Ιωάννης Κυριάκου, Χημικός.
info@lamialab.gr
Το μέγεθος της αγωγιμότητας είναι στενά συνυφασμένο με την αλατότητα του εδάφους, γιατί ένα έδαφος το οποίο περιέχει πολλά άλατα δίνει και μεγάλες τιμές αγωγιμότητας. Έτσι έχει επικρατήσει να αναφερόμαστε στην αλατότητα ενός εδάφους αλλά να επικοινωνούμε τις τιμές της αλατότητας όχι με το ποσοστό αλατιού που περιέχει αλλά με την αγωγιμότητά του. Η αγωγιμότητα του εδάφους μπορεί πολύ εύκολα να μετρηθεί με ένα αγωγιμόμετρο. Δεν είναι όμως πολύ γνωστός ο ορθός τρόπος χρήσης του, οδηγώντας τον αγρότη, τον ιδιώτη ή και τον επαγγελματία γεωπόνο σε λάθος μετρήσεις ή σε κακή χρήση του αγωγιμομέτρου. Αρχικά θα ορίσουμε τους τύπους των αγωγιμομέτρων. Υπάρχουν στην αγορά 2 τύποι αγωγιμομέτρων: α) το φορητό αγωγιμόμετρο χειρός β) το αγωγιμόμετρο πάγκου Το ποιο αγωγιμόμετρο πρέπει να διαλέξουμε φαίνεται να εξαρτάται από το εάν θέλουμε να μετρήσουμε δείγματα όπου και αν είμαστε πχ στο πεδίο ή στο χωράφι ή μόνο στο εργαστήριό μας. Εδώ όμως γίνεται και μία βασική παρανόηση και ένα ουσιαστικό λάθος. Είτε κάνουμε ανάλυση εδάφους στο πεδίο είτε στο χημείο πάντα πρέπει να ακολουθούμε τον ορθό τρόπο. Πρέπει δηλαδή να γίνει αρχική προκατεργασία του δείγματος με τα κατάλληλα διαλύματα. Η διαδικασία αυτή είναι ιδιαίτερα εύκολη αλλά παραβλέπεται, διότι πολλοί χρήστες θεωρούν ότι ένα φορητό αγωγιμόμετρο θα μας δείξει σωστή ένδειξη μόλις έρθει σε επαφή με το έδαφος. Η σωστή μέτρηση της αγωγιμότητας στην ανάλυση εδάφους είναι εκείνη που θα μας δώσει ένα αποτέλεσμα το οποίο θα μπορούμε να το αξιολογήσουμε. Θα μπορούμε δηλαδή να το εκτιμήσουμε σε αντιστοιχία με πίνακες και αποτελέσματα που βρίσκουμε στην βιβλιογραφία. Αυτή είναι και πεμπτουσία της ορθής πρακτικής, ότι θα μπορούμε να επαναλαμβάνουμε την ίδια πάντα διαδικασία ανεξαρτήτως χρήστη και οργάνου και να παίρνουμε συγκρίσιμα αποτελέσματα. Ας μπούμε λοιπόν στην ουσία και να δούμε πως γίνεται μία σωστή μέτρηση. Θα χρειαστούμε εκτός από το αγωγιμόμετρο και ένα ποτήρι κατάλληλων διαστάσεων και απιονισμένο νερό. Δηλαδή νερό το οποίο δεν έχει καθόλου άλατα και αν μετρήσουμε την αγωγιμότητά του αυτή θα βγει κοντά στο 0. 1. Αρχικά παίρνουμε το χώμα και με ένα δοσομετρικό κουτάλι προσθέτουμε έναν όγκο εδάφους στο ποτήρι. Το έδαφος αυτό θα πρέπει πρώτα να έχει ξεραθεί όσο το δυνατό περισσότερο. Η ξήρανση γίνεται άριστα στο χημείο με την χρήση φούρνου ξήρανσης. Επίσης το έδαφος πρέπει να είναι κοσκινισμένο, να μην περιέχει δηλαδή πέτρες, χαλίκια και γενικά σωματίδια διαμέτρου μεγαλύτερης των 2 εκατοστών. 2. Προσθέτουμε δύο όγκους απιονισμένου νερού. 3. Αναδεύουμε συνεχώς για 5 λεπτά 4. Αφήνουμε το ίζημα να κάτσει στον πυθμένα. Αυτό μπορεί να διαρκέσει από 2 έως 8 ώρες ανάλογα με το τύπο του χώματος (δηλαδή την Μηχανική σύστασή του). 5. Αποχύνουμε την υγρή φάση σε νέο ποτήρι. Αυτό το νέο ποτήρι τώρα περιέχει το δείγμα μας. Σε αυτό κάνουμε την μέτρηση. 6. Βυθίζουμε το αγωγιμόμετρο στην υγρή φάση και παίρνουμε την ένδειξη. Η τιμή που παίρνουμε με αυτόν το τρόπο πρέπει να βρίσκεται στην κλίμακα των 100 έως 10000 μS. Για αυτό και το αγωγιμόμετρο θα πρέπει να είναι σεταρισμένο για αυτή την κλίμακα τιμών. Όλα τα όργανα που κυκλοφορούν στην αγορά μπορούν να σεταριστούν στην κλίμακα που θέλουμε με την χρήση έτοιμων ρυθμιστικών διαλυμάτων. Σημείωση: Από ότι φαίνεται και από την παραπάνω διαδικασία, όσο μεγαλύτερος ο όγκος του εδάφους και των νερών που προσθέτουμε, τόσο μεγαλύτερος και ο όγκος της υγρής φάσης στην οποία βυθίζουμε το αγωγιμόμετρο. Θα μπορούσε λοιπόν κάποιος στο πεδίο αντί για ποτήρι να χρησιμοποιήσει ένα μεγαλύτερο δοχείο αναπαράγοντας την ίδια διαδικασία και έχοντας τα ίδια αποτελέσματα. Σε γενικές γραμμές τα αγωγιμόμετρα για την ανάλυση εδάφους είναι εργαλεία τα οποία δεν χαλάνε εύκολα και έχουν ελάχιστη ανάγκη ρυθμίσεων και συντήρησης. Για την εκτίμηση του αποτελέσματος κυκλοφορούν πολλά βιβλία στα ελληνικά, στα οποία δίνονται οδηγίες για την κατάλληλη λίπανση και για την κατάλληλη εφαρμογή των λιπασμάτων. Επίσης για την καταλληλότητα του νερού άρδευσης και πως αυτή επηρεάζει την αγωγιμότητα. Υπηρεσίες Περιβαλλοντικής Αξιολόγησης και Αναλύσεων