ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Πολλές φορές ο νομοθέτης, προκειμένου να γλιτώσει τα διοικητικά δικαστήρια από τον υπερβολικό φόρτο που τα μαστίζει με τη συσσώρευση προσφυγών των διοικουμένων, προσπαθεί να επιλύσει τις διαφορές τους σε ένα προηγούμενο στάδιο, στο πλαίσιο της ίδιας της Διοίκησης, με την καθιέρωση ενδικοφανών προσφυγών, τις οποίες, μάλιστα, οι ενδιαφερόμενοι πρέπει υποχρεωτικά να ασκήσουν προτού προσφύγουν στα δικαστήρια.
Ετσι και επί φορολογικών διαφορών, το άρθρο 63 του ν. 4174/2013 όρισε ότι ο φορολογούμενος που αμφισβητεί οποιαδήποτε πράξη της φορολογικής αρχής πρέπει να περάσει πρώτα από την πόρτα της (σημερινής) Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ.
Είναι, άραγε, επιτυχημένο το μέχρι τώρα έργο της; Πετυχαίνει, πράγματι, να μειώσει τις προσφυγές στα δικαστήρια; Ή μήπως είναι τελείως άχρηστη και περιττή; Μήπως, αντιθέτως, είναι μια πρόσθετη γραφειοκρατική τροχοπέδη, που υπάρχει μόνο και μόνο για να καθυστερεί την προσφυγή των πολιτών στη Δικαιοσύνη και, τελικά, να δυσκολεύει τη ζωή τους; Μια υπεύθυνη απάντηση χρειάζεται ασφαλώς πολλή μελέτη. Αλλά, αν κρίνω από την προσωπική μου εμπειρία, άσ’ τα… Να τραβάς τα μαλλιά σου…
Πριν από μια πενηνταριά χρόνια, ο μακαρίτης ο πατέρας μου πούλησε εξ ανάγκης το μισό του ακίνητο σε έναν θείο μου. Πιο πρόσφατα, στα χρόνια της κρίσης, τα παιδιά του μου πρότειναν να αγοράσω το εξ αδιαιρέτου μερίδιό τους. Παρότι η εποχή δεν προσφερόταν για επενδύσεις, για λόγους ιστορικούς το αποφάσισα. Σκέφτηκα ότι, όταν σε λίγο συναντήσω στον άλλο κόσμο τον πατέρα μου, θα του ανακοινώσω υπερηφάνως την επανάκτηση του ακινήτου του…
Το τίμημα, εννοείται, ορίστηκε πολύ κατώτερο της αντικειμενικής αξίας του 2007. Ετυχε, όμως, τότε να διαβάσω στον Τύπο ότι και το ΤΑΙΠΕΔ πούλησε με πλειοδοτικό διαγωνισμό γειτονικό ακίνητο σε ανάλογη τιμή. Σκέφθηκα, λοιπόν, να αμφισβητήσω την αντικειμενική αξία της αγοράς μου κατά το άρθρο 41 του ν. 1249/1982.
Καθώς είχε ήδη θεσπισθεί το άρθρο 63 του ν. 4174/2013, άσκησα την ενδικοφανή προσφυγή της διάταξης αυτής¹, προβάλλοντας σχετικούς ισχυρισμούς. Δεν περιορίσθηκα δε στον ΦΜΑ. Καθώς «τρώγοντας έρχεται η όρεξη», έκανα αντίστοιχη προσφυγή και για τον ΕΝΦΙΑ της χρονιάς εκείνης². Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, χωρίς καμία αξιολόγηση των προβαλλομένων, τις απέρριψε και τις δύο κατ’ επίκληση των αντικειμενικών αξιών.
Επί των προσφυγών μου στο διοικητικό πρωτοδικείο που ακολούθησαν, αυτό εξέδωσε προδικαστικές αποφάσεις καλώντας τη φορολογική αρχή να στείλει την κατά το άρθρο 41 παρ. 6 του νόμου του 1982 έκθεση για τον προσδιορισμό της αγοραίας αξίας του ακινήτου και δίνοντάς της έτσι τη δυνατότητα να απαντήσει στους ισχυρισμούς μου που η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών είχε αφήσει αναπάντητους³. Κατόπιν αυτού, η φορολογική αρχή αντέκρουσε τους ισχυρισμούς μου και επικαλέσθηκε δικά της συγκριτικά στοιχεία, το δε διοικητικό πρωτοδικείο, με οριστικές αποφάσεις του, δέχθηκε εν μέρει τις προσφυγές μου. Κατ’ αυτών, το Δημόσιο άσκησε εφέσεις, εγώ δε αντεφέσεις.
Μέχρι τότε, όμως, είχε περάσει καιρός και είχαν εκδοθεί οι πράξεις ΕΝΦΙΑ των επόμενων ετών, οι οποίες, ως νέες πράξεις, επέβαλαν, φτου κι απ’ την αρχή, την άσκηση νέων ενδικοφανών προσφυγών, με τους ίδιους πάντα ισχυρισμούς. Και ναι μεν επικαλέσθηκα και την πρωτόδικη κρίση, όταν αυτή υπήρξε, αλλά, σωστά, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών με αντέκρουσε με τη σκέψη ότι δεν τη δεσμεύει γιατί, μη έχοντας ακόμη τελεσιδικήσει, δεν δημιουργεί δεδικασμένο.
