήριξής τους επί τόπου είναι απαραίτητες.
Το βασικό εργαλείο γι’ αυτή την αμυντική συνεργασία ανάμεσα στη Λευκωσία και το Παρίσι θα είναι οι δυνατότητες που παρέχει η Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO), η οποία μπορεί να προσελκύσει και ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, προφανώς με τη Γαλλία και την εγχώρια βιομηχανία της ως τον βασικό εταίρο.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr