Στην αρχαία Ελλάδα πίστευαν ότι όλα τα υλικά πράγματα αποτελούνται από ένα μείγμα από τα τέσσερα στοιχεία της φύσης: την γη, την φωτιά, το νερό και τον αέρα. Πίστευαν όμως ότι υπήρχε κι ένα πέμπτο στοιχείο, ανεπαίσθητο και διακριτικό. Το ονόμαζαν πεμπτουσία (κυριολεκτικά, «πέμπτο στοιχείο»), πράγμα που σημαίνει την πολύ λεπτή ή εξευγενισμένη κατάσταση της ύπαρξης του.
Για πολλούς αιώνες, οι φιλόσοφοι θεώρησαν ότι όλη η ύλη αποτελείται από συνδυασμούς των βασικών στοιχείων βάση της ελληνικής παράδοσης.
Στις αρχές του 1500, ο Philip von Hohenheim άλλαξε το όνομά του σε Paracelsus (Παράκελσος), που σημαίνει «πέρα από την ιατρική πρωτοπορία του Κέλσου» και βγήκε με μια αντι-πρόταση. Δήλωσε ότι, αντί για τα παλιά στοιχεία, όλα τα πράγματα αποτελούνται από τα δυσδιάκριτα βασικά στοιχεία που ονόμασε αλάτι, θείο και υδράργυρο. Ωστόσο, αυτό μόνο χρησίμευσε για να μπερδέψει την κατάσταση περαιτέρω, καθώς οι δύο θεωρίες δεν προσδιόριζαν τις βασικές χημικές ουσίες που συνδυάζονται για να σχηματίσουν την τεράστια ποικιλία των ενώσεων που βρίσκονται στη φύση.
Στη συνέχεια, πάμε στην εποχή του Διαφωτισμού. Στα τέλη του 1600, ο επιστήμονας Robert Boyle δημοσίευσε το Sceptical Chymist, απορρίπτοντας τις δύο σχολές σκέψης και εισάγοντας την νέα ιδέα ότι τα υλικά που αποτελούνται από μια ποικιλία βασικών χημικών προϊόντων τα οποία, σε αντίθεση με τις ενώσεις, δεν μπορούν να μειωθούν περαιτέρω με χημικές διεργασίες . Αυτό, απομυθοποίησε την χημεία και έθεσε τις βάσεις για την ανάπτυξή της ως επιστήμη, και επίσης έκανε δυνατή την ανάπτυξη του πίνακα των στοιχείων που χρησιμοποιούμε σήμερα στην χημεία (περιοδικός πίνακας).
Καθώς η επιστήμη της χημείας ανέπτυξε και συγκέντρωσε φυσική γνώση, δυστυχώς επικεντρώθηκε τελείως στην φυσική ύλη και ξέχασε την παλιά ιδέα του πιο διακριτικού και αιθέριου στοιχείου.
Στο πέμπτο στοιχείο έχουν δοθεί διάφορα ονόματα στην παραδοσιακή ανατολική σκέψη- όπως πράνα, τσι, τσι, και μάνα – αλλά μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητό αν το ονομάσουμε ζωτικής σημασίας ενέργεια ή αιθερική ενέργεια. Από την άποψη της φυσικής, ο πιο περιεκτικός όρος είναι αιθερική ενέργεια, πράγμα που σημαίνει μια πιο λεπτή ενέργεια από ηλεκτρική ενέργεια.
Όταν ηλεκτρικές και μαγνητικές ενέργειες συνδυάζονται σε συμπληρωματική κίνηση, παράγουν φυσικό φως και τα δομικά στοιχεία της φυσικής ύλης. Το σώμα σας αποτελείται από ηλεκτρομαγνητική ενέργεια. Η αιθερική ενέργεια είναι στην πραγματικότητα πιο κοινή στο σύμπαν από ό, τι η ηλεκτρική ενέργεια. Η εκδήλωση της αιθερικής ενέργειας, η αιθερική ύλη αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος της ύλης του σύμπαντος. Οι κοσμολόγοι γνωρίζουν ότι υπάρχει, ακόμα κι αν δεν μπορούν να την δουν (εξ ου και ο όρος ‘σκοτεινή ύλη’), λόγω των βαρυτικών επιπτώσεων της στην φυσική ύλη.
