«Μπορώ να πω, με απόλυτη βεβαιότητα, ότι το χάρισμα στο οποίο αναφέρομαι σ’ αυτό το χρονικό, είναι ένα πολύτιμο και υπέροχο εργαλείο, το οποίο είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε στη ζωή μας. Μπορώ επίσης να πω, εξίσου γρήγορα, ότι όπως κάθε τι που περνά στα χέρια των θνητών, έτσι κι αυτό το χάρισμα, μπορεί να μεταμορφωθεί σε κατάρα που θα καταστρέψει την ανθρωπότητα, αντί να την υπηρετήσει. Διατηρώ αυτό το φόβο όσο η τηλεπαθητική παρατήρηση παραμένει το μυστικό όπλο του Υπουργείου Άμυνας. Η επιλογή είναι δική μας. Το μυστικό έχει αποκαλυφθεί…».
M’ αυτά τα λόγια ο πρώην ταγματάρχης του Αμερικανικού Στρατού Ντέιβιντ Μόρχαουζ, τελειώνει το αποκαλυπτικό του βιβλίο Ψυχικός Πολεμιστής, που δημοσιεύτηκε το 1996. Σ’ αυτό το βιβλίο ο Μόρχαουζ περιγράφει με λεπτομέρειες την εμπλοκή του σε πειράματα Παρακολούθησης εξ Αποστάσεως (Remote Viewing) και συγκεκριμένα στο πρόγραμμα Ηλιαχτίδα (Sunlight), που ανέπτυξε μυστικά ο στρατός των ΗΠΑ. Σκοπός του συγκεκριμένου προγράμματος ήταν η εκπαίδευση «χειριστών» (controllers) και η χρησιμοποίηση τους σε ανορθόδοξες επιχειρήσεις συλλογής πληροφοριών.
Η ομάδα των «χειριστών», στην οποία άνηκε και ο Μόρχαουζ, αποτελούσε μια ειδική μονάδα στους κόλπους του Αμερικανικού Στρατού. Ήταν οι ψιονικοί πολεμιστές, οι «πολεμιστές του μέλλοντος», που «έβγαιναν στον αιθέρα» κι εκτελούσαν μια σειρά από αποστολές «ψυχικής κατασκοπείας» στα πλαίσια μιας νέας αναίμακτης μορφής πολέμου, που λέγεται ψιονικός πόλεμος (psionic war). Πιο συγκεκριμένα περιλαμβάνει την εξω-αισθητήρια αντίληψη (ESP), τη διόραση, την παρακολούθηση εξ αποστάσεως, την ψυχοκίνηση, την τηλεπάθεια, τις σκεπτο-ενεργειακές ασπίδες, το ψυχικό σαμποτάζ, τη μεταβίβαση της σκέψης…
Η ψυχοτρονική και οι ψιονικές έρευνες εξελίχτηκαν κατά κανόνα μέσα σε απόρρητα επιστημονικά εργαστήρια των ΗΠΑ και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και πάντα κάτω από την αυστηρή επίβλεψη του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών. Οι μυστικές υπηρεσίες, στην προσπάθεια τους ν’ αναπτύξουν αξιοθαύμαστες τεχνικές συλλογής και προστασίας ευαίσθητων πληροφοριών, βασίστηκαν όχι μόνον στην τεχνολογία, αλλά και στο χειρισμό ψυχικά χαρισματικών ανθρώπων ώστε να γίνουν οι τέλειοι κατάσκοποι. Μπροστά στις ικανότητες αυτών των ψιονικών να «βγαίνουν στον αιθέρα» ή να «πέφτουν στην 4η διάσταση» και να παρατηρούν πράγματα που βρίσκονται ακόμη και σε διαφορετικό χωροχρόνο, τα «κλειδώματα» και οι περίτεχνοι αλγοριθμικοί κωδικοί, που υποτίθεται ότι θα προστάτευαν τα μυστικά από τα αδιάκριτα μάτια, αποδείχτηκαν απλά παιχνιδάκια. Καθόλου παράξενο λοιπόν που οι ψιονικοί απέκτησαν τη φήμη των πολεμιστών του μέλλοντος.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι πολύ σημαντικό: οι ψιονικοί δεν πρέπει να συγχέονται με μάγους, διάμεσα (μέντιουμ) και γενικώς με ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στο χώρο της παραψυχολογίας. Υπάρχει άλλωστε θεμελιακή διαφορά ανάμεσα στις ψιονικές και στις παραψυχολογικές επιχειρήσεις. Στις ψιονικές επιχειρήσεις χρησιμοποιούνται τεχνικές, ψυχοτρονικές τεχνολογίες, ακόμη και κατευθυνόμενες εκπομπές μικροκυμάτων σε ανθρώπινους στόχους, ενώ στις παραψυχολογικές χρησιμοποιούνται σύμβολα και αρχέτυπα, που επιδρούν με τον τρόπο τους στα ανθρώπινα εγκεφαλικά κύματα. Πιο απλά, ο ψιονικός πόλεμος διεξάγεται κυρίως με τη βοήθεια επιστημονικών και τεχνολογικών μεθόδων και τεχνικών, ενώ ο παραψυχολογικός μέσω μεθόδων, που μέχρι σήμερα θεωρούνταν μαγεία, καβαλισμός και αλχημεία.
