Υπερφορολόγηση χωρίς ανάλογες κοινωνικές παροχές

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:

Υψηλοί φόροι, από τους υψηλότερους παγκοσμίως, χωρίς καμία ανταποδοτικότητα, οδηγούν τους πολίτες στον δρόμο της φοροδιαφυγής. Αυτό θα μπορούσε να είναι το συμπέρασμα από τις τελευταίες εκθέσεις του ΟΟΣΑ που δείχνουν τον φαύλο κύκλο στον οποίο έχουν παγιδευθεί τα νοικοκυριά.

Η υψηλή φορολογία σε συνδυασμό με τη χαμηλή ανταποδοτικότητα και την έλλειψη παροχών οδηγεί τους πολίτες στη φοροδιαφυγή, καθώς δεν μπορούν να βρουν άλλο τρόπο να αντιμετωπίσουν την υπέρμετρη φορολόγηση, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να αυξάνει εκ νέου τους φόρους, οι οποίοι όμως απευθύνονται σε όσους δεν μπορούν να φοροδιαφύγουν.

Οι πολίτες πλέον υποστηρίζουν ότι για τους φόρους που πληρώνουν δεν λαμβάνουν τις αντίστοιχες παροχές, ενώ δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη στο κράτος, καθώς θεωρούν ότι δεν θα τους σταθεί σε περίπτωση ανάγκης.

Συγκεκριμένα, οκτώ στους δέκα Ελληνες θεωρούν ότι δεν λαμβάνουν τις παροχές που θα έπρεπε δεδομένου του ύψους των φόρων που καταβάλλουν στο κράτος, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στις 21 χώρες του ΟΟΣΑ είναι 58,5%, δηλαδή πολύ χαμηλότερα.

Από την άλλη πλευρά το εντυπωσιακό είναι ότι εξετάζοντας τις φορολογικές επιβαρύνσεις στις χώρες του ΟΟΣΑ, στην Ελλάδα την περίοδο 2007-2017 καταγράφεται αύξηση φόρων κατά 8,2 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, ενώ ακόμα και αν περιοριστεί κανείς στη μνημονιακή περίοδο 2010-2017 η Ελλάδα συνεχίζει να μην έχει ανταγωνισμό.

Ειδικά την περίοδο 2015-2017 κόντρα σε όλες τις τάσεις αυξήθηκαν υπέρμετρα φόροι και εισφορές, με αποτέλεσμα να κατατάσσεται πρώτη στις αυξήσεις φόρων μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ (από το 35,7% του ΑΕΠ έφθασε στο 39,4% του ΑΕΠ). Δηλαδή πληρώνουμε περισσότερους φόρους, οι οποίοι όχι μόνο δεν επιστρέφουν ανταποδοτικά αλλά αντίθετα, όπως υποστηρίζει το 78% των Ελλήνων πηγαίνουν σε πολίτες που δεν τα δικαιούνται (66% μέσος όρος ΟΟΣΑ).

Και αυτό συμβαίνει καθώς το «πακέτο» παροχών οδεύει προς τους συνταξιούχους αλλά και σε όσους δηλώνουν χαμηλά εισοδήματα. Δεδομένης μάλιστα της αναποτελεσματικότητας του κράτους, τα επιδόματα παίρνουν όχι αυτοί που έχουν μικρά εισοδήματα, αλλά αυτοί που δηλώνουν χαμηλά εισοδήματα.

Απογοητευμένοι

Σύμφωνα με την έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης που δημοσιοποιήθηκε χθες, η δυσφορία απέναντι στην κοινωνική πολιτική που εφαρμόζεται στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ είναι μεγάλη.

Η έκθεση «Κίνδυνοι που έχουν σημασία» (Risks that Matter) καταγράφει πως συνολικά στις χώρες του ΟΟΣΑ περισσότεροι από τους μισούς διαμαρτύρονται ότι θα έπρεπε να λαμβάνουν περισσότερα, τα 2/3 πιστεύουν πως άλλοι λαμβάνουν περισσότερα από όσα αξίζουν, ενώ τρεις στους τέσσερις ζητούν από τις κυβερνήσεις τους να κάνουν περισσότερα για την οικονομική και κοινωνική ασφάλεια.

Ωστόσο, στη χώρα μας οι διαμαρτυρίες είναι εντονότερες καθώς πάνω από το 70% θεωρεί πως είναι δύσκολο να έχει αποτελεσματική κοινωνική προστασία σε ώρα ανάγκης. Μάλιστα, ούτε ένας στους δέκα Ελληνες δεν πιστεύει ότι μπορεί με εύκολο τρόπο να χρησιμοποιήσει δημόσιες παροχές.

Δεν είναι λίγοι οι πολίτες που δεν έχουν εμπιστοσύνη στην ικανότητα της κυβέρνησης να τους παρέχει επαρκή στήριξη σε περίπτωση ανεργίας, ασθένειας ή αναπηρίας, σε περίπτωση απόκτησης τέκνου ή γηρατειών. Κατά μέσον όρο, στις 21 χώρες του ΟΟΣΑ μόνο το 25% των ερωτηθέντων συμφωνεί ότι η κυβέρνηση θα «παρείχε στην οικογένειά μου και σε μένα επαρκή εισοδηματική υποστήριξη». Η Ελλάδα και εδώ εμφανίζει από τα υψηλότερα ποσοστά απογοήτευσης, με σχεδόν 80% των πολιτών να δηλώνει πως δεν μπορεί να βασιστεί στο κράτος για να του παρέχει βοήθεια σε περίπτωση απώλειας εισοδήματος.

Χωρίς τους πολίτες

Σε όλες τις χώρες, με εξαίρεση τον Καναδά, τη Δανία, τη Νορβηγία και την Ολλανδία, η πλειονότητα των συμμετασχόντων δήλωσε πως η κυβέρνηση δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τις απόψεις των πολιτών στον σχεδιασμό της κοινωνικής πολιτικής. Στην Ελλάδα το ποσοστό ξεπερνάει τα 2/3, ενώ ανάλογα υψηλό είναι επίσης στην Πορτογαλία, στο Ισραήλ και στη Λιθουανία.

«Πρόκειται για ένα μήνυμα αφύπνισης για τις κυβερνήσεις ανά τον κόσμο», σχολίασε ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ, Ανχελ Γκουρία, προσθέτοντας ότι ενώ οι χώρες του ΟΟΣΑ διαθέτουν από τα πιο προηγμένα και γενναιόδωρα συστήματα κοινωνικής προστασίας, δαπανώντας κατά μέσον όρο περισσότερο από το 20% του ΑΕΠ τους σε κοινωνικές πολιτικές, αποτυγχάνουν να ικανοποιήσουν μεγάλη μερίδα των πολιτών. «Υπερβολικά πολλοί άνθρωποι πιστεύουν πως δεν μπορούν να στηριχθούν στην κυβέρνησή τους για βοήθεια», τόνισε.

ΈντυπηΠηγή άρθρου – kathimerini.gr

Use Facebook to Comment on this Post

Related posts

Leave a Reply

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *