Η Κριστίν Λαγκάρντ, που πρόκειται να αναλάβει καθήκοντα προέδρου της ΕΚΤ, ανέφερε στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι ο στόχος του 3,5% ασκεί υπερβολική πίεση στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Μια ισχυρή σύμμαχο στο αίτημά της για μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ βρήκε η κυβέρνηση στο πρόσωπο της Κριστίν Λαγκάρντ, που πρόκειται να αναλάβει καθήκοντα προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Διευκρινίζοντας ότι μιλάει ακόμη ως επικεφαλής του ΔΝΤ, αλλά και πως αυτή είναι, επίσης, η προσωπική της άποψη, η Γαλλίδα αξιωματούχος χαρακτήρισε τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ υπερβολικά υψηλό και προσέθεσε ότι «ασκεί υπερβολική πίεση στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας». Η ίδια υποστήριξε πως «είναι κάτι που θα πρέπει να επανεξετάσουμε με μεγάλη προσοχή». Την τοποθέτηση αυτή έκανε απαντώντας στην ερώτηση κατά πόσον θα υπερασπιστεί την πάγια αυτή άποψη του ΔΝΤ και από τη νέα της θέση στην ΕΚΤ, στο πλαίσιο ακρόασής της στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Μάλιστα, η κ. Λαγκάρντ θύμισε πως το ΔΝΤ είχε εκφράσει την άποψη ότι ο στόχος θα έπρεπε να είναι «1,5%-2% μάξιμουμ».
Η τοποθέτηση της κ. Λαγκάρντ σκόρπισε χαμόγελα στην κυβέρνηση, που παλεύει να εξασφαλίσει τον δημοσιονομικό χώρο για να εφαρμόσει τις φοροελαφρύνσεις της, με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα να εκφράζει την ικανοποίηση της κυβέρνησης και να δηλώνει: «Φαίνεται ότι δημιουργείται μια θετική δυναμική προς την επιθυμητή κατεύθυνση από τους ηγετικούς κύκλους των θεσμών». Ο κ. Σταϊκούρας διευκρίνισε ότι «η σημερινή κυβέρνηση προσπαθεί μεθοδικά και επίμονα να δημιουργήσει τις αναγκαίες και ικανές συνθήκες για την επίτευξη αυτού του στόχου».
Οικονομικοί παράγοντες στην Αθήνα χαρακτήριζαν την εξέλιξη αυτή θετική και εκτιμούσαν πως είναι θέμα χρόνου να γίνει αποδεκτό το ελληνικό αίτημα για μείωση του στόχου. Ωστόσο, τοποθετούσαν χρονικά την ενδεχόμενη αποδοχή του στο 2021, καθώς θεωρείται δεδομένο ότι ο προϋπολογισμός του 2020 θα συνταχθεί με στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ. Μόνο εφόσον γίνει αποδεκτός από τους θεσμούς ο συνυπολογισμός της επιστροφής των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών SMPs και ANFAs στα έσοδα του προϋπολογισμού θα μειωθεί εμμέσως ο στόχος του 2019. Τα έσοδα από SMPs και ΑΝFAs ανέρχονται σε 1,2-1,3 δισ. ευρώ ετησίως (0,6%-0,7% του ΑΕΠ).
Σύμφωνα πάντως με πηγή του οικονομικού επιτελείου, το πιθανό αυτό όφελος δεν θα μπορέσει, μάλλον, να συνυπολογιστεί εκ των προτέρων στον προϋπολογισμό, καθώς η είσπραξη των SMPs και ANFAs δεν είναι δεδομένη, αλλά εξαρτάται από την ομαλή ολοκλήρωση των μεταμνημονιακών αξιολογήσεων εκ μέρους των θεσμών. Ετσι, μπορεί να γίνει μεν αποδεκτή η προσμέτρηση των SMPs και ANFAs στα έσοδα, αλλά εκ των υστέρων. Ο τρόπος με τον οποίο θα λυθεί αυτό το ζήτημα θα αναζητηθεί το προσεχές διάστημα στις διαπραγματεύσεις κυβέρνησης – θεσμών. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή είναι μια εκκρεμότητα που περιορίζει τα δημοσιονομικά περιθώρια της κυβέρνησης για φοροελαφρύνσεις. Στο πλαίσιο αυτό, εξάλλου, άλλη πηγή διευκρίνιζε χθες ότι ο πρωθυπουργός θα εξαγγείλει μεν όλα τα μέτρα φοροελαφρύνσεων που περιελάμβανε το προεκλογικό πρόγραμμα της Ν.Δ., αλλά θα τα «απλώσει» σε βάθος χρόνου, καθώς δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστούν όλα από το 2020.
Σε άλλα σημεία της τοποθέτησής της για την Ελλάδα, η κ. Λαγκάρντ σχολίασε πως «πολλές αποφάσεις ελήφθησαν από πολλούς εμπλεκομένους», σημείωσε ότι δεν θέλει να ανοίξει το «κουτί της Πανδώρας» για το ποιος έκανε τι στο ελληνικό πρόγραμμα και αναγνώρισε ότι η χώρα «υπέφερε ως αποτέλεσμα της εφαρμογής του προγράμματος σταθερότητας» και πως το ΔΝΤ υποτίμησε τον αντίκτυπο του προγράμματος, αν και πρόσθεσε ότι, παράλληλα, πολλές μεταρρυθμίσεις δεν εφαρμόστηκαν. Εξέφρασε την ελπίδα να εμβαθύνει τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες η νέα κυβέρνηση.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post