Αλλά ας επιστρέψουμε στην ψυχοτρονική. Ο όρος ψυχοτρονική επινοήθηκε από δύο Τσέχους ερευνητές τον Δρ. Ζντένεκ Ρέτζακ και τον Ρόμπερτ Παυλίτα (κατασκευαστή των «ψυχοτρονικών γεννητριών). Με δύο λόγια, με τον όρο ψυχοτρονική εννοούμε την άμεση συνεργασία και αλληλεσύνδεση του νου με την ύλη. Πρόκειται για έναν τρόπο επηρεασμού και χειρισμού του ανθρώπινου νου από απόσταση. Ένα εγχειρίδιο του αμερικανικού στρατού δίνει τον παρακάτω ορισμό για την ψυχοτρονική: «Πρόκειται για προβολή και μετάδοση νοητικής ενέργειας, που παράγεται ή μέσω της ατομικής ή συλλογικής πειθαρχίας και του ελέγχου ή μιας συσκευής, που μεταδίδει τέτοιο είδος ενέργειας, δηλαδή σαν ένα σύστημα νοητικού μπλοκαρίσματος».
Ένα από τα πρακτικά αποτελέσματα της ψυχοτρονικής ήταν και η κατηγοριοποίηση των ανθρώπων-αντικειμένων της έρευνας, σε δύο μεγάλες ομάδες ανάλογα με τις ψυχοτρονικές τους ικανότητες:
Ψιονικοί. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν άτομα με αυξημένη έξω-αισθητηριακή αντίληψη (ESP), που χρησιμοποιείται για τη συγκέντρωση πληροφοριών (ψυχική κατασκοπεία). Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και τα άτομα με ικανότητες διόρασης, τηλεθέασης, τηλε-αίσθησης, πρόγνωσης, προγενεστερογνωσίας (λήψη πληροφοριών για γεγονότα που έχουν συμβεί) και τηλεκίνησης. Εδώ ανήκουν επίσης και οι ψυχοκινητικοί. Σύμφωνα με έρευνες, οι ψυχοκινητικοί μπορούν με «νοητικό» μπλοκάρισμα να προκαλέσουν ασθένειες σε άτομα, να τροποποιήσουν τη συμπεριφορά ατόμων και μαζών και να ασκήσουν πλήρη νοητικό έλεγχο σε κάποιο υποκείμενο (Mind Control). Μπορούν επίσης να χειριστούν νοητικά αλλά και να διαταράξουν ευαίσθητες ηλεκτρονικές συσκευές, όπως να καταστρέψουν αρχεία ηλεκτρονικών υπολογιστών ή άλλα ηλεκτρονικά συστήματα όπλων. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν γενικότερα και όλοι αυτοί που η νοητική τους δραστηριότητα εκφράζεται έντονα και μπορεί να προκαλέσει κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα.
Αδρανιστές. Βρίσκονται στον αντίποδα των ψιονικών και, όπως προδίδει το όνομα τους, μπορούν να τους αδρανοποιήσουν. Η νοητική τους ενέργεια εκφράζεται παθητικά και πολλές φορές εξουδετερώνει και αναχαιτίζει τις ικανότητες των ψιονικών. Ελάχιστα είναι γνωστά για τους αδρανιστές, που ονομάζονται και αναχαιτιστές. Παρ’ όλα αυτά έχει πιστοποιηθεί η ικανότητά τους ν’ ανιχνεύουν και ν’ αντλούν πληροφορίες από ηλεκτρομαγνητικές μεταδόσεις πολύ χαμηλής ισχύος (άνθρωποι-scanners).
Η επιστημονική έρευνα των ψυχικών φαινομένων άρχισε το 1882 με την ίδρυση της Εταιρίας Ψυχικών Ερευνών στο Λονδίνο. Το 1889 καθιερώθηκε για πρώτη φορά ο όρος παραψυχολογία από τον Μαξ Ντεσουάρ. Το 1930 ο βιολόγος Τζ. Μπ. Ράινε δημιούργησε το πρώτο επιστημονικό εργαστήριο, αφιερωμένο αποκλειστικά στις ψυχικές έρευνες, στο Πανεπιστήμιο Ντιουκ της Βόρειας Καρολίνα. Τις δεκαετίες που ακολούθησαν έγιναν πολύχρονες έρευνες σε διάφορα πανεπιστήμια και ινστιτούτα ανά τον κόσμο, οι οποίες απέδειξαν όχι μόνον την ύπαρξη των ψυχικών και παραψυχικών φαινομένων, αλλά κι ανακάλυψαν τρόπους, τεχνικές και μεθόδους εκμετάλλευσής τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει να δούμε την χρονολογική εξέλιξη των ψυχικών ερευνών στις ΗΠΑ.
Το 1952 η CIA εγκαινίασε ένα ερευνητικό πρόγραμμα για τη μελέτη της εξω-αισθητήριας αντίληψης (ESP), με στόχο τη χρησιμοποίηση της σε κατασκοπευτικές επιχειρήσεις. Το 1964 στο Ιατρικό Κέντρο Μαϊμονίδης της Νέας Υόρκης εφαρμόστηκαν πρωτοποριακές πειραματικές μέθοδοι για τη μελέτη της τηλεπάθειας κατά τη διάρκεια των ονείρων. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1969, ο φυσικός Χέλμουτ Σμιτ εξερεύνησε τρόπους επίδρασης της συνείδησης ανθρώπων και ζώων με τη χρήση ακτινοβολιών από απόσταση. Το 1973 ο Αμερικανός αστροναύτης Έντγκαρ Μίτσελ συμμετείχε σ’ ένα πείραμα τηλεπάθειας μεταξύ Γης και Σελήνης (Απόλλων 14). Ο Μίτσελ, που είχε το παρατσούκλι ο διανοούμενος, κατά την παραμονή του στη Σελήνη προσπάθησε να στείλει τη σκέψη του σε κάποιους επιλεγμένους ανθρώπους-στόχους στη γη. Η NASA δεν του επέτρεψε ξανά να πετάξει, ενώ τον ανάγκασε να παραιτηθεί το 1972. Αμέσως μετά, ο Μίτσελ ίδρυσε μία δική του εταιρεία με την ονομασία Ινστιτούτο Νοητικών Επιστημών».