Η «σκοτεινή» ενέργεια και η «σκοτεινή» ύλη είναι περίπου πέντε φορές παραγωγικότερες από την φυσική ενέργεια και φυσική ύλη αντίστοιχα, οπότε η επίδρασή τους στο σύμπαν είναι εντονότερη. Η βαρυτική επίδραση είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι και οι δύο ενέργειες – φυσική ηλεκτρική ενέργεια και η πιο λεπτή αιθερική ενέργεια – μοιράζονται μια κοινή αλληλεπίδραση με την μαγνητική ενέργεια. Η μαγνητική συνιστώσα της ενέργειας παρέχεται από την πανταχού παρούσα δομή του χώρου, την οποία χαρακτηρίζουν ως πεδίο του Θεού.
Με τη χρήση του όρου ‘πεδίο του Θεού’, μπορούμε να εξηγήσουμε μια κοινή σύγχυση που υπάρχει σήμερα. Το ‘πεδίο του Θεού’, παραδοσιακά ονομαζόταν αιθέρας και, αν αυτό μοιάζει με την αιθερική ενέργεια, είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα.
Το ‘πεδίο του Θεού’ είναι η δομή του χώρου. Είναι μια λεπτή, ισχνή, μαγνητική ενέργεια που γεμίζει όλον τον χώρο. Έχει περισσότερη ένταση γύρω και μέσα στην ύλη όπου η ελκτική του φύση παράγει την δύναμη της βαρύτητας.
Η αιθερική ενέργεια ή ζωτική ενέργεια, είναι η πρωταρχική ενέργεια του σύμπαντος. Η ηλεκτρική ενέργεια είναι μία δευτερεύουσα, περισσότερο φυσική ενέργεια. Η ηλεκτρική ενέργεια αλληλεπιδρά με το μαγνητικό πεδίο του χώρου για να σχηματιστεί το φυσικό φως και την φυσική ύλη. Η αιθερική ενέργεια αλληλεπιδρά με το μαγνητικό πεδίο του χώρου για να σχηματίσουν αιθερικό φως και αιθερική ύλη.
Η αιθερική ενέργεια είναι μια λεπτή, πρωτογενής, ζωτική ενέργεια, ενώ η ηλεκτρική ενέργεια είναι μια φυσική, δευτερογενή ενέργεια. Και οι δύο ενέργειες αλληλεπιδρούν με το μαγνητικό πεδίο του χώρου, παράγοντας αιθερικό ύλη και φυσική ύλη.
Το μεγάλο πλεονέκτημα της γνώσης ύπαρξης της αιθερικής ενέργειας είναι ότι αυτή η ζωοποιός ενέργεια κρατά το κλειδί για την πραγματική ευεξία. Η ζωτική ενέργεια χρησιμοποιείται σε όλα τα αποτελεσματικά συστήματα θεραπείας. Στον βελονισμό, είναι το «τσι», ενέργεια που ενισχύεται ή εξισορροπείται η ροή της κατά μήκος των μεσημβρινών. Είναι η θεραπευτική ενέργεια που μεταδίδεται σε θεραπείες εξ’ αποστάσεως. Είναι η ίδια θεραπευτική ενέργεια που μεταδίδεται στον παραλήπτη του Reiki.
Η ζωτική ενέργεια είναι η ουσία στα αιθέρια έλαια. Είναι η ενέργεια που ρέει σε ένα άτομο που του ασκούν τσιγκόνγκ. Είναι η ενέργεια της ζωής στα βιολογικά τρόφιμα, στο νερό που εκτίθεται στο ηλιακό φως, και το οξυγόνο που αναπνέουμε.
Χωρίς ζωτική ενέργεια δεν θα υπήρχαμε φυσικά. Με επιπλέον ζωτική ενέργεια μπορούν να συμβούν θαύματα.
Μετάφραση Αγγελίνα Αγγελακοπούλου για την Επιστήμη του Πνεύματος