Οι κεντρικές ιδέες της Φιλοσοφίας της φύσεως του Αριστοτέλη μπορούν να συνοψισθούν στα παρακάτω:
1. Το Σύμπαν είναι γεωκεντρικό, πεπερασμένο χωρικά και άπειρο χρονικά (δηλαδή αδημιούργητο). Το κέντρο του Σύμπαντος είναι η ακίνητη Γη. H Σελήνη, οι πλανήτες, ο Ήλιος και οι απλανείς αστέρες βρίσκονται σε ομόκεντρες σφαίρες, οι οποίες περιστρέφονται γύρω από τη Γη. H εξώτατη σφαίρα με τους απλανείς αποτελεί το όριο του Σύμπαντος. Ό,τι υπάρχει μέσα σε αυτή τη σφαίρα αποτελεί το Σύμπαν. Έξω από αυτή τη σφαίρα δεν υπάρχει τίποτε, ούτε κενό ούτε τόπος.
Το κενό είναι ανύπαρκτο. H αντίληψη αυτή του Αριστοτέλη ίσως δικαιώνεται από τη Σύγχρονη Φυσική, η οποία θεωρεί ότι τα πεδία έχουν οντολογική υπόσταση. Δεν είναι δηλαδή αφηρημένες μαθηματικές συλλήψεις.
O Αριστοτέλης εγκαταλείπει τις απόψεις του δασκάλου του Πλάτωνα για την ύπαρξη του κόσμου των ιδεών, που ως γνωστόν έχει οντολογική υπόσταση.
Τα λογικά, επιστημονικά και φιλοσοφικά έργα του Αριστοτέλη σχημάτιζαν τον πυρήνα του προγράμματος σπουδών των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων του Μεσαίωνα.
Δεν είναι δηλαδή οι ιδέες που έχουμε στο νου μας. Δέχεται, όμως, ο Αριστοτέλης ότι υπάρχει στον άνθρωπο η άυλη ψυχή και ο Θεός, ο οποίος όμως δεν είναι ο δημιουργός της αρχικής ύλης του Σύμπαντος. Με δεδομένη και προϋπάρχουσα την αρχική ύλη, ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο (κόσμος = κόσμημα).
2. O Αριστοτέλης βλέπει το Σύμπαν σαν έναν οργανισμό, στον οποίο υπάρχει σκοπιμότητα, όπως και στους έμβιους οργανισμούς. Δεν υπάρχει αιτιοκρατία στον κόσμο του Αριστοτέλη, ούτε τύχη.
Στον αντίποδα βρίσκεται το Σύμπαν του Δημόκριτου, το οποίο είναι μία μηχανή που υπακούει αυστηρά στους νόμους της αιτιότητας. Στο Σύμπαν του Δημόκριτου δεν υπάρχει περιθώριο για τύχη ή σκοπιμότητα, είναι άπειρο και χωρικά και χρονικά και κατά συνέπεια αδημιούργητο. Με το Γαλιλαίο και το Νεύτωνα θα επιβληθεί στην επιστήμη το μηχανιστικό αυτό μοντέλο του Δημόκριτου.
3. Κατά τον Αριστοτέλη η ύλη είναι συνεχής, σε αντίθεση με την ατομική θεωρία του Δημόκριτου.
Τα υλικά από τα οποία αποτελούνται όλα τα σώματα είναι η γη, ο αέρας, το νερό και το πυρ. O Αριστοτέλης διατηρεί εδώ τις απόψεις του δασκάλου του Πλάτωνα.
4. H κίνηση είναι θεμελιώδης ιδιότητα της ύλης. O Αριστοτέλης υποστήριζε ότι «για να κινηθεί ένα σώμα, πρέπει να δρα σε αυτό δύναμη» και συνδέει τη δύναμη με την ταχύτητα. Κάτι που αρνείται ο Γαλιλαίος και ο Νεύτωνας. O τελευταίος θα συνδέσει τη δύναμη με την επιτάχυνση.