Το 1974 το Stanford Research Institute (SRI) ξεκίνησε ένα εφαρμοσμένο πρόγραμμα ψυχικών ερευνών, που χρηματοδοτήθηκε από το αμερικανικό Department of Defence(DoD) και υποστηρίχτηκε από τη CIA. Το 1979 δημιουργήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον ένα εργαστήριο Μηχανικής των Ανωμαλιών, το περίφημο PEAR. To 1989 η αξιόλογη επιθεώρηση Foundations of Physics δημοσίευσε μια ανάλυση που περιλάμβανε πάνω από 800 φαινόμενα πειραματικής ανίχνευσης των ανθρωπίνων προθέσεων πάνω σε μικροσκοπικά φυσικά συστήματα («μικροψυχοκίνηση»). Τέλος, το 1995, και ύστερα από συνεχή πίεση της γερουσίας, η CIA αναγκάστηκε να σταματήσει το διάρκειας 24 ετών (ξεκίνησε το 1971) πρόγραμμα «ψυχικής κατασκοπείας», γνωστό και με την κωδική ονομασία Star Gate.
Σταθμός στις ψυχικές έρευνες στις ΗΠΑ θεωρείται η ίδρυση στην Καλιφόρνια του SRI International, ένα ερευνητικό κέντρο που χρηματοδοτήθηκε από τις CIA, NSA, DoD και ARPA και το οποίο αποτέλεσε εξέλιξη του ερευνητικού ινστιτούτου του Στάνφορντ (SRI). To 1972 το SRI ήταν ένα ιδιωτικό ερευνητικό ινστιτούτο, μια «δεξαμενή σκέψης» (think tank) στο Σαν Φραντσίσκο της Καλιφόρνια (κοντά στην Σίλικον Βάλεϊ), που αντλούσε τα περισσότερα έσοδα του από κυβερνητικές πηγές. Οι επιχορηγήσεις των ερευνητικών του προγραμμάτων έφθαναν στο ποσό των 70 εκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο.
Για χρόνια η CIA επέμενε ότι είχε ασαφή ανάμειξη στις έρευνες, αλλά το 1996 ο δρ. Χ. Πούτχοφ δημοσίευσε στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Scientific Εxploration μια αναφορά με τίτλο CIA-Initiated Remote Viewing Program at Stanford Research Institute. Η CIA δε μπήκε καν στο κόπο να διαψεύσει το εν λόγω δημοσίευμα…
Οι ψυχικές έρευνες στο SRI άρχισαν σε μια εποχή που οι Αμερικανοί πίστευαν ότι οι ακήρυκτοι αντίπαλοι τους, οι Σοβιετικοί, είχαν βουτήξει σε «βαθιά νερά» στον τομέα της ψυχοτρονικής. Ενδεικτικό της ανησυχίας των ΗΠΑ για τις σοβιετικές προόδους στο χώρο των ψυχικών ερευνών, αποτέλεσαν και οι μυστικές συνομιλίες του τότε προέδρου των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ με τον διάσημο ψυχοκινητικό Γιούρι Γκέλερ με αντικείμενο τις σοβιετικές προόδους σ’ αυτό τον τομέα. Αμερικανοί ερευνητές της ψυχοτρονικής αναδείχτηκαν την εποχή εκείνη οι Τρέβορ Τζέημς Κόνσταμπλ, Ρουθ Ντράουν, Ρούντολφ Στάινερ, οι οποίοι κι έγιναν αργότερα ζωντανοί θρύλοι στο χώρο αυτό.
Η ψυχοτρονική, με τις τεράστιες δυνατότητες που παρουσίαζε, ήταν αναμενόμενο ν’ αποτελέσει ένα ακόμη πεδίο ανταγωνισμού των δύο υπερδυνάμεων κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Σύμφωνα με ορισμένους συγγραφείς του χώρου οι Σοβιετικοί είχαν κατορθώσει να κατασκευάσουν ένα «υπερδιαστατικό κανόνι», το οποίο συγκέντρωνε και πολλαπλασίαζε την νοητική ενέργεια των ψιονικών και στη συνέχεια την εστίαζε και την εξαπέλυε εναντίον του στόχου. Επιβεβαιωμένο αποτέλεσμα της Σοβιετικής έρευνας πάνω στα ψυχοτρονικά όπλα θεωρείται η βύθιση του πυρηνικού υποβρυχίου Θρέσερ (Thresher) κατά τη διάρκεια του παρθενικού του ταξιδιού. Αυτό το ανεξήγητο τραγικό συμβάν αποδόθηκε σε μια από τις πρώτες δοκιμές του λεγόμενου «νοητικού κανονιού» των Σοβιετικών: ένα εξωτικό υπερόπλο που θα αχρήστευε ακόμη και τα πυρηνικά!
Επίσης στις 11 Απριλίου του 1963 κατασκοπευτικοί δορυφόροι των ΗΠΑ κατέγραψαν μιαν ανεξήγητη όσο και απρόσμενη υποβρύχια έκρηξη στον Ατλαντικό ωκεανό, ακριβώς πάνω από το χάσμα του Πουέρτο Ρίκο και σε στίγμα ΒΠ-01954 ΔΜ-06647. Το γεγονός ότι ποτέ δε δόθηκε επαρκής και πειστική εξήγηση γι’ αυτή τη μυστηριώδη έκρηξη τροφοδότησε τις φήμες ότι επρόκειτο για μια ακόμη δοκιμή κάποιου μυστικού ψυχοτρονικού όπλου.
