Τα τελευταία δύο χρόνια οι επενδύσεις με γνώμονα τις πρακτικές περιβαλλοντικής ανάπτυξης, κοινωνικής ευημερίας και εταιρικής διακυβέρνησης βρίσκονται ολοένα και περισσότερο στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Η στροφή των επενδυτών σε πιο «υπεύθυνες» επενδύσεις και η αποστασιοποίησή τους από «αμαρτωλά» επενδυτικά προϊόντα αποτελούν τάση η οποία τελευταία κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος παγκοσμίως, με την Ελλάδα ωστόσο να δυσκολεύεται ακόμη να την ακολουθήσει. Fund managers και θεσμικοί επενδυτές εντάσσουν στην επενδυτική τους στρατηγική τρεις μη χρηματοοικονομικούς δείκτες (περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς, διακυβέρνησης), οι οποίοι πλέον καθορίζουν τις επόμενες επενδυτικές τους κινήσεις. Πρόκειται για το λεγόμενο τρίπτυχο ESG (environmental, social, governance), με το οποίο εναρμονίζονται funds που έχουν υπό τη διαχείρισή τους μεγάλου ύψους κεφάλαια, αλλά και εταιρείες κολοσσοί τύπου Royal Dutch Shell, στις οποίες ασκούνται συστηματικές πιέσεις από τους ίδιους τους επενδυτές, ώστε να μειώσουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα.
Ηδη ευρωπαϊκά funds τα οποία διαχειρίζονται κεφάλαια κεφάλαια 2 τρισ. δολ. πιέζουν μεγάλους παίκτες του κλάδου της τσιμεντοβιομηχανίας να μειώσουν τις εκπομπές αερίων, προειδοποιώντας ότι, σε περίπτωση που δεν το πράξουν επιτυχώς, θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Εν τω μεταξύ αυτά τα επενδυτικά κεφάλαια αποτελούν ίσως τους μεγαλύτερους asset managers παγκοσμίως : BlackRock, DWS, State Street Global Advisors κ.ά. Οι δε εταιρείες έχουν αρχίσει να υποκύπτουν σε αυτές τις πιέσεις, αντιλαμβανόμενες ότι οι ροές κεφαλαίων προς τα επενδυτικά κεφάλαια βιώσιμων επενδύσεων (sustainable funds) καταγράφουν ετησίως ανοδικές τάσεις.
Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας οικονομικών ερευνών Morningstar, εάν εστιάσουμε στην Ευρώπη, έως τα τέλη του 2018, η αξία του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων που διαχειρίζονται ευρωπαϊκά funds βιώσιμων επενδύσεων έφθασε στα 684 δισ. ευρώ, όταν το αντίστοιχο ποσό ανήλθε στα 537,7 δισ. ευρώ κατά το προηγούμενο έτος. Παράλληλα, το όλο και αυξανόμενο ενδιαφέρον των επενδυτικών κεφαλαίων για τους δείκτες ESG αποτυπώνεται και κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019. Σύμφωνα με έρευνα της Fitch που δημοσιεύουν οι Financial Times, τα περιουσιακά στοιχεία που διαχειρίζονται αυτά τα επενδυτικά κεφάλαια αυξήθηκαν κατά 15% στα 52 δισ. δολ. το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους. Ενδεικτικό της τάσης αυτής είναι ότι το προηγούμενο έτος η αντίστοιχη αύξηση ήταν μόλις στο 1%. Μολονότι αυτή η δεξαμενή κεφαλαίων παραμένει ακόμη μικρή σε σύγκριση με τη συνολική αγορά των υπό διαχείριση κεφαλαίων που αγγίζει τα 6 τρισ. δολ., η αύξηση αυτή δεν παύει να είναι για αρκετούς χρηματοοικονομικούς συμβούλους θεαματική. Αρκετοί μάλιστα προβλέπουν ότι αυτή θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, δεδομένου ότι όλο και περισσότεροι επενδυτές φαίνονται πρόθυμοι να εξερευνήσουν τους δείκτες ESG.
Οπως επισημαίνει στην «Κ» ο Τζέισον Τσάνελ, επικεφαλής κοινωνικά υπεύθυνης χρηματοοικονομικής της Citi Global Insights, τα τελευταία δύο χρόνια οι επενδύσεις με γνώμονα τις πρακτικές περιβαλλοντικής ανάπτυξης, κοινωνικής ευημερίας και εταιρικής διακυβέρνησης βρίσκονται ολοένα και περισσότερο στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Οι δε λόγοι για τους οποίους το ενδιαφέρον μετατοπίζεται σε τέτοιες επενδύσεις ποικίλλουν.
Σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχει γενικότερη αλλαγή στη νοοτροπία των κατόχων κεφαλαίων, οι οποίοι δεν ενδιαφέρονται αποκλειστικά και μόνο για το άμεσο κέρδος αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο αυτό εξασφαλίζεται, όπως ασφαλώς και για το πόσο μεγάλο αυτό είναι. Βέβαια, προς αυτή την κατεύθυνση τους έχουν εξωθήσει διάφοροι επιμέρους παράγοντες. Για παράδειγμα, έχει υπάρξει μεγάλη περίοδος που οι αποδόσεις των επενδύσεων είναι πολύ χαμηλές, και αυτό καλλιέργησε σε επενδυτές την επιθυμία να χρησιμοποιήσουν το πλούτο τους για κάτι καλό.