O Αριστοτέλης δέχεται την αρχή της αδράνειας για να την αρνηθεί μετά, γιατί δεν πιστεύει ότι υπάρχει κενός χώρος. Γράφει: «Ένα σώμα στο κενό θα ηρεμεί ή θα κινείται ευθύγραμμα και ομαλά, γιατί το κενό δεν συνεπάγεται καμία διαφορά η οποία θα καθόριζε κάποια κατεύθυνση για την κίνηση» (Τα Φυσικά 213b, 215a). Επειδή όμως, κατά τον Αριστοτέλη πάντα, δεν υπάρχει κενό, δεν ισχύει η αρχή της αδράνειας. O Γαλιλαίος δε δέχεται την ύπαρξη του κενού άρα και την αρχή της αδράνειας.
5. Τα φαινόμενα κατά τον Αριστοτέλη δεν μπορούν να περιγραφούν ποσοτικά. Δεν μπορούν να περιγραφούν με μαθηματικές σχέσεις. Αυτό βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τη Φιλοσοφία του Πλάτωνα. Κατά τον Πλάτωνα, για να εξηγήσουμε τα φαινόμενα δεν πρέπει να τα περιγράφουμε απλώς, αλλά να τα ανάγουμε σε αριθμητικές σχέσεις. Το «σώζειν τα φαινόμενα», δηλαδή η ερμηνεία των φαινομένων, πρέπει να αναχθεί σε ποσοτικές σχέσεις. Αυτό που κάνει δηλαδή η Φυσική από την εποχή του Γαλιλαίου και του Νεύτωνα. Αυτό αποτελεί και το θρίαμβο του Πλάτωνα.
6. O χρόνος στον Αριστοτέλη συνδέεται με την κίνηση. O χρόνος είναι μέτρο της κίνησης και δεν νοείται χωρίς αυτόν. Ενώ όμως οι κινήσεις είναι διαφορετικές, ο χρόνος είναι πάντα ο ίδιος. Έτσι, τελικώς, ο χρόνος κυλά ανεξάρτητα από τις κινήσεις των σωμάτων.
O Αριστοτέλης είχε καθιερωθεί τόσο πολύ στη συνείδηση των επιστημόνων και διανοούμενων των μεσαιωνικών χρόνων, ώστε από ένα σημείο και πέρα αποτελούσε ανασχετικό παράγοντα για την πρόοδο της επιστήμης. «Αυτός έφα» έλεγαν οι Αρχαίοι Έλληνες, το ίδιο επαναλάμβαναν αργότερα οι Ευρωπαίοι.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γαλιλαίος ντρεπόταν (!) να πει ότι η Γη γυρίζει, παρ’ ότι είχε αδιάσειστα επιστημονικά επιχειρήματα γι’ αυτό. Δεν υπήρχε λόγος για έρευνα και μελέτη της φύσης. Όλα τα είχε πει ο Αριστοτέλης! Αυτός είναι μάλλον ο δεύτερος βασικός λόγος της μη προόδου των φυσικών επιστημών κατά το Μεσαίωνα.
O κύριος βέβαια λόγος παραμένει ότι στο μεγαλύτερο μέρος της η Δύση ήταν υπό την κατοχή των βαρβάρων και υπό την επήρεια των σκοτεινών θρησκευτικών κύκλων.
H Φιλοσοφία του Αριστοτέλη έγινε τόσο αποδεκτή για δύο κύριους λόγους.
Πρώτο, γιατί στηρίζεται και συμφωνεί με την άμεση εμπειρία μας, δηλαδή την εποπτεία.
Δεύτερο, γιατί είναι συμβατή με τη χριστιανική Αποκάλυψη, η οποία είχε κυριαρχήσει στο γνωστό τότε κόσμο.
Οι απόψεις του Αριστοτέλη πόρρω απέχουν από τις λαϊκές δοξασίες της εποχής του, περί δωδεκαθέου. Κατηγορήθηκε μάλιστα για αθεΐα και κατέφυγε στη Χαλκίδα, τη γενέτειρα της μητέρας του, όπου πέθανε το 322 π,Χ.
Σήμερα ο άνθρωπος, ασφαλώς πιο πλούσιος σε γνώσεις για το Σύμπαν, επιχειρεί μια διαφορετική ανθρωποκεντρική προσέγγιση από τον Αριστοτέλη – ότι ο άνθρωπος δηλαδή είναι στο κέντρο του Σύμπαντος – με την διατύπωση της Ανθρωπικής Αρχής. Η Ανθρωπική Αρχή, επιχειρεί να προσδώσει έναν ιδιαίτερο ρόλο στην παρουσία του Ανθρώπου μέσα στο Σύμπαν.