Οι φήμες ότι οι Σοβιετικοί είχαν προχωρήσει σημαντικά στον τομέα των ψυχοτρονικών ερευνών ήταν αρκετές για να πυροδοτήσουν στις ΗΠΑ έναν οργασμό ανάπτυξης μυστικών προγραμμάτων με σκοπό τις στρατιωτικές εφαρμογές της ψυχοτρονικής. Στις ΗΠΑ το σημαντικότερο ερευνητικό κέντρο ήταν, όπως προαναφέραμε, το SRI, που είχε κύριους ερευνητές τους δρ. Χάρολντ Πούτχοφ και δρ. Ρ. Ταργκ. Αυτοί επικεντρώθηκαν σε μια σειρά από πειράματά πάνω στην Παρακολούθηση εξ Αποστάσεως.
Τα περισσότερα ερευνητικά προγράμματα αναπτύχθηκαν με τη στενή επίβλεψη και καθοδήγηση της CIA και της DIA, ενώ ορισμένα από αυτά μετεξελίχθηκαν σε καθαρά στρατιωτικές ψιονικές επιχειρήσεις. Για να συγκαλυφθούν αυτές οι ανορθόδοξες επιχειρήσεις απέκτησαν μια σειρά από εξωτικά ονόματα: project scangate, operation sun streak, operation star gate και sunlight… Και προκειμένου να παρακαμφθεί η γραφειοκρατία του κρατικού μηχανισμού των ΗΠΑ τα προγράμματα αυτά ονομάστηκαν Προγράμματα Ειδικής Πρόσβασης (Special Access Programs ή SAP).
Πολλές αμερικανικές εταιρείες, όπως η RAD Corporation και η Γουέστινγκχάουζ καθώς τα κολέγια μηχανικής του Νιούαρκ και της Αντίγια, συμμετείχαν και χρηματοδότησαν από το 1958 τις ψιονικές έρευνες. Οι προαναφερόμενες εταιρείες σε συνεργασία με τον ερευνητή Πουχάριτς διενήργησαν μια σειρά από πειράματα ESP και βιοεπικοινωνιών. Το τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών των ερευνών εκφράστηκε μέσα από την Εταιρεία Ερευνών Στρατιωτικών Επιχειρήσεων(JSGOMRAM). Αυτό το πρόγραμμα, που χρηματοδοτήθηκε απευθείας από τη RAD Corporation για λογαριασμό της κυβέρνησης των ΗΠΑ, είχε το κωδικό όνομα «Δελφοί»! Το 1973 CIA και NSA εγκαινίασαν το πρώτο γνωστό πείραμα τηλεθέασης με την ονομασία Skynet Project. Κατά τη διάρκεια των πειραμάτων, ο Γιούρι Γκέλερ κατάφερε να προκαλέσει συνολική κατάρρευση του παγκόσμιου δικτύου Arpa-Net (ο πρόγονος του γνωστού μας Internet), το οποίο έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε ν’ αντέχει ακόμη και αν δεχτεί πυρηνική επίθεση!
Προτού ωστόσο αναφερθούμε με λεπτομέρειες στα μυστικά ψυχοτρονικά προγράμματα και στις ψιονικές επιχειρήσεις των Αμερικανών είναι σκόπιμο να παρουσιάσουμε την εξέλιξη των σχετικών ερευνών στη Σοβιετική Ένωση και τη συνέχεια τους στη σημερινή Ρωσία, που θεωρείται πραγματικό «φυτώριο» ανθρώπων προικισμένων με ψυχικές ικανότητες.
Η Ρωσία αποτελούσε ιστορικά μια μεγάλη «μήτρα» ανθρώπων με ιδιαίτερες ψυχικές ικανότητες, πράγμα που το βλέπουμε άλλωστε και στις μέρες μας, με το πλήθος των παραψυχολόγων, μέντιουμ, μάγων και προφητών που δρουν εκεί. Την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου αρκετά ψυχικά άτομα στρατολογήθηκαν από τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας για να διεξάγουν ψιονικές και παραψυχολογικές επιχειρήσεις σε βάρος του καπιταλιστικού κόσμου. Μιλάμε βέβαια για μια εποχή, που η προπαγάνδα και η παραπληροφόρηση ανθούσαν και οι μάζες, όχι μόνον της ΕΣΣΔ αλλά και των ΗΠΑ, υποβάλλονταν συνεχώς σε λεκτικούς και κοινωνικούς επηρεασμούς, έβλεπαν οι μεν τους δε ως δαίμονες κι έφταναν σε ώστε να συμπεριφέρονται και να δρουν ως ανθρώπινα-σκυλιά του Παβλόφ!
Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι οι Σοβιετικοί αποφάσισαν να εισέλθουν στο χώρο των παραψυχικών ερευνών και της ψυχοτρονικής με μια επιστημονική «ψυχρότητα», απορρίπτοντας εξ αρχής κάθε έννοια μυστικισμού και αποκρυφισμού, που ενδημούσε εκεί. Στην πρώην Σοβιετική Ένωση η λέξη μυστικισμός αποτελούσε ύβρη και αντί γι’ αυτήν χρησιμοποιούταν η λέξη ιδεαλισμός. Μπορείτε να φανταστείτε λοιπόν πως οι σκληροπυρηνικοί Σοβιετικοί γραφειοκράτες αντιμετώπιζαν έννοιες όπως ψυχοκίνηση, εξω-αισθητήρια αντίληψη, τηλεπάθεια κ.α. Στην έκδοση του 1956 της Σοβιετικής Εγκυκλοπαίδειας, η τηλεπάθεια χαρακτηρίζεται ως «ένας αντικοινωνικός και ιδεαλιστικός μύθος, σύμφωνα με τον οποίο ο άνθρωπος έχει την υπερφυσική δύναμη ν’ αντιλαμβάνεται φαινόμενα που είναι αδύνατον να γίνουν αντιληπτά, με βάση τις συνθήκες που επικρατούν»!
Παρά την αρχική καχυποψία οι ψυχικές έρευνες πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα άνθησαν χάρη στο έργο ενός εξαιρετικού επιστήμονα, του Λεονίτ Λ. Βασίλιεφ. Αυτή η μεγάλη μορφή της ρώσικης παραψυχολογίας ασχολήθηκε από νωρίς με πειράματα νοητικής υποβολής. Τη δεκαετία του 1920 ο Βασίλιεφ έγινε μέλος του Ινστιτούτου Ψυχικών Ερευνών της Μόσχας και το 1926 δημοσίευσε στο ρωσικό περιοδικό Επιστημονικά Νέα την εργασία του με τίτλο Οι Βιοφυσικές Βάσεις της Άμεσης Μετάδοσης της Σκέψης.
Το 1960 ο Βασίλιεφ ίδρυσε το Ινστιτούτο Εγκεφαλικών Ερευνών, που ασχολούταν με πρωτοποριακές έρευνες στο χώρο των ψυχικών και παραψυχικών φαινομένων. Εκεί πραγματοποίησε μια σειρά από πειράματα, κατά τα οποία προκαλούσε ύπνωση με τηλεπαθητικό τρόπο! Το 1962 ο Ρώσος επιστήμονας τάραξε τα νερά του επιστημονικού κατεστημένου της εποχής του δημοσιεύοντας την επιστημονική μελέτη με τίτλο Πειράματα επίδρασης από απόσταση.
Σ’ αυτό το συνταρακτικό για την εποχή του βιβλίο ο Βασίλιεφ υποστήριζε ότι τα χαμηλής συχνότητας ηλεκτρομαγνητικά κύματα μπορούσαν εύκολα να επιδράσουν στον εγκεφαλικό φλοιό του ανθρώπου, αναγκάζοντάς τον έτσι να υπακούσει πειθήνια στις εντολές και στις επιθυμίες εκείνου που τα εκπέμπει! Ο ίδιος ισχυριζόταν ότι η μεταβίβαση της σκέψης είχε τεράστιες εφαρμογές, κάνοντας έτσι τα μάτια των «γερακιών» του Κρεμλίνου να γυαλίζουν στη σκέψη και μόνον ότι θα μπορούσαν να έχουν στα χέρια τους ένα πανίσχυρο ψυχοτρονικό όπλο. Την εποχή εκείνη λοιπόν οι Σοβιετικοί άρχισαν να πειραματίζονται πάνω στη μεταφορά ενέργειας από τον ένα οργανισμό στον άλλο, στην έρευνα των ενεργειακών ακτινοβολιών του σώματος (μέθοδος Κίρλιαν), στην τηλεπαθητική τροποποίηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και στην ικανότητα νοητικής μετακίνησης αντικειμένων (ψυχοκίνηση).
H «χρυσή εποχή» πάντως των Σοβιετικών ψυχικών ερευνών ήταν τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Την περίοδο εκείνη οι έρευνες βρισκόταν κάτω από την αιγίδα του γηραιού καθηγητή Λεονίτ Βασίλιεφ, που τις κατεύθυνε προσωπικά. Οι ψυχικές έρευνες απέκτησαν μυστικότητα όταν ο Γιούρι Αντρόπωφ ανέλαβε τον έλεγχο της KGB, η οποία άρχισε ν’ ανακατεύεται στις σχετικές επιστημονικές δραστηριότητες, με την παρακολούθηση και την επιτήρηση τους, αλλά και με την ενεργή συμμετοχή των πρακτόρων της στα πειράματα.
Στην τέως Σοβιετική Ένωση υπόβοσκε πάντα ένας έντονος ανταγωνισμός μεταξύ της κλίκας των «υλιστών» από τη μια και των «ιδεαλιστών» από την άλλη. Υπήρχε επίσης και μια συνεχή προσπάθεια του Έντουαρντ Ναούμωφ από τη μια να προωθήσει τις έρευνες πάνω στην ψυχοκίνηση και του καθηγητή Κόγκαν από την άλλη, που προωθούσε τα πειράματα τηλεπάθειας. Τρεις ήταν πάντως οι μεγαλύτερες κατευθύνσεις της Σοβιετικής «ερευνητικής μηχανής», που αποτελούταν από δεκάδες ερευνητικά κέντρα, ινστιτούτα, εργαστήρια και χιλιάδες ειδικούς επιστήμονες κι ερευνητές: η αποκωδικοποίηση της τηλεπάθειας, η ενδυνάμωση του ανθρώπινου εγκεφάλου και η ενίσχυση της νοητικής δύναμης.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 η KGB ανέπτυξε ένα Σύστημα Ψυχοτρονικής Επίδρασης (Psychotronic Influence System ή PIS), που χρησιμοποιούσε στρατιώτες ως προγραμματισμένα «ανθρώπινα όπλα». Το σύστημα βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στην ύπνωση, που επιτυγχάνονταν με υψηλής συχνότητας ραδιοκύματα.