Εάν δηλαδή το οικονομικό κέρδος είναι δύσκολο να αντληθεί, μπορούν να έχουν κοινωνικό όφελος. «Ταυτόχρονα εντείνεται η επιθυμία τους να επενδύουν σε βιώσιμα επιχειρηματικά μοντέλα ή αντίθετα αναπτύσσουν απέχθεια για τις επενδύσεις σε βιομηχανίες που αντλούν κέρδος εις βάρος, είτε μιας ανθρώπινης ομάδας είτε του περιβάλλοντος μεσοπρόθεσμα», δηλώνει. Υπάρχουν όμως και εκείνοι που εκφράζουν ενστάσεις για τέτοιου είδους επενδύσεις, εκτιμώντας ότι αυτές δεν είναι αρκετά «ανθεκτικές». Κατά τους ίδιους, πρόκειται απλώς για νέα επενδυτική τάση που δεν έχει κατορθώσει ακόμη να πείσει μεγάλη μερίδα επενδυτών.
Ξεχωρίζουν Ολλανδία, Δανία, υστερεί η Ελλάδα
Σε μια μέση κατάσταση βρίσκεται η εικόνα του επιχειρηματικού κόσμου της Ελλάδας ως προς τη συνολική αποτίμηση με βάση την εναρμόνισή του με τους περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς δείκτες καθώς και με τους δείκτες εταιρικής διακυβέρνησης (ΕSG). Ωστόσο, υστερεί σημαντικά ως προς τις επιδόσεις των ελληνικών επιχειρήσεων σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης, σε αντίθεση με άλλες μεσογειακές χώρες, όπως η Ιταλία ή η Πορτογαλία, οι οποίες κατατάσσονται σε υψηλότερη θέση.
Αυτό καταδεικνύει πρόσφατη έκθεση της εταιρείας οικονομικών ερευνών Morningstar, η οποία ταξινομεί διάφορες χώρες παγκοσμίως ως προς τον βαθμό που οι εταιρείες των χωρών αυτών έχουν ενσωματώσει κριτήρια περιβαλλοντικής ανάπτυξης, κοινωνικής ευαισθητοποίησης και ορθής διακυβέρνησης.
Οσον αφορά τη χώρα μας, οι χαμηλές επιδόσεις της σε θέματα εταιρικής διακυβέρνησης δεν προκαλεί απαραίτητα κάποια έκπληξη. Ηδη, το τελευταίο διάστημα, υποθέσεις στις οποίες εμπλέκονται μεγάλες εισηγμένες εταιρείες έχουν προκαλέσει κλυδωνισμούς στους χρηματιστηριακούς δείκτες, γεγονός που έχει αρνητικό αντίκτυπο στη συνολική εικόνα της ελληνικής αγοράς.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι χώρες της Βόρειας Ευρώπης διακρίνονται για τις επιδόσεις τους βάσει των δεικτών ESG, με τη Δανία να προηγείται όσον αφορά τους κοινωνικούς δείκτες και την Ολλανδία να ξεχωρίζει σε επίπεδο εταιρικής διακυβέρνησης. Ενδιαφέρουσα, όμως, είναι και η υψηλή επίδοση της Πορτογαλίας στους δείκτες που σχετίζονται με το περιβάλλον. Αυτό αποδίδεται, σύμφωνα με την έκθεση, στις φιλικές για το περιβάλλον δράσεις που εφαρμόζει η πορτογαλική εταιρεία ηλεκτρισμού ΕDP, η οποία διαθέτει αιολικές εγκαταστάσεις σε Πορτογαλία, Ισπανία και ΗΠΑ αλλά και υδροηλεκτρικές στη Βραζιλία.
Οριακά, ωστόσο, κινείται η Ελλάδα όσον αφορά την ενσωμάτωση στρατηγικών με περιβαλλοντικό πρόσημο, ενώ σχετικά πιο ικανοποιητική είναι η θέση που διατηρεί στον κοινωνικό δείκτη.
Ο δεύτερος πυλώνας του τρίπτυχου περιβάλλον – κοινωνική ευημερία – εταιρική διακυβέρνηση σχετίζεται αφενός με πρακτικές για την ασφάλεια των προϊόντων αλλά και με πολιτικές που αφορούν την αγορά εργασίας, όπως οι εργασιακές συνθήκες ή η παρουσία και η ελευθερία των συνδικάτων κ.ά. Από την άλλη, η Ελβετία, η οποία αποτιμάται θετικά στο σύνολό της με βάση την εναρμόνισή της με τα κριτήρια ESG, υστερεί όσον αφορά τη συνολική επίδοσή της σε επίπεδο βιώσιμης ανάπτυξης.
Αυτό οφείλεται, σύμφωνα με την έκθεση, σε διάφορα περιστατικά με τα οποία συνδέονται μεγάλες εταιρείες της χώρας, όπως η Novartis και η Nestle.
Από τις χώρες εκτός Ευρώπης, οι ΗΠΑ καταγράφουν χαμηλές επιδόσεις σε θέματα που σχετίζονται με την εταιρική διακυβέρνηση, λόγω των αντίστοιχων χαμηλών επιδόσεων εταιρειών όπως η Alphabet αλλά και η Facebook σε αυτόν τον τομέα. Δεν έχει, άλλωστε, περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα από τότε που το όνομα του εφευρέτη των social media Μαρκ Ζούκερμπεργκ συνδέθηκε με το σκάνδαλο της Cambridge Analytica. Πόσο μάλλον με το πρόστιμο-ρεκόρ 5 δισ. δολ. που κλήθηκε πρόσφατα να καταβάλει.
ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post