Για κάθε παιδί που γεννιέται, οι άνθρωποι που αναλαμβάνουν τη φροντίδα και το μεγάλωμα του έχουν κάνει όνειρα κι έχουν σκεφτεί το τρόπο…
που –ιδανικά– θα ήθελαν να μεγαλώσει. Έχουν αποφασίσει ποιες αρχές και ποιον ηθικό κώδικα θα του διδάξουν και το είδος των γνώσεων που θα λάβει. Το καθοδηγούν μέχρι εκεί που μπορούν ώστε να θέσει σωστές βάσεις και να αναπτύξει τη δική του προσωπικότητα.
Κι εδώ έγκειται το πρόβλημα! Στην υπεράνθρωπη αυτή προσπάθεια, ξεχνάνε πως το παιδί έχει τη βούληση και τη θέληση να αποφασίσει και να διαλέξει εκείνο αυτό που το εκφράζει περισσότερο. Απ’ το είδος της ξένης γλώσσα που θα διδαχθεί μέχρι τον τρόπο που θα διαλέξει για να εκτονώνεται και να γυμνάζεται. Έχουν τη πεποίθηση πως γνωρίζουν το σωστό για το ίδιο το παιδί σε αντίθεση με εκείνο.
Βέβαια, αυτό αλλάζει ανάλογα με την περίσταση κάθε φορά. Αν, για παράδειγμα, η απόφαση έχει να κάνει με το είδος της μουσικής ή της διασκέδασης το παιδί είναι ελεύθερο κι είναι σε θέση να γνωρίζει τις ανάγκες του. Επομένως, μπορεί μόνο του να κρίνει τι είναι αυτό που επιθυμεί και να το διεκδικήσει. Αντιθέτως, αν η απόφαση έχει να κάνει με κάτι που οι φροντιστές έχουν κατά νου, το παιδί χρήζει βοηθείας γιατί το ίδιο αδυνατεί να λάβει τη σωστή απόφαση.
Ξεκινάει, λοιπόν, ένας ατέλειωτος αγώνας ίντριγκας και κυριαρχίας ανάμεσα στις δυο πλευρές. Απ’ τη μία ο άμεσα ενδιαφερόμενος να σκέφτεται συνεχώς επιχειρήματα και δικαιολογίες που θέλει να τολμήσει το επόμενό του βήμα. Στην αντίθετη όχθη στέκονται όλοι εκείνοι που έχουν αναλάβει τη φροντίδα του με χαρτί και στιλό να σημειώνουν τα λάθη και τις αποτυχίες.
Και δε φτάνει αυτό, αλλά αν κάτι πάει όντως στραβά η απάντηση είναι αφοπλιστική κι αναμενόμενη. «Στα ΄λεγα εγώ πως κάνεις λάθος», «Δε με άκουγες», είναι μερικές απ’ τις χιλιοειπωμένες φράσεις που κάθε ενήλικος έχει ξεστομίσει έστω μια φορά στην προσπάθειά του να αποδείξει πως ξέρει πάντα τα σωστά.
Καμπανάκι για δεύτερο λάθος. Από πού κι ως πού γνωρίζει ποιο είναι το σωστό για το παιδί του; Έχει περάσει προ πολλού το στάδιο της άγνοιας του κινδύνου. Δεν είναι πλέον δυο ετών, τότε που το απέτρεπες να αγγίξει την καυτή επιφάνεια της κουζίνας. Μεγάλωσε πια. Ίσως τα λάθη που θα κάνει να είναι της ίδιας σοβαρότητας ίσως όχι. Η γιαγιά μου έλεγε πάντα «Άσε το παιδί να φάει τα μούτρα του για να μάθει τις δυνατότητές του». Και έτσι είναι.
Δεν μπορείς να έχεις το παιδί σε μια γυάλα κλεισμένο. Εκ των πραγμάτων, δε γίνεται. Προσπάθησε με λογικά πάντα επιχειρήματα να του αλλάξεις τη γνώμη γι’ αυτό το καινούργιο που θέλει να δοκιμάσει. Αν δεις πως επιμένει, μείνε δίπλα του, σιωπηλός –ή κι όχι– υποστηρικτής και παρατηρητής. Αν τα καταφέρει γιόρτασε μαζί του, αν αποτύχει βοήθησέ το να σηκωθεί και πες του να ξαναπροσπαθήσει.
Αυτό θέλει να κάνει κι αυτό έχει επιλέξει, αν αποτύχει και το αποθαρρύνεις λέγοντάς του πως είχες δίκιο, μαθαίνει να τα παρατάει. Μαθαίνει να προσαρμόζει τις ανάγκες του στις δυνατότητες που γνωρίζει πως έχει. Ξεχνώντας και παραβλέποντας εκείνες τις κρυφές δυνατότητες που έχει.
Άσε που η φράση «απ’ τα λάθη μας μαθαίνουμε» βγαίνει αλάνθαστη τόσες χιλιάδες χρόνια. Είτε επιτύχει είτε αποτύχει, το μάθημά του θα το πάρει. Ας αποφασίσει το ίδιο τον τρόπο που θα γίνει αυτό. Με τις επιτυχίες παίρνει θάρρος για επόμενες. Με την αποτυχία γίνεται πιο δυνατός και προσπαθεί ακόμα περισσότερο.
Εξάλλου, η προσωπικότητα κι ο χαρακτήρας μας καθορίζεται από αυτά που τολμάμε κι από εκείνα που αποφασίζουμε να αποφύγουμε.