Κατά τα λοιπά, πάλι απόρριψη των ενδικοφανών προσφυγών μου χωρίς καμία αξιολόγηση των προβαλλομένων κατ’ επίκληση μόνων των αντικειμενικών αξιών, πάλι άσκηση προσφυγών στο διοικητικό πρωτοδικείο, που και πάλι εξέδωσε προδικαστικές αποφάσεις, πάλι αντίκρουση της φορολογικής αρχής με βάση τα ίδια ακριβώς συγκριτικά στοιχεία.
Ελα, όμως, που κάποτε το διοικητικό εφετείο, απορρίπτοντας τις ενώπιόν του εφέσεις, έκρινε τελεσίδικα πια ότι την 1η Ιανουαρίου του τάδε έτους η αγοραία αξία του συγκεκριμένου ακινήτου ήταν τόση. Τι καλύτερο συγκριτικό στοιχείο για τον ΕΝΦΙΑ των επόμενων ετών; Επικαλέστηκα το γεγονός στην περυσινή ενδικοφανή προσφυγή μου, ελπίζοντας ότι, με βάση το δεδομένο αυτό, τώρα τουλάχιστον θα αλλάξουν βιολί, ασχολούμενοι με τα περαιτέρω. Μπα. Χαμένος κόπος. Μια από τα ίδια. Πάλι η απόρριψη έγινε χωρίς καμία αξιολόγηση των προβαλλομένων κατ’ επίκληση των αντικειμενικών αξιών. Πάλι, λοιπόν, προσφυγή στο διοικητικό πρωτοδικείο, πάλι προδικαστική απόφαση τούτου, πάλι αντίκρουση της φορολογικής αρχής με βάση τα ίδια στοιχεία, πάλι ανάλογη οριστική πρωτόδικη απόφαση και πάει λέγοντας. Ηδη εκκρεμεί η ενδικοφανής προσφυγή μου για τη φετινή πράξη του ΕΝΦΙΑ, την 5η κατά σειρά, ενώ δημοσιεύθηκε και η δεύτερη εφετειακή απόφαση που, φυσικά, απορρίπτει την έφεση του Δημοσίου…
Είναι προφανές ότι η έννοια της χρηστής διοίκησης είναι εντελώς άγνωστη στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ. Η οποία φαίνεται να νομίζει ότι ο ρόλος της είναι όχι να προλαβαίνει περιττές δίκες, αλλά, αντίθετα, να στέλνει, να ωθεί τους πολίτες στα δικαστήρια, ακόμα και αν αυτά έχουν πει ό,τι είχαν να πουν. Και, αλήθεια, αν εμένα, που ξέρω και πέντε νομικά, με ταλαιπωρεί έτσι, σκεφθείτε τι θα κάνει με όσους δεν ξέρουν…
Και καλά εμένα. Είναι προφανές πως με έχει καταδικάσει σε ισόβια. Ισόβια ταλαιπωρία, εννοώ. Αμ τους καημένους τους δικαστές, τους υπαλλήλους των γραμματειών, τους υπαλλήλους της ΔΟΥ, τις εργατοώρες που πάνε χαμένες με τις προδικαστικές και τις οριστικές αποφάσεις, τα έγγραφα που επαναλαμβάνουν τα ίδια και τα ίδια, τις κλήσεις και επιδόσεις, όλους αυτούς δεν τους λυπάται; Ετσι δικαιολογεί την ύπαρξή της;
Θα μου πείτε: Βρε αδελφέ, πολύ επιπόλαια βιάζεσαι να καταδικάσεις μια υπηρεσία με βάση ένα μεμονωμένο περιστατικό. Θέλετε κι άλλο; Διαθέτω. Αλλά δεν θέλω να σας κουράσω.
(¹) Για καλό και για κακό, μάλιστα, άσκησα και την κατά το άρθρο 41 του ν. 1249/1982 απευθείας προσφυγή στο διοικητικό πρωτοδικείο.
(²) Υπόψη ότι η πράξη επιβολής του ΕΝΦΙΑ, υποχρεώνοντας ρητά σε προηγούμενη άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής, αποκλείει την απευθείας προσφυγή στο διοικητικό πρωτοδικείο.
(³) Το αν και κατά πόσον η διάταξη αυτή του 1982 επηρεάσθηκε από το άρθρο 63 του μεταγενέστερου ν. 4174/2013, που υποχρεώνει τον διοικούμενο να εκθέσει στην ενδικοφανή προσφυγή του κατά της πράξης όλες τις νομικές και πραγματικές αιτιάσεις του και, παράλληλα, δίνει άπλετο περιθώριο 120 ημερών στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών να αποφανθεί με τη μόνη εκτελεστή πράξη, δεν φαίνεται να προβλημάτισε το δικαστήριο.
* Ο κ. Φίλης Αρναούτογλου είναι επίτιμος αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Έντυπηkathimerini.gr
Use Facebook to Comment on this Post