Περπατούσε με τα δύο του πόδια, προτιμούσε την παρέα των ανθρώπων και του άρεσαν οι γυναίκες.
Τον αποκαλούσαν «υβρίδιο» ανθρώπου και χιμπατζή και ήταν μοναδικός του είδους του.
Γεννήθηκε το 1958 στο Κονγκό, όπου σε ηλικία δύο ετών τον βρήκαν και τον πήραν μαζί τους οι εκπαιδευτές ζώων Φρανκ και Τζάνετ Μπέργκερ.
Από νωρίς κατάλαβαν ότι δεν ήταν ένας συνηθισμένος χιμπατζής. Είχε φωτεινά μάτια, μαλακή φωνή, περπατούσε όρθιος εκ του φυσικού του και είχε ανθρώπινες συνήθειες.
Κάθε πρωί έπινε καφέ και το βράδυ συνήθιζε να πίνει μαζί τους κοκτέιλ.
Τους βοηθούσε στις δουλειές του σπιτιού, τάιζε τα υπόλοιπα ζώα και χρησιμοποιούσε τα γεωργικά εργαλεία όπως οι άνθρωποι.
Δεν είχε μιμητική συμπεριφορά, αλλά χρησιμοποιούσε τη λογική του.
Όπως είχε αποκαλύψει η Τζάνετ, όταν ο Όλιβερ έγινε 16 ετών έδειχνε να ελκύεται από εκείνη και επιθυμούσε να έχουν ερωτική σχέση.
Αυτός ήταν ο λόγος που αναγκάστηκε να τον πουλήσει σε έναν δικηγόρο, τον Μάικλ Μίλερ, ο οποίος με την σειρά του τον πούλησε ως έκθεμα σε ένα θεματικό πάρκο της Καλιφόρνιας.
Ο Όλιβερ δεν ήθελε να συνυπάρχει με τους υπόλοιπους χιμπατζήδες και σύντομα οι ιδιαιτερότητές του έγιναν γνωστές στο κοινό.
Το 1982 οι Λος Άντζελες Τάιμς δημοσίευσαν ένα άρθρο, στο οποίο χαρακτήριζαν τον Όλιβερ ως τον χαμένο σύνδεσμο του ανθρώπου και του χιμπατζή και τον μετέφεραν σε εργαστήριο για να τον μελετήσουν.
Παρόλο που οι μελέτες έδειξαν ότι είχε 47 χρωμοσώματα όπως οι υπόλοιποι χιμπατζήδες, διαπιστώθηκε ότι είχε κάτι διαφορετικό στον γενετικό του κώδικα.
Ωστόσο, οι επιστήμονες αποφάνθηκαν ότι δεν ήταν υβρίδιο ανθρώπου παρόλο που είχε ανθρώπινα χαρακτηριστικά.
Πέρασε επτά χρόνια της ζωής του σε ένα κλουβί, ώσπου τον μετέφεραν ύστερα από αίτημα φιλοζωικών οργανώσεων στις εγκαταστάσεις του οργανισμού Primarily Primates.
Εκεί έζησε ως το τέλος της ζωής του παρέα με έναν θηλυκό χιμπατζή. Πέθανε το 2012 σε ηλικία 52 ετών.