Οι Σοβιετικές προσπάθειες στον τομέα της ψυχοτρονικής και ιδιαίτερα στο χώρο της ψυχικής κατασκοπείας ανησύχησαν, όπως ήταν αναμενόμενο, τους Αμερικανούς. Απόρρητες αναφορές, που έφθαναν στις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, έκαναν λόγο για «τηλεπαθητικό έλεγχο συμπεριφοράς». Οι Αμερικανοί έτρεμαν κυριολεκτικά στη σκέψη μιας ενδεχόμενης ψυχοτρονικής επίθεσης των Σοβιετικών, που ήταν ύπουλη, αθόρυβη και μη ανιχνεύσιμη. Αυτό που φοβόντουσαν περισσότερο ήταν ο τηλεπαθητικός επηρεασμός του αμερικανικού προσωπικού, που υπηρετούσε σε κρίσιμες στρατηγικές εγκαταστάσεις, όπως ήταν τα σιλό και οι βάσεις εκτόξευσης των διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων: «Ένας από τους κύριους στόχους τους ήταν ο έλεγχος της ανθρώπινης συνειδητότητας», έλεγε ένα απόρρητο έγγραφο του Αμερικανικού Στρατού.
Όπως ήταν αναμενόμενο οι Αμερικανοί δεν έμειναν με σταυρωμένα τα χέρια. Σε υπόμνημα της ΝSA (National Security Agency), με ημερομηνία 7/1/1952, προτάθηκε η μετατροπή της Εξω-Αισθητήριας Αντίληψης σε «ατομική βόμβα» της κατασκοπείας, με τη στρατολόγηση ομάδας ψιονικών, που θα δρούσαν ως κατάσκοποι για λογαριασμό της CIA. Παρ’ όλα αυτά οι Αμερικανοί καθυστέρησαν για μια δεκαετία, ώσπου στις αρχές του 1960 άρχισαν να φθάνουν ανησυχητικές αναφορές για την πρόοδο των ερευνών των Ρώσων πάνω στην κατανόηση των ψυχικών φαινομένων και στην αξιοποίηση τους επιστημονικά και στρατιωτικά. Οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ καταλήφθηκαν τότε από μια «Ψ-φοβία»(Psi-fobia) σχετικά με τις δυνατότητες των Σοβιετικών και αποφάσισαν να δράσουν. Εκείνη την εποχή λοιπόν, ενώ το άστρο του Ψυχρού Πολέμου μεσουρανούσε, δρομολογήθηκαν αρκετά μυστικά προγράμματα στο χώρο της ψιονικής έρευνας.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ψυχίατροι και ειδικοί στην έρευνα της συμπεριφοράς του Γραφείου Έρευνας κι Ανάπτυξης (ORD) της CIA άρχισαν να ερευνούν το χώρο του υπερφυσικού και της μαγείας. Πράκτορες της CIA, που συστήνονταν ως ερευνητές του Επιστημονικού Ινστιτούτου Μηχανικής (SEI), ξεχύθηκαν τότε σ’ ολόκληρη τη χώρα αναζητώντας μέντιουμ, χειρομάντες, οραματιστές και γενικώς ανθρώπους με ψυχικά χαρίσματα, με σκοπό να τους στρατολογήσουν και να τους μετατρέψουν σε ψιονικούς πολεμιστές και να τους αξιοποιήσουν κυρίως στο χώρο της κατασκοπείας. Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι προσέλαβαν ακόμη και αστρολόγους για να προβλέπουν το μέλλον, ενώ δεν δίστασαν να πλησιάσουν ακόμη και εξορκιστές της Καθολικής Εκκλησίας!
Παράλληλα μ’ αυτή την επιχείρηση, που ονομάστηκε operation «often», αναπτύχθηκαν διάφορα μυστικά προγράμματα που περιελάμβαναν τη χρήση της ψυχοτρονικής με σκοπό τον έλεγχο της ανθρώπινης συνείδησης. Το πιο γνωστό ήταν το περιβόητο πρόγραμμα D-8, για το οποίο έχουν αποκαλυφθεί συνταρακτικά στοιχεία.
Το σχέδιο D-8 υπήρξε ένα από τα πολλά μυστικά προγράμματα των ΗΠΑ, που παρέμεναν για χρόνια επιμελώς κρυμμένα από τους ανυποψίαστους φορολογούμενους πολίτες της χώρας. Οι έρευνες για τα ψυχικά φαινόμενα στις ΗΠΑ άρχισαν το 1963, έπειτα από αναφορές κατασκόπων της CIA σχετικά με ορισμένα πετυχημένα πειράματα των Σοβιετικών επιστημόνων, που ερευνούσαν τις ψυχικές ικανότητες και τις ψυχοτρονικές συσκευές. Έπειτα από δέκα χρόνια ερευνών, ομάδα ειδικών έδωσε μια περιεκτική αναφορά για τις Σοβιετικές προόδους στο DoD (Department of Defense), σε κορυφαίους στρατιωτικούς αξιωματούχους, αλλά και στον ίδιο τον πρόεδρο Κέννεντι λίγους μήνες πριν τη δολοφονία του. Αυτή η εμπεριστατωμένη αναφορά απεδείκνυε την εμπλοκή των Σοβιετικών σε ψυχοτρονικά πειράματα. Οι φόβοι αυτοί αυξήθηκαν μετά την πυραυλική κρίση της Κούβας και την εμπλοκή των ΗΠΑ στον πόλεμο του Βιετνάμ.
Το D-8 είχε ως κύριο αντικείμενο τον τεχνητό επηρεασμό των ψυχικών ικανοτήτων του ανθρώπου. Οι έρευνες στράφηκαν αρχικά στη νευροηλεκτρική διέγερση με τη χρήση παραισθησιογόνων και νοοτρόπων ουσιών. Τα αντικείμενα των δοκιμών αποκαλούνταν «εθελοντές» και προέρχονταν κυρίως από το σωφρονιστικό σύστημα της χώρας. Το D-8 είχε δύο απόρρητες ερευνητικές εγκαταστάσεις: τη Romeo και την Juliet. Η πρώτη ήταν εγκατεστημένη βορειοανατολικά της περιοχής S-4 της Νεβάδα, μια περιοχή που οι φήμες την συνδέουν με μυστικές δοκιμές της αμερικανικής αεροπορίας πάνω στη χρήση εξωγήινης τεχνολογίας. Οι εγκαταστάσεις του Romeo, που ήταν υπόγειες, χρησιμοποιούνταν για την εκπαίδευση των νέων, την παροχή βοήθειας στους παλιούς εθελοντές, έτσι ώστε αυτοί να «επαναρρυθμιστούν» και να ενταχθούν στην κοινωνία. Αυτοί εμφυτεύονταν ως «αντικείμενα δοκιμών» στις γειτονικές κοινότητες. Από το Romeo το πρόγραμμα D-8 μετέφερε στη συνέχεια τις περισσότερες έρευνές του στο νέο υπόγειο σύμπλεγμα, την Juliet.
Το κυρίως σύμπλεγμα των εγκαταστάσεων του προγράμματος D-8, που ονομαζόταν Juliet και βρισκόταν χωμένο βαθιά μέσα στα Βραχώδη Όρη του βορειοδυτικού Κολοράντο. Η πρόσβαση στις απόρρητες εγκαταστάσεις γινόταν αποκλειστικά μέσω ενός υπόγειου σιδηροδρομικού συρμού, που τις συνέδεε με τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις Norad στο Κολοράντο Σπριγκς. Ο άλλος τρόπος επικοινωνίας ήταν αεροπορικώς. Κατά τ’ άλλα κανένας δρόμος δεν έφτανε σ’ αυτή την «ανύπαρκτη» περιοχή. Παρ’ όλα αυτά περίπου 3.000 άτομα, εθελοντές και προσωπικό, θεωρούσαν την Juliet σπίτι τους για αρκετά χρόνια.
Η εγκατάσταση αυτή, που σχεδιάστηκε για να επιβιώσει έπειτα από κάθε είδους καταστροφή, διέθετε πυρηνικό αντιδραστήρα, φυτά για την ανακύκλωση του αέρα, ιατρική μέριμνα κι ένα μεγάλο εργαστήριο αφιερωμένο σχεδόν σε κάθε επιστήμη, ενώ υπόγειοι συρμοί την συνέδεαν με αρκετές άλλες υπόγειες «πόλεις». Επίσης το σύμπλεγμα διέθετε και υπόγειες περιοχές αγροκαλλιέργειας, ώστε να είναι αυτάρκης σε τρόφιμα. Ήταν κατασκευασμένο έτσι ώστε να επιβιώσει ακόμη και μετά από ένα παγκόσμιο πυρηνικό πόλεμο.
Βέβαια, για την κυβέρνηση των ΗΠΑ τα πάντα ήταν «ανύπαρκτα». Εκεί, οι απομονωμένοι από τον κόσμο «ψιονικοί θηρευτές» (psi-stalkers), προχώρησαν σε απίστευτα βάθη ερευνών πάνω στη χρήση των ανθρώπινων ψυχικών ικανοτήτων. Δεν είναι γνωστό μέχρι πιο σημείο έφθασαν οι μυστικές τους έρευνες. Πολλοί μάλιστα ισχυρίζονται ότι μετά το πρόγραμμα D-8 η ανθρωπότητα δε θα είναι ποτέ πια η ίδια!
Στις 23 Μαρτίου του 1983, ενθαρρυμένος από τις ανακαλύψεις στο χώρο των λεγόμενων «εξωτικών» τεχνολογιών, ο Αμερικανός Πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν έδωσε το επίσημο «πράσινο φως» για την Πρωτοβουλία Στρατηγικής Άμυνας (SDI), ένα φιλόδοξο πρόγραμμα που έγινε ευρύτατα γνωστό ως «Πόλεμος των Άστρων». Σ’ εκείνη την περιβόητη ομιλία του, ο Αμερικανός Πρόεδρος μιλούσε βέβαια για το μέλλον. Συγκεκριμένα αναφερόταν σε οπλικά συστήματα που θα σχεδιάζονταν με σκοπό να αχρηστεύουν τα πυρηνικά όπλα, να απαλλάξουν δηλαδή τις ΗΠΑ από τον εφιάλτη της «βόμβας». Λέιζερ σε τροχιά, όπλα δέσμης σωματιδίων και άλλα παρόμοια οπλικά συστήματα άρχισαν να γίνονται αντικείμενα δημοσίων συζητήσεων. Επίσης, αυτή η διαδικασία αναζήτησης αντιπυρηνικών όπλων, περιέλαβε και μεθόδους «ενίσχυσης του νου» και ψυχοτρονικής, για τις οποίες όμως γνωρίζουμε ελάχιστα. Ακόμη και σήμερα πολύ λίγα είναι γνωστά για τις ψυχοτρονικές έρευνες στα πλαίσια του πολέμου των άστρων.
Ψυχοτρονικά όπλα φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκαν από τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ και κατά τη διάρκεια του πολέμου κατά του Ιράκ (1991). Συγκεκριμένα στις 23 Μαρτίου του 1991 ένα δημοσίευμα στον αμερικανικό τύπο είχε τίτλο Υψηλής Τεχνολογίας Ψυχολογικά Όπλα Φθάνουν στη Μέση Ανατολή (High-Tech Psychological Warfare Arrives in the Middle East). Το δημοσίευμα αυτό περιέγραφε μια αμερικανική επιχείρηση κατά των ιρακινών στρατευμάτων στο Κουβέιτ κατά τη διάρκεια της επιχείρησης Καταιγίδα της Ερήμου (Desert Storm). Επρόκειτο για μια Ψυχολογική Επιχείρηση (PsyOps) που βασιζόταν σ’ ένα σύστημα, που χρησιμοποιούσε τεχνολογία εκπομπής υποσυνείδητων μηνυμάτων που μετέβαλαν τα εγκεφαλικά κύματα του εχθρού και μεταφέρονταν με το υπάρχον ραδιοφωνικό σύστημα. Σύμφωνα με το δημοσίευμα ήταν «μια απίστευτη και άκρως απόρρητη Ψυχολογική Επιχείρηση (PsyOps), που χρησιμοποιούσε τεχνικές ‘σιωπηλών ήχων’». Χρησιμοποιώντας έναν απλό μεταδότη FM η αμερικανική ψιονική ομάδα κατάφερε, εκπέμποντας θρησκευτική και πατριωτική μουσική, να προκαλέσει σύγχυση στη μετάδοση των στρατιωτικών διαταγών των Ιρακινών!
Στις 17 Απριλίου του 1995 ο Πρόεδρος Κλίντον έδωσε την εντολή (Executive Order αρ. 1995-4-17) να δημοσιοποιηθούν τα προγράμματα έρευνας των παραψυχολογικών ή Ψ (Psi) φαινομένων, που έλαβαν χώρα στο SRI (Stanford Research Institute) από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Στις 270 σελίδες της αναφοράς, που δημοσιοποιήθηκε τον Ιούλιο του 1995 (η τελική αναφορά δημοσιεύτηκε στις 28/11/1995), αποκαλύφθηκε ότι τα προγράμματα αυτά είχαν την συγκάλυψη και την υποστήριξη της CIA και αποσκοπούσαν κυρίως στην «ψυχική κατασκοπεία». Έγινε δημοσίως γνωστό ότι τα προγράμματα αυτά είχαν μια σειρά από εξωτικά ονόματα, όπως grill flame, center lane, sunstreak και star gate, τα οποία παραπλανούσαν τους ανίδεους Αμερικανούς, που δεν υποψιάζονταν ότι επρόκειτο για έρευνες φαινομένων Ψ.
Ίσως σε ορισμένους αναγνώστες όλα αυτά να ηχούν κάπως υπερβολικά, ωστόσο κάτω από το πρίσμα της εποχής μας, όπου η εξέλιξη στον τομέα των ψυχοτρονικών τεχνικών και συσκευών έχει προχωρήσει σημαντικά, η υποψία ότι πιθανόν διεξάγεται ήδη ένας παγκόσμιος ψιονικός και παραψυχολογικός πόλεμος ενδεχομένως να μην απέχει και πολύ από την αλήθεια. Τα πεδία αυτού του ακήρυχτου πολέμου είναι αόρατα και το σημαντικότερο έπαθλο του νικητή είναι ο έλεγχος της ψυχικής διάθεσης των ανθρώπων. Μόνον οι ψυχικά ευαίσθητοι άνθρωποι μπορούν να αντιληφθούν μια ψιονική επίθεση και ν’ αντιδράσουν. Υπάρχουν κι εκείνοι που έχουν επίγνωση του κινδύνου και προστατεύονται είτε με ψιονικά αντίμετρα είτε βελτιώνοντας το ενεργειακό τους πεδίο. Οι υπόλοιποι όμως είναι ψιονικά απροστάτευτοι κι από ένστικτο καταφεύγουν συχνά σε μεταφυσικές μεθόδους προστασίας.
Παρά την εκπληκτική πρόοδο της επιστήμης και της τεχνολογίας γνωρίζουμε ακόμη πολύ λίγα για τις δυνάμεις και τις δυνατότητες, που φωλιάζουν μέσα στη νευρωνική «ζούγκλα» του εγκεφάλου μας. Σιγά-σιγά όμως, με τη βοήθεια της επιστημονικής, τεχνολογικής, αλλά και πνευματικής εξέλιξης, τα μυστικά του εγκεφάλου μας ξεκλειδώνονται κι έτσι πολλά «μυστηριώδη» ψυχικά φαινόμενα αρχίζουν σταδιακά να εξηγούνται. Εντούτοις κανείς ακόμη δεν είναι σε θέση να δώσει μια σαφή απάντηση τι είναι φαινόμενο Ψ, όπως ακριβώς τον 19ο αιώνα κανείς δεν ήξερε ν’ απαντήσει τι ακριβώς ήταν το φαινόμενο του ηλεκτρισμού. Το μυστήριο των φαινομένων Ψ θα μας συνοδεύει για καιρό ακόμη και όλο αυτό το διάστημα οι ψιονικοί θα περιβάλλονται πάντα από ένα πέπλο αποκρυφισμού και μαγείας. Όταν το μυστήριο λυθεί θα χαρακτηριστούν απλά ως «πολεμιστές μη-όρατων πεδίων»…